Αρχική διεθνή Κίνα και χρηματοπιστωτική παγκοσμιοποίηση

Κίνα και χρηματοπιστωτική παγκοσμιοποίηση

Ενδεχόμενη ενσωμάτωση του Πεκίνου στο παγκόσμιο νομισματικό και χρηματοοικονομικό σύστημα θα έχει αρνητικές επιπτώσεις

Ο Σαμίρ Αμίν, ένας από τους διεθνώς κορυφαίους ριζοσπάστες στοχαστές, γεννήθηκε στην Αίγυπτο και σήμερα ζει μεταξύ Γαλλίας και Σενεγάλης – όπου διευθύνει το Φόρουμ του Τρίτου Κόσμου στο Ντακάρ. Η παρούσα ανάλυσή του έρχεται σε μια στιγμή που η κινεζική ηγεσία διακηρύσσει σε όλους τους τόνους ότι θα υλοποιήσει «με τόλμη» τις αποφάσεις του τελευταίου συνεδρίου του Κινεζικού Κ.Κ. για περαιτέρω άνοιγμα της κινεζικής οικονομίας, περιλαμβανομένου και του χρηματοπιστωτικού τομέα, όπως υπονοείται και από πρόσφατες δηλώσεις του Κινέζου προέδρου Σι Τζινπίνγκ.
Η ανάλυση του Σαμίρ Αμίν αποκτά λοιπόν ιδιαίτερη σημασία, πόσο μάλλον που αναφέρεται στον προσανατολισμό μιας παγκόσμιας πλέον δύναμης η οποία θεωρείται απειλή για την ήδη φθίνουσα παντοκρατορία των ΗΠΑ. Είναι χαρακτηριστικό ότι, στο συμπέρασμά του, ο συγγραφέας απευθύνεται ευθέως στην κινεζική ηγεσία, καλώντας την να μην προσφέρει στον εχθρό της ένα από τα σημαντικότερα όπλα της: την παραμονή της Κίνας έξω από τη χρηματιστική παγκοσμιοποίηση.
Η ανάλυση γράφτηκε τον Μάιο και δημοσιεύθηκε στις 11 Ιουνίου 2018 στο μπλογκ του (samiramin1931.blogspot.com). Συνοδεύεται από μια παλιότερη συνέντευξή του, που παρατίθεται ως παράρτημα στην αρχική δημοσίευση, σχετικά με τον πόλεμο των συναλλαγματικών ισοτιμιών.
Δημοσιεύουμε το κείμενο της ανάλυσης σε ελαφρά συντετμημένη μορφή και με ορισμένους πρόσθετους μεσότιτλους.

Ι. Οι χρηματοοικονομικές πλευρές της παγκοσμιοποίησης

Η παγκοσμιοποίηση περιλαμβάνει τρεις πλευρές: (i) την απελευθέρωση του παγκόσμιου εμπορίου, (ii) την απελευθέρωση των διεθνών πραγματικών (άμεσων) επενδύσεων κεφαλαίου [1], και (iii) την απελευθέρωση των συναλλαγών στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές (μεταφορές χρηματικού κεφαλαίου, συμπεριλαμβανομένων των πράξεων ανταλλαγής συναλλάγματος). Όλα αυτά, κάνοντας τις εξής επιπλέον υποθέσεις: ότι αυτές οι αγορές είναι πραγματικά ανοικτές, ότι οι συναλλαγές είναι «διαφανείς» και ότι, συνεπώς, ο ανταγωνισμός υφίσταται στην πραγματικότητα. Αυτές οι υποθέσεις ως σύνολο αποκρύπτουν μερικές κρίσιμες πραγματικότητες, όπως θα δείξουμε παρακάτω.

