Αρχική εκτός κατηγορίας Ξανά για τον λαϊκό παράγοντα

Ξανά για τον λαϊκό παράγοντα

Ένας συντελεστής σε μια ρευστή συγκυρία – Εκείνο που τους φοβίζει και που πρέπει σήμερα να προσεχθεί ιδιαίτερα

Γνωρίζουμε πως αυτό που συμβαίνει σε κοινωνικό επίπεδο, δεν αντανακλάται απευθείας στο πεδίο της πολιτικής εκπροσώπησης. Με μάλλον πολύπλοκο τρόπο και μέσα από δυσδιάκριτους διαύλους, φτάνουμε στην πολιτική εκπροσώπηση. Αυτή, μόνο σε έναν βαθμό αντανακλά τις διεργασίες που συμβαίνουν σε κοινωνικό επίπεδο. Ιδιαίτερα σε εποχές που υπάρχει διάσταση ανάμεσα, από τη μια στο αντιπροσωπευτικό σύστημα και τον λόγο των κομμάτων, και από την άλλη σε ευρύτατες κοινωνικές δυνάμεις. Ας σκύψουμε λίγο πιο προσεκτικά στην κατάσταση του κόσμου, της κοινωνίας, αν θέλουμε να την αντιμετωπίσουμε ως έναν παράγοντα με ρόλο στην κοινωνική και πολιτική ζωή του τόπου.

 

Ορισμένες κεντρικές διαπιστώσεις

Η λαϊκή διαθεσιμότητα ακολουθεί κατιούσα πορεία σε σχέση με το κοντινό παρελθόν. Αυτή έχει πολλές εκφράσεις που θα αναφερθούν στη συνέχεια.  Η ίδια η πολιτική διαδικασία έχει εισέλθει σε φάση έντονα παρακμιακή. Η αίσθηση της σαπίλας παράγει μεγάλη απώθηση σε ευρύτατα στρώματα. Μοιάζει με φάση χωρίς τέλος, συνεχιζόμενη και εξαπλωνόμενη ιδιαίτερα τώρα που θα εκτυλιχθεί όλη προεκλογική δραστηριότητα των κομμάτων.

Η λαϊκή συνειδητοποίηση, συνεχώς και υποχωρεί σε ικανότητα να αντιληφθεί τι μπορεί να γίνει για το πρόβλημα της χώρας. Αδυνατεί δε να συναισθανθεί πόσο σοβαρό ζήτημα είναι η διαλυτικότητα που επιβάλλεται και ο σημερινός της βαθμός. Η κατάσταση οδηγεί κάποιους να κάνουν λόγο για μεγάλη «κρίση αυτογνωσίας» του έθνους ή και «κρίση του ελληνισμού».

Τι είναι αυτό που συμβαίνει μπροστά στα μάτια μας; Συρρικνώνονται η διαθεσιμότητα, η δυνατότητα κατανόησης όσων συμβαίνουν, η δυνατότητα επικοινωνίας και διαλόγου. Παράλληλα, σημειώνεται μια κατάσταση αδυναμίας να αρθρωθεί μια μαζική πολιτική αντίστασης. Δυναμώνουν ο υποκειμενισμός και ο αποπροσανατολισμός.

Σε τέτοιες συνθήκες, η κοινωνία μοιάζει ακέφαλη και ασπόνδυλη. Σε επίπεδο συλλογικής πραγματικότητας, μοιάζει με εποχή που πολλά χάνονται. Πολλές κατακτήσεις σε ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο, μοιάζει να απαλείφονται.

Κι όμως, ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, τέτοια στοιχεία δεν χάνονται οριστικά. Δεν απαλείφονται, αλλά αναδιπλώνονται βαθύτερα. Γίνονται μαράζι, καημός και επικεντρώνονται σε πιο στοιχειώδη και θεμελιώδη ζητήματα, σε αυτά της ύπαρξης και του νοήματος.

Τίθεται το ερώτημα: Είναι αντιστρεπτή αυτή η πορεία;

Κοινό διαρκές μέλημα και των δύο πόλων, είναι η αποδιάρθρωση της κοινωνίας και η υπαγωγή της στον ετσιθελισμό των κομμάτων και του πολιτικού σκηνικού στο σύνολό του. Με το ζόρι δηλαδή να αλλαχτεί ο λαός, αφού τα πολιτικά κόμματα και η πολιτική δεν αλλάζουν. Πρέπει να εξοβελιστεί ο λαϊκός παράγοντας από το προσκήνιο, γιατί υπάρχει μια μεγάλη, σχεδόν δομική αφλογιστία και εν μέρει αχρηστία της πολιτικής τάξης

