Στην Κύπρο δοκιμάζεται το έσχατο πείραμα της γερμανικής ελίτ για διχοτόμηση της Ευρωζώνης. Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου

Για να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους, η κυπριακή Βουλή με το «όχι» στο σχέδιο του Eurogroup για την έκτακτη φορολόγηση των καταθέσεων, δεν κήρυξε και την πρώτη αντιιμπεριαλιστική επανάσταση του 21ου αιώνα. Η ελίτ της Μεγαλονήσου, εξοικειωμένη μάλλον με την ιδέα ότι θα συνεχίσει να αποτελεί κάποιας μορφής αποικία, επί της ουσίας διεκδίκησε το «δικαίωμά» της να επιλέξει τον «αποικιοκράτη» της και τους όρους της «αποικιοκρατίας». Έτσι κι αλλιώς και το Μνημόνιο που θέλει να επιβάλει η τρόικα δεν είναι κάτι διαφορετικό από μια αποικιοκρατική σύμβαση υποθήκευσης κάθε τωρινού και μελλοντικού περιουσιακού στοιχείου της Κύπρου. Πρωτίστως, των υδρογονανθράκων της. Η εναγώνια προσπάθεια των Κυπρίων πολιτικών να βάλουν τη Ρωσία στο παιχνίδι δεν είναι τίποτα άλλο από προσπάθεια να αντισταθμιστούν οι πιέσεις της ευρωκρατίας και της γερμανικής ελίτ, η οποία με τη σειρά της θέλει να εκμηδενίσει τα όποια πλεονεκτήματα διαθέτει η Κύπρος και ως μελλοντική πηγή ενέργειας αλλά και ως χρηματοπιστωτικό κέντρο. Αλλά, κατά τα φαινόμενα, η γερμανική ηγεσία δεν ανέχεται να μοιραστεί την ηγεμονία της σ’ αυτό το διχασμένο νησί- και πιθανότατα πουθενά αλλού στην Ευρωζώνη-, ούτε με τον στρατηγικό εταίρο της, τη Μόσχα.

Το τραπεζικό σύστημα
Η μέχρι στιγμής επιλογή της κυπριακής ηγεσίας να αποφύγει με κάθε τρόπο τη φορολόγηση των καταθέσεων σχετίζεται με το ίδιο το οικονομικό μοντέλο της Κύπρου που οικοδομήθηκε την τελευταία εικοσαετία. Και στο μοντέλο αυτό, πριν προστεθούν οι υδρογονάνθρακες η απόδοση των οποίων θα κριθεί τα επόμενα χρόνια, περιλαμβάνεται εκτός από τον τουρισμό το τραπεζικό της σύστημα. Η Κύπρος επέλεξε να εξελιχθεί σε ένα μικρό χρηματοπιστωτικό κέντρο της νοτιοανατολικής Ευρώπης, μια «βάση»…  προσγείωσης χρήματος απ’ όλο τον κόσμο. Κι εδώ που τα λέμε δεν είχε και πολλές άλλες επιλογές. Τι να ανέπτυσσε; Βαριά βιομηχανία ή βιοτεχνολογία; Μπορεί η εξόρυξη του αερίου να αλλάξει ριζικά και πάλι το μοντέλο της, αλλά προς το παρόν μ’ αυτά τα δεδομένα πορεύεται. Κι αυτός ο «υπερτροφικός» τραπεζικός της τομέας ήταν ο λόγος που έγινε δεκτή στο ευρώ μετά πολλών επαίνων. Το να απεμπολήσει αυτό το πλεονέκτημα ισοδυναμεί με οικονομικό θάνατο.
Κι όμως, αυτός είναι ο κεντρικός στόχος, ανοικτά διακηρυγμένος, της τρόικας και των εκβιασμών που ασκεί στην κυπριακή πολιτική ελίτ. Η απαίτηση να συρρικνωθεί ο κυπριακός τραπεζικός τομέας στον μέσο όρο της Ευρωζώνης σημαίνει πολύ απλά την εξαφάνιση πλούτου (έστω εικονικού πλούτου, ήτοι χρήματος) ίσου με δύο ετήσια ΑΕΠ της Κύπρου! Επομένως, η κυπριακή ηγεσία έχει κάθε λόγο να διαφυλάξει την ιδιαιτερότητα της οικονομίας της, το μοντέλο που τόσο πολύ θέλει ο Σόιμπλε να αλλάξει, αν πρόκειται να επιβιώσει τα επόμενα χρόνια. Έστω κι αν αυτό τη φέρνει μια ανάσα από την έξοδο από το ευρώ. Και αυτό το «αδιανόητο», προς το παρόν, φαίνεται να κερδίζει τη μεγάλη πλειοψηφία του κυπριακού ελληνισμού, όπως αποκαλύπτει και σχετική δημοσκόπηση.