Οι συμβατικοί οικονομολόγοι παραβλέπουν τις στενές σχέσεις που συνδέουν τα κίνητρα των χρηματοοικονομικών συναλλαγών με τις γεωστρατηγκές επιδιώξεις των ΗΠΑ και των συμμάχων που βρίσκονται κάτω από την επικυριαρχία τους (Ευρώπη και Ιαπωνία)

  1. Οι μεταρρυθμίσεις που έγιναν στην Κίνα μετά το 1978 ξεκίνησαν με το άνοιγμα του εσωτερικού συστήματος παραγωγής στους κανόνες των μηχανισμών της αγοράς, ταυτόχρονα με το άνοιγμά του στο διεθνές εμπόριο. Όμοια, ακολούθησε η απελευθέρωση των επενδύσεων κεφαλαίου στο πλαίσιο του κόσμου της παγκοσμιοποίησης: ξένες επενδύσεις προσελκύστηκαν να εγκατασταθούν στην Κίνα, και αργότερα κινεζικές επενδύσεις να πραγματοποιηθούν έξω από την Κίνα. Αλλά, μέχρι τώρα, η Κίνα δεν έχει ενσωματωθεί στο παγκόσμιο νομισματικό και χρηματοοικονομικό σύστημα: οι τράπεζες που λειτουργούν στην Κίνα είναι αποκλειστικά οι κρατικές κινεζικές τράπεζες, και η συναλλαγματική ισοτιμία του γιουάν αποφασίζεται από την Κεντρική Τράπεζα, δηλαδή από την κυβέρνηση. Αυτό το σύστημα υπήρξε επιτυχημένο, με την έννοια ότι έδωσε ώθηση στην άνοδο του ΑΕΠ, και έτσι άνοιξε μια προοπτική «κλεισίματος της ψαλίδας με τις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες», οδηγώντας στο να γίνει η Κίνα η υπ’ αριθμόν ένα οικονομική δύναμη στον κόσμο.
  2. Τώρα εξετάζεται ένα επόμενο βήμα επιπλέον μεταρρυθμίσεων, αυτό που στη γλώσσα των οικονομολόγων λέγεται «το άνοιγμα του συστήματος ελέγχου του ισοζυγίου κεφαλαιακών ροών» [2] και σημαίνει: (i) να επιτραπεί στις ξένες τράπεζες να λειτουργούν στην Κίνα, και να ανταγωνίζονται τις κινεζικές δημόσιες και ιδιωτικές τράπεζες, (ii) να καταργηθεί η σταθερή, ελεγχόμενη συναλλαγματική ισοτιμία του γιουάν και να επιτραπεί στην ελεύθερη διεθνή αγορά να λειτουργεί οδηγώντας σε μια ευέλικτα κυμαινόμενη ισοτιμία.
  3. Την ίδια στιγμή, η Κίνα ασκεί κριτική στο παρόν σύστημα της παγκοσμιοποίησης το οποίο, εξετάζοντάς το από όλες του τις πλευρές, θεωρεί ότι είναι υποταγμένο στην «ηγεμονία» των κυρίαρχων δυνάμεων, και ειδικότερα των ΗΠΑ. Αυτή η άποψη σημαίνει, εκτός των άλλων, ότι οι οικονομικές όψεις της παγκοσμιοποίησης συνδέονται με τις πολιτικές και γεωστρατηγικές δυνάμεις που ενεργούν στον πραγματικό κόσμο. Η σύνδεση αυτή όντως αναγνωρίζει μια σημαντική πραγματικότητα, που συχνά παραβλέπουν οι επαγγελματίες οικονομολόγοι. Η Κίνα αγωνίζεται για «ένα άλλο –μη ηγεμονικό– σχέδιο παγκοσμιοποίησης».
  4. Συνεπώς, η πρόταση για ένταξη στο παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα θα έπρεπε να εξεταστεί προσεκτικά, και είναι ανάγκη να δοθούν απαντήσεις στα εξής ερωτήματα: (i) Μια τέτοια κίνηση θα ενίσχυε την ανάπτυξη στην Κίνα, ή μήπως θα αποτελούσε εμπόδιο στο να παραμείνει αυτή σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης; (ii) Μια κυμαινόμενη ισοτιμία του γιουάν θα παρείχε στην Κίνα μεγαλύτερες δυνατότητες να γίνει ένας πραγματικά μεγάλος παγκόσμιος οικονομικός παίκτης, ικανός να ανταγωνιστεί με επιτυχία τις άλλες μείζονες οικονομικές δυνάμεις, και ειδικότερα τις ΗΠΑ και το αμερικάνικο δολάριο;

