του Δημήτρη Μπελαντή

Διαβάστε το πρώτο μέρος εδώ

Σχετικά με τον κρατικό καπιταλισμό

Ήδη στον Β΄ Τόμο των «Ταξικών Αγώνων στην ΕΣΣΔ, περίοδος 1923-1930), που γράφεται το 1977, ο Μπετελέμ προχωρά την σκέψη του όσον αφορά την εξέλιξη της Σοβιετικής Ένωσης κατά την Μεγάλη Στροφή που οδηγεί στην υποχρεωτική κολλεκτιβοποίηση και εντατική εκβιομηχάνιση (στροφή πολιτικής της ηγεσίας Στάλιν που πραγματοποιείται κυρίως στην πενταετία 1928-1932). Σκιαγραφεί μια πάλη γραμμών μέσα στο κόμμα των Μπολσεβίκων, η οποία καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την ανατροπή της εργατικής εξουσίας και την παγίωση ή σταθεροποίηση παραγωγικών σχέσεων που ορίζει ως «κρατικοκαπιταλιστικές» (1). Η βασική ιδέα προκύπτει από την πολύ ενδιαφέρουσα θεώρησή του (ιδίως στον Β΄ Τόμο, σελ. 277-281) ότι οι παραγωγικές σχέσεις κατά την αρχή της σοσιαλιστικής μετάβασης και εφόσον προχωρά η κρατικοποίηση των μέσων παραγωγής είναι ούτως ή άλλως κρατικές καπιταλιστικές στον βαθμό που α) αναπαράγεται ακόμη ο ιεραρχικός καταμερισμός εργασίας και ο χωρισμός έτσι των «εκτελεστών» εργαζομένων από το προτσές παραγωγής β) αναπαράγεται η αντίθεση πόλης υπαίθρου και γ) αναπαράγεται η αντίθεση χωριστών παραγωγών-επιχειρήσεων και έτσι η χρηματοεμπορευματική μορφή. Ιδίως η πρώτη διάσταση είναι πάρα πολύ σημαντική (αναπαραγωγή της αντίθεσης διανοητικής/χειρωνακτικής εργασίας). Αυτό που καθορίζει η πολιτική και ιδεολογική ταξική πάλη, σκέψη που παραπέμπει άμεσα στην σκέψη του Μάο, είναι το αν οι παραγωγικές σχέσεις αυτές (του «καπιταλισμού χωρίς καπιταλιστές») θα ανατραπούν προς τον σοσιαλισμό (ως μη ώριμη μορφή της κομμουνιστικής κοινωνίας) ή θα σταθεροποιηθούν οπότε οι διευθύνοντες την παραγωγή και το κράτος μετασχηματίζονται οριστικά σε ιδιότυπη αστική τάξη υπό το τεχνητό περίβλημα μιας κρατικής αλλά όχι δημόσιας-κοινωνικής ιδιοκτησίας. Ο Μπετελέμ προχωρά κατά πολύ την κριτική και του ρεύματος Αλτουσέρ αλλά και του κινέζικου μαοϊσμού, θέτοντας το πρόβλημα ότι και στην παραγωγική βάση και όχι μόνο στο εποικοδόμημα οι διευθυντές και η κρατικοκομματική γραφειοκρατία επί Στάλιν επιλέγουν έναν ιδιόμορφο καπιταλιστικό δρόμο, ενώ το κράτος και οι σχέσεις παραγωγής δεν επαναστατικοποιούνται σε βάθος ποτέ (ούτε επί Λένιν). Ο Μπετελέμ συνδέει πολύ πειστικά, από μια θέση κριτικής στην προτεραιότητα της γιγαντιαίας συσσώρευσης αξιών κατά τα Πεντάχρονα Πλάνα, τη δεσποτική υποταγή του άμεσου εργαζόμενου στην βιομηχανία με το ξερίζωμα μιας αγροτιάς που συντίθεται πολύ περισσότερο από τον μεσαίο ανεξάρτητο αγρότη παρά από τον σπάνιο «κουλάκο», έννοια που σηματοδοτεί πιο πολύ τον αγρότη-αντίπαλο παρά τον αγρότη-καπιταλιστή. Αυτή η διαδικασία καταλήγει στη δεκαετία του 1930 σε μια λατρεία της συσσώρευσης έναντι των κοινωνικών αναγκών και σε μια απόκτηση σημαντικών ταξικών προνομίων από το διευθυντικό-γραφειοκρατικό στρώμα που συγκροτείται σε άρχουσα τάξη.

