Αρχική γνώμες Αναδύεται μια νέα «ελληνική συνείδηση διεθνικότητας»

Αναδύεται μια νέα «ελληνική συνείδηση διεθνικότητας»

του Νίκου Σταθόπουλου

Ποντισμένοι στην επικαιρότητα, έτσι όπως διαμορφώνεται αποκλειστικά από τις διεργασίες και από τους επικοινωνιακούς μηχανισμούς του συστήματος, πνιγόμαστε στα καταιγιστικά καθέκαστα και χάνουμε το συνολικό τοπίο. Χάνουμε το βάθος και την προοπτική, τη γενική εικόνα του εθνικού και κοινωνικού γίγνεσθαι. Κι αυτό σημαίνει ότι στερούμαστε των ζωτικών προϋποθέσεων για τη σύλληψη και σχεδίαση μιας καθολικής στρατηγικής.

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΠΛΑ το «όραμα», που λείπει, αλλά, κυρίως, η εποπτεία, η γενική άποψη των πραγμάτων, η σφαιρική αίσθηση και η συγκροτημένη γνώση της εξελισσόμενης «μοίρας» μας. Τα εργαλεία μας έχουν σκουριάσει και μια εξουθενωτική ένδεια ιδεών ορίζει το μοιραίο μας έλλειμμα. Κάπως έτσι, η πολιτική κουράζει και απωθεί ως αποσπασματική μεγαλοστομία και ασύνδετη επικαιρικότητα, δηλαδή ως «συμπεριφορά αντίδρασης» που δίνει στο σύστημα το εύχρηστο άλλοθι που χρειάζεται. Και, επιπλέον, κάπως έτσι, η εξέλιξη γίνεται κανονικά μοίρα. Ο λαός-θεατής, είναι το παρεπόμενο μιας ανυπαρξίας του πολιτικού, είναι ο αμήχανος πολίτης που περιμένει να «τον καταλάβουν» ώστε να καταλάβει κι αυτός τον εαυτό του!

Όλο και περισσότερο επιβεβαιώνεται ότι, ως εθνικοκοινωνική οντότητα, λειτουργούμε πια σε βάση ενσωματωμένης ετερονομίας. Δηλαδή, το σκέπτεσθαι και το αντιδράν μεσολαβούνται από το «αυτονόητο» της ετεροαναφορικότητας. Πολιτεία, ελίτ και «υποτελείς» τάξεις, λαός, διανόηση, σκέφτονται και αποφαίνονται με άκρως βαρύνουσα την παράμετρο των διεθνών δεσμών, εξαρτήσεων και αναφορών της χώρας. Κι είναι αυτό μια πραγματική συνείδηση, δηλαδή έγκυρη αντανάκλαση ενός οργανικού βιώματος.

Είναι η εποχή της «πλανητικής διοργάνωσης», ο νέος κόσμος των πολυεπίπεδων και πολύπλοκων σχέσεων και συναφειών. Είναι η αμετάκλητη μετάβαση σε μια «πλανητική κοινωνικότητα». Η σύγχρονη ιλιγγιώδης τεχνολογία, οι ιδέες που αναπτύχθηκαν στην εξέλιξη του ανθρώπινου στοχασμού, οι απελευθερωμένες ανάγκες και ο απορριπτικός αναστοχασμός όψεων των παλιών εμπειριών, οι νέες επικοινωνίες και «συναντήσεις» στο πλαίσιο των οικονομικοπαραγωγικών αλλαγών: γίνονται οι «μήτρες» ενός νέου συλλογικού φαντασιακού που συνέχεται και από τη συνείδηση της διεθνικότητας. Ο παλιός κόσμος της περίκλειστης αυτοαναφορικότητας έχει εκλείψει, και μια νέα «βάση» καθορίζει ένα διαφορετικό «εποικοδόμημα», με ριζικό του χαρακτηριστικό το αδιανόητο, πλέον, μιας πολιτισμικής ζωής χωρίς διαρκή και οργανική σχέση με το «διεθνές περιβάλλον». Και είναι αυτή μια εξέλιξη όχι εκ των προτέρων και τελεσίδικα αρνητική.

Σε αυτό ακριβώς το σημείο, αναδεικνύεται η καθολική πραγματικότητα του εθνικού μας χώρου. Η αποτυχία των πατριωτικών αντιδράσεων στις κεντρικές μειοδοτικές πολιτικές και η εξάτμιση της νεοναζιστικής εθνικοφροσύνης, τεκμηριώνουν επαρκώς την αδυναμία του παραδοσιακού «πατριωτικού λόγου» να κινητοποιήσει συνειδήσεις και να δημιουργήσει δραστικές πολιτικές συσπειρώσεις. Και, παράπλευρα, ο εξαναγκασμός του επικυριαρχούμενου κράτους σε «κόλπα» και «νταηλίκια», προκειμένου να εφαρμόσει καίριες πλευρές της εθνικής υποτέλειας, μαρτυρά για την απουσία μιας λειτουργικής συναίνεσης. Βρισκόμαστε σε ένα κομβικό σημείο του συνειδησιακού μας ανακαθορισμού. Κύριο χαρακτηριστικό του, η πρακτική επανεξέταση της κουλτούρας διεθνών σχέσεων».

