Η Ελισάβετ πέθανε σε ηλικία 96 ετών, έχοντας βασιλεύσει για πάνω από 70 χρόνια. Η νέα Βρετανίδα πρωθυπουργός Λιζ Τρας δήλωσε ότι «ήταν ο βράχος πάνω στον οποίο οικοδομήθηκε η σύγχρονη Βρετανία». Ο γραμματέας του ΝΑΤΟ Στόλτενμπεργκ τη χαρακτήρισε «παράδειγμα ανιδιοτελούς ηγεσίας». Ο Μακρόν είπε ότι ήταν «η καλόκαρδη βασίλισσα». Ο Ζελένσκι μίλησε για «ανεπανόρθωτη απώλεια». Σε αυτό το μοτίβο κινείται η «παγκόσμια συγκίνηση», και φαίνεται ότι για καιρό ακόμα θα βομβαρδιζόμαστε από παρόμοιες αποτιμήσεις, αφού ήδη πολύ πριν τον θάνατό της η φιγούρα της εξωραΐστηκε μέσα από εκατοντάδες βιβλία, αφιερώματα, τηλεοπτικές εκπομπές, ταινίες και σίριαλ.

Είναι αλήθεια ότι η Ελισάβετ σφράγισε τη βρετανική μεταπολεμική ιστορία. Εκπροσώπησε επάξια τη δύουσα αυτοκρατορία από την αρχή της βασιλείας της, την εποχή που ξεδοντιαζόταν ο βρετανικός λέων, μέχρι τις τελευταίες μέρες της, που το Ηνωμένο Βασίλειο ξεδίπλωνε εκ νέου φιλοδοξίες διεθνούς ρόλου στο πλάι των ΗΠΑ. Υπηρέτησε με συνέπεια τον αναχρονιστικό θεσμό της μοναρχίας, κρατώντας υψηλά τη δημοφιλία της μεταξύ των υπηκόων της – σε αντίθεση με τα «κατορθώματα» όλων σχεδόν των υπόλοιπων μελών της βασιλικής οικογένειας.

Άλλο τόσο είναι αλήθεια, όμως, ότι σε πολλές πρώην αποικίες του Στέμματος η μορφή της ήταν κάθε άλλο παρά συμπαθής. Σε τέτοιες χώρες, οι συλλυπητήριες δηλώσεις των επισήμων έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το λαϊκό αίσθημα. Όταν λόγου χάρη ο Κύπριος πρόεδρος Αναστασιάδης δηλώνει ότι «οι σκέψεις μας είναι με τη Βασιλική Οικογένεια και το λαό του Ηνωμένου Βασιλείου», μπορεί να είναι σίγουρος ότι μιλά… μόνο για τον εαυτό του. Η ίδια η Ελισάβετ μάλλον θα προτιμούσε να ξεχάσει π.χ. τη «θερμή» υποδοχή που της επεφύλαξαν οι Κύπριοι την τελευταία φορά που επισκέφθηκε το μαρτυρικό νησί, το 1993: την «καλωσόρισαν» με διαδηλώσεις, γιουχαΐσματα και αβγά.

«Καταζητείται για δολοφονίες» έγραφαν οι προκηρύξεις που σκορπίστηκαν στη Λευκωσία και τη Λεμεσό, τις οποίες ίδρωνε να κρύψει η κυπριακή αστυνομία. Της το φύλαγαν οι Κύπριοι, θεωρώντας την –όχι άδικα– άμεσα συνυπεύθυνη για τον απαγχονισμό από τους Βρετανούς του 18χρονου Ευαγόρα Παλληκαρίδη και πολλών ακόμη νεαρών αγωνιστών της ΕΟΚΑ στα χρόνια του αντιαποικιοκρατικού ξεσηκωμού. Τότε η «καλόκαρδη» Ελισάβετ είχε αρνηθεί ψυχρά να ανταποκριθεί στις διεθνείς εκκλήσεις για απονομή χάριτος. Στο πρόσωπό της χρέωναν ακόμη οι Κύπριοι –εξίσου δίκαια– τη διαχρονικά φιλότουρκη βρετανική στάση και την ουσιαστική κάλυψη που παρείχε η «εγγυήτρια» Βρετανία στην τουρκική εισβολή του 1974 και κατόπιν στη διαιώνιση της κατοχής.

Η αντιπάθεια για την Ελισάβετ παραμένει εξίσου ισχυρή στη Μαλαισία, την Κένυα και άλλες πρώην βρετανικές αποικίες, οι λαοί των οποίων βίωσαν ανείπωτη καταπίεση, μαζικές δολοφονίες και αποτρόπαια βασανιστήρια στο όνομα του βρετανικού Στέμματος. Η Ελισάβετ αφήνει πίσω της έναν θεσμό σε κρίση (πόσο μάλλον που τη διαδέχθηκε ο «αχώνευτος» ακόμη και στους Άγγλους γιος της Κάρολος), και μια προσωπική χρηματιστηριακή και ακίνητη περιουσία αξίας δισεκατομμυρίων λιρών, για την οποία δεν πλήρωνε τον παραμικρό φόρο μέχρι τα τέλη του περασμένου αιώνα – και, αφότου άρχισε να φορολογείται, μέρος της το «επένδυε» κρυφά σε υπεράκτιους φορολογικούς παραδείσους. Ό,τι και να λέμε εμείς, όμως, η μεθοδικά χτισμένη ελισαβετιανή μυθολογία θα μας ταλαιπωρήσει για αρκετό καιρό ακόμη…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!