Η θέση αυτή περί νέας άρχουσας τάξης έχει διατυπωθεί και παλιότερα από τον Μπετελέμ, ιδίως από τροτσκιστογενή ρεύματα, που εγκατέλειψαν την θεωρία του «παραμορφωμένου εργατικού κράτους» του Τρότσκυ. Σημαντικές τέτοιες προσπάθειες ανάλυσης ήταν η «διευθυντική κοινωνία» του Τζαίημς Μπάρναμ (1941) ή η αντίστοιχη του Μπρούνο Ρίτζι (1939), και πιο ολοκληρωμένα η θεώρηση του Τόνυ Κλιφ («Κρατικός καπιταλισμός στη Ρωσία» [1955] , Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο, 2017), και ακόμη περισσότερο του αρχικού Κορνήλιου Καστοριάδη ([1947-1949], «Η γραφειοκρατική κοινωνία», Αθήνα, 1985, Ύψιλον) (2). Παρ’ όλα αυτά, η επιχειρηματολογία του Μπετελέμ είναι βαθύτερη και πειστικότερη (ιδίως από τον Κλιφ), καθότι παρουσιάζει τη συνολική ταξική κίνηση και διαπάλη και στην παραγωγή και στο κράτος καθώς και στο κόμμα των Μπολσεβίκων, ξεφεύγοντας από την σχηματικότητα του τύπου «οι καλοί Λένιν και Τρότσκυ»-«Ο κακός Στάλιν». Αντιθέτως, ο Μπετελέμ δείχνει με ισχυρή επιχειρηματολογία ότι η θέση περί «πρωταρχικής σοσιαλιστικής συσσώρευσης», υπό την έννοια της μαζικής απόσπασης πλεονάσματος από τους αγρότες, δεν ξεκινά αρχικά από τον Στάλιν αλλά από τον πυρήνα της Αριστερής Αντιπολίτευσης, ιδίως τον Εβγκένι Πρεομπραζένσκυ, γεγονός που εξηγεί και την πολύ ήπια κριτική του Τρότσκυ κατά την κολλεκτιβοποίηση καθώς και τον αντιαγροτισμό του. Η ομάδα Στάλιν εφαρμόζει, με αρκετά ωμότερο τρόπο, στα 1928-1932 το προηγούμενο πρόγραμμα της Αριστερής και της Ενωμένης Αντιπολίτευσης. Κατά τον Μπετελέμ, η μόνη τάση, που παρά τις υπερβολές της (3), στηρίζει ό,τι έχει μείνει από την εργατοαγροτική συμμαχία του 1917 είναι η τάση Μπουχάριν. Σημείο επαφής του Μπετελέμ με αγροτικές κοινωνίες όπως η μαοϊκή Κίνα.

Ο Μπετελέμ ασκεί κριτική στην ιστορική ΕΣΣΔ απολύτως από την σκοπιά ενός κριτικού και δημοκρατικού μαρξισμού. Θέλει να μας ανοίξει τα μάτια απέναντι σε τραγικές όψεις της Ιστορίας μας που επιμένουμε να τις «θαυμάζουμε» με τα μάτια κλειστά

