Του Μάρκου Δεληγιάννη. Σκέφτηκα, έστω και για λίγο, τη ματιά μου να βιράρω, μακριά απ’ τα στάσιμα νερά του ολοκληρωτισμού, που με πνιγμό μας απειλούνε και να την αρμενίσω στης φύσης την αλήθεια, τη μόνη αλήθεια.

Στάθηκα κάτω από τη σκιά ενός φοίνικα. Μπροστά μου ο Ευβοϊκός. Παρατηρούσα τη μισοάδεια πλαζ. Ο ήλιος άστραφτε ακόμη μεγαλόπρεπα. Το βοριαδάκι γιόμιζε μυρωδάτο αέρα τα στήθια. Χάιδευε πρόσωπα. Θώπευε καμπύλες. Η θάλασσα, απέραντος λειμώνας όπου βοσκούν κατάλευκα προβατάκια. Η μέρα γιομάτη φως. Η νύχτα προοιωνίζεται ήσυχη. Η σελήνη θα έχει κρυφτεί, δίνοντας την ευκαιρία στις χιλιάδες τ’ αστέρια να μας χαρίσουν το σμαραγδένιο φως τους. Η αρμονία χρωμάτων και ήχων τέλεια.
Όμως, αυτή η αισθητική απόλαυση δεν διαρκεί πολύ. Τα βέλη της πραγματικότητας, αυτής της άλλης πραγματικότητας , όχι της φύσης , αλλά αυτής των βιαστών της, ανάγκασαν τη ματιά μου να επανέλθει στο λιμάνι της ακύμαντης συντήρησης. Το βλέμμα μου γαντζώθηκε στους τίτλους της εφημερίδας που κρατούσα. Τώρα κύματα αλλεπάλληλων επελάσεων ασχήμιας, διαλύουν την αρμονία. Οι άρπαγες επιτίθενται. Η καθημερινότητά μας διαλύεται. Τα θρύψαλά της δύσκολα να συγκολληθούν. Ληστές κάθε μέρα ανατινάζουν τα όνειρα, τις ουτοπίες, τα οράματα που με τόσο αίμα και δάκρυα είχαμε χαράξει στην καρδιά μας. Τα τύμπανα του πολέμου ηχούν στις γειτονιές μας και των μικρών παιδιών το πασίχαρο ξεφωνητό εξαφανίζεται. Του τάφου η σιγή μας απειλεί.
Ο εγκέφαλος αρνείται εντολή να δώσει στα όργανα τα κατάλληλα, την διαδικασία της ανάγνωσης των ειδήσεων, να εκτελέσουν. Τρόμος! Είναι δυνατόν. Πάλι οι ίδιοι, αυτοί που με το άλικό τους αίμα πότισαν της λευτεριάς το δέντρο και το μεγάλωσαν κι αυτό άπλωσε τις ρίζες του βαθειά μέσα στο χώμα, στις καταιγίδες ν’ αντιστέκεται, αυτοί τώρα, να βρίσκονται πάλι με την πλάτη στον τοίχο; Αυτοί ν’ απολογούνται μπροστά στους κήρυκες του θανάτου, στα φαντάσματα του παρελθόντος, σ’ αυτούς που ποδοπάτησαν χυδαία την έννοια, άνθρωπος; Μήπως ο χρόνος δεν κύλησε; Ζούμε πάλι τον εφιάλτη της χιτλερικής νύχτας; Μα, ο φασισμός δεν υπέστη ήττα ολοκληρωτική, πριν εβδομήντα χρόνια; Ή μήπως και η αλήθεια τίθεται σε διαθεσιμότητα;
«Επίκειται επέμβαση στη Συρία», διαβάζω. Καμαρώστε τους, λοιπόν, οι ανθρωπιστές ετοιμάζονται να σπείρουν τον όλεθρο στην πολύπαθη Συρία. Δεν αντέχουν να βλέπουν παιδιά, γυναίκες, να σκοτώνονται με όπλα, που αυτοί τους μοσχοπούλησαν. Οι ανθρωπιστές! Τα παπούτσια τους είναι φτιαγμένα από δέρμα ανθρώπων! Και εδώ, χωρίς ντροπή, χωρίς αιδώ, έτρεξαν οι ανθύπατοι, πρώτοι απ’ όλους, να δηλώσουν υποταγή. Δικά σας είναι τα αεροδρόμια. Στείλτε τις βόμβες τις δημοκρατικές, τους ανθρωπιστικούς πυραύλους στα κεφάλια των ανήμπορων «τρομοκρατών». Κανείς όμως δεν μίλησε για τα τόσα θύματα της πείνας, της αρρώστιας, της ανέχειας, για τους αφανισμένους των ξεχασμένων πολέμων, που όλα αυτά έργα δικά τους είναι.
