Αρχική πολιτική Δύο (απατηλές) πολιτικές και μια έλλειψη

Δύο (απατηλές) πολιτικές και μια έλλειψη

Πώς διαμορφώνεται το τοπίο και τι σημαίνει η απουσία μιας εναλλακτικής πολιτικής

Το αποτέλεσμα των εκλογών της 26ης Μαΐου μάς εισάγει σε ένα νέο πολιτικό τοπίο. Οι συσχετισμοί των κυρίαρχων κομμάτων έχουν τροποποιηθεί, ενώ το καταστάλαγμά τους αναμένεται να οριστικοποιηθεί στις 7 Ιουλίου. Η βαριά ήττα του ΣΥΡΙΖΑ και η άνοδος της Ν.Δ. δείχνουν ότι οι όροι αλλάζουν. Δεν θα κυβερνά πλέον μια κάποια «Αριστερά» («πρώτη φόρα» κ.λπ.), δεν θα έχουμε μια «κεντροαριστερή» κυβέρνηση.

Ακόμα περισσότερο, δεν είναι φανερό αν θα έχουμε αυτοδυναμία της Ν.Δ. στις προσεχείς εκλογές. Το κυριότερο: είναι αμφίβολο αν θα μπορεί να σταθεί μια αυτοδύναμη κυβέρνηση στο προσεχές μέλλον, με τα μεγάλα ταρακουνήματα που με βεβαιότητα έρχονται. Υπενθυμίζουμε ότι κατά τη μνημονιακή περίοδο, από το 2012 μέχρι σήμερα δεν έχει σταθεί μονοκομματική κυβέρνηση. Σημειώνουμε ακόμα ότι οι καθ’ υπαγόρευση εθνικές συμφωνίες (π.χ. για Σκόπια) προχώρησαν αφού σχεδόν διαλύθηκαν ενδιάμεσοι σχηματισμοί (Ποτάμι, ΑΝΕΛ, ΔΗΜΑΡ κ.λπ.), ενώ στην ημερήσια διάταξη υπάρχουν πολλές ανοικτές εθνικές απειλές και διευθετήσεις με υψηλό κόστος για όποιον κυβερνά. Επίσης, στα χρόνια αυτά φάνηκε έκδηλα το «ποιόν» του πολιτικού συστήματος. Σχεδόν όλοι όσοι κυβέρνησαν, ξεκίνησαν από αντιμνημονιακές θέσεις για να το στρίψουν σχεδόν αμέσως ψηφίζοντας μνημόνια, ενώ στα εθνικά θέματα «έδειξαν χαρακτήρα». Η τιμωρία και διάλυση των ΑΝΕΛ, είναι ενδεικτικό παράδειγμα.

Η Ν.Δ. κρύφτηκε στην αντιπολίτευση και δεν έκανε μεγάλο ντόρο για τα εθνικά, δεν τα ανακάτεψε καθόλου στην προεκλογική αντιπαράθεση. Ο ΣΥΡΙΖΑ νόμισε ότι θα τα ξεπεράσει με την φόρμουλα «η Συμφωνία των Πρεσπών αλλάζει την πολιτική γεωγραφία». Έκανε ό,τι του έλεγαν απέναντι στην Άγκυρα στους διεθνείς οργανισμούς και σε όλα τα ανοιχτά θέματα. Τα «μοντέλο Πρεσπών και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις», «μην είμαστε μοναχοφάηδες», «το Καστελόριζο δεν ανήκει στο Αιγαίο» κ.λπ. έδειχναν την κατεύθυνσή του.

Η οργή του κόσμου αφορούσε βέβαια πρωτίστως την ανοιχτή κοροϊδία, το ψέμα, το στυλ διακυβέρνησης, την ανικανότητα και προχειρότητα, τη συστηματική διάλυση της χώρας και του κρατικού μηχανισμού, τους πειραματισμούς στην Παιδεία, το Μάτι κ.λπ. Το Μαξίμου νόμιζε πως θα απαλύνει την ήττα με τα επιδόματα της τελευταίας στιγμής. Αλλά ούτε αυτό έφτασε, ενώ εκνεύρισε και πολλούς.

