Αρχική πολιτισμός Γιώργος Πράτανος, δημοσιογράφος-συγγραφέας: Καζαντζάκης, ο ανεπιθύμητος νεκρός

Γιώργος Πράτανος, δημοσιογράφος-συγγραφέας: Καζαντζάκης, ο ανεπιθύμητος νεκρός

Ο ανεπιθύμητος νεκρός, το μυθιστόρημα του δημοσιογράφου Γιώργου Πράτανου, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα, μας μεταφέρει στην εποχή του θανάτου του Νίκου Καζαντζάκη και του απίστευτου παρασκήνιου θρησκευτικού φανατισμού και μισαλλοδοξίας που αφορούσε στην κηδεία του. Άθλιοι ιεράρχες όπως ο περιβόητος Καντιώτης τον κυνήγησαν ακόμη και στον θάνατό του…

Ο συγγραφέας μας μεταφέρει το κλίμα της εποχής μέσα από την οπτική δυο ανθρώπων που βρέθηκαν στην καρδιά των γεγονότων με εντελώς διαφορετικό ρόλο ο καθένας. Από τη μια μεριά η Ελένη Καζαντζάκη με τον σπαραγμό για την μεγάλη απώλεια, αλλά και τη δύναμη ψυχής που έδειξε και από την άλλη ο νεαρός τότε δημοσιογράφος Φρέντυ Γερμανός που αναλαμβάνει το ρεπορτάζ για την εφημερίδα του και προσπαθεί να σταθεί με αξιοπρέπεια στο ύψος των περιστάσεων.

Το αποτέλεσμα είναι ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο που διαβάζεται ως ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα κι ας βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Θαυμάσια τα πορτρέτα των δυο πρωταγωνιστών του βιβλίου.

Ιδιαίτερη βεβαίως η συγκίνηση για όσους –έστω και για λίγο– είχαμε γνωρίσει τον Φρέντυ Γερμανό, έναν από τους πιο ταλαντούχους επαγγελαματίες, αλλά και ένα πραγματικό τζέντλεμαν της δημοσιογραφίας.

Συνέντευξη στον Κώστα Στοφόρο

Καταπιάνεστε με ένα ακανθώδες θέμα. Πώς αποφασίσατε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Είναι μια ιστορία που όταν μου τη διηγήθηκε ο Πάτροκλος Σταύρου, θετός γιος της Ελένης Καζαντζάκη και πνευματικός δικαιούχος του έργου του Νίκου Καζαντζάκη και με είχε στοιχειώσει. Την εξιστορούσα με τη σειρά μου στις παρέες και όλοι με κοιτούσαν αποσβολωμένοι. Τους φαίνονταν αδιανόητα όλα αυτά τα γεγονότα. Ο Σωτήρης Χατζάκης, ηθοποιός, πρώην διευθυντής του Εθνικού και του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδας, αφού ξεπέρασε το σοκ της διήγησης μου ζήτησε να το κάνω θεατρικό για να το ανεβάσει. Η αρχική μου συστολή ξεπεράστηκε με τις συνεχείς παραινέσεις του και την ανάγκη μου να ειπωθεί αυτή η ντροπιαστική –και άρα διδακτική– ιστορία.

Ποιες ήταν οι βασικές σας πηγές;
Ο μοναδικός ιερέας της κηδείας, ο παπά Σταύρος Καρπαθιωτάκης. Είναι ο άνθρωπος που αψήφησε τις απειλές της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και την απαγόρευση του υπουργείου Εθνικής Αμύνης να παραβρεθούν στην κηδεία στρατιωτικοί. Ουσιαστικά, μου επιβεβαίωσε όλα όσα μου είχε διηγηθεί ο Πάτροκλος Σταύρου, ενώ προχώρησε και σε λεπτομέρειες συγκλονιστικές. Υπήρχαν κομμάτια που δεν χρησιμοποίησα, όπως για παράδειγμα τα επίθετα των ζηλωτών που είχε στείλει ο Καντιώτης για να καίνε βιβλία του Καζαντζάκη και να τον καταριούνται. Θεώρησα πως αυτή η ατιμωτική τους στάση δεν θα πρέπει να βαραίνει και τους απογόνους τους. Παράλληλα, μίλησα και με αυτόπτες μάρτυρες της κηδείας, από τους οποίους πλέον ζητούσα να μου μεταφέρουν το κλίμα που επικρατούσε στο Ηράκλειο, τα θέματα που προέκυψαν γύρω από την ταφή του νεκρού εκείνες τις ημέρες, την υποδοχή και διάφορα άλλα παραλειπόμενα που θα βοηθούσαν να αποδώσω σωστά το σκηνικό που είχε στηθεί.