ΙΙ. Εθνικός έλεγχος του ισοζυγίου κεφαλαιακών ροών: ένα αποτελεσματικό όπλο στα χέρια των Κινέζων 

  1. Ποιος ελέγχει την παγκόσμια αγορά χρήματος και χρηματοπιστωτικών μέσων;

Ο Ντενγκ Σιαοπίνγκ έλεγε ότι θα έπρεπε κανείς πάντα να ξεκινά από την εξέταση των πραγματικών δεδομένων. Είναι αυτό ακριβώς που δεν κάνουν οι συμβατικοί επαγγελματίες «οικονομολόγοι», όλοι τους, συμπεριλαμβανομένων και των Κινέζων «ειδικών» που έχουν εκπαιδευθεί στις ΗΠΑ και υποστεί τη σχετική πλύση εγκεφάλου.

α) Οι συμβατικοί οικονομολόγοι αναπτύσσουν «θεωρίες» σχετικά με αυτό που ονομάζουν «ελεύθερο και διαφανή ανταγωνισμό» βασιζόμενοι σε έναν τελείως φανταστικό κόσμο. Στην πραγματικότητα, ο σύγχρονος καπιταλισμός κυβερνιέται από μια χούφτα γιγάντιων ολιγοπωλίων (χρηματοπιστωτικών μονοπωλίων) που ελέγχουν την παραγωγή των αγαθών και των κυριότερων υπηρεσιών, των τραπεζών, των ασφαλιστικών εταιρειών κ.λπ. και έχουν υπαγάγει εκείνους τους παίκτες που φαίνονται ανεξάρτητοι (τους επιχειρηματίες αγρότες και τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις) στην κατάσταση του υπεργολάβου, αντλώντας έτσι το πλεόνασμα (την υπεραξία) που παράγεται από αυτούς, προς όφελος των αυξανόμενων μονοπωλιακών προσόδων.

β) Σε ό,τι αφορά την παγκόσμια αγορά χρήματος και κεφαλαίου, μια εικοσάδα τραπεζών-γιγάντων (που όλες τους έχουν τη βάση τους στις ΗΠΑ ή στις μείζονες χώρες της «Τριάδας» που συνδέει τις ΗΠΑ, την Ευρώπη και την Ιαπωνία) ελέγχουν πάνω από το 98% του γιγαντιαίου όγκου των συναλλαγών που γίνονται σε αυτή την αγορά. Αυτή η κατάσταση δεν αποτελεί βέβαια μια ανοικτή αγορά, που επιτρέπει τον ελεύθερο και διαφανή ανταγωνισμό.

γ) Συγχρόνως, οι συμβατικοί οικονομολόγοι παραβλέπουν τις στενές σχέσεις που συνδέουν τα κίνητρα των χρηματοοικονομικών συναλλαγών με τις γεωστρατηγκές επιδιώξεις των ΗΠΑ και των συμμάχων που βρίσκονται κάτω από την επικυριαρχία τους (Ευρώπη και Ιαπωνία). Αυτές οι συνδέσεις αντανακλούν την παγκόσμια πολιτική στρατηγική αυτού του «συλλογικού ιμπεριαλισμού της Τριάδας», του οποίου σκοπός είναι να διατηρήσει τον αποκλειστικό έλεγχο όλου του πλανήτη χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα – «οικονομικά», και ειδικότερα χρηματοοικονομικά, αλλά και πολιτικά και στρατιωτικά.  