Ήταν τέτοια η «σφαλιάρα» που έφαγε ο ΣΥΡΙΖΑ το βράδυ της περασμένης Κυριακής, ώστε ήταν αδύνατο να σταθεί και να προσποιείται πως κυβερνά μέχρι τον Οκτώβριο. Έτσι σύρθηκε στην επίσπευση των εκλογών. Φυσικά, όλοι οι μύθοι για τον μεγάλο παίκτη και τακτικιστή Τσίπρα έχουν καταρρεύσει. Γιατί ο ίδιος έπαθε μεγάλο κάζο με όσα ισχυρίζονταν λίγο πριν τις εκλογές και όσα είπε λίγο μετά το αποτέλεσμα. Το σίγουρο είναι πως είχαν δίκιο όσοι τον έσπρωχναν σε βουλευτικές μαζί με τις ευρωεκλογές, αλλά εκείνος ήθελε να ολοκληρώσει το έργο του…

Τώρα, μέσα σε ένα μήνα πρέπει να παλέψει να διατηρήσει ό,τι μπορεί από αυτό που πήρε στις ευρωεκλογές. Αλλάζει δημοσκοπικές εταιρείες και επιτελείο, επιστρατεύει Δραγασάκη, Τσακαλώτο και Χαρίτση για να εξηγήσουν το οικονομικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ στους πολίτες, προσπαθεί να κοπάσουν οι γκρίνιες. Παράλληλα εξαπολύεται μια «πολλακικού» τύπου επίθεση στον λαό και τους ψηφοφόρους που θα «φέρουν τον Μητσοτάκη». Τεράστιο σχέδιο που εγγυάται μεγάλη επιτυχία…

Τα δύο μπλοκ του υπό διαμόρφωση διπολισμού έχουν μια πολιτική εντός συστήματος που όμως διαμορφώνει εκλογικούς όγκους που υπερβαίνουν το 1 ή τα 2 εκατομμύρια. Το ταμπούρι του 5% (300.000 ψήφοι) είναι ρεαλιστικό για κάποιες δυνάμεις, αξιοζήλευτο για άλλες που καταρρέουν, αλλά δεν αποτελεί πολιτική που βάζει φρένο στα έστω ασταθή μπλοκ που σχηματίζονται

Δύο συγκρουόμενες πολιτικές

Η μεν Ν.Δ. θα διακηρύττει την επιστροφή στην ομαλότητα της αγοράς, της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, των επενδύσεων. Την ανάκτηση της αξιοπιστίας μιας χώρας απαλλαγμένης από τον λαϊκισμό και την αριστερή παρένθεση. Για ευκολότερη συνεννόηση με την ευρωκρατία, τις τράπεζες και τις αγορές. Έτσι θα έχουμε αναθέρμανση της οικονομίας και η Ελλάδα θα ορθοποδήσει. Θα υποσχεθεί ασφάλεια, τέλος στην ανομία και τα «άβατα», ενώ δεν θα δεσμευτεί σε τίποτα για τα εθνικά ζητήματα (τετελεσμένο οι Πρέσπες). Θα προσπαθεί για αρκετό χρόνο να αντιστρέψει καταστάσεις και να αξιοποιήσει τα «δικά της παιδιά». Δεν θα εμφανιστεί με ακροδεξιό προσωπείο, θα προβάλει μια «κοινωνική ευαισθησία» (δεν κοστίζει) και θα συνδυάζει φωνές σαν των Βορίδη, Γεωργιάδη με δικαιωματικές πρωτοβουλίες του ίδιου του Μητσοτάκη. Η Ν.Δ. πήρε στις ευρωεκλογές 1.800.000 ψήφους. Θα προσπαθήσει να τους αυξήσει, πλησιάζοντας ή ξεπερνώντας τα 2 εκατομμύρια, για να έχει αυτοδυναμία. Δεν είναι πρωτοφανείς αριθμοί, στο παρελθόν έφτανε και τα 3 εκατομμύρια το πρώτο κόμμα (Ν.Δ. ή ΠΑΣΟΚ) αλλά οι καιροί άλλαξαν.

Ο ΣΥΡΙΖΑ θα προσπαθήσει να σταθεροποιηθεί στη δεύτερη θέση, ως δεύτερος πυλώνας του πολιτικού συστήματος. Δηλαδή, να συγκρατήσει την κατρακύλα. Πρέπει να εμφανίσει μια πολιτική πρόταση που πάνω κάτω θα περιγράφει ότι, χάρη στη διαχείριση που έκανε, έβγαλε τη χώρα από τα μνημόνια, πέτυχε πλεονάσματα κι ότι θα είναι πλέον μόνιμα τα επιδόματα. Θα διαφημίζει μια «ανάπτυξη» από της οποίας τα αποτελέσματα ένα μέρος θα πηγαίνει πάντα στους φτωχότερους, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ξεχνά από πού ξεκίνησε και ποιους εκφράζει. Ανόρθωση της οικονομίας, έστω με μεγάλη φορολόγηση των μεσαίων στρωμάτων, και μοίρασμα μέρους των πλεονασμάτων στους φτωχότερους. Αυτό είναι το μοντέλο που αποκαλείται μέριμνα για «τους πολλούς».

