Συνέντευξη στον Κώστα Στοφόρο
Τη διαβάζω συχνά, πολλές φορές καθημερινά στο Διαδίκτυο. Άλλωστε διατηρεί ένα από τα πιο δημοφιλή λογοτεχνικά μπλογκ. Η Χαριτίνη Ξύδη με λόγο αιχμηρό, κοντά σε όσα συμβαίνουν γύρω μας, αλλά και με ένα δικό της κόσμο, που κατασκευάζεται κάθε μέρα μέσα από κείμενα και στίχους.

Μια άλλη πραγματικότητα, συχνά σκοτεινή, ξεπροβάλλει μέσα από τα λόγια της… Πριν από λίγες ημέρες κυκλοφόρησε μια νέα ποιητική συλλογή, το «Τακούνια καίγονται στο φούρνο», επιβεβαιώνοντας πως κατέχει μια θέση ξεχωριστή στη σύγχρονη ελληνική ποίηση. Η κουβέντα μαζί της είναι εξίσου απολαυστική με τα βιβλία της!

 

Έχω την αίσθηση πως η κρίση κάνει καλό στην… έμπνευση. Νομίζεις ότι όντως συμβαίνει κάτι τέτοιο; Κι αν ναι, γιατί;
Πιστεύω πως πράγματι συμβαίνει αυτό. Πάντα συνέβαινε. Πιθανότατα, επειδή ο Έλληνας δημιουργούσε υπό πίεση τα μεγαλύτερα έργα του. Νομίζω πως είναι ιδιοσυγκρασιακό χαρακτηριστικό αυτού του λαού να δημιουργεί αριστουργήματα σε περιόδους κρίσης. Ίσως πάλι επειδή ο τόπος μας τελεί υπό διαρκή κρίση… Η ψυχοσύνθεσή του είναι η αιτία. Στην έμπνευση δεν πιστεύω. Πιστεύω μόνο στη βαθιά -ακόμη και «αχαρτογράφητη»- αιτία που κινεί τη σκέψη και τα συναισθήματα. Που κινεί ολόκληρη την ψυχή. Δεν είναι πως εκλογικεύω πάντοτε τις αιτίες. Αλλά το ψυχόρμητο είναι ο δικός μου βατήρας.

Τακούνια καίγονται στο φούρνο. Παράξενος στίχος και τίτλος του βιβλίου σου. Μπορείς να μας πεις δυο λόγια γι’ αυτό;
Τα τακούνια είναι τρόπον τινά ο θηλυκός «βηματισμός»… Τα χρησιμοποίησα ως σύμβολο για τις χιλιομετρικές, τις συναισθηματικές, τις ψυχικές αποστάσεις που διανύει ένας άνθρωπος εντός του, πρωτίστως, αλλά και για να φτάσει σ’ έναν άλλον άνθρωπο. Συμβαίνει συχνά, ο προορισμός αυτής της πορείας, να ματαιώνει, να «καίει» αλλιώς, τη διαδρομή. Δεν θέλω να πω μ’ αυτό, πως προεικάζεται μέσω του στίχου και του τίτλου, η ματαίωση. Όμως σημαδεύει τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά. Γι’ αυτό εκτίμησα πως ο στίχος θα προκαλούσε μία έλξη στον αναγνώστη που θα τον έφερνε πιο κοντά στις οικείες του ματαιώσεις που ενδεχομένως αναγνωρίζει.