Ο τύπος της ενσωμάτωσης της Κίνας στην παγκοσμιοποίηση της έχει επιτρέψει να διατυπώσει όρους για τις ξένες επενδύσεις, οι οποίοι δεν θα ήταν πλέον ανεκτοί εφόσον η Κίνα ενσωματωθεί στο παγκόσμιο σύστημα της χρηματοπιστωτικής αγοράς

  1. Αποφασιστικής σημασίας ο έλεγχος του ισοζυγίου κεφαλαιακών ροών

α) Οι κινεζικές εθνικές τράπεζες έχουν χρηματοδοτήσει με επιτυχία την ανάδυση εκατοντάδων χιλιάδων μικρών ανταγωνιστικών επιχειρήσεων, ιδιωτικών και δημόσιων. Οι ξένες γιγαντιαίες τράπεζες που έχουν εγκατασταθεί σε άλλα μέρη του Νότου δεν έχουν κάνει ποτέ τέτοιες επιλογές. Αντίθετα, έχουν περιορίσει τη στήριξή τους στις πολυεθνικές, και κατ’ αυτόν τον τρόπο έχουν τελικά βοηθήσει στη δημιουργία δικτύων από εξαρτημένες τοπικές μικρές και μεσαίες υπεργολαβικές επιχειρήσεις, αντλώντας έτσι το παραγόμενο πλεόνασμα (την υπεραξία) προς όφελος των μονοπωλιακών προσόδων. Οι μεταρρυθμίσεις της Κίνας, χάρη στον έλεγχο επί του ισοζυγίου των κεφαλαιακών ροών, μπόρεσαν να εξασφαλίσουν ότι αυτή η υπεραξία θα παραμένει στην Κίνα και θα χρηματοδοτεί μια συνεχή ανάπτυξη.

β) Ο τύπος της ενσωμάτωσης της Κίνας στην παγκοσμιοποίηση της έχει επιτρέψει να διατυπώσει όρους για τις ξένες επενδύσεις σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή του κινεζικού ιδιωτικού και δημόσιου κεφαλαίου στα δικαιώματα ιδιοκτησίας, τη μεταφορά τεχνολογίας, τη μεταφορά των κερδών κ.λπ. Τέτοιοι όροι δεν θα ήταν πλέον ανεκτοί εφόσον η Κίνα ενσωματωθεί στο παγκόσμιο σύστημα της χρηματοπιστωτικής αγοράς.

γ) Έχει άραγε «σταθεροποιήσει» την οικονομική ανάπτυξη, το σύστημα των «συναλλαγματικών ισοτιμιών σε ελεύθερη διακύμανση»; Το σύστημα που αντικατέστησε, με μονομερή απόφαση των ΗΠΑ το 1973, τις σχετικά σταθερές ισοτιμίες Μπρέτον Γουντς δεν παρήγαγε σταθερότητα, ακόμα και με σχετικούς όρους, σε ό,τι αφορά τις ισοτιμίες των κύριων νομισμάτων (δολάριο, γιεν, στερλίνα, μάρκο, ευρώ). Αντίθετα, έχουμε παρατηρήσει ευρείες διακυμάνσεις, που δεν αντανακλούν αλλαγές στα επίπεδα ανταγωνιστικότητας των αντίστοιχων χωρών, τα οποία μεταβάλλονται με βραδείς ρυθμούς. Αντίθετα, είναι αποτέλεσμα κερδοσκοπικών χρηματοπιστωτικών επενδύσεων που έχουν καταστεί «αναγκαίες» λόγω της συνεχούς αύξησης του πλεονάσματος των κερδών, το οποίο δεν μπορεί να επανεπενδυθεί στην επέκταση του παραγωγικού συστήματος. Επιπλέον,  το νέο σύστημα έχει οδηγήσει σε συνεχείς υποτιμήσεις των νομισμάτων σχεδόν όλων των χωρών του Νότου έναντι των κυρίαρχων νομισμάτων. Τέτοιες εξελίξεις έχουν επανειλημμένα εντοπιστεί από το χρηματιστικό μονοπωλιακό κεφάλαιο ως το μέσο προκειμένου να «αγοράσει» πραγματικά περιουσιακά στοιχεία του Νότου σε πολύ φθηνές τιμές (εργοστάσια, ορυχεία, δάση, γη, τράπεζες, ασφάλειες κ.λπ.). Και ακριβώς γι’ αυτό το λόγο το σύστημα αυτό δεν έχει προωθήσει την ανάπτυξη, αλλά έχει ενισχύσει την καταλήστευση.