Κύριος στόχος, η διάλυση της αμφισβήτησης

Από το 2010, έχουμε μπει σε άλλη εποχή για τη χώρα. Πολλά έχουν αλλάξει, σε όλα τα επίπεδα. Ανατινάχθηκε ο δικομματισμός και η συναίνεση που υπήρχε τα προηγούμενα χρόνια. Αναδείχθηκε μια πλατιά λαϊκή αμφισβήτηση που αγκάλιασε ένα τεράστιο ποσοστό, περίπου το 90%, ανατινάζοντας την κοινωνική βάση του πολιτικού συστήματος. Σημειώθηκαν μεγάλες μετατοπίσεις και άλλαξε σε σημαντικό βαθμό το πολιτικό σκηνικό.

Παρά τον χειρισμό και τις κωλοτούμπες, παρά τη διάψευση των αυταπατών, παρά την απομάκρυνση από το πολιτικό σκηνικό ευρύτατων τμημάτων (π.χ. αποχή Σεπτεμβρίου 2015) και την πτωτική πορεία της λαϊκής διαθεσιμότητας, με αφορμή το εθνικό (Μακεδονικό, ελληνοτουρκικά, Βαλκάνια κ.λπ.), ξαναεμφανίστηκε –κάπως τροποποιημένη αλλά έντονη– η λαϊκή αμφισβήτηση. Μέσα από τα συλλαλητήρια, έδειξε ότι δεν έχει «αποδράσει» οριστικά, δεν έχει τελειώσει.

Τον τελευταίο χρόνο, εκτυλίχθηκαν πυκνά γεγονότα. Μια συστημική επίθεση σημειώθηκε απέναντι στον «εθνολαϊκισμό». Πρωτοστάτησε σε αυτήν ο ΣΥΡΙΖΑ και τα ΜΜΕ, αλλά συμμετείχαν ακόμα τόσο η Ν.Δ. όσο και το σύνολο σχεδόν της Αριστεράς. Διαμορφώθηκε μια κατάσταση, όπου το 70% του λαού τάχθηκε ενάντια στην Συμφωνία των Πρεσπών και ένα 30%, κοινωνικό και πολιτικό, διάκειται σχετικά θετικό. Το τελευταίο όμως ανασυντάσσεται και θα έχει πιο έντονη παρουσία. Σε πολιτικό επίπεδο, θα θελήσουν να το συγκροτήσουν πιο συνολικά ενάντια στη λαϊκή αμφισβήτηση.

Άρα, ένα πρώτο βασικό συμπέρασμα είναι ότι η ανάταξη είναι εφικτή γιατί πατά σε ένα μεγάλο λαϊκό τμήμα που έχει έμπρακτα εκφράσει την αμφισβήτησή του. Έχει κινηθεί και συνάμα είναι κουρασμένο και απογοητευμένο.

Το δεύτερο συμπέρασμα, είναι ότι οι όροι της ανάταξης δυσκολεύουν σε σχέση με 7-8 χρόνια πριν. Κυρίως γιατί βαραίνουν τα χτυπήματα κι οι ήττες που υπήρξαν. Τρία μνημόνια δημιούργησαν ένα ασφυκτικό πλαίσιο, ενώ οι διαρκείς διαψεύσεις έχουν απογοητεύσει, χωρίς δυστυχώς να έχουν βγει ουσιώδη συμπεράσματα. Η συγκυρία δείχνει ότι, με βάση τα εθνικά και γεωπολιτικά ζητήματα, κρίνονται σήμερα πολύ πιο βαθιά και σοβαρά ζητήματα. Η διέξοδος της χώρας, δεν θα έρθει με μαγικό τρόπο, ούτε με λύσεις ευκολίας.

 

Πρακτικές που φιλοτεχνούνται

Οι συστημικές δυνάμεις, διαβάζουν με τον τρόπο τους την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί και την ερμηνεύουν με το απλοϊκό «ό,τι μας παίρνει». Μας παίρνει, σκέφτονται, να ανασυντάξουμε το πολιτικό σκηνικό και να το επαναπροσδιορίσουμε με ιδιαίτερη θρασύτητα. Αυτή εντοπίζεται στους τρόπους και τις μεθόδους επιβολής, τραμπουκισμού, διαβολής, σήψης, εξαγοράς. Μικροπολιτική παρακμιακή θρασύτητα.

