Στις 24/10/1994 πέθανε ο Γιαννης Χοντζέας, βασικός διαμορφωτής του μ-λ κινήματος στην Ελλάδα, της Α/συνέχεια και έμμεσα της ΚΟΕ.

Βγαλμένος μέσα από τα σπλάχνα του κομμουνιστικού κινήματος της Ελλάδας, αφιέρωσε όλη την ζωή του στην υπόθεση του κομμουνισμού. Η ιδιαιτερότητά του συνίσταται στο ότι είχε εκτιμήσεις, είχε απόψεις που άντεχαν στο χρόνο και ήταν διεισδυτικές, ήξερε να εξεγείρεται, να παλεύει ενάντια στο ρεβιζιονισμό και τον οπορτουνισμό, άνθρωπος σπάνιος, με ευρύτατους ορίζοντες, με βαθύτατη γνώση ιστορίας και φιλοσοφίας. Βασική του εκτίμηση ήταν πως «για να ωριμάσει η νέα συνείδηση δεν αρκεί η “κάθοδος στο παρελθόν”, στην ιστορία, αλλά η ταυτόχρονη “κάθοδος” σε βάθος στη διαμορφωμένη πραγματικότητα». Η επαφή με το έργο του Γιάννη Χοντζέα είναι μια γόνιμη διαδικασία για κάθε άνθρωπο, για κάθε αγωνιστή. Από τις εκδόσεις Α/συνέχεια κυκλοφορούν πολλά έργα του. Στην συνέχεια παραθέτουμε ένα απόσπασμα από τον πρόλογο του βιβλίου Σημειώσεις για το εργατικό κίνημα και τον λενινισμό, όπου αναφέρεται στην κοινή δράση, στις συνεργασίες και σε ορισμένες απαιτήσεις που πρέπει να τις συνοδεύουν.

Προϋποθέσεις και απαιτήσεις για κοινή δράση και συνεργασίες

Από τον πρόλογο του βιβλίου του Γιάννη Χοντζέα Σημειώσεις για το εργατικό κίνημα και τον λενινισμό

