Διάβαζα διάφορες αναλύσεις τις τελευταίες ημέρες που σχεδόν πανηγύριζαν γιατί οι πολίτες, λέει, ζητούν για πρώτη φορά -–όσο εκκωφαντικά– εκλογές όπως καταδεικνύεται από το πολιτικό βαρόμετρο της εταιρίας Public Issue που διεξήχθη από τις 23 Απριλίου έως τις 7 Μαΐου.

Οι πολίτες, λέει, από την εποχή που καθιερώθηκαν οι δημοσκοπήσεις στην Ελλάδα, ήταν πάντα αρνητικοί στη διενέργεια εκλογών και για να τις ζητούν τώρα κάτι θα σημαίνει.

Τι να σημαίνει άραγε όταν στην ερώτηση «σήμερα στην Ελλάδα, μάλλον χρειάζεται ή μάλλον δεν χρειάζεται να γίνουν βουλευτικές εκλογές;», οι ερωτηθέντες σε ποσοστό 56% απαντούν «μάλλον χρειάζεται» και σε ποσοστό 39% «μάλλον δεν χρειάζεται»;

Μπορεί να σημαίνει πως οι πολίτες είναι δυσαρεστημένοι από την κυβερνητική πολιτική. Λόγος προφανής και δίκαιος, αφού κυβερνά ένα κόμμα σε συνεργασία με κάποιο άλλο, τα οποία και ψέματα είπαν με βάση τα προεκλογικά τους προγράμματα και ακραίες οικονομικές πολιτικές υιοθετούν είτε τους ζητούνται είτε όχι.

Μπορεί να σημαίνει ταυτόχρονα πως οι πολίτες διαβλέπουν πως υπάρχει κάποιος –που μπορεί να προκύψει μάλιστα από εκλογική διαδικασία– για να τους δώσει λύσεις στα προβλήματά τους. Λόγος καινοφανής και άδικος όταν αναλογιστεί ένας απλός και πολύ κοινός νους ποια είναι η επιλογή που προβάλει ως αντιπρόταση κυβερνησιμότητας στο ΣΥΡΙΖΑ και ποιος είναι ο εν δυνάμει πρωθυπουργός.

Ο οποίος «εν δυνάμει», Κυριάκος Μητσοτάκης, σύμφωνα με το βαρόμετρο της Public Issue, συγκεντρώνει ποσοστό 42% ως ο καταλληλότερος για πρωθυπουργός σε σχέση με τον «κανέναν» που πέφτει στο 31% και τον Αλέξη Τσίπρα στο 26%.

Δεν ξέρω τι ακριβώς σκέφτεται ο μέσος Έλληνας που έδωσε κατά πλειοψηφία αυτές τις απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο που του τέθηκε.

Αναρωτιέμαι ωστόσο μετά από οκτώ χρόνια –από την πρώτη «είσοδο» σε μνημόνιο έως σήμερα της παγιωμένης πλέον κατάστασης μας–, πώς είναι δυνατόν κάποιος να θεωρεί ότι η μόνη του λύση είναι οι εκλογές και ακόμη περισσότερο ότι η μόνη του λύση είναι η επιστροφή στην εξουσία ενός κόμματος το οποίο και μνημόνια ψήφισε (και το συριζέϊκο για να μην ξεχνιόμαστε) και σκληρές νεοφιλελεύθερες πολιτικές ευαγγελίζεται.

Είναι χαρακτηριστική για παράδειγμα η τοποθέτηση του κ. Μητσοτάκη στις αρχές του μήνα στο «Digital Economy Forum 2018» του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Πληροφορικής και Επικοινωνιών Ελλάδας όπου είπε συνειδητά ότι «το κλασικό δυτικό ωράριο 9 π.μ. – 5 μ.μ. στην ίδια δουλειά είναι πλέον ξεπερασμένο και σε ένα περιβάλλον μιας τέτοιας τεχνολογικής επανάστασης οι ίδιοι οι πολίτες αλλά και οι επιχειρήσεις θα θέλουν συχνά να οργανώνουν ευέλικτα το χρόνο εργασίας σύμφωνα με τις δικές τους επιθυμίες».

Μια γερασμένη κοινωνία ψάχνει γερασμένες λύσεις, εγκλωβισμένη σε δίπολα, σε διλήμματα, σε «κανονικότητες».

Ποιος ξέρει; Μπορεί κάποτε να ξεπεράσει τα «ειωθότα»…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!