Ο λαός μας δεν αισθάνεται και δεν ζει όπως παλιά τη συμμετοχή του στο γενικό περιβάλλον του καιρού. Δεν είναι απλά ο «επάρατος» σημιτικός εκσυγχρονισμός, ο Σύριζα ως «γκλομπαλιστικό πρακτορείο», ο «Κούλης της Siemens», οι ελίτ που καταθέτουν τα προσκυνοχάρτια τους στο «Χίλτον», οι πληρωμένοι γραφιάδες-παρακεντέδες της ευρωμαφίας: είναι η αντικειμενική και «αναγκαστική» προσαρμογή του σκέπτεσθαι και αισθάνεσθαι στα σαρωτικά δεδομένα των νέων καιρών. Διότι, ανεξάρτητα από το «ταξικό καπέλο», οι εξελίξεις έχουν ουσιώδη αντικειμενικότητα σε σχέση με τις αναδιαπλάσεις του πολιτισμού και τις αναθεωρήσεις των βιοτικών παραμέτρων.

Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΟΨΗ της ιστορικής διχαστικής μας παράδοσης, είναι αυτή τού «παγκοσμιοποιητικού ευρωπαϊσμού» από τη μια, και του «εθνοαναφορικού φεντεραλισμού» από την άλλη. Δεν είναι η κλασική διαίρεση σε «πατριώτες» και «διεθνικούς», όπου οι πρώτοι ήταν οι περιχαρακωμένοι «επαρχιώτες» μιας διεθνομιμητικής εθνικοφροσύνης και οι δεύτεροι ήταν οι «εστέτ» ενός κεντρομόλου αρχοντοχωριάτικου «κοσμοπολιτισμού». Σήμερα, όλοι, ρητά και συνειδητά είτε σιωπηλά και ανεπίγνωστα: καταφάσκουν το «αντικειμενικό» της εξωστρέφειας, της δεδομένης ανοιχτότητας σε σχέση με τα σύνορα (στην πιο πλατιά τους σημασία). Ωστόσο, αυτή η «κοινή βάση» δεν συνεπάγεται μια ισοπεδωτική ομοιογένεια, δηλαδή το «μοιραίον» ενός θανάσιμου πολιτισμικού αποχαρακτηρισμού. Είναι δυο διαφορετικές πολιτισμικές δυναμικές εντός μιας ενιαίας συνείδησης εξωαναφορικότητας. Είμαστε, έτσι κι αλλιώς, εξωαναφορικοί, αλλά αυτό το αντικειμενικό μας Είναι «ερμηνεύεται» με δύο διαφορετικούς τρόπους.

Οι «ευρωπαϊστές» είναι η μετεξέλιξη του γραικύλικου φαναριωτισμού, οι αγωγοί μιας εθνικής έκλειψης υπέρ μιας «διεθνικότητας» με χαρακτηριστικά αφομοιωτικής χοάνης: είναι ο «εκσυγχρονιστικός κοσμοπολιτισμός» ως ιδεολογία παγκοσμιοποιητικής διάχυσης στο πλανητικό όλον. Σε αυτούς η πατρίδα είναι μια προσωρινή «γεωγραφική ταυτότητα», και η «πρόοδος» είναι η μοίρα ενός εξουθενωτικού ατομοκεντρισμού με κανόνες «αγοράς».

Ο «έλληνας άνθρωπος», που θα αποτελέσει το «ανθρώπινο δυναμικό» των ριζοσπαστικών πολιτικών του παρόντος, θέλει μια ώριμη έξοδο στην οικουμενικοποιούμενη ζωή: δηλαδή, θέλει μια ριζική εθνικοπολιτισμική ακεραιότητα, πηγή αυτοπεποίθησης και περηφάνιας, σε έναν διαρκή διάλογο με τους «άλλους» των συναφών αναγκών και ροπών

Οι «εθνοαναφορικοί» είναι ο πατριωτισμός που βιώνεται ως διακριτή ταυτότητα σε έναν «ανοιχτό κόσμο» πολλαπλών συναντήσεων και επαφών. Είναι η πατρίδα ως ριζικός προσδιορισμός της βασικής αυτοαίσθησης ενός υποκειμένου που μετέχει σε ένα ιλιγγιώδες γίγνεσθαι συνευρέσεων με καθαρή την επίγνωση της ανάγκης να «είναι ορισμένο πρόσωπο» αφού διαφορετικά: και αυτό θα εξαφανιστεί, και η χαρά αυτού του «πάρτυ» θα χαθεί μέσα σε μια τραγική πολτοποίηση.

