Αρχική εκτός κατηγορίας Κυπριακό: Μια σύντομη ιστορική ανασκόπηση

Κυπριακό: Μια σύντομη ιστορική ανασκόπηση

Κινητοποίηση στην Κύπρο το 2004 κατά του σχεδίου Ανάν

Επιμέλεια: Νίκος Ταυρής

 

Μια ανασκόπηση της εξέλιξης του Κυπριακού είναι αρκετή για να δείξει τις συγκρούσεις και τους ανταγωνισμούς των μεγάλων δυνάμεων, επεμβάσεις και εκβιασμούς, υποχωρήσεις και «ρεαλισμούς», ξεπουλήματα και ενδοτισμό, προδοσίες και κατοχή, αλλά και μικρούς και μεγάλους αγώνες και ηρωισμούς.

Η επαφή της Κύπρου με τον κόσμο του Αιγαίου και τα πρώτα αρχαιοελληνικά φύλα, ανάγονται στον 16ο π.Χ. αιώνα, ενώ η εγκατάσταση των Αχαιών είναι βεβαιωμένη από τον 14ο αιώνα π.Χ. Η έναρξη του εκχριστιανισμού της νήσου, το 45 μ.Χ. από τους Παύλο και Βαρνάβα, σημαδεύει μια νέα περίοδο της ιστορίας της, του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού. Από ανασκαφές στην Κύπρο προκύπτει ότι στο νησί μιλούσαν μια γλώσσα συγγενική με την ελληνική από την κρητομινωική εποχή, δηλαδή τον 18ο π.Χ. αιώνα, και μια γλώσσα απόλυτα ελληνική περίπου έξι αιώνες αργότερα, με τον ερχομό των Αχαιών. Από τότε έως σήμερα, η γλώσσα και η κουλτούρα της Κύπρου –βέβαια με τους χαρακτήρες τους τοπικούς και των διαλέκτων της– δεν θα πάψουν να είναι ελληνικές. Παρά τις συνεχείς επεμβάσεις, κατακτήσεις και καταστροφές σε διάρκεια 30 αιώνων (Ασσύριοι, Αιγύπτιοι, Πέρσες, Φοίνικες, Πτολεμαίοι, Ρωμαίοι, Φράγκοι, Βενετοί, Σαρακηνοί, Άραβες, Τούρκοι, Άγγλοι), η Κύπρος παραμένει οργανικό μέρος του ελληνικού χώρου με βασικούς αρμούς τη γλώσσα και τη θρησκεία.

 

Η εποχή της αποικιοκρατίας. Αντιαποικιακοί αγώνες

1571: Οι Οθωμανοί κατέλαβαν την Κύπρο από τους Ενετούς. Με το πέρασμα του χρόνου διαμορφώνεται η τουρκική μειονότητα του νησιού, που μέχρι το 1974 αποτελούσε το 18% του πληθυσμού.

1878: Το νησί εκμισθώθηκε από την Οθωμανική στη Βρετανική Αυτοκρατορία για να χρησιμοποιηθεί σαν στρατιωτική βάση. Κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο η Αγγλία προσαρτά το νησί. Με τη Συνθήκη της Λωζάννης η Τουρκία παραιτείται από τα δικαιώματά της στο νησί και το 1925 η Κύπρος ανακηρύσσεται βρετανική αποικία.

Οκτώβρη 1931: Η ένταση των κοινωνικών ανισοτήτων και τα αντιαποικιακά αισθήματα του λαού οδηγούν τον Οκτώβρη του 1931 σε εξέγερση με το αίτημα της ένωσης με την Ελλάδα. Η κυβέρνηση του Ελ. Βενιζέλου την καταδίκασε. Οι Βρετανοί κατέστειλαν βίαια την εξέγερση. Κυβερνήτης του νησιού ορίζεται ο Πάλμερ, που εφαρμόζει καθεστώς άγριας τρομοκρατίας.

Μετά τον πόλεμο οι Άγγλοι σκληραίνουν τη στάση τους. Αρνούνται το δικαίωμα αυτοδιάθεσης, χτυπούν κάθε λαϊκή και συνδικαλιστική εκδήλωση και δεν αποστρατεύουν τους Κύπριους εθελοντές. Όλη αυτή την περίοδο η κυπριακή Αριστερά προβάλλει το ζήτημα της αυτοδιάθεσης κι όχι της ένωσης με την Ελλάδα, πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα τη συνεχή αύξηση της επιρροής της Εθναρχίας.

