Το απαιτούμενο πρωτογενές αποτέλεσμα για τη σταθεροποίηση του λόγου Δημόσιου Χρέους/ΑΕΠ

Του Κώστα Μελά *

Σύμφωνα με τις προβλέψεις του Μνημονίου, το απαιτούμενο πρωτογενές αποτέλεσμα για την αποκλιμάκωση του δημοσίου χρέους πρέπει από το 2014 να αγγίξει το 6,0% και να διατηρηθεί σε αυτό το ύψος για όσο διάστημα απαιτείται (1). Δηλαδή, από πρωτογενές έλλειμμα -8,6% το 2009, θα πρέπει το 2014 η ελληνική οικονομία να παρουσιάσει πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 6,0%. Δηλαδή, για την επίτευξη του στόχου απαιτείται σταδιακή μείωση σχεδόν 14,5%. Θα πρέπει, πάντως, να σημειωθεί ότι το πρωτογενές έλλειμμα ανήλθε στο -8,5% του ΑΕΠ το 2009, από πρωτογενές έλλειμμα -0,9% του ΑΕΠ το 2007.
Το έλλειμμα του 2009 ήταν, προφανώς, μία υπερβολική συγκυριακή εκτροπή και δεν αποτελεί βασικό χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας τουλάχιστον την περίοδο 1994-2007. Στην 14ετή περίοδο 1994-2007 η Ελλάδα είχε μέσο πρωτογενές πλεόνασμα ίσο με το 1,7% του ΑΕΠ. Μάλιστα, το εύρος της διακύμανσης του τη συγκεκριμένη περίοδο ήταν από -1,8% έως + 3,8%. Αν θεωρήσουμε ότι αυτό αντιπροσωπεύει τη γενικότερη κατάσταση της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία χρόνια, τότε θα μπορούσε αυτό το ύψος να τεθεί ως εφικτός στόχος. Βέβαια και η επάνοδος σε αυτό το ύψος δεν θα ήταν μια εύκολη υπόθεση. Όμως, η απαίτηση το πρωτογενές πλεόνασμα να φθάσει στο 6,0% για σειρά ετών φαντάζει δύσκολα επιτεύξιμο και εκτός του ιστορικού πλαισίου που έχει καθορισθεί από τη συμμετοχή στην Eυρωζώνη και εντός του οποίου έχει κινηθεί η ελληνική οικονομία.
Σε  απόλυτο μέγεθος το 6,0% αναλογεί σε σχεδόν 14,5 δισ. ευρώ κάθε έτος, από το 2014 και μετά. Με απλά λόγια, θα χρειασθούν κατά μέσο όρο πρωτογενή πλεονάσματα περί τα 4,4 δισ. €/έτος από το 2012 και μετά, ώστε να καταστεί δυνατή η σταθεροποίηση του δημοσίου χρέους στο επίπεδο του 149,7% το 2013. Για την αποκλιμάκωση του λόγου αυτού σε επίπεδα του 2009 (115,0%) αυτό προβλέπεται να επιτευχθεί το 2020, τότε η προσπάθεια που χρειάζεται να καταβάλλει η ελληνική κυβέρνηση φαντάζει εξαιρετικά δύσκολη. Τα απαιτούμενα δημοσιονομικά πλεονάσματα στην περίπτωση αυτή είναι –κατά μέσο όρο– της τάξης του 6,2% του ΑΕΠ, δηλαδή περίπου 14,5 δισ.€ κατ’ έτος! Υποθέσεις που φαντάζουν δύσκολες για την ελληνική πραγματικότητα.
H δημοσιονομική προσαρμογή αυτή απαιτεί την επαναφορά των πρωτογενών τρεχουσών δαπανών της γενικής κυβερνήσεως στα επίπεδα του 37,3% του ΑΕΠ το 2010 και στο 35,5% του ΑΕΠ το 2012,από 40,8% του ΑΕΠ το 2009 και 34,8% του ΑΕΠ το 2006. Επίσης, απαιτεί αύξηση των τρεχόντων εσόδων της γενικής κυβερνήσεως στο 39,2% του ΑΕΠ το 2010 και στο 41,5% του ΑΕΠ το 2012, από 40,1% του ΑΕΠ το 2000. Με αυτήν την προσαρμογή, τα τρέχοντα έσοδα θα υπολείπονται ακόμη σημαντικά των τρεχόντων εσόδων στην ΕΕ-16 (ΖτΕ) όπου τα έσοδα αυτά διαμορφώνονται στο 44,0% του ΑΕΠ.  Με βάση τους υπολογισμούς του Μνημονίου, προβλέπεται ότι τα έσοδα θα αυξηθούν με τη μεγάλη αύξηση των εμμέσων φόρων και ιδιαιτέρως του ΦΠΑ, την σημαντική αύξηση των φόρων περιουσίας και του φόρου εισοδήματος, την κατάργηση των φοροαπαλλαγών και την εκτεταμένη διεύρυνση της φορολογικής βάσεως, καθώς και την αύξηση των εισφορών στα ασφαλιστικά Ταμεία.
