Της Έλενας Πατρικίου. Το πρώτο γουρουνάκι έφτιαξε ένα αχυρένιο σπιτάκι κι ο λύκος το γκρέμισε. Το δεύτερο έφτιαξε ένα ξύλινο σπιτάκι, κουράστηκε περισσότερο, αλλά ο λύκος το γκρέμισε. Το τρίτο κουράστηκε πολύ, έφτιαξε ένα τούβλινο σπιτάκι κι ο λύκος δεν μπόρεσε να το γκρεμίσει.

Στην παραμυθική αφήγηση, τα τρία γουρουνάκια είναι ουσιαστικά ένα πρόσωπο, ένα παιδάκι που ωριμάζει μέσα στους κινδύνους.
Στην τηλεοπτικά αναμεταδιδόμενη αφήγηση του Ντίσνεϋ, τα τρία γουρουνάκια είναι όντως τρία: στατικά, εξατομικευμένα, δεν ωριμάζουν ούτε εξελίσσονται, απλώς τη γλυτώνουν, γιατί στα τηλεοπτικά παραμύθια ο χαζοχαρούμενος κερδίζει πάντα. Και στην αφήγηση του replay, ο χρόνος, άρα η αφήγηση, άρα η λογική αλληλουχία και η εξέλιξη, γίνονται μπάχαλο: ο λύκος μπορεί ανέτως να πηγαίνει πρώτα στο τρίτο γουρουνάκι, μετά στο πρώτο, μετά στην γιαγιά της Κοκκινοσκουφίτσας, όπως του καπνίσει και όπως μας καπνίσει. Το νόημα έχει χαθεί, η απόλαυση της ιστορίας (και της αγωνίας της) επίσης, η μεταμοντερνιά έχει νικήσει κατά κράτος.
Το μέσον είναι το μήνυμα, γιατί ο τρόπος που διαλέγουμε για να «στείλουμε» το μήνυμα εμπεριέχει το νόημα του μηνύματος. Η φόρμα και το περιεχόμενο δεν υφίστανται ανεξάρτητα, ούτε στην τέχνη ούτε στην ζωή. Και το κεντρικό μήνυμα της τηλεόρασης είναι η διάλυση της μορφής, η διάλυση της αφήγησης, η διάλυση του χρόνου, η διάλυση της επαγωγικής λογικής συνέχειας.
Για την Αριστερά, τα δύο μείζονα προβλήματα που έθεσε η περιπέτεια της ΕΡΤ ήταν το εργασιακό (η μαζική απόλυση 2.500 εργαζόμενων) και το κοινωνικό (η καταπάτηση του δημόσιου αγαθού, της δημόσιας περιουσίας, του δημόσιου χώρου). Το πολιτειακό ζήτημα που θέτει τόσο η αναφανδόν αντισυνταγματική Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου όσο και το εν γένει πατσαβούριασμα του Συντάγματος ήρθε δεύτερο και μάλλον καταϊδρωμένο. Μας ενδιαφέρει η καταπάτηση του Συντάγματος; Μας καίει η πολιτειακή εκτροπή; Μας είναι ζωτικής σημασίας η προστασία του υπάρχοντος πολιτεύματος; Είναι αυτή η κουτσή, στραβή και υποβολιμαία αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία το πολίτευμα με το οποίο θέλουμε πραγματικά να πορευτούμε, έστω εφόσον του αφαιρέσουμε τον επιθετικό προσδιορισμό «αστική»; Και πώς αντιμετωπίζουμε, στα πλαίσια του υπάρχοντος πολιτεύματος, τους πολιτικούς μας αντιπάλους; Ως ακροδεξιούς γιατί, επί τη ευκαιρία του Μνημονίου, στενεύουν τα όρια των ελευθεριών μας, ή γιατί, χάρη στο Μνημόνιο, οδηγούν το πολίτευμα σε ολιγαρχικότερες παραφυάδες;
Αν όντως τα μείζονα ζητήματα που μας θέτει η ΕΡΤ είναι το εργασιακό και το κοινωνικό, τότε παραμένουμε στην λογική του αντιπάλου και καθίσταται οριακά αδύνατον να βγούμε από την νεοφιλελεύθερη λογική του οικονομικού οφέλους. Το μόνο που μας μένει είναι να υπερασπιστούμε τα εργασιακά δικαιώματα και το δημόσιο συμφέρον με βάση την μακροπρόθεσμη ανταποδοτικότητά τους, σε αντίθεση με την άμεση ανταποδοτικότητα της εξοικονόμησης που επικαλούνται οι πολιτικοί μας αντίπαλοι. Όντως αυτήν τη στιγμή της προϊούσας εξαθλίωσης, που εξυπηρετεί την δομική κρίση του καπιταλισμού, τα εργασιακά και τα κοινωνικά είναι ζητήματα επείγουσας ανάγκης, αλλά επί της ουσίας θα απαντηθούν με την λογική του οικονομισμού που επικαλείται ο νεοφιλελευθερισμός, έστω και στην αντεστραμμένη της αριστερίζουσα μορφή, ή με την λογική της μη ανταποδοτικής δημοκρατίας;