1950: Διενεργείται δημοψήφισμα στην Κύπρο όπου το 96% του ελληνικού πληθυσμού του νησιού τάσσεται υπέρ της ένωσης. Η «δημοκρατική» κυβέρνηση Πλαστήρα αρνείται να παραλάβει τα πρακτικά του κυπριακού δημοψηφίσματος και «επιφυλάσσεται να χειρισθεί το κυπριακό ζήτημα εντός του πλαισίου των σχέσεων με τη φίλη και σύμμαχο δύναμη».

Οι κινητοποιήσεις απειλούν να ξεφύγει ο έλεγχος από τους Μεγάλες Δυνάμεις και τους υποταχτικούς τους. Έτσι, στέλνεται στην Κύπρο ο Γ. Γρίβας, με προτροπή των ΗΠΑ, για να οργανώσει ένοπλο κίνημα για την Ένωση και να καλύψει το κενό ηγεσίας του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Δημιουργείται η ΕΟΚΑ που αρχίζει τη δράση της την 1η Απρίλη του 1955 για. Η ηγεσία της ΕΟΚΑ αποτελείται από εθνικιστικά και φασιστικά στοιχεία, καθώς και πράκτορες των Μεγάλων Δυνάμεων, αλλά στις γραμμές της θα ενταχθούν πολλοί άνθρωποι με αγνά πατριωτικά αισθήματα που κράτησαν ηρωική στάση.

Το ΑΚΕΛ ήταν αντίθετο στις ένοπλες μορφές πάλης και θεωρούσε ότι ο αγώνας θα πρέπει να έχει μαζικό-πολιτικό χαρακτήρα. Η αγγλική διοίκηση θα θέσει εκτός νόμου το ΑΚΕΛ, συλλαμβάνοντας εκατοντάδες μέλη του. Η όλη εξέλιξη του Κυπριακού θα μπορούσε να είναι διαφορετική, αν η κυπριακή Αριστερά έμπαινε στην πρώτη γραμμή του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα.

Αύγουστος 1955: Συγκαλείται στο Λονδίνο Τριμερής Διάσκεψη (Ελλάδα, Τουρκία, Βρετανία). Η Τουρκία αποχωρεί θεωρώντας «απαράδεκτο το ελληνικό αίτημα για αυτοδιάθεση της Κύπρου». Την επόμενη μέρα ξεσπούν πογκρόμ ενάντια στους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης και βιαιοπραγίες εναντίον Ελλήνων αξιωματικών που υπηρετούσαν στο στρατηγείο του ΝΑΤΟ στη Σμύρνη. Η ελληνική κυβέρνηση εξαναγκάζεται να κλείσει το θέμα μετά από μια τυπική έκφραση συγγνώμης, σε αντίθεση με τον ελληνικό λαό που απαντά με μαζικές διαδηλώσεις.

Αρχές του 1956: Γίνονται στην Κύπρο διαπραγματεύσεις μεταξύ του Μακάριου και του Άγγλου κυβερνήτη Χάρτινγκ. Οι Βρετανοί προτείνουν αυτοκυβέρνηση, δηλαδή Βουλή και πρωθυπουργό της έγκρισής τους σχεδόν χωρίς αρμοδιότητες. Ο Μακάριος αρνείται και στις αρχές του Μάρτη συλλαμβάνεται και εξορίζεται στις Σεϋχέλλες. Το γεγονός αυτό και οι απαγχονισμοί Κύπριων αγωνιστών από τους Άγγλους ξεσηκώνουν θύελλα αντιδράσεων και η Ελλάδα συγκλονίζεται από ογκωδέστατα συλλαλητήρια που καταλήγουν σε συγκρούσεις με την αστυνομία, με νεκρούς και εκατοντάδες τραυματίες.