Ρωσική αναμονή
Καθώς το τελεσίγραφο που έχουν θέσει οι ευρωκράτες (τρόικα, ΕΚΤ, Κομισιόν) εκπνέει και η Κύπρος απειλείται με οικονομικό στραγγαλισμό από την ερχόμενη Τρίτη, το ερώτημα είναι γιατί οι Ευρωπαίοι ηγεμόνες, με προεξάρχουσα τη γερμανική ηγεσία, τραβάνε το σκοινί. Μια εξώθηση της Κύπρου εκτός Ευρωζώνης- η οποία πιθανά θα διευκόλυνε και την «σωστική» παρέμβαση της Ρωσίας- φέρνει την νομισματική ένωση σε άγνωστα νερά. Ανεξάρτητα από το πόσο αποτελεί πράγματι συστημικό κίνδυνο για την Ευρωζώνη η Κύπρος, είναι άγνωστη η ακολουθία οικονομικών και πολιτικών εξελίξεων που θα προκαλούσε ενδεχόμενη αποχώρησή της. Κι είναι επίσης άγνωστο πόσα ακόμη «όχι» θα προκαλούσε το «όχι» των Κυπρίων.
Το προφανές είναι ότι η γερμανική ηγεσία ρισκάρει τον ακραίο εκβιασμό, υπολογίζοντας σε μια αναγκαστική «κωλοτούμπα» της κυπριακής ηγεσίας, με αποδοχή μιας ηπιότερης έκτακτης φορολόγησης των μεγαλύτερων καταθέσεων. Αυτή είναι μια παρακαταθήκη για το όχι πολύ μακρινό μέλλον και για όλες τις χώρες της Ευρωζώνης, ή τουλάχιστον αυτές που βρίσκονται σε εξουθενωτικά προγράμματα «εξυγίανσης».
Η μεγάλη εκκρεμότητα για την ολοκλήρωση της Ε.Ε. ως τραπεζικής ένωσης αφορά στον μηχανισμό εγγύησης καταθέσεων. Η γερμανική ελίτ, η ΕΚΤ και ο σκληρός πυρήνας της ευρωκρατίας, που έχουν τη στενότερη σχέση με το χρηματοπιστωτικό λόμπι, φαίνεται να προωθούν και μέσα από την ακατάσχετη ηθικολογία, μια ακόμη διχοτόμηση της ευρωζώνης με κριτήριο την «υγεία» και την «ηθικότητα» των τραπεζικών συστημάτων. Εξ ου και η φλυαρία για φορολογικούς παραδείσους και «πλυντήρια» (αλλά, πάντα μιλούμε για τα «πλυντήρια» των άλλων).
Στο πλαίσιο αυτό δεν αποκλείεται διόλου να επιβάλλουν εγγύηση καταθέσεων δύο ταχυτήτων, με στόχο να ενθαρρύνουν μια φυγή κεφαλαίων από την προβληματική ευρωπαϊκή περιφέρεια προς τον… υγιή Βορρά. Το ίδιο, άλλωστε, έκαναν με την αγορά ομολόγων, το ίδιο και με τις καταθέσεις που εγκατέλειψαν κακήν-κακώς την Ελλάδα και τον λοιπό ευρωπαϊκό Νότο. Στην τριετία της κρίσης οι γερμανικές τράπεζες κέρδισαν πάνω από 250 δισ. καταθέσεων, το ίδιο περίπου συνέβη με τις γαλλικές και άλλες τράπεζες του «σκληρού» πυρήνα του ευρώ.
Αυτός ο σκληρός πυρήνας, με κέντρο το Βερολίνο, επιδιώκει να οχυρωθεί πίσω από βουνά χρήματος και περιουσιακών στοιχείων, αφήνοντας στην περιφέρεια κρανίου τόπους.
Γιατί άραγε; Το πιθανότερο είναι ότι η γερμανική ελίτ σκέπτεται από μηδενική βάση το «σχέδιο ευρώ». Μια διχοτόμησή του σε «σκληρό» των πατρικίων και «μαλακό» των πληβείων της Ε.Ε., με την εδραίωση δύο ταχυτήτων και στην τραπεζική εποπτεία είναι μια ασφαλέστερη εναλλακτική έναντι της ατέρμονης προσπάθειας να αποκτήσει συνοχή η Βαβέλ της Ευρωζώνης. Κι αν αποδειχθεί δύσκολο κι αυτό το εγχείρημα, υπάρχει και το Plan C: η επιστροφή στο μάρκο.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!