Είσαι μια πολυδιαβασμένη «μπλόγκερ»- ποιήτρια. Για ποιο λόγο να εκδώσει κανείς βιβλίο με ποιήματα, όταν όλοι μάς λένε πως η ποίηση «δεν πουλάει»; Έτσι κι αλλιώς έχεις ένα κοινό που σε διαβάζει και σε απολαμβάνει…
Η έντυπη έκδοση έχει να κάνει (και μιλάω για μένα μόνο) με κάποιο είδος ματαιοδοξίας, από την πλευρά του δημιουργού. Η δική μου σκέψη λέει πως το έντυπο υλικό παραπέμπει σε μια ατόφια, ακραιφνή, διαδικασία ανάγνωσης. Πιο ρομαντική… πιο παλιομοδίτικη, η οποία προσωπικά, με συνεπαίρνει. Την ακολουθία: να κάνει κάποιος τη σαββατιάτικη βόλτα του, ας πούμε, στα βιβλιοπωλεία, να ψάξει στα ράφια τους, να διαλέξει ακριβώς αυτό που επιθυμεί να διαβάσει. Να επιστρέψει στην ησυχία του σπιτιού του, να πάρει τον χαρτοκόπτη, να χωρίσει τις σελίδες και να ξεκινήσει την ανάγνωση. Δεν απαξιώνω, σε καμιά περίπτωση, την ηλεκτρονική ανάγνωση και τους αναγνώστες που έχουν έρθει κοντά στη γραφή μου μέσω του Διαδικτύου. Όμως, για ένα λογοτέχνη είναι πολύ σημαντική η στιγμή της έκδοσής του. Αν και η εποχή μας προσφέρεται για τις e-εκδόσεις και τις e-αναγνώσεις, αυτό δεν αναιρεί την ψυχική απολαβή του δημιουργού και τη χαρά, όταν εκδίδεται εντύπως. Δεν με ενδιαφέρει να πουλήσω για να βγάλω χρήματα από την ποίηση. Και αυτό το υποστηρίζω κατηγορηματικά και ανέκκλητα. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι η διάδοση του έργου και το μοίρασμα με τους αναγνώστες.

Έβγαλες το βιβλίο σου από ένα νέο εκδοτικό οίκο που πρεσβεύει κάποιες άλλες αξίες. Πόσο σημαντική είναι για τους δημιουργούς η… αυτοοργάνωση;
Αυτή τη φορά επέλεξα τον εκδοτικό οίκο με ένα πιο ιδιωτικό κριτήριο – αν μπορώ να το πω έτσι. Το έκτο βιβλίο μου Τακούνια καίγονται στο φούρνο κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Άνεμος. Με τους δημιουργούς του Άνεμος, γνωριζόμαστε χρόνια και μας συνδέει σχέση δυνατής φιλίας και αγάπης. Εκτιμώ βαθιά την «ιδεολογία» των συγκεκριμένων εκδόσεων, την αξιοπρέπεια, την εντιμότητα και το ήθος των παιδιών, το μεράκι και την ευαισθησία με την οποία περιβάλλουν τα βιβλία των λογοτεχνών που επιλέγουν να εκδώσουν. Αυτό με συγκινεί. Τώρα, για τα θέματα της αυτοοργάνωσης και λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα λογοτεχνικά πράγματα στην Ελλάδα, καθώς και το εκδοτικό καθεστώς, θεωρώ πως είναι καίριο ζήτημα. Όλοι γνωρίζουμε, λίγο-πολύ, τι συμβαίνει με τους εκδότες. Ισχύουν, ως επί το πλείστον, εμπορικοί όροι σε σχέση με τα βιβλία και γενικότερα την προβολή, τη διάθεσή τους, τη διακίνηση και το κόστος τους, εντός και εκτός εισαγωγικών. Το γεγονός αυτό με απωθεί. Επιλέγω, λοιπόν, μετά από έξι βιβλία, τα οποία πηγαίνουν ακόμη απρόσμενα -για την εποχή και την οικονομική κρίση- καλά, ο κόσμος τα αγκαλιάζει και μιλάει γι’ αυτά, να μην πληρώνω για να εκδοθώ.