Η εισβολή στην Κύπρο ξεκίνησε με απόβαση τουρκικών στρατεύματα στις 20 Ιουλίου 1974

Οι συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου

Αρχές του 1959: Οι υπουργοί Εξωτερικών Ελλάδας και Τουρκίας έρχονται σε καταρχήν συμφωνία για το Κυπριακό που συνίσταται στην ανεξαρτησία του νησιού βάσει ενός συντάγματος που ρύθμιζε διάφορα ζητήματα του μελλοντικού κράτους. Η συμφωνία υπογράφεται στη Ζυρίχη, στις 12 Φλεβάρη 1959, από τους πρωθυπουργούς Ελλάδας και Τουρκίας και λίγες μέρες αργότερα επικυρώνεται στο Λονδίνο, παρουσία και της κυπριακής ηγεσίας, που εκβιάστηκε με κάθε τρόπο για να τη δεχτεί. Οι συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου προβλέπουν μια σειρά διαχωριστικές διατάξεις και δικαιώματα βέτο στους Τουρκοκύπριους. Ακόμα, συμφωνήθηκε η σύναψη τριμερούς συμμαχίας Ελλάδας, Τουρκίας και Κύπρου με κοινό επιτελείο στην Κύπρο, ελληνική δύναμη 950 αντρών και τουρκική δύναμη 650 αντρών στο νησί (Συνθήκη Συμμαχίας), ορίζονταν η Ελλάδα, η Τουρκία και η Βρετανία σαν εγγυήτριες δυνάμεις (Συνθήκη Εγγύησης) και ρυθμίζονταν το καθεστώς των βρετανικών βάσεων (Συνθήκη Εγκαθίδρυσης). Οι τρεις συνθήκες προσαρτήθηκαν ως θεμελιώδες άρθρο στο κυπριακό Σύνταγμα. Ακόμα, στη Ζυρίχη, Καραμανλής και Μεντερές προχώρησαν σε μυστική «συμφωνία κυρίων» σχετικά με την ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ και την απαγόρευση του ΑΚΕΛ και κάθε κομμουνιστικής δραστηριότητας στο νησί.

Η κυπριακή ηγεσία είχε πολλές αντιρρήσεις και πιέστηκε έντονα από όλες τις πλευρές για να δεχτεί τις συμφωνίες, το ΑΚΕΛ παρά τη διαφωνία του αποδέχτηκε τελικά τη συμφωνία, ενώ οι γριβικοί κύκλοι μιλούσαν για προδοσία. Η Αριστερά στην Ελλάδα καταγγέλλει τις συμφωνίες και επιμένει στο σύνθημα «αυτοδιάθεση-ένωση», ενώ ο Καραμανλής θεωρεί την ημέρα επίτευξης των συμφωνιών ως την «ευτυχεστέραν της ζωής του».

 

Η Κύπρος ανεξάρτητο κράτος

1960: Η Κυπριακή Δημοκρατία ανακηρύχθηκε επίσημα στις 16 Αυγούστου 1960, με πρόεδρο τον Μακάριο. Το 1961 η Κύπρος παίρνει μέρος στην ιδρυτική διάσκεψη των Αδεσμεύτων στο Βελιγράδι και αναπτύσσει σχέσεις με την ΕΣΣΔ. Το Νοέμβρη του 1963 ο Μακάριος υπέβαλε προτάσεις στον Τουρκοκύπριο αντιπρόεδρο για αναθεώρηση άρθρων του συντάγματος που απορρίπτονται. Οι Τουρκοκύπριοι αποσύρθηκαν από τις κυβερνητικές και διοικητικές θέσεις και συγκεντρώθηκαν σε αμιγείς τουρκοκυπριακούς θυλάκους, ενώ πυροδοτήθηκαν εντάσεις ανάμεσα στις δύο κοινότητες με ένοπλες συγκρούσεις και νεκρούς. Οι Βρετανοί πέτυχαν τη δημιουργία της Πράσινης Γραμμής στη Λευκωσία που χώριζε Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους. Τούρκοι και Έλληνες φασίστες επιτίθονταν τρομοκρατώντας, ακόμα και δολοφονώντας όποιον αντιδρούσε στο διαχωρισμό των κοινοτήτων.