Η ρήξη του Μπετελέμ με τον μπολσεβικισμό

Στον Γ΄–Δ΄ τόμο του έργου, που γράφεται το 1982, ο Μπετελέμ χαρακτηρίζει την Οκτωβριανή Επανάσταση ως μια «καπιταλιστική επανάσταση». Αυτό είναι και η πέτρα του σκανδάλου, που αποξενώνει τραγικά τον Μπετελέμ από ένα μεγάλο μέρος της Αριστεράς και των αριστερών αγωνιστών ή διανοουμένων (4), καθώς η σχέση με τον μαρξισμό στον ύστερο καπιταλισμό έχει και μια διάσταση αγιογραφικής παρηγορίας. Μια πιο προσεκτική και ψύχραιμη ανάγνωση της Εισαγωγής δείχνει ότι ο Μπετελέμ ναι μεν αφαιρεί από τον Οκτώβρη την ανάγνωση της «σοσιαλιστικής επανάστασης» αλλά δεν ορίζει ως καπιταλιστική επανάσταση την «στιγμή» του Οκτώβρη παρά μια χρόνια διαδικασία που ξεκινά από τον Οκτώβρη και «ολοκληρώνεται» μα και «ξεπερνιέται» από τη Μεγάλη Στροφή. Στην πραγματικότητα, ο Μπετελέμ ισχυρίζεται ότι οι κοινωνικές δυνάμεις που έκαναν τον Οκτώβρη, παρά το ότι πίστευαν στον σοσιαλισμό, όπως τον καταλάβαιναν για λόγους που σχετίζονται με τα όρια του μπολσεβικισμού αλλά και λόγω των αντικειμενικών συνθηκών (5) δεν μπορούσαν να ανατρέψουν τις καπιταλιστικές σχέσεις, μπορούσαν μόνο να επιταχύνουν ή να επιβραδύνουν μια συσσώρευση κεφαλαίου στη βάση των τροποποιημένων μορφικά καπιταλιστικών σχέσεων.

Από την πλευρά μας, θεωρούμε ότι αυτός ο ορισμός είναι αρκετά προβληματικός: αν και συμφωνούμε με την κατάληξη της σκέψης του Μπετελέμ για τη Μεγάλη Στροφή, θεωρούμε ότι η διαδικασία ήταν ακόμη ταξικά ανοιχτή στην αρχή του πειράματος (στον Οκτώβρη) αλλά και για αρκετά χρόνια μετά. Είναι και προϊόν κούρασης και ματαίωσης ενός μεγάλου μαρξιστή διανοητή όπως ο Μπετελέμ από έναν αναποτελεσματικό κομμουνισμό που διαρκώς επαγγέλεται την πτώση του καπιταλισμού και διαρκώς ηττάται.

Παρ’ όλα αυτά, ο Μπετελέμ, ιδίως στον δεύτερο και τον Γ΄-Δ΄ τόμο, πετυχαίνει κάτι πολύ σημαντικό. Δείχνει ότι η γραφειοκρατικοποίηση του κομμουνιστικού φαινομένου στην ΕΣΣΔ και η πολύ μεγάλη ένταση της καταστολής στη δεκαετία του 1930 (6) δεν ήταν έκφραση μιας παράνοιας του Στάλιν και της ομάδας του αλλά σχετίζονταν με μια συλλογική κοινωνική κίνηση και ιδίως με την επιβολή μιας ασταθούς και αδύναμης κυρίαρχης τάξης, με πολύ επισφαλή ηγεμονία, της οποίας το μόνο ισχυρό σημείο ήταν η τρομοκρατία της ηγετικής ομάδας, στρεφόμενη συχνά και κατά της ίδιας. Με πολύ τίμιο τρόπο, πάντοτε κατά την γνώμη μας, αναδεικνύει στον Γ΄-Δ΄ τόμο, αυτό που ήδη υπαινίσσεται στο τέλος του δεύτερου τόμου, ότι δηλαδή μπορεί η Οκτωβριανή Επανάσταση ως σύμβολο να τράνταξε τον διεθνή καπιταλισμό, να πέτυχε διεθνώς κοινωνικές κατακτήσεις και να γέννησε μια σειρά άλλων επαναστάσεων, αλλά ο εξ αρχής μπολσεβικισμός ενείχε και όσον αφορά τον οικονομισμό αλλά και όσον αφορά την απουσία μιας θεωρίας σοσιαλιστικής δημοκρατίας, μια ισχυρή τάση προς το μονοπώλιο εξουσίας του κόμματος καθώς και την παγίωση μιας ιεραρχίας ειδικών της εξουσίας. Πώς εξηγείται ότι ο ίδιος ο Λένιν προτείνει στο «Κράτος και επανάσταση» τον 9/1917 την πλήρη επαναστατικοποίηση της παραγωγής και του κράτους, το δικαίωμα της μαγείρισσας να διευθύνει το κράτος, ενώ την άνοιξη 1918 θέτει τέρμα στο κίνημα της εργατικής αυτοδιεύθυνσης και προτείνει αυστηρά την μονοπρόσωπη διεύθυνση στην βιομηχανία; Τι αλλάζει μέσα σε ένα εξάμηνο στην σκέψη του;