Μια είδηση βολική μπορεί και να μην διασταυρώνεται, η άποψη βαφτίστηκε ρεπορτάζ, το σχόλιο γράφεται από τα γραφεία τύπου. Και δυστυχώς το διαδίκτυο, που θα αναδείκνυε τη φωνή των καταπιεσμένων, έγινε εργαλείο παραπληροφόρησης των φανατικών κάθε είδους. Σε πείσμα όλων αυτών, υπάρχουν πάντοτε επαγγελματίες με συναίσθηση της ευθύνης που κουβαλούν στους ώμους τους έναντι πρώτα του κοινού και της δημοκρατίας

Που τελειώνει η δημοσιογραφική έρευνα και που αρχίζει η μυθοπλασία;
Η μυθοπλασία είναι κυρίως στους διαλόγους που εκτυλίσσονται κατά τη διάρκεια των δέκα ημερών. Τα γεγονότα που θυμάται η Ελένη για την κοινή ζωή με τον Καζαντζάκη είναι όλα πραγματικά. Προϊόν μυθοπλασίας είναι τα όσα ζει ο Φρέντυ (εκτός από τις δύο συνεντεύξεις με τη Μάνσφιλντ).

 

Τι σημαίνει για σας ο Καζαντζάκης;
Θα ήθελα να σας απαντήσω σφαιρικά… Ως προς το καλλιτεχνικό του έργο, θεωρώ πως αν ήταν Ρώσος, θα είχε ακόμη μεγαλύτερη αποδοχή. Όχι πως τώρα είναι μικρό μέγεθος παγκοσμίως… Είναι ο τρίτος πιο μεταφρασμένος Έλληνας μετά τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη. Τρία βιβλία του (Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται, Ο Τελευταίος Πειρασμός) έχουν γίνει ταινίες, χολιγουντιανών προδιαγραφών και με υποψηφιότητες για Όσκαρ. Η διαχρονικότητα των έργων του τον έχουν αναγάγει στη σφαίρα των κλασικών συγγραφέων. Σε προσωπικό επίπεδο, δεν έχω συναντήσει ποτέ έναν άνθρωπο με αυτή την αντιστοιχία λόγου – πράξεων. Τηρούσε στην καθημερινότητά του όσα πρέσβευε, σε βαθμό εκνευριστικό. Αγάπησα αυτή του τη στάση, τον γιγάντωσε στα μάτια μου γράφοντας το μυθιστόρημα και νομίζω πως παρόμοια άποψη έχουν και οι αναγνώστες που διαβάζουν για τα πιο σημαντικά γεγονότα της ζωής τους μέσα από τον Ανεπιθύμητο νεκρό. Είναι φάρος ακεραιότητας, ελεύθερης σκέψης, αγωνιστικότητας και πίστης στον άνθρωπο. 

Πιστεύετε πως τελικά δικαιώθηκε;
Ναι, το πιστεύω αυτό, όχι λόγω της ρομαντικής φύσης. Επιχειρήθηκε από το ελληνικό κράτος και την ελληνική εκκλησία μια δολοφονία χαρακτήρα εναντίον του Καζαντζάκη. Σκοπός τους ήταν ο χλευασμός, η απαξίωση και εν τέλει η εξαφάνισή του από την ελληνική λογοτεχνία. Δεν τα κατάφεραν. Το όνομα του Καζαντζάκη λάμπει διεθνώς, ενώ οι πολέμιοί του παρασύρθηκαν στα υπόγεια της ιστορίας και μνημονεύονται μόνο ως θιασώτες του σκοταδισμού.

 Μας παρουσιάζετε και ένα πολύ ενδιαφέρον πορτρέτο του Φρέντυ Γερμανού που καλύπτει ως δημοσιογράφος την κηδεία. Πόση σχέση έχει η σημερινή δημοσιογραφία με αυτή εκείνης της εποχής;
Η δημοσιογραφία που πρέσβευε ο Γερμανός σαφώς και δεν έχει καμία σχέση με τη σημερινή. Όχι πως τότε δεν υπήρχαν λίβελλοι ή κατευθυνόμενοι δημοσιογράφοι… Απλά υπήρχε σεβασμός στον αναγνώστη, ένας ηθικός κώδικας που τηρούνταν από την πλειοψηφία, μια μεγαλύτερη συναίσθηση για τον αντίκτυπο των θεμάτων στην κοινωνία. Πλέον, έχει χαθεί η αξιοπιστία. Μια είδηση βολική μπορεί και να μην διασταυρώνεται, η άποψη βαφτίστηκε ρεπορτάζ, το σχόλιο γράφεται από τα γραφεία Τύπου. Και δυστυχώς το διαδίκτυο, που θα αναδείκνυε τη φωνή των καταπιεσμένων, έγινε εργαλείο παραπληροφόρησης των φανατικών κάθε είδους. Σε πείσμα όλων αυτών, υπάρχουν πάντοτε επαγγελματίες με συναίσθηση της ευθύνης που κουβαλούν στους ώμους τους έναντι πρώτα του κοινού και της δημοκρατίας.

Σχόλια

Exit mobile version