Αρχική δρόμος της αριστεράς Δέκα Χρόνια Διανοητικού Αποικισμού

Δέκα Χρόνια Διανοητικού Αποικισμού

του Νίκου Λάιου*

«Καμιά κοινωνία δεν είναι ικανή να αυτοπροσδιοριστεί,
δηλαδή να προσδιορίζει η ίδια τον προορισμό της, χωρίς
την παραγωγή συνείδησης για την ίδια και τον κόσμο» (1)

Το κλείσιμο 10 χρόνων ζωής του Δρόμου και η τύπωση του 500ού φύλλου του μας καλούν σε ανασκόπηση, που εδώ εστιάζει σε ένα από τα θέματα που απασχόλησαν συχνά τις στήλες του: Το θέμα της διαμόρφωσης μιας νέας συνείδησης.

Στις 23 Απριλίου του 2010 ανακοινώθηκε η προσφυγή της χώρας στον «μηχανισμό στήριξης» των ΔΝΤ, Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ΕΚΤ. Η δεκαετία που ακολούθησε, δεν χαρακτηρίζεται μόνο από τη μαζική παραγωγή νόμων, δομών και θεσμών «κλειδώματος» της χώρας στο καθεστώς αποικίας χρέους. Χαρακτηρίζεται και από διεργασίες διαμόρφωσης των όρων αποδοχής αυτής της μεταμοντέρνας, υβριδικής, «εναλλακτικής» αποικιοποίησης.

Με τον όρο «διανοητικός αποικισμός» (mental colonization) συνοψίζονται οι διαδικασίες με τις οποίες μια κοινωνία τείνει να εσωτερικεύει την πεποίθηση ότι οι ιδέες και οι αξίες του αποικιοκράτη είναι εξ ορισμού υψηλότερου επιπέδου, πιο «σύγχρονες» και πιο προοδευτικές από τις δικές της, που τείνει να τις απορρίπτει ως «κατώτερες» και «καθυστερημένες». Οι αποικιοποιημένοι, έτσι, δεν πασχίζουν να προσαρμόζουν ιδέες και αξίες στη δική τους πραγματικότητα: Πασχίζουν να ζουν στις πραγματικότητες άλλων (2).

Το σημαντικό στοιχείο εδώ είναι αυτό της εσωτερίκευσης: Αυτό που εσωτερικεύω, είναι πια οργανικό κομμάτι του κοινωνικού εαυτού μου, ώστε αχρηστεύεται σημαντικό μέρος της ανάγκης για εξωτερικό έλεγχό μου. Με άλλα λόγια, μπορώ όσο θέλω να γράφω στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για την ανάγκη απαγκίστρωσης της Ελλάδας από τα δεσμά της ποίξας και δείξας Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.): Αρκεί παράλληλα να αναπαράγω –επιτιθέμενος στον «νοικοκυραίο Νεοέλληνα»– τον «ανθρωπιστικό» πυρήνα της ανώτερης, προοδευτικής, φιλελεύθερης αφήγησης της Ε.Ε. γύρω από το προσφυγικό-μεταναστευτικό ζήτημα, η οποία ενσαρκώνεται σε πολιτικές περαιτέρω συρρίκνωσης δυνατοτήτων ανεξαρτησίας της Ελλάδας, δηλαδή μεγαλύτερης εξάρτησής της από την Ε.Ε. Αν μάλιστα είμαι και δημοτικός σύμβουλος ή «εκπρόσωπος της κοινωνίας των πολιτών», μπορώ όσο θέλω να φωνάζω για τις δομές-φυλακές προσφύγων: Αρκεί να κάτσω ύστερα στο ίδιο τραπέζι με τον Γερμανό «υφυπουργό Ελλάδας» (πρώτα τον Φούχτελ, πλέον τον Μπάρτλε), για να «ανταλλάξω τεχνογνωσία» στα ζητήματα αυτοδιοίκησης.

