Στις μέρες μας, αυτό που κάνουν όλοι είναι να αναλίσκονται σε διαπιστώσεις. Ο λόγος πάντα καταγγελτικός, να διατυπώνει τα κακώς κείμενα, και τίποτα πάρα πέρα. Κακή αυτή η πολιτική, κακή η άλλη, από προτάσεις όμως τίποτα – επειδή οι προτάσεις εκθέτουν, προκαλούν διαλόγους. Ακόμα και μέτριες, ουτοπικές ή ανέφικτες να είναι, οι προτάσεις προϋποθέτουν, εκτός από τον αντίλογο, αντιπρόταση.
Όλα τα χρόνια της μεταπολίτευσης, έως και τις μέρες μας, η κοινωνία λειτουργούσε με τη μανιχαϊστική λογική των δύο και μοναδικών λύσεων. Δεν είναι καλός ο Α, να ψηφίσουμε όλοι τον Β για να μας σώσει από τον κακό Α. Όχι ότι είναι κι αυτός καλός, αλλά σε σχέση με τον άλλο είναι καλύτερος… Κυριαρχεί αυτή η δολοφονική λογική του «μη χείρον βέλτιστον».
Γι’ αυτό είναι αναγκαίο παρά ποτέ ν’ ανοίξει ένας διάλογος. Όχι όμως σε κάποια αμφιθέατρα, με αυτοϊκανοποίηση για τις βεβαιότητές μας, αλλά στους δρόμους της ανάγκης και του αγώνα. Ως φίλοι του Δρόμου, στέλνουμε μία «δίδυμη» παρέμβαση για αυτά τα θέματα.
Δ.Π.-Κ.Γκ.

Σημείωση της Σύνταξης: Στο παρόν φύλλο δημοσιεύεται η παρέμβαση του Δημήτρη Παπαχρήστου. Το κείμενο του Κώστα Γκιώνη, που έχει τον τίτλο «Αυτοοργάνωση – Αυτοδιαχείριση», θα δημοσιευθεί στο επόμενο φύλλο.

Η μελαγχολία της δημοκρατίας και στο δια ταύτα, τι κάνουμε;

του Δημήτρη Παπαχρήστου*

Δεν έχουμε δημοκρατία. Ζούμε την εικονικότητά της. Μελαγχολούμε και γκρινιάζουμε γιατί δεν την τροφοδοτούμε με την ύπαρξή μας και τη συμμετοχή μας, ως ενεργοί πολίτες. Είναι ένα πρόσχημα γι’ αυτούς που την έχουν φέρει στα μέτρα τους.

Στο δια ταύτα, δεν μπορούμε ν’ απαντήσουμε και να πούμε ξεκάθαρα τι κάνουμε – όχι με θεωρίες και λόγια, αλλά με την πράξη που βγάζει τα λόγια μέσα από την πίστη μας στον άνθρωπο.

Αν θέλουμε να αλλάξουμε το κόσμο, πρώτα θα πρέπει να αλλάξουμε τον εαυτό μας.

Μέχρι τώρα μένουμε στα στερεότυπα, ταμπουρωνόμαστε πίσω τους και προσβάλλουμε τα όνειρά μας, και μάλιστα με την απόλυτη αλήθεια που νομίζουμε ότι κατέχουμε, και φοράμε παρωπίδες, στο όνομα του μαρξισμού-λενινισμού και όλων των –ισμών, και μας επισκιάζει ο δογματισμός και ο φανατισμός, ο πολυκερματισμός, οι διασπάσεις και ο σεχταρισμός, που είναι οι αρρώστιες του κινήματος.

Ενώ θέλουμε να γκρεμίσουμε και να αλλάξουμε το καπιταλιστικό καταναλωτικό σύστημα, διαφωνούμε και χανόμαστε στις άνω τελείες και στα μυγοχέσματα, και δεν αφήνουμε να λυθούν οι διαφωνίες μας στο δρόμο.

Πάντα πίστευα πως έχουμε ανάγκη από ένα μέτωπο πολιτικό, κοινωνικό, ταξικό και απελευθερωτικό, γιατί χρόνια τώρα ζούμε κάτω από συνθήκες κατοχής από την Ενωμένη Ευρώπη της Γερμανίας και από το κεφάλαιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του ΔΝΤ, και κάτω από τα τοπικά, εθνικά παραρτήματα και εξαρτήματα που λίγο-πολύ καθορίζουν και τη διαχειριστική πολιτική της χώρας μας.

Τα τελευταία χρόνια λειτουργούν συμπληρωματικά και όταν χρειάζεται καταφεύγουν σε συνεργασίες. Δεν φτάνει μόνο αυτό, έχουμε και τις οικογενειοκρατίες, ένα νεποτισμό που κρατάει διακόσια τόσα χρόνια, καθότι δεν απελευθερωθήκαμε ούτε ανεξαρτητοποιηθήκαμε, κι ας τιμούμε με την κυρία Δασκαλάκη τα 200 χρόνια από την επανάσταση του ’21. Οι ξένοι, δηλαδή οι μεγάλες δυνάμεις, μας καταδυναστεύουν με τους νέους κοτσαμπάσηδες και τους επαγγελματίες της τρέχουσας πολιτικής.

