Δεν έτυχε να συνεργαστούμε ποτέ, όμως μου έκανε την τιμή να επισκέπτεται τους χώρους στους οποίους εμφανιζόμουν και να ακούει το τραγούδισμά μου.

Αρκετά συχνά βρισκόμασταν και πίναμε τον καφέ μας στο καφενείο – στέκι της Παύλου Μελά (δεν υπάρχει πια).
Εμείς ακούγαμε ως έφηβοι Echo & The Bunnymen, Stranglers, τέτοια πράγματα, και μόνο ο Σαββόπουλος με το πάντρεμα που επιχείρησε της παράδοσης και του ροκ άρχισε να μας «υποψιάζει». Ο Παπάζογλου, όμως, ήταν αυτός που όρισε τη «ροκ εποχή» στο λαϊκό τραγούδι, μπολιάζοντάς το με ηλεκτρικό ήχο. Και γι’ αυτό ίσως ήταν ο μόνος που συγκέντρωνε στις συναυλίες του ένα εντελώς ετερόκλητο κοινό. Θεωρώ ότι μετά τον κορυφαίο Στέλιο Καζαντζίδη, μονάχα αυτός αντιμετώπισε το τραγούδι ως ανάγκη ζωτική, όχι μόνο της δικής του ύπαρξης, αλλά της ανθρώπινης γενικότερα.
Γνωστό ότι από το στούντιο «Αγροτικόν» πέρασαν οι πάντες, οι υπεύθυνοι για τη «Σχολή της Θεσσαλονίκης», από τον Μάλαμα και τον Αγγελάκα μέχρι την Κανά και τον Μπακιρτζή. Τον θυμάμαι κι εγώ στο «Αγροτικόν», μια μέρα που πήγα να δω τον φίλο τραγουδοποιό Γιάννη Μήτση που έγραφε εκεί. Ο Παπάζης, όπως τον λέγαμε, στην κονσόλα κι ενδιάμεσα κουβέντες, γέλια, συμβουλές. Ποιος δεν έχει ερωτευθεί με τον Αύγουστό του που λάτρευε κι ο Χατζιδάκις; Ποιος δεν ακούει το Κυρ-διευθυντά των δίσκων με τη φωνή του και δε μονολογεί για το πόσο προφητική υπήρξε η «παρέα» του με τον Ξυδάκη και τον Ρασούλη, σήμερα που δεν υπάρχουν «διευθυντές των δίσκων» και δισκογραφικές; Τον ευχαριστώ γιατί μας βοήθησε να εκφράσουμε «λαϊκά» τη «ροκ» ψυχή μας.
Θα τον τιμώ πάντα και το τραγούδισμά του επίσης πάντα θα ισοδυναμεί με τους νταλκάδες των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, των προσφύγων της Τούμπας και των ορίτζιναλ ποιητών. Για όλους εμάς και ειδικά τους Θεσσαλονικείς, ο Νίκος δεν ήταν ένας απλός Παπάζογλου, ήταν ο… Μπαμπάζογλου μας!

Παντελής Θεοχαρίδης

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!