Του Μιχάλη Σιάχου.
Η καθολική πλέον ομολογία του αδιεξόδου και της χρεοκοπίας, η όλο και πιο συχνή παραδοχή ότι το Μνημόνιο δεν έχει κανένα αποτέλεσμα (εκτός βέβαια από την πρωτοφανή υποτίμηση της εργασίας και το σμπαράλιασμα της κοινωνίας), σε συνδυασμό με τις εσπευσμένες συναντήσεις του πρωθυπουργού με τους πολιτικούς αρχηγούς από την οποία, τελικά, απέσπασε τη συναίνεση, ενόψει των κρίσιμων (για ποιους άραγε…) Συνόδων Κορυφής της Ε.Ε., αναδεικνύουν την αδυναμία της κυβέρνησης να προωθήσει όλη τη βρόμικη δουλειά που έχει αναλάβει και τη διάθεσή της να προετοιμάσει –έστω και επικοινωνιακά- την επόμενη μέρα.

Είναι πλέον προφανές ότι η κυβέρνηση έρχεται καθημερινά όλο και περισσότερο αντιμέτωπη με τις επιλογές της. Έρχεται όλο και περισσότερο αντιμέτωπη με την πολιτική που ως πρόθυμος υπηρέτης προώθησε με διαδικασίες εξπρές, αξιοποιώντας όλο το προπαγανδιστικό – τρομοκρατικό οπλοστάσιο που είχε στη διάθεσή της. Μια πολιτική που φτάνει υποχρεωτικά στα όριά της, αφού οι δυνατότητες χειρισμών είναι αντιστρόφως ανάλογες με τις απαιτήσεις των εντολέων της κυβέρνησης. Επιπλέον, το Μνημόνιο έχει αρχίσει να συγκεντρώνει τα πυρά ακόμα και «παραδοσιακών» υποστηρικτών του, γεγονός που δείχνει ότι και κομμάτια του αστισμού σιγά- σιγά αποσύρουν την εμπιστοσύνη τους από την κυβέρνηση.
Αντίστοιχα, η ανοχή –πραγματική ή υφαρπαζόμενη- της κοινωνίας έχει και αυτή τα όριά της, τα οποία μειώνονται απειλητικά για την κυβέρνηση Παπανδρέου. Επιπλέον, οι εσωκομματικές τριβές στο ΠΑΣΟΚ, όσο κι’ αν επιχειρείται να μείνουν «οικογενειακές», είναι υπαρκτές και πολλαπλασιάζονται.
Είναι δεδομένο ότι το επιτελείο του Παπανδρέου γνωρίζει όλα τα δεδομένα, όπως γνωρίζει και ότι η κρίση δεν έχει μόνο την οικονομική της πλευρά, αλλά και τη γεωπολιτική της, η οποία και με όσα συμβαίνουν στον αραβικό κόσμο αφήνει όλα τα σενάρια –ακόμα και τα πιο… ευφάνταστα- ανοιχτά. Η επίσκεψη Νταβούτογλου, άλλωστε, με τα χαρακτηριστικά που είχε, αλλά και όλη η συζήτηση για τα πετρέλαια κ.λπ., μόνο τυχαία ή συγκυριακά γεγονότα δεν μπορούν να θεωρηθούν.
Το πλαίσιο, λοιπόν, μέσα στο οποίο η κυβέρνηση καλείται να συνεχίσει, γίνεται όλο και πιο ασφυκτικό, επιβάλλοντας ελιγμούς και προετοιμασίες για την επόμενη μέρα. Οι σε όλους τους τόνους διαβεβαιώσεις ότι δεν υπάρχει ζήτημα πρόωρων εκλογών, προφανώς και δεν πείθουν ακόμα και τον πιο καλοπροαίρετο. Η τακτική των συναντήσεων με τους πολιτικούς αρχηγούς, η οποία εσκεμμένα έλαβε τόνους «εθνικής ανάγκης», το σε δραματικούς τόνους διάγγελμα του ίδιου του πρωθυπουργού, με την «πατρίδα» να βρίσκεται στο επίκεντρό του και οι αντίστοιχες κορώνες περί πυγμής και βέτο στα ευρωπαϊκά όργανα, αποδεικνύουν μια –όσο γίνεται- καλοσχεδιασμένη μεθόδευση.
Η φετινή 25η Μαρτίου έχει λάβει από κυβέρνηση και ΜΜΕ άλλα χαρακτηριστικά. Έχει αναγορευτεί σε μέρα ορόσημο για τη χώρα μας, από την οποία –τάχα- εξαρτάται η σωτηρία μας, με τη στάση του γαλλογερμανικού άξονα και τις «τεχνοκρατικές αξιολογήσεις» να θυμίζουν ηχηρά χαστούκια σε κακό μαθητή.
Η «εθνική σωτηρία», λοιπόν, προτάσσεται και καλούνται όλες οι συστημικές πολιτικές δυνάμεις να δώσουν «όρκο» στην πατρίδα. Καλούνται να υποσχεθούν ότι στην κρίσιμη για το σύστημα στιγμή θα βάλουν πλάτη, αποσοβώντας την κατάρρευσή του. Καλούνται να δώσουν σε Ελλάδα και εξωτερικό τα διαπιστευτήριά τους, υποσχόμενες ότι όποια και αν είναι η τύχη της κυβέρνησης το πρόγραμμα πλήρους υποταγής και εξάρτησης θα προχωρήσει – έστω και με επιμέρους προσαρμογές για το θεαθήναι.
Κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα πώς και πότε θα εξελιχθούν τα πράγματα, αφού σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο η ρευστότητα επιτείνεται, πυκνώνοντας τον πολιτικό και ιστορικό χρόνο. Αυτό, όμως, που μπορεί να πει κανείς με σιγουριά είναι ότι η επόμενη μέρα διαμορφώνεται και πλασάρεται ορίζοντας ενόχους και συνενόχους.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!