Ιανουάριος 1964: Έγινε η διάσκεψη στο Λονδίνο και μεταξύ άλλων προτάθηκε να μην υπάρχουν περιοχές με μεικτό πληθυσμό, αποστολή νατοϊκής ειρηνευτικής δύναμης και ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ, προτάσεις που απορρίφθηκαν από τον Μακάριο. Βρετανία και Κύπρος προσέφυγαν στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Με το ψήφισμα που εγκρίθηκε αναγνωρίστηκε η κυπριακή κυβέρνηση σαν αντιπροσωπευτική ολόκληρης της Κύπρου, αποφασίστηκε η αποστολή ειρηνευτικής δύναμης του ΟΗΕ που στη σύνθεσή της δεν θα υπήρχαν στρατιώτες χωρών του ΝΑΤΟ (εκτός της Βρετανίας) και ο ορισμός μεσολαβητή που θα βοηθούσε στην εξεύρεση λύσης.

Αμέσως σημειώνονται νέες συγκρούσεις και η τουρκική Βουλή εξουσιοδοτεί την κυβέρνηση Ινονού να προχωρήσει σε απόβαση στην Κύπρο όποτε κριθεί αναγκαίο. Σε συνάντηση του Μακάριου με τον Γ. Παπανδρέου (Απρίλης 1964) αποφασίζεται η μυστική αποστολή μιας ελληνικής μεραρχίας στην Κύπρο. Οι συγκρούσεις συνεχίζονται και σε επίσκεψή του στην Ουάσινγκτον ο Παπανδρέου αποδέχεται τη διαμεσολάβηση του πρώην υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άτσεσον, ο οποίος προτείνει δύο διαδοχικά σχέδια διχοτόμησης. Η ελληνική κυβέρνηση τα βλέπει θετικά, αλλά μετά από έντονη παρέμβαση του Μακάριου (Ιούλης 1964) τα απορρίπτει. Αμέσως αρχίζουν νέες συγκρούσεις, η Τουρκία προχωρεί σε βομβαρδισμούς, η ΕΣΣΔ δηλώνει πως θα βοηθήσει την Κυπριακή Δημοκρατία σε περίπτωση εισβολής και οι Αμερικανοί σχεδιάζουν πραξικοπηματική εφαρμογή του Σχεδίου Άτσεσον με τη συναίνεση της ελληνικής κυβέρνησης.

Οι Σοβιετικοί διαφοροποιούν τη θέση τους, τον Δεκέμβρη του 1964 όταν ο Γκρομίκο μιλώντας στον ΟΗΕ υποστήριξε την ύπαρξη δύο εθνικών κοινοτήτων στην Κύπρο. Την ίδια δήλωση θα επαναλάβει και τον Γενάρη του 1965 μιλώντας και για το ενδεχόμενο ομοσπονδοποίησης και αναγκάζοντας το ΑΚΕΛ και την ΕΔΑ να διαφωνήσουν.

Σεπτέμβρης 1967: Η χούντα επαναλαμβάνει τις ελληνοτουρκικές συνομιλίες χωρίς αποτέλεσμα. Τον Νοέμβρη του 1967, με μια προσχεδιασμένη από την Αθήνα ενέργεια, δυνάμεις ελεγχόμενες από τον Γρίβα καταλαμβάνουν τα υπό τουρκοκυπριακό έλεγχο χωριά Αγ. Θεόδωροι και Κοφινού. Η Τουρκία με την απειλή εισβολής απαιτεί την απόσυρση των ελληνικών στρατευμάτων, την ανάκληση του Γρίβα, τη διάλυση της κυπριακής εθνοφρουράς. Με παρέμβαση του Αμερικανού μεσολαβητή, Σ. Βανς, η χούντα αποδέχεται να αποσύρει την ελληνική μεραρχία, ενώ ο Μακάριος δεν δέχεται διάλυση ή περιορισμό της εθνοφρουράς. Τον Δεκέμβρη του 1967 οι Τουρκοκύπριοι ανακηρύσσουν την «Προσωρινή Τουρκική Διοίκηση της Κύπρου».