Βρήκα ενδιαφέρουσα και την εικονογράφηση του Κώστα Κουκουζέλη. Τι προσθέτει στο ποίημα Η ζωγραφιά; Το ερμηνεύει με κάποιον τρόπο; Το συμπληρώνει;
Οι ζωγραφιές του Κώστα είναι ενδιαφέρουσες και ταιριαστές με το κλίμα και το ύφος της γραφής μου. Θα έλεγα πως συμπληρώνουν με λεπταίσθητο τρόπο τα κείμενα. Όχι με την έννοια της κατεύθυνσης σε κάποια εικόνα. Αυτό θα περιόριζε τον αναγνώστη και θα τον προσανατόλιζε κάπου συγκεκριμένα. Δεν υπήρξε τέτοια πρόθεση από τους δυο μας. Δεν σκεφτήκαμε τόσο περίπλοκα. Απλώς μας αρέσουν, πιστέψαμε στο συνδυασμό τους με τα ποιήματα και ίσως-ίσως στην πιο ευχάριστη και συνδυαστική ανάγνωση!

Ο Αναγνωστάκης γράφει στον Επίλογό του: «…όπως πολύ σωστά είπε κάποτε/ κι ο φίλος μου ο Τίτος,/ “κανένας στίχος σήμερα δεν κινητοποιεί τις μάζες/ κανένας στίχος σήμερα δεν ανατρέπει καθεστώτα”./ Έστω./ Ανάπηρος, δείξε τα χέρια σου. Κρίνε για να κριθείς». Εσύ πώς βλέπεις τον ποιητή να παρεμβαίνει με τον δικό του τρόπο σε όσα συμβαίνουν γύρω μας σήμερα;
Ο ποιητής παρεμβαίνει ακριβώς όπως είπες. Με το δικό του τρόπο. Η τέχνη σε όλες -ανεξαιρέτως-  τις εποχές είχε τη δική της εσωτερική δύναμη αλλά και «εξωστρέφεια». Πιο συγκεκριμένα, η ποίηση δεν είναι ένας αποκλεισμένος χώρος. Δεν είναι γκέτο. Αντιθέτως, είναι ανοιχτό βήμα. Κάτι σαν την αρχαία αγορά. Είναι ο τόπος απ’ όπου μπορούμε να μιλήσουμε, να κραυγάσουμε, να διαδηλώσουμε. Για μένα η τέχνη είναι μια εύρωστη επανάσταση. Εξαρτάται πάντα από τον δημιουργό το πώς θα τοποθετηθεί μέσα σ’ αυτή, για να καταδείξει την εγκυρότητα, τη γνησιότητα, την εντιμότητα του έργου σε σχέση με την εποχή του. Σύμφωνα μ’ αυτή την προσέγγιση ο ποιητής μπορεί να έχει λόγο και γνώμη για όλα τα θέματα που άπτονται μιας ευρύτατης κλίμακας που ξεκινάει από την ίδια την ύπαρξη και εκτείνεται ώς την κοινωνία, την πολιτική, την οικονομία, τη θεότητα. Με καλή πίστη στον άνθρωπο, λοιπόν, και έναντι του λογιοτατισμού, προκρίνεται και σαρκώνεται η ιδέα του ποιητή μέσω του έργου. Η ποίηση είναι μια πράξη. Η υπέρτατη πράξη. Αλλά κι αν ακόμα υποθέσουμε πως είναι μια πράξη με βάρβαρη καταγωγή, υπό την έννοια του οδυνηρού κι αν ακόμα η ποίηση είναι σφαγείο, αυτό δεν σημαίνει πως ο ποιητής είναι εκδορέας. Αυτό που προάγεται, λοιπόν, είναι γενναίο. Ενδεχομένως να μην μπορεί να «κινητοποιήσει τις μάζες» ή «να ανατρέψει καθεστώτα». Αλλά έχω πειστεί, σε πολύ μεγάλο βαθμό, πως είναι ικανό να διαμορφώσει και να αφυπνίσει συνειδήσεις. Δρόμος βέβαιος και κραταιός για μια ακέραια ύπαρξη, για τον πανανθρωπισμό, για την Ιστορία.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!