Πάντα πίστευα πως έχουμε ανάγκη από ένα μέτωπο πολιτικό, κοινωνικό, ταξικό και απελευθερωτικό, γιατί χρόνια τώρα ζούμε κάτω από συνθήκες κατοχής από την Ενωμένη Ευρώπη της Γερμανίας και από το κεφάλαιο της ΕΚΤ και του ΔΝΤ

Πουκάμισο αδειανό

Κυριαρχεί μια κοινωνική κατάθλιψη. Μια βαθιά απογοήτευση και μια παραδοχή πως ό,τι και να γίνει δεν αλλάζει η κατάσταση, και πως κι αν αλλάξει ίδια θα παραμείνει και κάτι χειρότερο, κι αυτοί που αγωνίζονται θα γίνουν το ίδιο και θα γλείφουν εκεί που φτύσανε ή φτύνουνε.

Με απλά λόγια, σπέρνουν και καλλιεργούν τη ματαιότητα, το χριστιανικόν «ματαιότης ματαιοτήτων τα πάντα ματαιότης». Έλα όμως που όποιος αγωνίζεται δεν έχει καιρό ν’ απογοητευθεί, και εδώ που έχουμε φτάσει μπορούμε να πούμε πως είναι προτιμότερο να αγωνίζεται κανείς ακόμα και μάταια, παρά να ζει μάταια.

Δημοκρατία δεν έχουμε, αυτή η κοινοβουλευτική-αντιπροσωπευτική που έχουμε είναι ολιγαρχική και την έχουν φέρει στα μέτρα τους. Έχει καταντήσει λερό πουκάμισο αδειανό, αφού δεν γεμίζουμε με τη συμμετοχή μας την ενεργητική την άμεση δημοκρατία της κάθε μέρας, με συλλογικότητες και με κοινωνική αλληλεγγύη στους καταφρονημένους, κι αφήνουμε στο όνομα της δικής τους δημοκρατίας να παίρνουν αποφάσεις χωρίς εμάς για μας τη νύχτα στο κοινοβούλιο, και να μας καθιστούν συνένοχους και συνυπεύθυνους.

Το πολιτικό υποκείμενο και το κοινωνικό μέτωπο που πήγε να δημιουργηθεί με τον ΣΥΡΙΖΑ έχει διαρραγεί, και το ΟΧΙ του 2015 έπεσε στην αγκαλιά του ΝΑΙ. Πρέπει όμως να καταλάβουμε ότι δεν χωράει εκεί μέσα, γι’ αυτό θα πρέπει να έρθουμε στο δια ταύτα: τι κάνουμε;

Αρχίζουμε από την αρχή

Η απαξίωση της πολιτικής, και το  «όλοι το ίδιο είναι και αν δεν είναι θα γίνουν», δημιουργεί προβλήματα προσέγγισης με την κοινωνία και τους πολίτες, που καταφεύγουν ή αρκούνται στην αποχή, στην ισοπέδωση με τη διαφυγή σε γενικεύσεις. Είναι πιο δύσκολος ο αγώνας μέσα σε έναν κόσμο γενικευμένης αρρώστιας. Τα μέσα ενημέρωσης είναι τα όργανά τους και λειτουργούν τρομοκρατικά, με κατασκευασμένες ειδήσεις. Το άρθρο 36 του Ποινικού Κώδικα υπάρχει, και ψηφίστηκε εναντίον της ελευθερίας της έκφρασης και του λόγου. Το δικαίωμα στο ψωμί είναι το ζητούμενο. Δεν είναι μόνο η ανεργία που καλπάζει, είναι και οι νέοι που φεύγουν και η χώρα μας αιμορραγεί.

Θα χρειαστεί πολλαπλός αγώνας για παιδεία, ελευθερία και για πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, που έχουν πέσει σε αχρηστία. Θα χρειαστεί να πείσουμε και να εμπνεύσουμε τους νέους να αυτοοργανωθούν με κάθε τρόπο και μέσον. Είναι εφικτό να αλλάξουμε τον κόσμο, που θα χωράει μέσα του πολλούς κόσμους και ελεύθερα σκεπτόμενους ανθρώπους. Δεν θα πρέπει να τα ρίχνουμε στους άλλους και στην κακή μας μοίρα: οι άλλοι είμαστε εμείς.

Είναι σαν να αρχίζουμε από την αρχή. Δεν υπάρχει επιστροφή στην κανονικότητα που προπαγανδίζουν πως θα ’ρθει μετά τον κορωνοϊό, που συνεχώς θα μεταλλάσσεται και θα τον μεταλλάσουν και θα τον χρησιμοποιούν ως εργαλείο εξουσίας, με όπλο τον φόβο – που είναι χειρότερος και από τον ιό, γιατί λειτουργεί παραλυτικά και στρώνει το δρόμο στον εκφασισμό της εξουσίας.

Μέρες που είναι, θα πρέπει να μην ξεχνάμε, γιατί αυτό θα είναι έγκλημα. Θα πρέπει να καλλιεργούμε τη μνήμη για να μένει ζωντανή: είναι το όπλο που έχουμε για να αντισταθούμε στη φθορά του χρόνου και σε κάθε μορφή εξουσίας. Αυτές τις μέρες και άλλες πολλές έρχομαι σε επαφή, επικοινωνία με τα νέα παιδιά. Θέλει δουλειά πολύ, ενότητα και αγώνα.

Δεν θα περιμένουμε, γιατί θα είναι σαν να ανοίγουμε το λάκκο μας και να πέφτουμε μέσα και οι μεν και οι δε.

* Ο Δημήτρης Παπαχρήστος είναι συγγραφέας, δημοσιογράφος και ραδιοφωνικός παραγωγός. Οι μεσότιτλοι είναι της Σύνταξης.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!