Της Γιάννας Γιαννουλοπούλου*

 

Και τα δύο ονόματα του τίτλου (ως ουσιαστικά ή ως επίθετα) θα μπορούσαν να μπουν σε εισαγωγικά, αλλά ποια σημασία έχουν πια τα σημεία στίξης; Άλλωστε, αν χρειάζεται κανείς να διαφοροποιείται μέσω των εισαγωγικών διαρκώς, υπονοώντας ότι η κυβερνητική πολιτική δεν είναι πραγματικά αριστερή ή πραγματικά νεοφιλελεύθερη, θυμίζει εκείνον που υποχρεώνεται δια μακρών να εξηγεί τα ανέκδοτά του ή τα αισθήματά του. Χωρίς εισαγωγικά, επομένως, οι χαρακτηρισμοί του τίτλου στον συνδυασμό τους ταιριάζουν απολύτως στο νομοσχέδιο που σεμνά επιγράφεται «Ρυθμίσεις για την ανώτατη εκπαίδευση, την έρευνα και άλλες διατάξεις» και το οποίο κατέθεσε «αρχομένου του θέρους» το Υπουργείο Παιδείας, τηρώντας τις παραδόσεις της πολιτικής ζωής που θέλουν τους υπουργούς Παιδείας να νομοθετούν για την ανώτατη εκπαίδευση πάντα το καλοκαίρι!

Κι εμείς, βεβαίως, που θέλουμε να ανήκουμε στο κίνημα υπεράσπισης του δημοσίου πανεπιστημίου, οφείλουμε μια απάντηση στο γιατί, ενώ το καλοκαίρι του 2011 που κατατέθηκε ο νόμος Διαμαντοπούλου βρεθήκαμε, Αύγουστο μήνα, σε μαζικές διαδηλώσεις στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου και σε συζητήσεις με νέους και φοιτητές στο Σύνταγμα, σήμερα εκδίδουμε κάποιες ανακοινώσεις ως αριστεροί πανεπιστημιακοί, ενώ οι φοιτητές σιωπούν και ενώ ταυτόχρονα το συντηρητικό μπλοκ των πανεπιστημιακών ωρύεται για την επιστροφή της δεκαετίας του 80 και της κομματοκρατίας στα πανεπιστήμια. Την απάντηση αυτή δεν την οφείλουμε κυρίως στους εαυτούς μας –κάποτε θα πρέπει να ξεφύγουμε από την αυτοαναφορικότητα– ούτε καν στους φοιτητές μας, την οφείλουμε κυρίως στην ελληνική κοινωνία που στήριξε πολλά όνειρα και ελπίδες (τα όνειρα της κοινωνικής κινητικότητας και της μόρφωσης και τις ελπίδες ότι οι φοιτητές θα διατηρούσαν κάτι από την αίγλη της εξέγερσης του Πολυτεχνείου) στο ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο. Γιατί το εν λόγω νομοσχέδιο με αυτό θέλει να τελειώνει: με το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο. Και το κάνει με τον γνωστό μισοκακόμοιρο –και άκρως ύπουλο και επικίνδυνο– τρόπο που πολιτεύεται αυτή η κυβέρνηση: «βρήκαμε τα δίδακτρα και προσπαθούμε να τα ρυθμίσουμε», «καταργήσαμε τα Συμβούλια Ιδρύματος και φτιάχνουμε τα Ακαδημαϊκά Συμβούλια Ανώτατης Εκπαίδευσης και Έρευνας», «επαναφέρουμε τη φοιτητική συμμετοχή μέχρι ενός ανεκτού σημείου», «επαναφέρουμε το άσυλο ως ακαδημαϊκό» (όπως, δηλαδή, προέβλεπε και ο νόμος Γιαννάκου).

Τα βασικά χαρακτηριστικά του νομοσχεδίου είναι:

α) Η ανάδειξη των Ειδικών Λογαριασμών Κονδυλίων Έρευνας (ΕΛΚΕ) σε κεντρικό χρηματοδότη των πανεπιστημίων, μιας και η χρηματοδότηση από τον τακτικό προϋπολογισμό βαίνει μειούμενη. Με τον τρόπο αυτό οι ΕΛΚΕ λειτουργούν αυτόνομα με δικό τους ΑΦΜ και διοίκηση, η χρηματοδότηση των πανεπιστημίων αφενός ιδιωτικοποιείται και αφετέρου γραφειοκρατικοποιείται τόσο, που τελικά το παραμικρό έξοδο είναι αμφίβολο αν θα μπορεί να δικαιολογηθεί.

β) Η για πρώτη φορά κεντρική νομιμοποίηση των διδάκτρων στα μεταπτυχιακά με προβλέψεις απαλλαγής από αυτά για τους οικονομικά ασθενείς. Δίδακτρα, επίσης προβλέπονται στα διετή προγράμματα κατάρτισης για αποφοίτους ΕΠΑΛ που θα προσφέρουν τα πανεπιστήμια.

γ) Η δυνατότητα στους διδάσκοντες να λαμβάνουν επιπλέον αμοιβή για τη διδασκαλία τους στα μεταπτυχιακά και έτσι να πάψουν να ελπίζουν ή να διεκδικούν αυξήσεις στους κουτσουρεμένους μισθούς τους.

δ) Η δυνατότητα του Υπουργού να ιδρύει ή να καταργεί Τμήματα, Σχολές και ΑΕΙ χωρίς προηγούμενη γνώμη κανενός οργάνου. Η πρόβλεψη δυνατότητας συγχώνευσης ΤΕΙ και Πανεπιστημίων.