Σε αντίθεση με οποιαδήποτε άλλη μορφή τέχνης και επικοινωνίας, η τηλεόραση μετατρέπει τον θεατή σε ιδιώτη. Η τηλεόραση είναι ο ιλουστρασιόν θρίαμβος της μοναξιάς και την ιδιώτευσης. Αλλά επειδή όλα είναι πλασματικά στην τηλεόραση, ακόμα και η απόλυτη αυτή μοναξιά μεταμφιέζεται σε συλλογικότητα. Ο τηλεθεατής καλείται να πιστέψει πως αποτελεί μέρος ενός συνόλου. Ακριβώς γιατί, αν δεν είναι μέρος του τηλεοπτικού συνόλου, δεν μπορεί να ενταχθεί στο καταναλωτικό κοινό των μέσων όρων και της κοινωνικής συμφωνίας που επιδιώκει η τηλεόραση. Ο πολιτισμός της τηλεόρασης είναι εξ ορισμού μοναχικός και μαζικός ταυτοχρόνως.
Όταν επικαλούμαστε τον πολιτισμό που υπηρέτησε η ΕΡΤ, τι εννοούμε τελικά; Την Λιλιπούπολη και την φωνή της Μάγιας Λυμπεροπούλου να διαβάζει Ζένε στο Τρίτο ή τις ασπρόμαυρες αναμνήσεις μας από το «Θέατρο της Δευτέρας» που διέσωσε την εικόνα πλήθους Ελλήνων ηθοποιών αλλά διέφθειρε την ιδέα του τηλεοπτικού κοινού για το τι είναι θέατρο; Το «Παρασκήνιο» ή την Νόρα Βαλσάμη να περιφέρει τις μπουκλίτσες της κατασκευάζοντας μια απολύτως γελοία ξενοπουλική ιδέα για το τι ήταν η νεοελληνική αστική τάξη; Η ΕΡΤ είναι όντως η κιβωτός της μεταπολιτευτικής πολιτισμικής μας μνήμης ή, όπως όλες οι τηλεοράσεις όλου του κόσμου, δημόσιες και ιδιωτικές, εδραίωσε την ύπαρξή της θεμελιώνοντας κατ’ αρχήν στο μυαλό του τηλεοπτικού κοινού μια εικόνα για τον ίδιο τον εαυτό της;
Προφανώς η απάντηση δεν είναι επ’ ουδενί μονοσήμαντη. Αλλά οφείλουμε να έχουμε συνείδηση της πολυπλοκότητάς της αν θέλουμε, είτε ως Αριστερά είτε ως αριστεροί, να αποπειραθούμε έστω να την αρθρώσουμε.
Αν τα μείζονα ζητήματα που έθεσε η περιπέτεια της ΕΡΤ είναι εντέλει το πολιτειακό, δηλαδή, σε απλά ελληνικά, η Δημοκρατία, και το πολιτισμικό, δηλαδή η συλλογική μας μνήμη και τα συλλογικά μας αισθήματα, τότε πρέπει να χρωστούμε, παραδόξως, χάρη στην τηλεόραση (προφανώς την δημόσια) που μας αναγκάζει επιτακτικά να σκεφτούμε τα βασικά. Και τα βασικά είναι αφενός η σημασία της δημοκρατίας σε μια κοινωνία που εξαναγκάζεται να ζήσει την ρήξη της πλασματικής συνοχής και του πλασματικού consensus, που εξαναγκάζεται να αντιμετωπίσει την ταξική σύγκρουση στα έσχατα διαλυτικά της όρια και αφετέρου η σημασία και το νόημα του πολιτισμού ως διαταξικού και υπερταξικού φαινομένου, ως κατεξοχήν ενοποιητικού ιστού και συγκολλητικής ουσίας σε μια κοινωνία λοβοτομημένη από την τηλεοπτική εξαθλίωση.
Η Αριστερά θα είναι δύναμη ανατροπής και ανασυγκρότησης μόνον εφόσον μπορέσει να σκεφτεί εξ αρχής την δημοκρατία και την τέχνη. «Μήγαρις έχω άλλο στο νου μου πάρεξ ελευθερία και γλώσσα».

* Η Έλενα Πατρικίου
είναι σκηνοθέτις, ιστορικός

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!