Ιούνης του 1968: Άρχισαν ενδοκοινοτικές συνομιλίες που κράτησαν μέχρι το Σεπτέμβρη του 1971 χωρίς να επιτευχθεί συμφωνία. Οι συνομιλίες ξανάρχισαν τον Ιούνη του 1972 και διακόπηκαν με το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή. Το 1968 επανεκλέγεται ο Μακάριος με ποσοστό 95,45%. Φασίστες στην Κύπρο και Έλληνες χουντικοί αξιωματικοί σχηματίζουν την οργάνωση Εθνικό Μέτωπο και οργανώνουν σειρά τρομοκρατικών ενεργειών σε βάρος δημοκρατών και αριστερών πολιτών. Τον Μάρτη του 1970 οργανώνεται απόπειρα δολοφονίας του Μακάριου. Τον Σεπτέμβρη του 1971 επανέρχεται κρυφά στην Κύπρο ο Γρίβας που συγκροτεί την ΕΟΚΑ Β’ η οποία εντείνει τις τρομοκρατικές ενέργειες. Τον Φλεβάρη του 1972 επικείμενο πραξικόπημα ματαιώνεται από μαζική κινητοποίηση του λαού και διαβήματα του Μακάριου προς τις ΗΠΑ και ΕΣΣΔ. Νέα απόπειρα δολοφονίας του Μακάριου τον Οκτώβρη του 1973. Και ενώ συμβαίνουν αυτά, ο πολιτικός κόσμος και πρώτα απ’ όλα το ΑΚΕΛ συνιστούν «ψυχραιμία, σύνεση και ενότητα».

Κινητοποίηση στην Κύπρο το 2004 κατά του σχεδίου Ανάν

Το φασιστικό πραξικόπημα και η τουρκική εισβολή

Ιούνης 1974: Συλλαμβάνονται τα ηγετικά στελέχη της ΕΟΚΑ Β’ και ο Μακάριος ζητά την απόσυρση των Ελλήνων αξιωματικών της εθνοφρουράς, κατηγορώντας τη χούντα ότι προβαίνει σε ανατρεπτικές ενέργειες. Η χούντα δίνει εντολή για το πραξικόπημα που εκδηλώθηκε στις 15 Ιούλη. Παρά την αντίσταση, το πραξικόπημα επικρατεί. Ο Μακάριος διαφεύγει στο εξωτερικό και παρευρίσκεται στη συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας κατηγορώντας τη φασιστική δικτατορία της Αθήνας.

Το προδοτικό πραξικόπημα –που οι ΗΠΑ και η Αγγλία αρνήθηκαν να καταδικάσουν– έδωσε το έναυσμα για να επέμβει η Τουρκία με το πρόσχημα της εγγυήτριας δύναμης. Φυσικά, πριν το κάνει αυτό, είχε εξασφαλίσει την ανοχή τόσο των ΗΠΑ όσο και των Άγγλων οι οποίοι γνώριζαν 3 μέρες πριν για την εισβολή. Όπως είχε ειδοποιηθεί και η χούντα από τον Έλληνα πρέσβη στην Άγκυρα. Και οι γνώστες σιωπούσαν και… περίμεναν.

Τη νύχτα της 19 προς 20 Ιούλη αρχίζει η τουρκική εισβολή με την κωδική ονομασία «Αττίλας 1». Πολεμικά πλοία αποβιβάζουν τουρκικά στρατεύματα στη βόρεια πλευρά του νησιού και αεροπλάνα βομβαρδίζουν και κατακαίουν με βόμβες ναπάλμ την ύπαιθρο, την ίδια στιγμή που το ελληνικό γενικό επιτελείο συνιστά «αυτοσυγκράτηση». Στην Ελλάδα κηρύσσεται γενική επιστράτευση και στις 20 Ιούλη το Συμβούλιο Ασφαλείας ζητά κατάπαυση του πυρός, άμεσο τερματισμό της ξένης στρατιωτικής επέμβασης, άμεση αποχώρηση όλου του ξένου στρατιωτικού προσωπικού. Στις 22 Ιούλη η Τουρκία συμφωνεί σε κατάπαυση του πυρός, αφού έχει ολοκληρωθεί η κατάληψη της Κυρήνειας. Κάτω από το βάρος της προδοσίας της Κύπρου η χούντα του Ιωαννίδη πέφτει και παραδίνεται η πολιτική εξουσία στον Καραμανλή. Παράλληλα, παραιτείται και ο Σαμψών παραδίδοντας την εξουσία στον Κληρίδη, τότε πρόεδρο της Βουλής.