Προσοχή, δεν προβάλλεται μια διαφορετική οικονομική πολιτική αλλά μια διαφορετική διαχείριση. Στη βάση αυτή, θα συγκρουστεί τάχα μια ανάλγητη νεοφιλελεύθερη Δεξιά με μια κοινωνικά ευαίσθητη Κεντροαριστερά. Ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε 1.350.000 ψήφους και σχεδόν 24%. Δεν θα μοιάζουν τόσο άσχημα τα πράγματα αν τους διατηρήσει και εμποδίσει την αυτοδυναμία της Ν.Δ. Πρέπει, ακόμα, να αναδιατάξει τη σχέση με το ΚΙΝΑΛ και να εκπονήσει ένα σχέδιο συμμαχιών για την επόμενη μέρα. Βέβαια, μετά τη «σφαλιάρα» η δυνατότητα ελιγμών και πρωτοβουλιών μειώνεται, αλλά δεν εξουδετερώνεται εντελώς. Το «να φράξουμε το δρόμο στη Δεξιά» θα είναι το κεντρικό στοιχείο της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ. Παλινόρθωση Δεξιάς ή συνέχιση μιας προοδευτικής πορείας για τους «πολλούς» με διαστολή της επιδοματικής πολιτικής;

Όλοι οι άλλοι σχηματισμοί, θα επιδιώξουν την επιβίωση τους. Μόνο όσοι θα έχουν έναν πολιτικό λόγο ρεαλιστικό και πειστικό, που να περιγράφει κάτι διαφορετικό, θα έχουν κάποια τύχη. Αν και ο ένας μήνας είναι ελάχιστος χρόνος.

«Αντίσταση» ή πολιτική διεξόδου;

Υπάρχουν δύο επιλογές για όσους κινούνται πέρα από τα δύο αυτά κόμματα. Από τη μια η «αντίσταση», δηλαδή η επιβίωση, περιχαράκωση και επιδίωξη να μην υπάρξουν απώλειες (κλασική περίπτωση το ΚΚΕ, με πολιτική αποκλειστικά για τα μέλη και τη στενή επιρροή του, ευχαριστημένο στο ταμπούρι του 5%).

Μία άλλη, ποιοτικά διαφορετική στάση είναι να μοχθήσει κανείς για τη διαμόρφωση πραγματικής εναλλακτικής πρότασης διεξόδου και αναγέννησης της χώρας. Τόσο ως ανάλυση, στόχους, βήματα προς αυτή την κατεύθυνση, όσο και ως διαδικασία, μέθοδο, σύγκλιση ερωτημάτων και δυνάμεων. Αρκεί να έχουν αυτές ξεκαθαρίσει ότι προσπαθούν κάτι τέτοιο και όχι μια εκλογική επιβίωση. Το «να ενωθούμε» όπως όπως και, για λόγους επιβίωσης φθαρμένων προσώπων και σχηματισμών, χωρίς οποιοδήποτε συμπέρασμα και ίχνος αυτοκριτικής, να ξαναεμφανιστούμε στις προσεχείς εκλογές, γιατί να θεωρηθεί έξυπνη κίνηση;

Τα δύο μπλοκ του υπό διαμόρφωση διπολισμού έχουν μια πολιτική εντός συστήματος που όμως διαμορφώνει εκλογικούς όγκους που υπερβαίνουν το 1 ή τα 2 εκατομμύρια. Το ταμπούρι του 5% (300.000 ψήφοι) είναι ρεαλιστικό για κάποιες δυνάμεις, αξιοζήλευτο για άλλες που καταρρέουν, αλλά δεν αποτελεί πολιτική που βάζει φρένο στα έστω ασταθή μπλοκ που σχηματίζονται. Χρειαζόμαστε πολιτική εναλλακτική, δραστήρια και πολλαπλασιαστική.

Όταν αυτά λείπουν, η γνώση πως λείπουν είναι πολύ καλύτερη από αυτοκαταστροφικές «επιχειρήσεις διάσωσης».

Σχόλια

Exit mobile version