Για να αρχίσει μια προσπάθεια «επικοινωνίας» – συνένωσης – κοινής δράσης, οι «κλασικοί» τρόποι, «κλασικοί» στην αθλιότητά τους, είναι το λιγότερο απρόσφοροι. Μπορούν να επικοινωνούν, για να συνενωθούν και να ενεργήσουν μαζί, όσοι έχουν μια τέτοια θέληση. Και για να έχουν ή να αποκτήσουν αυτή τη θέληση, χρειάζεται να πειστούν ή να πιστέψουν ή να καταλήξουν πως αξίζει τον κόπο να το κάνουν αυτό, πως είναι απαραίτητο να το κάνουν. Κι αυτό θα γίνεται στο βαθμό που δυναμώνουν οι κινήσεις, οι επαφές, το σπάσιμο της απομόνωσης και του «εθελοντικού» εγκλεισμού, οι κοινές συζητήσεις και, όπου γίνεται κατορθωτό, οι κοινές έστω μερικές ενέργειες.
Στην προοπτική αυτή δεν αντιστοιχούν ούτε οι αναπαραγωγές ίδιων κι απαράλλαχτων «κλασικών» καταστάσεων, με το μανδύα της επισήμανσης, ανάδειξης «νέων υποκειμένων». Ο στρουθοκαμηλισμός της μακαριότητας που επικράτησε και επικρατεί τα τελευταία χρόνια, έδωσε αρκετά δείγματα πού οδηγεί. Δεν οικοδομείται άποψη με την εφεύρεση ή την αποκάλυψη μιας «πρωταρχικής ιδέας» ή με τη συγκόλληση ετερόκλητων «νέων υποκειμένων», σήμερα αυτό, αύριο εκείνο, «ψάχνουμε ποιος κρατάει την απόλυτη αλήθεια, αλλά πάνω απ’ όλα το μαγαζί μου».
Υπάρχουν πολλοί τρόποι να ψάχνεις. Να παριστάνεις πως ψάχνεις. Να ψάχνεις κάνοντας τον ωτακουστή ή τον «κασετοπειρατή». Να ζητάς έπειτα τα ρέστα απ’ αυτόν που «άκουσες» ή «διάβασες» και να τον στήνεις στον τοίχο, γιατί εσύ τα λες καλύτερα αυτά που «βρήκες», ενώ ο άλλος για σένα είναι ανυποψίαστος.
Το πρόβλημα δεν βρίσκεται στην αποκάλυψη, ανεύρεση, επισήμανση μιας «ιδέας-σπαθί», ενός «υποκειμένου που σκίζει». Βρίσκεται στον εντοπισμό, την αποκάλυψη μηχανισμών. Αλλά για να αποκαλύψεις, να εντοπίσεις μηχανισμούς, που γεννούν ή τείνουν να γεννούν αυτά ή εκείνα τα στοιχεία, πρέπει να γνωρίσεις τη «γενεαλογία» αυτών των μηχανισμών και τον τρόπο, τα εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν για να εντοπιστούν. Έχεις ανάγκη να χρησιμοποιήσεις τα εργαλεία που υπάρχουν. Το αν θα αποδειχτούν αποτελεσματικά ή όχι, θα το δείξει το πηγαιν-έλα ανάμεσα στην προσεγγιστική διαδικασία και στη διαδικασία «δοκιμής» αυτών που σου έδωσε η προσέγγιση. Η ολοκληρωτική απόρριψη πραγμάτων που δεν γνωρίζεις ή που γνωρίζεις λίγο ή ελάχιστα, με τη συναισθηματική παρόρμηση πως τα χρησιμοποιούν άλλοι που σε απωθούν, είναι μια χαρακτηριστική κοινή στάση. Το ερώτημα που μπαίνει είναι πώς τα χρησιμοποίησαν ή τα χρησιμοποιούν, ποια απ’ αυτά χρησιμοποίησαν και χρησιμοποιούν, και αν τελικά τα χρησιμοποιούν για να αποκαλύψουν την ουσία των φαινομένων και να βγάλουν τα αναγκαία συμπεράσματα ή για να συσκοτίζουν αυτή την ουσία.
Αλλά όταν συμβαίνουν όσα συμβαίνουν στους «μικρόκοσμους», αυτά δεν είναι αναπαραγωγή όσων συμβαίνουν στους «μεγάλους κόσμους»; Κι αφού πρόκειται για μια αναπαραγωγή, μίμηση θεληματική ή αθέλητη της επικράτησης της λογικής του «κάνουμε πολιτική», ενώ άλλα σκεφτόμαστε κι άλλα πιστεύουμε ή δεν πιστεύουμε τίποτα, αλλά καμωνόμαστε πως πιστεύουμε, δεν πρέπει να ξεκινήσουμε από την αποκάλυψη των μηχανισμών που συντηρούν και κάνουν να αναπαράγεται η ίδια λογική που είναι η λογική του κεφαλαίου (ο φετιχισμός του αντεστραμμένου κόσμου) και σε «μεγαλόκοσμους» και «μικρόκοσμους» που βρίσκονται σε μια ανταγωνιστική θέση;
Αυτός δεν είναι ο βασικός όρος για την επισήμανση κενών και τη διάνοιξη ρηγμάτων στα συστήματα εξουσίας με την πλήρη έννοια; Τότε δεν αναιρείται – όταν εκπληρώνεται ο όρος αυτός – ο ουτοπικός, δονκιχωτικός κ.λπ. κ.λπ. χαρακτήρας της απόπειρας ανατροπής των κατεστημένων συσχετισμών και ισορροπιών;
Αυτή είναι η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο «παίζω με την επανάσταση» και στο «παίρνω σοβαρά την επανάσταση». Πρόκειται για μια τομή, που είναι πολιτική τομή, αλλά που φέρνει αντιμέτωπες δύο διαμετρικά αντίθετες έννοιες της πολιτικής. Και γι’ αυτό φέρνει αντιμέτωπες δύο διαμετρικά αντίθετες έννοιες για την επιστήμη, τη γνώση κ.λπ.
Οι δραστηριότητες που αναπτύχθηκαν ή αναπτύσσονται ή που θα αναπτυχθούν, όποια κι αν είναι η σημασία τους, από εκτατική άποψη, θα αποχτήσουν μια ευρύτερη έννοια και μια μεγαλύτερη συνοχή αν στη βάση τους, στους «φορείς» τους, γίνεται όλο και μεγαλύτερη η συνείδηση των πραγματικοτήτων και γι’ αυτό και καθαρότερη και η αιχμή τους.
Πρόκειται βέβαια για μια άποψη και τίποτα παραπάνω.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!