  1. Κίνα-Ινδία: Μια καταλυτική σύγκριση

Ας συγκρίνουμε, σε σχέση με το παραπάνω, τα αποτελέσματα της Κίνας και της Ινδίας (η οποία μετακινήθηκε από ένα σύστημα περιορισμένου ελέγχου στο ισοζύγιο των κεφαλαιακών της ροών σε ένα πλήρες άνοιγμά του, με εγκατάλειψη των όποιων ελέγχων).

Το ΑΕΠ της Κίνας για το 2015 ήταν το 18% του παγκόσμιου ΑΕΠ με όρους αντίστοιχης αγοραστικής δύναμης, και το 16% (μια μικρή διαφορά) σε δολάρια σε τρέχουσες τιμές. Το ΑΕΠ της Ινδίας με όρους αγοραστικής δύναμης ήταν το 8% του παγκόσμιου ΑΕΠ, ενώ σε δολάρια λιγότερο από το 2%. Η διαφορά είναι τεράστια: αντανακλά την επιτυχημένη στρατηγική των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων για τον εκμηδενισμό της ανταγωνιστικότητας εκατομμυρίων Ινδών παραγωγών και τον υποβιβασμό τους στην κατάσταση του υπεργολάβου, του οποίου το παραγόμενο πλεόνασμα αντλείται προς όφελος του δυτικού μονοπωλιακού κεφαλαίου.

Με την ενδεχόμενη μετακίνησή της προς ένα σύστημα ευπροσάρμοστων ισοτιμιών καθοριζόμενων από την «αγορά», η Κίνα θα έφθανε σε αντίστοιχα αποτελέσματα: στην καταστροφή εκατομμυρίων ανταγωνιστικών Κινέζων παραγωγών και, έτσι, στο τέλος του ονείρου να γεφυρώσει το χάσμα με τον ανεπτυγμένο κόσμο. Αυτός ακριβώς είναι ο στόχος του δυτικού μονοπωλιακού χρηματιστικού κεφαλαίου. Ο ισχυρισμός ότι οι «έξυπνες» πολιτικές των Κινέζων για τον χειρισμό αυτής της παγκόσμιας ενοποιημένης αγοράς θα μπορούσαν να αποφύγουν τέτοια αποτελέσματα, δεν ευσταθεί: Είναι μήπως ανόητοι οι Ινδοί;

Τότε λοιπόν γιατί οι Ινδοί ηγέτες αποδέχθηκαν μια τέτοια συμφωνία; Απλά επειδή μια χούφτα δεύτερης κατηγορίας συνεταίροι του ξένου χρηματιστικού κεφαλαίου έχουν συγκεντρώσει τεράστιες περιουσίες από αυτή τους την ένοχη σύμπραξη. Μια τέτοια πρακτική έχει ένα πολύ γνωστό όνομα στον κινέζικο Μαρξισμό: μια κομπραδόρικη (μεταπρατική) τάξη, όμοια με αυτή που συνδέθηκε με το βρετανικό χρηματιστικό κεφάλαιο όταν αυτό δημιούργησε την περιβόητη HSBC (την Τράπεζα που ιδρύθηκε για την χρηματοδότηση των Πολέμων του Οπίου!).