Αυτά τα κρίσιμα ερωτήματα, που κανονικά θα έπρεπε να απασχολούν όλους όσους επικαλούνται εμφατικά την «επαναθεμελίωση» του κομμουνισμού ή της Αριστεράς, και στην πραγματικότητα απασχολούν ελάχιστους, θέτει με το έργο του ο Μπετελέμ. Συναντά όντως ένα τελικό αδιέξοδο, αλλά δεν είναι το προσωπικό του διανοητικό αδιέξοδο, είναι το αδιέξοδο μιας μεγάλης ιστορικής εποχής, που ολοκληρώνεται γύρω στο 1980-1990. Δεν είναι βάσιμος ο ισχυρισμός ότι η επιμονή του Μπετελέμ στη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα και όχι μόνο στις σχέσεις παραγωγής στον Γ΄-Δ΄ τόμο, τον καθιστά «αστό αντιολοκληρωτικό φιλελεύθερο», όπως κάποιοι έχουν γράψει. Παρά τη μάλλον επιπόλαιη παραπομπή του στον Φρανσουά Φυρέ (σελ. 25 ελληνικής έκδοσης) ότι «ο Οκτώβρης υπήρξε η μεγάλη αυταπάτη του 20ού αιώνα», ο Μπετελέμ ασκεί κριτική στην ιστορική ΕΣΣΔ απολύτως από την σκοπιά ενός κριτικού και δημοκρατικού μαρξισμού. Θέλει να μας ανοίξει τα μάτια απέναντι σε τραγικές όψεις της Ιστορίας μας που επιμένουμε να τις «θαυμάζουμε» με τα μάτια κλειστά.

Παραπομπές

1) Τόμος 2, σελ. 205-210, 257-258, 277-281, 293, 299-302, 305-307, 474-493, 497-499. Θα επανέλθει στο ζήτημα αυτό στον Γ΄-Δ΄ τόμο, έκδοση 2017, σελ. 350-358, 393-400, 577-598.

2) Επίσης, στα πλαίσια μιας πιο βεμπεριανής-εγελιανής οπτικής, και ο Κ. Παπαϊωάννου στο «Η γένεση του ολοκληρωτισμού- Οικονομική υπανάπτυξη και κοινωνική επανάσταση» , Αθήνα 1991, Εναλλακτικές Εκδόσεις (έργο της δεκαετίας του 1950).

3) Π.χ. το λανθασμένο σύνθημα «πλουτίστε» προς τους εύπορους αγρότες.

4) Εισαγωγή-Οδηγίες προς ναυτιλλομένους, σελ. 16-25 της ελληνικής έκδοσης.

5) Αν και ο Μπετελέμ είναι από τους συγγραφείς που δίνουν μικρή έμφαση στις ρωσικές αντικειμενικές συνθήκες ή την περικύκλωση κ.λπ.

6) Οι περιγραφές για τη σταλινική καταστολή, τις δίκες, τα στρατόπεδα κ.λπ. είναι ένα χτύπημα στο στομάχι για τον αριστερό αναγνώστη, καθώς δείχνει ότι κύριος στόχος δεν ήταν η Παλιά Φρουρά των Μπολσεβίκων αλλά ο απλός λαϊκός κόσμος και τα απλά κομματικά μέλη της βάσης. Ιδίως σελ. 245-265 ελληνικής έκδοσης («Μαζική καταστολή και τρομοκρατία»).

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!