Σε αυτό το έδαφος, έχουμε την απόσυρση από το άμεσο πολιτικό σκηνικό του λαϊκού παράγοντα. Παράλληλα, στήνεται ένας νέος διπολισμός πάνω στη βάση δικών του αναγκών και χειρισμών. Με κοινό διαρκές μέλημα και των δύο πόλων, την αποδιάρθρωση της κοινωνίας και την υπαγωγή της στον ετσιθελισμό των κομμάτων και του πολιτικού σκηνικού στο σύνολό του. Με το ζόρι δηλαδή να αλλαχτεί ο λαός, αφού τα πολιτικά κόμματα και η πολιτική δεν αλλάζουν. Πρέπει να εξοβελιστεί ο λαϊκός παράγοντας από το προσκήνιο, γιατί υπάρχει μια μεγάλη, σχεδόν δομική αφλογιστία και εν μέρει αχρηστία της πολιτικής τάξης. Αυτό ισχύει και για τις τρεις κύριες εκδοχές της: την πιο βαθιά καθεστωτική, τη δικομματική-διπολική, και βεβαίως την αριστερή. Κεντρικό για όλους αυτούς είναι επομένως να μειωθεί η αμφισβήτηση και οι εκδηλώσεις της.

Οι μηχανισμοί που έχουν επιστρατευτεί, είναι κυρίως τριών κατηγοριών.

α) Ουδετεροποίηση της άμεσης πρακτικής μορφής της αμφισβήτησης, του «Κανένα». Να οδηγηθεί αυτός σε πλήρη παραίτηση, μακριά από πολιτικές στοχεύσεις. Να πάρει διαζύγιο από την πολιτική. Από παράγοντας απορριπτικός, να μετατραπεί σε «αδιάφορο». Αυτό λογαριάζεται να καταστεί ένα λούκι απορρόφησης της αμφισβήτησης.

β) Εκτροπή της διαθεσιμότητας σε σχετικά ανώδυνα κανάλια. Κυρίως προς κοινωνικές, «εναλλακτικοπολιτικές» στοχεύσεις, εύκολα ενσωματώσιμες. Έτσι ώστε η συνδρομή, η συμμετοχή και η διάθεση να διοχετεύονται προς «ΜΚΟποιημένες» μορφές μακριά από το πολιτικό σκηνικό, προς μορφές ανώδυνες από πολιτική άποψη. Αυτές οι δραστηριότητες, μπορεί να έχουν περιεχόμενα με ανύπαρκτη έως και μεγάλη σημασία, αλλά σήμερα βοηθούν στον ιδεολογικό και κοινωνικό αφοπλισμό.

γ) Διαρκείς προσπάθειες αυτοκαλλωπισμού, μεταστεγάσεων, υποσχέσεων ότι κάτι θα γίνει, αυτοανανέωσης ή επιβίωσης με όποιον τρόπο. Κεντροαριστερά, κεντροδεξιά, νέα κόμματα, Αριστερά, «να η ευκαιρία», «όλα κρίνονται στις επόμενες εκλογές» κ.λπ. Μορφές της «μικροπολιτικής στο τιμόνι».

 

Ένα ανοικτό στοίχημα

Διαβάζοντας καλά αυτό που οι συστημικές δυνάμεις φοβούνται, κι αυτό που στοχεύουν να κτυπήσουν με κάθε τρόπο, καταλαβαίνουμε ότι δεν αισθάνονται τόση άνεση όση δείχνουν. Το θράσος τους στηρίζεται μόνο σε μηχανισμούς και δεν έχουν στήριξη ή λαϊκό ρεύμα, απλώς καλύπτει την αφλογιστία τους.

Η ανάταξη του λαϊκού παράγοντα, μια σύνθετη και δύσκολη διαδικασία, θα προχωρήσει: α) αν εξαχθούν ορισμένα στέρεα συμπεράσματα για την πρόσφατη πείρα (τι έγινε και γιατί, τι εξαγγέλθηκε ως λύση και γιατί δεν προχώρησε), β) αν προβληθούν ορισμένα στοιχεία μιας πολιτικής διεξόδου της χώρας και των προϋποθέσεων που αυτή περιλαμβάνει, γ) αν γίνουν ενδιαφέροντα εγχειρήματα και βήματα που να διαθέτουν το στοιχείο της υπέρβασης των μονομερειών, αν ανιχνευτούν γόνιμοι δρόμοι, δ) αν διαβάζεται με στοιχειωδώς ικανοποιητικό τρόπο η συγκυρία και οι ανάγκες της, αν προάγονται στοιχεία μιας πιο οργανικής συνεννόησης και διαλόγου και ε) αν αξιοποιηθούν τολμηρά όλα τα στοιχεία του λαϊκού ριζοσπαστισμού που υπάρχουν.

Για να κερδηθεί το ανοικτό στοίχημα!

Σχόλια

Exit mobile version