  1. Προτεραιότητα στην εσωτερική αγορά

α) Υπάρχει ο ισχυρισμός ότι οι ευέλικτες ισοτιμίες μειώνουν το συναλλακτικό κόστος και έτσι ευνοούν την αύξηση των εξαγωγών. Αυτό είναι πλάνη: ο όγκος των εξαγωγών είναι το αποτέλεσμα άλλων, σημαντικότερων παραγόντων (της φύσης και του όγκου των διαφόρων παραγωγικών διαδικασιών). Επιπλέον, γιατί θα έπρεπε να επιδιώκει η Κίνα διαρκώς τον στόχο της διεύρυνσης των εξαγωγών με ρυθμό μεγαλύτερο από τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ της; Αυτή η επιλογή είναι άτοπη: Η Κίνα θα έπρεπε μάλλον να μετατοπιστεί στο να δώσει μεγαλύτερη προτεραιότητα στην εσωτερική της αγορά, μειώνοντας έτσι την τρωτότητά της, επιτυγχάνοντας καλύτερο κοινωνικό κράτος, και διορθώνοντας τις περιφερειακές της ανισορροπίες. Αλλά μήπως η υιοθέτηση ευέλικτων ισοτιμιών αυξάνει το εύρος των επιλογών για τις εσωτερικές οικονομικές πολιτικές; Όχι, αφού οι εθνικές πολιτικές είναι υποχρεωμένες να συμμορφώνονται αποκλειστικά με τις επιλογές που επιτρέπουν οι κύριες δυνάμεις. Η ευρωπαϊκή περίπτωση παρέχει ένα καλό παράδειγμα τέτοιων περιορισμών.

β) Αναφορικά με την αυξανόμενη κινεζική εξαγωγή κεφαλαίου προκειμένου να αντικαταστήσει την αποκλειστική τοποθέτηση του πλεονάσματος της Κίνας σε κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ, η τρωτότητα από την αγορά πραγματικών περιουσιακών στοιχείων εκτός Κίνας (εταιριών, ορυχείων, καλλιεργήσιμης γης) δεν μπορεί να αποφευχθεί για όσο διάστημα η Κίνα δεν θα μπορεί να προστατεύσει τις ιδιοκτησίες της από απειλές προερχόμενες από τις στρατιωτικές επεμβάσεις των ΗΠΑ. Η προσχώρηση στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα δεν μειώνει αυτή την τρωτότητα.

γ) Χάρη στον έλεγχο του ισοζυγίου των κεφαλαιακών της ροών, η Κίνα δεν έχει υποφέρει από την οικονομική κρίση του 2007/2008, ενώ άλλες χώρες της Ασίας ρημάχτηκαν. Το ξένο χρηματιστικό κεφάλαιο μπόρεσε να μεταφέρει το κόστος της κρίσης σε αυτές τις χώρες, με τα νομίσματά τους να υποτιμώνται, δίνοντας π.χ. τη δυνατότητα στις ξένες τράπεζες στην Ινδονησία να «αγοράσουν» σε πολύ φτηνές τιμές δασικές εκτάσεις, ορυχεία κ.λπ. Άλλες οικονομικές κρίσεις αυτού του τύπου, που προκαλούνται από την έκρηξη διαφόρων φουσκών, αναμένονται στο εγγύς μέλλον. Εάν στο μεταξύ η Κίνα έχει προχωρήσει στο προτεινόμενο άνοιγμα, θα υποστεί τεράστιες καταστροφές και καταλήστευση του πλούτου της.

Τετράδα αντί Τριάδας;

Μπορεί η Κίνα να γίνει δεκτή ως μέλος ενός νέου διευρυμένου ιμπεριαλιστικού συνεταιρισμού που θα περιλαμβάνει τέσσερις εταίρους στη θέση των τριών της Τριάδας;

α) Είμαι πεισμένος ότι η Τριάδα κάτω από την ηγεσία των ΗΠΑ δεν έχει την πρόθεση να προσλάβει νέα μέλη, αλλά ότι έχει αφιερώσει τις προσπάθειές της στη διατήρηση του αποκλειστικού ελέγχου του πλανήτη. Θα ήταν πολύ αφελές να πιστέψει κάποιος ότι θα αποδεχθούν το εγχείρημα της Κίνας να κλείσει το χάσμα της με τις ανεπυγμένες χώρες. Η Ρωσία παρέχει ένα παράδειγμα για την άρνηση εισδοχής οποιουδήποτε άλλου σε αυτήν την κλειστή λέσχη, παρά την πλήρη παλινόρθωση του καπιταλισμού.