Επίσης, τα συνολικά έσοδα της γενικής κυβερνήσεως θα αυξηθούν περαιτέρω και από την αύξηση των εισπράξεων από τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ-27 στα επόμενα έτη (άνω των 4,0 δισ. € ετησίως, από 2,0 δισ. € το 2009)(2).
Όμως, βρισκόμαστε πλέον στις αρχές του Σεπτεμβρίου και τα στοιχεία του οκταμήνου Ιανουαρίου-Αυγούστου κάθε άλλο παρά επιβεβαιώνουν τους υπολογισμούς – τόσο των επιτελών του υπουργείου Οικονομικών όσο και των εκπροσώπων της τρόικας. Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, τα έσοδα αυξάνουν με ρυθμό μόλις 3,2%. Το μεγάλο πρόβλημα παραμένει ο ΦΠΑ, ο οποίος αυξάνει με ρυθμό μόλις 1,6%, στα 11.545 εκατ. ευρώ, από 11.360 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο περσινό χρονικό διάστημα. Κι ενώ στα πετρελαιοειδή ο ΦΠΑ παρουσιάζει θετική πορεία, αυξάνοντας με ρυθμό λίγο πάνω από 32%, και στις λοιπές συναλλαγές 7,9%, η πορεία είναι ακριβώς αντίστροφη στη λιανική, δηλαδή από το κίνημα των αποδείξεων, όπου υπάρχει μείωση 2,7%.
Το διά ταύτα της πορείας αυτής είναι ότι τα έσοδα εμφανίζουν μεγάλη απόκλιση 3,5 δισ. ευρώ, βάσει της αναθεώρησης των στοιχείων του προϋπολογισμού του Αυγούστου και θεωρείται αβέβαιο αν θα πιάσουν τα 50,5 με 51 δισ. ευρώ έναντι στόχου 54,46 εκατ. ευρώ.
Τα οικονομικά στοιχεία που έχουν μέχρι στιγμής στο υπουργείο Οικονομικών δείχνουν πως, αν δεν υπάρξει άμεσα λύση, τότε το έλλειμμα θα μειωθεί στο 9,1-9,2% του ΑΕΠ έναντι στόχου 8,1%. Η απόκλιση μιας μονάδας από το ΑΕΠ θεωρείται απευκταία, καθώς δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτή από την τρόικα.
Τα περιθώρια απόκλισης μπορεί να φτάσουν μέχρι 0,5% του ΑΕΠ, δηλαδή το έλλειμμα να κλείσει στο 8,7% του ΑΕΠ. Αυτό σημαίνει πως η απόκλιση μπορεί να είναι το πολύ μέχρι 1,1 δισ. ευρώ.
Κι αυτό όταν, αρχικά, στο υπουργείο Οικονομικών μιλούσαν ακόμα και για πλεόνασμα 1,2 δισ. ευρώ. Επομένως όπως δείχνουν όλα τα στοιχεία, πάλι θα υπάρξουν επεμβάσεις στο σκέλος των δαπανών, γεγονός που σηματοδοτεί νέες εισοδηματικές απώλειες σε διάφορες κατηγορίες εργαζομένων.

* Ο Κώστας Μελάς είναι πανεπιστημιακός.

(1) Για το ζήτημα αυτό δες: Κ.Μελάς, Η ελληνική οικονομία αντιμέτωπη με την παγκόσμια οικονομική κρίση, Τετράδια Πολιτικού Διαλόγου και Πολιτισμού τευχ. 55/56, Άνοιξη/Καλοκαίρι 2009.

(2) Όλα αυτά τα μέτρα συμβάλλουν αποφασιστικά στην περαιτέρω μείωση του ΑΕΠ γεγονός που φαίνεται να μην απασχολεί καθόλου το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης και τους εκπροσώπους της ΕΕ-ΕΚΤ-ΔΝΤ.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!