Ένα από τα ζητήματα, λοιπόν, που (θα έπρεπε να) έχει αναδείξει η δεκαετία που διανύσαμε, είναι κι αυτό της απο-αποικιοποίησης της συνείδησης, του σπασίματος αυτής της ειδικής, κεκαλυμμένης και βαθιάς σχέσης εξάρτησης, που διαπερνά οριζοντίως και καθέτως κοινωνικές τάξεις, ιδεολογίες, επιστημονικά πεδία, λειτουργήματα κ.ο.κ., ενσωματώνοντάς τα στους σχεδιασμούς του μεταμοντέρνου αποικιοκράτη

Ο «διανοητικός αποικισμός» δεν είναι, βέβαια, καινούριο φαινόμενο. Ξετυλιγόταν σε τεράστιες περιοχές του πλανήτη για πολλές δεκαετίες, στην περίοδο της «κλασικής» αποικιοκρατίας, αφήνοντας μέχρι σήμερα τραύματα βαριά κι ανεξίτηλα σε πάμπολλες πτυχές της ζωής των εθνών-κρατών, που γεννήθηκαν μέσα από τους αγώνες για ανεξαρτησία – συχνά τυπική, ανολοκλήρωτη. Από την άλλη πάλι, συγγενείς διεργασίες ξετυλίγονται αδιάκοπα στον τόπο, από την εποχή τής υπό ξένης προστασίας ίδρυσης του νεοελληνικού κράτους – στο πλαίσιο, δηλαδή, της έτσι κι αλλιώς διαχρονικής ιμπεριαλιστικής εξάρτησης της χώρας και της παρουσίας της στην αρένα της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης των τελευταίων 30 χρόνων. Θα μπορούσαμε, τελικά, να ξεμπερδεύαμε με κάτι του τύπου «Έχουμε γίνει Αμερικανοί», που καλώς είχε γράψει ο Γκυ Ντεμπόρ το 1985 (3). Μόνο που, στις σημερινές συνθήκες, μένοντας σε αυτά δεν λέμε τίποτα καινούριο και χρήσιμο για την κατανόηση της ειδικής, μεταμοντέρνας σχέσης αποικιοκράτη-αποικιοκρατούμενου, που συνεπάγεται νέους βαθμούς και τρόπους απώλειας ανεξαρτησίας και κυριαρχίας: και όχι αποκλειστικά από τον αποικιοκράτη, αλλά και γενικότερα εξ αιτίας της εξάρτησης από αυτόν, αφού στην περίπτωση της χώρας μας παίζει ενεργό ρόλο και ο παράγοντας του επεκτατικού τουρκικού κράτους.

Με τόλμη, για μια νέα συνείδηση

Ένα από τα ζητήματα, λοιπόν, που (θα έπρεπε να) έχει αναδείξει η δεκαετία που διανύσαμε, είναι κι αυτό της απο-αποικιοποίησης της συνείδησης, του σπασίματος αυτής της ειδικής, κεκαλυμμένης και βαθιάς σχέσης εξάρτησης, που διαπερνά οριζοντίως και καθέτως κοινωνικές τάξεις, ιδεολογίες, επιστημονικά πεδία, λειτουργήματα κ.ο.κ., ενσωματώνοντάς τα στους σχεδιασμούς του μεταμοντέρνου αποικιοκράτη, παρ’ όλα τα πανό, τις ντουντούκες και τις ατρόμητες πένες.

Μπροστά σε ένα τόσο κομβικό πρόβλημα, πρόβλημα μετάβασης και όχι ομφαλοσκόπησης, χρειάζεται να θυμόμαστε και τούτο: Ο υποτελείς, αποικιοκρατούμενοι λαοί, ποτέ δεν αποτέλεσαν ορθάνοιχτα πεδία άσκησης «διανοητικού αποικισμού», παθητικούς αποδέκτες και «αγαθιάρηδες» φορείς του. Αντιθέτως, κάθε άσκηση εξουσίας από πλευράς αποικιοκρατών συναντούσε πάντοτε την αντίσταση των αποικιοκρατούμενων. Η ιστορία δεν γράφεται κάποτε με μαύρο χρώμα, άλλοτε με κόκκινο και τέλος… Αυτή η υπενθύμιση, σαν καταστάλαγμα διαλεκτικής, μάς χρειάζεται για τρεις λόγους:

  • Πρώτον, για να κατανοούμε καλύτερα υπαρκτές δυνατότητες ανατροπής της μεταμοντέρνας αποικιοκρατικής συνθήκης, ως κομμάτι ενός καθολικού εγχειρήματος διεξόδου της χώρας.
  • Δεύτερον, για να είμαστε γενικά πιο αυστηροί κριτές των εαυτών μας, όσον αφορά τους βαθμούς (αν)αντιστοιχίας ανάμεσα στις διάφορες στρατεύσεις μας απέναντι σε καπιταλισμό, ιμπεριαλισμό κ.λπ., και στη συνειδησιακή διάβρωση που όλοι μας έχουμε υποστεί, ζώντας καθημερινά στην αποικία χρέους Ελλάδα.
  • Τρίτον, για να είμαστε ειδικότερα πιο τολμηροί, όσον αφορά την υπόθεση μιας νέας συνείδησης -συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής γνώσης σε επίπεδο ακαδημαϊκό και μιας νέας κοινής λογικής- που θα αξιώνει να έχει χαρακτήρα εντόπιο. Ώστε να συνδιαλέγεται με ανάλογα προχωρήματα σε άλλες χώρες, ισότιμα, για να κατανοούνται και να αντιμετωπίζονται σύγχρονα φαινόμενα στον τόπο μας και στον πλανήτη, προς όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας.

Το στοιχείο της τόλμης είναι καθοριστικής σημασίας. Ο Καμερουνέζος διανοούμενος Ασίλ Μπέμπε γράφει σχετικά, αναφερόμενος στο οριστικό «διαζύγιό» του από τις «πολιτικές ταυτότητας» (identity politics), που τα τελευταία χρόνια κατακλύζουν, όταν δεν μονοπωλούν, τον λόγο και τα πολιτικά προγράμματα της αριστεράς:

«Στο παρελθόν, οι θεωρίες της διαφορετικότητας και της ταυτότητας χρησίμευαν ως μοχλοί στους αγώνες για ισότητα και δικαιοσύνη. Δεν συμβαίνει αυτό, πλέον. Τις έχουν οικειοποιηθεί οι δυνάμεις της αδιαλλαξίας και έχουν μετατραπεί σε όργανα απόλυτων διαχωρισμών». Και τονίζει ότι η προσέγγιση, που έχει υιοθετήσει, «αναγκάζει να εγκαταλείψουμε τη γνώριμή μας, ασφαλή πεπατημένη και να εκτεθούμε συνειδητά στον κίνδυνο να ταρακουνήσουμε τις βεβαιότητές μας. Η σκέψη σε τέτοιο πλαίσιο σημαίνει ότι παίρνεις ρίσκα, μη εξαιρετέου του ρίσκου να σε παρεξηγήσουν ή να σε παρερμηνεύσουν». [4]

Ο Μπέμπε κατηγορείται, μεταξύ άλλων, για αντισημιτισμό από τον Φέλιξ Κλάιν, επίτροπο της γερμανικής κυβέρνησης για ζητήματα αντισημιτισμού…

Το άρθρο του, από όπου τα αποσπάσματα, αναδημοσιεύτηκε στα αγγλικά στην ιστοσελίδα Latitude του Ινστιτούτου Γκαίτε…

Παραπομπές:

(1) Λινέρα, Α. Γκ. (2020). «Παγκόσμιος πανικός και αβεβαιότητα των προοπτικών», Δρόμος της Αριστεράς, φ. 494/17.04.2020 – Διαθέσιμο στο: edromos.gr/pagkosmios-panikos-kai-avevaiotita-ton-prooptikon/

(2) O’Connor, E. (2005). «Labour And Politics, 1830-1945: Colonisation and Mental Colonisation». Στο Ó Drisceoil, Donal, Lane, F. (Eds.) «Politics and the Irish Working Class, 1830–1945», Palgrave Macmillan UK, 2005.

(3) Debor, G. (2007). «Notes on the “immigrant question”», NOT BORED! – Διαθέσιμο στο: www.notbored.org/immigrant-question.html

(4) Mbembe, A. (2020). «Letter to the Germans» – Διαθέσιμο στο: https://www.goethe.de/prj/lat/en/dis/21864261.html?fbclid=IwAR1g-Rv7g8s5wxigSjfVWdqr0vajM5LaVH-OhPkgftxY369HZlxd2k_gv-8

* Ο Νίκος Λάιος είναι κοινωνικός ανθρωπολόγος και μέλος της συντακτικής επιτροπής του Δρόμου

Σχόλια

Exit mobile version