Αν υπάρχει μια ελπίδα, αυτή πρέπει να αναζητηθεί στον εθνοαναφορικό φεντεραλισμό. Δηλαδή στην ελληνική συνείδηση διεθνών οργανικών συναφειών. Στην ανάπτυξη πολιτικών που θα «οικογενειοποιούν» το ελληνικό «παρών» σε ευρύτερες διαεθνικές ενότητες. Η Ευρώπη, τα Βαλκάνια, η εγγύς Ανατολή, η Βόρεια Αφρική: είναι πεδία διάπλασης πολύπλευρων σχέσεων ανάμεσα σε αυτόνομες εθνοκρατικές οντότητες, στην προοπτική υπερ-δομών αναβαθμισμένης συνύπαρξης. Η απομόνωση είναι μια επικίνδυνη δυστοπία, και ο χιμαιρικός εθνικισμός είναι μια ιδεοληπτική ματαίωση. Καθοδηγητική ιδέα αποτελεί το «βαλκανικό όραμα» του Ρήγα Βελεστινλή.

Και μέγα επίκεντρο αυτής της οραματικής προοπτικής αποτελεί η Ευρώπη, η Δύση σε μια πλατύτερη εννόηση. Ένας πολιτισμός που, μέσα σε όλα τα αιματηρά του «ελαττώματα», παραμένει η ανώτερη ποιότητα, σε σχέση, ας πούμε, με την ισλαμιστική επιδρομικότητα του μουσουλμανικού θρησκειοκεντρισμού. Μια Δύση χωρίς τις χρηματιστηριακές εξαργυρώσεις του Διαφωτισμού και τον αλαζονικό ελιτισμό της οιονεί αποικιοκρατικής παράνοιας, είναι μια γόνιμη πολιτισμική προοπτική. Αρκεί αυτό να μην μεταφραστεί σε πολυπολιτισμικό γραικυλισμό και «κοινοβουλευτικό κρετινισμό» νέου τύπου…

Ήδη από τα μέσα του 19ου αι., στο πλαίσιο του κινήματος του Επτανησιακού Ριζοσπαστισμού, έχει τεθεί το πολιτισμικό πρόταγμα μιας «Ευρωπαϊκής Συμπολιτείας των λαών» : και μιλάμε για μια «σχολή σκέψης» που θεμελίωνε τον εθνικοαπελευθερωτικό της λόγο στην πολιτική σύνθεση της πατρίδας, της πίστης και της κοινωνίας. Τα δίκαια της πατρίδας δεν εννοούνται ως πεισματικός αυτοκαθορισμός αλλά ως υπεράσπιση μιας βάσιμης και δίκαιης αυτονομίας που εγγυάται μια δυναμική συλλογικότητα και όχι ένα τηλεχειριζόμενο «πολυπολιτισμικό τσούρμο». Αν φοβούνται κάτι οι εκάστοτε «Δυνατοί», αυτό είναι η οργανική ενότητα ώριμων αυτοτελών Προσώπων.

ΜΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΗ πρόταση διεξόδου πρέπει να εκκινεί από την βαθιά κατανόηση των μεταλλαγών της συλλογικής συνείδησης. Να μετουσιώνει σε αρθρωμένο πολιτικό πρόγραμμα τη νέα ελληνική εθνολαϊκή συνείδηση της σταθεροποιημένης ροπής προς ενεργητική συμμετοχή στο διεθνές γίγνεσθαι. Εγκαταλείποντας το σκιάχτρο του «ψωροκωσταινισμού», το διηνεκές πατριωτικό φρόνημα αναζητά τους όρους αυτοσυνειδησίας του στη διαλεκτική του εθνικού με το διεθνές, χωρίς μονόπαντες ιδεοληψίες παλιών ιδεολογικών στερεοτύπων.

Ο «έλληνας άνθρωπος», που θα αποτελέσει το «ανθρώπινο δυναμικό» των ριζοσπαστικών πολιτικών του παρόντος, θέλει μια ώριμη έξοδο στην οικουμενικοποιούμενη ζωή: δηλαδή, θέλει μια ριζική εθνικοπολιτισμική ακεραιότητα, πηγή αυτοπεποίθησης και περηφάνιας, σε έναν διαρκή διάλογο με τους «άλλους» των συναφών αναγκών και ροπών. Η εμμονή στην (εθνοκεντρική) μονομερή αυτάρκεια είτε στην (κοσμοπολιτική ) αυτοαναιρετική διάχυση, καταλήγουν μοιραία στην παγκοσμιοποιητική ακύρωση. Αν θέλουμε να διασώσουμε την ιστορική μας ταυτότητα, πρέπει να την αναχωνεύσουμε σε μια ενεργητική διαλεκτική «επίθεσης στην ανοιχτότητα» των καιρών.

Σχόλια

Exit mobile version