ε) Η επαναφορά κάποιων δημοκρατικών και συμμετοχικών ρυθμίσεων (όπως π.χ. άσυλο, συμμετοχή των φοιτητών σε ορισμένα όργανα διοίκησης) και η χρήση και κατάχρηση μιας αριστερής ρητορικής σύγκρουσης με το συντηρητικό μπλοκ στα πανεπιστήμια –για να εμφανιστεί στη συνέχεια ο συμβιβασμός μαζί τους ως εθνική ανάγκη!

Παρ’ όλο τον σεμνό τίτλο, επομένως, το νομοσχέδιο είναι φιλόδοξο, πολυλειτουργικό και καθόλου εύκολο να αντιμετωπιστεί. Δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο αν αποκαλύψουμε τις προθέσεις του Υπουργείου. Οι συνέπειες των προθέσεων αυτών είναι προφανείς για όσους σπουδάζουν και εργάζονται στα πανεπιστήμια. Μπορεί να ανοίξουμε έναν δρόμο αντίστασης σε αυτήν την πολιτική, εάν βγούμε από τη λογική του Υπουργείου και της «ατζέντας» που αυτό θέτει ως πρόοδο ή ως αναγκαίες επιλογές.

Για παράδειγμα, για τους φοιτητές και τις φοιτήτριες σήμερα (γιατί για φοιτητικό κίνημα δεν μπορούμε να μιλάμε με όρους στοιχειώδους ακρίβειας) το κεντρικό ζήτημα δεν είναι –και κατά τη γνώμη μου ποτέ δεν ήταν– αν θα μετέχουν στη Σύγκλητο, όπου κάποιοι εκπρόσωποί τους θα εκφωνούν πύρινους λόγους. Το κεντρικό καθήκον σήμερα για να υπάρξει φοιτητικό κίνημα είναι να οργανωθούν οι φοιτητές και οι νέοι ενάντια στη φτώχεια, στη μετανάστευση και τη στέρηση του δικαιώματος στη μόρφωση.

Για παράδειγμα, το άσυλο δεν υπήρξε ιστορικά επειδή το κατοχύρωσε νομοθετικά το ΠΑΣΟΚ με τον 1268 –και επίσης το ΠΑΣΟΚ το καταπάτησε για πρώτη φορά στα Προπύλαια το 1983 στη διαδήλωση της «Επιτροπής για το Στρατό». Υπήρξε ήδη την εποχή της δικτατορίας και αργότερα στην μεταπολίτευση γιατί το είχε επιβάλει το υπαρκτό φοιτητικό και λαϊκό κίνημα. Αυτό δεν σημαίνει ότι η νομοθετική κατοχύρωσή του είναι αρνητική, απλώς σημαίνει ότι το άσυλο δεν είναι αίτημα προς διεκδίκηση από το Υπουργείο.

Για παράδειγμα, το κεντρικό ζήτημα για τους διδάσκοντες –για όσους τουλάχιστον εκτιμούν ότι υπηρετούν την επιστήμη– δεν είναι αν θα «τσοντάρουν» στον μισθό με τον έναν ή τον άλλο τρόπο αλλά αν η επιστήμη τους θα υπάρχει κατ’ αρχήν ή θα συνθλιβεί από την έλλειψη χρηματοδότησης για όποια επιστημονική ειδίκευση δεν είναι ανταποδοτική είτε ως τέτοια (π.χ. οι ανθρωπιστικές) είτε δεν εντάσσεται στους διεθνείς καταμερισμούς για τη χώρα (π.χ. έρευνα για την γεωργία στην Ελλάδα).

Αξίζει να σημειωθεί ότι ακόμη και η επιβίωση των πανεπιστημιακών δομών είναι πολύ αμφίβολο αν θα επιτευχθεί με την εκτεταμένη ιδιωτικοποίηση. Πιο πιθανό είναι ακόμη και μέσα στο ίδιο κτίριο να δημιουργηθούν ζώνες λειτουργίας (για όσες δραστηριότητες απαιτούν δίδακτρα ή έχουν κάποια ιδιωτική χρηματοδότηση) και ζώνες εγκατάλειψης για τις άλλες, τις «τζάμπα».

Συμπερασματικά, το νομοσχέδιο πιθανότατα θα γίνει σύντομα νόμος και τα φώτα της αντιπαράθεσης (εν μέρει πραγματικής και εν μέρει κατασκευασμένης) ανάμεσα στην «πρόοδο» και την «συντήρηση» στα πανεπιστήμια θα σβήσουν μέχρι μια νέα κυβέρνηση να επιχειρήσει μια νέα «μεταρρύθμιση». Όσα όμως νομιμοποιεί το νομοσχέδιο (προϋπάρχοντα και νέα) αφορούν τη ζωή και τη μόρφωση της νέας γενιάς. Και, όπως προαναφέρθηκε, αφορούν ελπίδες και όνειρα μιας ολόκληρης κοινωνίας.

Επειδή είναι έτσι, όσοι υπερασπιζόμαστε το δημόσιο πανεπιστήμιο απαιτείται να δώσουμε στους αγώνες μας νέα περιεχόμενα και πραγματικές απαντήσεις. Όπως τα αποθεματικά των Ειδικών Λογαριασμών Έρευνας δεν μπορούν να συντηρήσουν τα πανεπιστήμια παρά μόνο τους διαχειριστές τους, έτσι και τα αποθέματα της αριστερής ρητορικής δεν μπορούν να κάνουν τίποτα άλλο παρά να συντηρούν τους τωρινούς –και προσωρινούς– διαχειριστές τους!

 

* Η Γιάννα Γιαννουλοπούλου είναι πανεπιστημιακός (ΕΚΠΑ)

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!