β) Η στρατιωτική απειλή ενάντια στην Κίνα είναι ήδη ορατή. Η Βόρεια Κορέα και το Ιράν έχουν επιλεγεί σαν στόχοι για επόμενες στρατιωτικές επεμβάσεις των ΗΠΑ, της Ευρώπης, του Ισραήλ και της Ιαπωνίας. Ο Δαλάι Λάμα και οι Ουϊγούροι ισλαμιστές φονταμενταλιστές υποστηρίζονται προκειμένου να ξεκινήσουν απο την πλευρά τους την αποδόμηση της Κίνας.

γ) Και τι γίνεται με τις οικονομικές κυρώσεις εν τω μεταξύ; Οι ΗΠΑ έχουν αποδώσει στον εαυτό τους ένα εξαιρετικό προνόμιο: να αρνούνται τη νομιμότητα του διεθνούς δικαίου και να το υποτάσσουν στην προτεραιότητα του νόμου των ΗΠΑ. Γι’ αυτόν τον λόγο όταν αποφασίζουν κυρώσεις ενάντια σε μια χώρα (στο Ιράν σ’ αυτή την περίπτωση) ταυτόχρονα εξαναγκάζουν τον υπόλοιπο κόσμο να εφαρμόζει αυτές τις κυρώσεις – σε διαφορετική περίπτωση επεκτείνουν την τιμωρία στους εταίρους τους (συμπεριλαμβανομένης και της Ευρώπης).

Όμως, εάν η Κίνα διατηρηθεί σε απόσταση απο τη χρηματιστική παγκοσμιοποίηση, οι κυρώσεις εναντίον της θα παραμείνουν περιορισμένης αποτελεσματικότητας. Αυτό το τεράστιο πλεονέκτημα θα εκμηδενιζόταν στην περίπτωση που ξένες τράπεζες θα γίνονταν δεκτές στην Κίνα.

Συμπέρασμα

Δεν υπάρχει ανάγκη για την επίσπευση μιας προσχώρησης της Κίνας στο παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα, το οποίο είναι η μόνη εγγύηση για την Ουάσιγκτον προκειμένου να διατηρήσει τα εξαιρετικά προνόμια του δολαρίου. Επιπλέον, το σχήμα αυτής της παγκοσμιοποίησης βρίσκεται ήδη συνολικά σε βαθιά κρίση, η οποία προσφέρει ευκαιρίες για αυτούς που βρίσκονται απ’ έξω. Παραμένοντας απ’ έξω, ανοίγει χώρος για την πιθανή οικοδόμηση εναλλακτικών ανεξάρτητων περιφερειακών συστημάτων στην προοπτική δημιουργίας καλύτερων όρων για την προώθηση μιας εναλλακτικής μη ηγεμονικής παγκοσμιοποίησης. Συγχρόνως, ο παγκόσμιος καπιταλισμός είναι μακροπρόθεσμα ασύμβατος με την ύπαρξη μη καπιταλιστικών οντοτήτων, ή ακόμα και απλώς σχετικά ανεξάρτητων κρατών.

Η παραμονή έξω από τη χρηματιστική παγκοσμιοποίηση είναι ένα σημαντικό όπλο στα χέρια σας. Μην το προσφέρετε στον εχθρό σας!

 

[1] Σημείωση του μεταφραστή: Πραγματικές (άμεσες) επενδύσεις κεφαλαίου είναι οι τοποθετήσεις για την απόκτηση πραγματικών περιουσιακών στοιχείων (εργοστασίων, γης, ακινήτων κ.λπ.), σε αντιδιαστολή προς τις επενδύσεις χρηματοοικονομικού χαρακτήρα (μετοχές και άλλα χρηματοοικονομικά μέσα).

[2] Σημείωση του μεταφραστή: Ο όρος «ισοζύγιο κεφαλαιακών ροών» αποδίδει τη χρήση του όρου «capital account» στο πρωτότυπο, που ορίζεται ως το μέρος του ισοζυγίου πληρωμών μιας χώρας που αφορά τις κινήσεις (ροές) κεφαλαίου προς και από αυτή τη χώρα.

Μετάφραση: Κώστας Δημητριάδης

Σχόλια

Exit mobile version