Μα πόσους βιασμούς ακόμη η αλήθεια πρέπει να υποστεί; Πότε επιτέλους ολόρθοι θα σταθούμε κατάντικρυ στο τερατώδες ψέμα και θα το φτύσουμε κατάφατσα;
Πιο κάτω, με τίτλους πηχυαίους, διατυμπανίζεται, πως όλοι αυτοί, οι γυρολόγοι της πολιτικής, αυτοί που μας παρέδωσαν δεμένους χειροπόδαρα, τροφή στα διεθνή εκτροφεία υαινών, συναθροίστηκαν, την καινούργια, λέει, κεντροαριστερά να οικοδομήσουν. Εφευρίσκουν λέξεις καινούργιες, την αλήθεια να παραχαράξουν. Κάνουν δηλώσεις. Η θρασύτητα θριαμβεύει. Το ψέμα μεσουρανεί. Η αλήθεια ποδοπατείται χυδαία.
Η τρόικα διαμήνυσε ότι επιθυμεί την κατεδάφιση των ήδη συρρικνωμένων αμυντικών βιομηχανιών. ΕΑΣ, ΕΛΒΟ, ΛΑΡΚΟ, στη μαύρη λίστα των προγραφών. Διωγμός των εργαζομένων. Απολύσεις χωρίς αποζημιώσεις. Εφαρμόστε, διατάσουν τα αφεντικά, τη μέθοδο του μαύρου, όπως ακριβώς έγινε στην ΕΡΤ. Και οι αδίστακτοι πραίτορες καμώνονται πως αυτή τη φορά δεν θα υποκύψουν στων τοκογλύφων τις απαιτήσεις. Ω, καλότυχοι άνεργοι, η κυβέρνηση δεν θα σας εγκαταλείψει. Θα προβάλει αντίσταση ερρωμένη. Θα παλέψει για τα δίκαιά σας, όπως ακριβώς το έχει κάνει για χιλιάδες εργαζόμενους που περιμένουν μήνες τώρα να πληρωθούν. Κακόγουστα ψεύδη. Η αλήθεια κουρελιάζεται. Τους διαφεύγει το γεγονός πως ο στόχος του ψεύτη είναι απλά να γοητεύσει, να τέρψει, να χαρίσει ευχαρίστηση. Αλίμονο, αυτοί, ούτε ψέματα ποιότητος δεν μπορούν να πλάσουν.
Φίλοι μου, χρόνο πολύ σπαταλήσαμε σε λόγια, σε κοκορομαχίες. Καιρός οργανωμένα, συντονισμένα, να βαδίσουμε. Όχι ο καθένας ξέχωρα. Όλοι μαζί, το στίφος των ακρίδων, το πλήθος των σκορπιών, να εκδιώξουμε.
Οι κρωγμοί των γυπών να μην ακούγονται πλέον. Και τότε με φωνή καθάρια -πίδακες γάργαρου νερού- τις δικές μας απαντήσεις ν’ αρθρώσουμε, με λόγια σταράτα, κατανοητά. Μόνο έτσι θα επανακτήσουμε τα κλεμμένα ινδάλματα, τα καταβαραθρωμένα οράματα, την εξορισμένη νιότη.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!