Στις 25 Ιούλη αρχίζουν διαπραγματεύσεις στη Γενεύη ανάμεσα στις εγγυήτριες δυνάμεις που καταλήγουν σε συμφωνία για κατάπαυση των συγκρούσεων και δημιουργία «ζωνών προστασίας» με την ευθύνη του ΟΗΕ, δηλαδή αποδοχή στην πράξη της μέχρι τότε διαμορφωμένης ντε φάκτο κατάστασης. Αφού όλο αυτό το διάστημα η ελληνική κυβέρνηση είχε ανακαλύψει ότι… «η Κύπρος είναι μακριά». Ο Καραμανλής ζητάει να συγκληθεί το Συμβούλιο των υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ και η απάντηση του γ.γ. του ΝΑΤΟ είναι ότι ο ίδιος και οι περισσότεροι από τους υπουργούς Εξωτερικών θα λείπουν για… διακοπές.

Ο δεύτερος γύρος των διαπραγματεύσεων για το συνταγματικό καθεστώς της Κύπρου δεν ήταν δυνατό να οδηγηθεί σε συμφωνία με την απαίτηση της Τουρκίας για διζωνική ομοσπονδία, και η Τουρκία εξαπολύει στις 14 Αυγούστου τον «Αττίλα 2» που ολοκληρώνεται με την κατάληψη της Αμμοχώστου και της Μόρφου. Ελλάδα και Κύπρος συγκλονίζονται από αντιαμερικανικές διαδηλώσεις και ο Καραμανλής ανακοινώνει την αποχώρηση της χώρας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ. Στη διάρκεια αντιαμερικανικής διαδήλωσης στη Λευκωσία σκοτώνεται από πυροβολισμό διαδηλωτή ο Αμερικανός πρέσβης.

Ο «Αττίλας» άφησε στο διάβα του χιλιάδες θύματα, 2.000 περίπου νεκρούς, σκοτωμένους στις συγκρούσεις ή εκτελεσμένους εν ψυχρώ, βιασμένες γυναίκες, καμένα χωριά, 1.619 αγνοούμενους, περίπου 200.000 πρόσφυγες. Καταλύθηκε η ανεξαρτησία ενός κυρίαρχου κράτους, με πάνω από το 1/3 της επικράτειάς του να βρίσκεται υπό στρατιωτική κατοχή.

1974 – 83: Αλλεπάλληλα ψηφίσματα του ΟΗΕ που καταδικάζουν την τουρκική εισβολή και ζητούν την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων και την επιστροφή των προσφύγων, μένουν κενό γράμμα, ενώ ο «φάκελος της Κύπρου» παραμένει κλειστός στα πλαίσια του «κοινωνικού συμβολαίου» της μεταπολίτευσης. Διαδοχικές διακοινοτικές συνομιλίες, ελληνοτουρκικές συναντήσεις και σχέδια επίλυσης του Κυπριακού αποτυγχάνουν να καταλήξουν σε κάποια συμφωνία, με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις να γνωρίζουν μεγάλη ένταση με την έξοδο του Χόρα (Σισμίκ) για έρευνες στο Αιγαίο (1976), ενώ προχωρά ραγδαία ο εποικισμός των κατεχόμενων.

1983 – 15 Νοέμβρη: Ο Ντενκτάς ανακηρύσσει την «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου». Παρά τη μη αναγνώρισή του παρά μόνο από την Τουρκία, η ανακήρυξη του τουρκοκυπριακού ψευδοκράτους παγιώνει παραπέρα τα τετελεσμένα.

1987 – 2002: Νέα έξοδος του Σισμίκ σε περιοχές της ελληνικής υφαλοκρηπίδας δημιουργεί πολεμικό κλίμα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Η κυβέρνηση Παπανδρέου δίνει εντολή στις ένοπλες δυνάμεις να βρίσκονται σε πολεμική ετοιμότητα κηρύσσοντας μερική επιστράτευση, και απειλεί με «καταλυτική αλλαγή στο σύστημα άμυνας των Δυτικών». Το κλίμα αλλάζει ένα χρόνο μετά, όταν μέσα σε κύμα αντιδράσεων στην Αθήνα, οι Παπανδρέου και Οζάλ συναντιούνται στο Νταβός όπου συμφωνούν στην προώθηση της συνεργασίας των δύο χωρών σε οικονομικά και πολιτιστικά θέματα, και στην καταγραφή από επιτροπή εργασίας των προβλημάτων που θα αποτελέσουν αντικείμενο του ελληνοτουρκικού διαλόγου.

Στη δεκαετία του ’90, με την κατάρρευση των πρώην σοσιαλιστικών χωρών τροποποιείται το σκηνικό και οι όροι για το Κυπριακό. Οι Αμερικάνοι θέλουν να κλείνουν ανοιχτά ζητήματα, και η αστική τάξη της Τουρκίας ανεβάζει τις απαιτήσεις και τον επεκτατισμό της. Η ανάπτυξη της κυπριακής οικονομίας φέρνει το εθνικό σε δεύτερη μοίρα. Η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση γίνεται στρατηγικός στόχος και θεωρείται πανάκεια για την επίλυση του Κυπριακού. Παράλληλα, η ολοένα και μεγαλύτερη υποχωρητικότητα, ο ραγιαδισμός και ο «ρεαλισμός» της κυβέρνησης Σημίτη (βλ. Ίμια) οδηγούν στο να μετατραπεί το Κυπριακό από πρόβλημα ξένης εισβολής και κατοχής μιας ανεξάρτητης χώρας σε «πολιτικό πρόβλημα» δύο κοινοτήτων.

2002: Ο γ.γ. του ΟΗΕ, Κ. Ανάν, παρουσιάζει ένα σχέδιο για το Κυπριακό, που περιγράφει ένα κράτος-έκτρωμα νομιμοποιώντας τα τετελεσμένα του Αττίλα, χωρίς καμία έννοια ανεξαρτησίας και κυριαρχίας, όπου οι όποιες αποφάσεις θα ελέγχονται και θα επικυρώνονται από ξένους εγκάθετους δικαστές, όπου η μειονότητα θα είναι ισότιμος εταίρος με την πλειονότητα και θα μπορεί να μπλοκάρει την οποιαδήποτε απόφαση. Ο επίσημος πολιτικός κόσμος σε Ελλάδα και Κύπρο έσπευσε να συστήσει «σύνεση, ψυχραιμία και υπευθυνότητα».

2004 – Απρίλης: Στο δημοψήφισμα που διεξάγεται, ελληνοκύπριοι απορρίπτουν το σχέδιο Ανάν με ποσοστό 70%. Ο κυπριακός αρνείται να γίνει η Κύπρος προτεκτοράτο και να νομιμοποιήσει τη διχοτόμηση. Αρνείται να ξεχάσει τις βαρβαρότητες του Αττίλα, τους πρόσφυγες, τους αγνοούμενους και τους νεκρούς του. Το καλοκαίρι του 2004 η Κυπριακή Δημοκρατία γίνεται πλήρως μέλος της Ε.Ε.

2008 – 2010: Συζητήσεις για μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης ανάμεσα στον τότε Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, Δημήτρη Χριστόφια, και στον ηγέτη των Τουρκοκυπρίων, Μεχμέτ Αλί Ταλάτ που δεν καταλήγουν κάπου πέρα από το άνοιγμα του οδοφράγματος της οδού Λήδρας.

2017: Οι διαπραγματεύσεις στο Μοντ Πελεράν και στο Κραν Μοντάνα καταλήγουν σε αδιέξοδο λόγω της αδιαλλαξίας της τουρκικής πλευράς και παρά την διαρκή υποχωρητικότητα του προέδρου Αναστασιάδη και της ελληνικής αντιπροσωπείας.

Καλοκαίρι 2019: Τούρκικες γεωτρήσεις μέσα στην κυπριακή ΑΟΖ. Η Τουρκία προσπαθεί να θέσει υπό την κατοχή της και τη θαλάσσια περιοχή της Κύπρου με την απειλή χρήσης πολεμικής βίας. Η Ελλάδα επιλέγει να μην αντιμετωπίσει με οποιονδήποτε αποτρεπτικό τρόπο τις τουρκικές προκλήσεις αφήνοντας την Κύπρο μόνη.

Σχόλια

Exit mobile version