Μέσα στην ατυχία του, ήτανε πάντα τυχερός ο Μανώλης. Τουλάχιστον μέχρι την περασμένη βδομάδα. Από τότε που τον γνώρισα, μια έπεφτε μια σηκωνόταν. Αλλά, όσο κι αν γκρίνιαζε για τις πτώσεις, άλλο τόσο τις χρησιμοποιούσε σαν την καλύτερη πηγή έμπνευσης.

Επηρεάστηκε σ’ αυτό κι από τον Άκη Πάνου. Από τότε που τον πρωτοπήγα στο σπίτι της οδού Περδικάρη, η συμπεριφορά του άλλαξε. Έγινε πιο απαιτητικός και πιο επιθετικός. Ενώ τα τραγούδια του έδειχναν μια διάθεση έξω καρδιά, είτε ως βαθιά ερωτικά είτε ως αδιόρατα τσιφτετελικά, σαν τους μάγκες που δεν υπάρχουν πια, ο Μανώλης άρχισε να ανοίγει μέτωπα. Κάτι που δεν είχε κάνει -τουλάχιστον δημόσια- τα χρόνια που τραγουδούσε, κάπου μεταξύ Σαββόπουλου και Λοΐζου, στην Πλάκα. Μάλιστα, αυτός ο στίχος για τους μάγκες που τους πάτησε το τρένο, το 1978, προκάλεσε και το δηκτικό σχόλιο του Άκη, όταν του είπα ότι θέλει να τον επισκεφτεί ο Ρασούλης. Έχοντας εντοπίσει ότι ο Ρασούλης είχε ενδιαφέρον σαν στιχοπλόκος, αλλά απορρίπτοντας το νόημα του συγκεκριμένου τραγουδιού, μου είπε «φέρ’τον να δούμε αν έχει γνωρίσει μάγκες». Ακόμα, τότε, ο Άκης έκανε παρέα με τον Διονυσίου, τους Μενιδιάτηδες και κάτι άλλους ορίτζιναλ μάγκες, που δεν τους είχε πατήσει κανένα τρένο.
Ο Μανώλης, βοηθούμενος και από τη μεγάλη επιτυχία τριών δίσκων με δικούς του στίχους, που κυκλοφόρησαν σε διάστημα μερικών μηνών, τέλη δεκαετίας ’70, και ανέδειξαν πολλά τραγούδια («Εκδίκηση της γυφτιάς», «Τα δήθεν» και «Τα τραγούδια της Χαρούλας»), άρχισε να κοντράρει τις εταιρίες και τους τραγουδιστές. Ενώ είχε συναινέσει στο να τραγουδήσει ο Νταλάρας το πιο εμπορικό τραγούδι του σε έναν προσωπικό δίσκο του Δημήτρη Κοντογιάννη («Οι κυβερνήσεις πέφτουνε μα η αγάπη μένει»), έκανε στροφή και επιτέθηκε στον Νταλάρα με πολύ αιχμηρές εκφράσεις στο «ντέφι» προσφωνώντας τον «Ντολάρα»!  Μάλιστα, αυτή η αντιπαράθεση οδήγησε στα γνωστά επεισόδια με τον Νταλάρα στο Ολυμπιακό Στάδιο, που κατέληξαν στα δικαστήρια.
Αλλά ο Ρασούλης δεν ήταν Άκης. Η επιρροή του στο ελληνικό τραγούδι ήταν καταλυτική, αφού το ανανέωσε, το εμπλούτισε, το εκσυγχρόνισε και το απογείωσε. Αλλά δεν γινόταν ο ίδιος ολοκαύτωμα, σαν τον Άκη, και πάντα έψαχνε για διεξόδους με τις μικρότερες απώλειες. Σε μια τέτοια ευτυχή συγκυρία, έπεισε τον Άκη να εμφανιστούν μαζί στο Επειγόντως, στη Φωκίωνος Νέγρη, που ήταν επιχειρηματίας ο Βασίλης Σαλούστρος, ένα καλό παλικάρι από την Κρήτη, συμπατριώτης του Μανώλη.
Γύρω στα μέσα της δεκαετίας του ’90, κρατώντας το μεγάλο δάχτυλο του ποδιού τού Αριστοτέλη, που εξέχει από το σανδάλι που φοράει το άγαλμά του στην Πλατεία Αριστοτέλους, στη Θεσσαλονίκη, χαριτολογώντας ότι έτσι παίρνει ενέργεια από το μεγάλο φιλόσοφο, μου έλεγε για τις προσωπικότητες που συνέβαλαν στη διαμόρφωση της πολύπλοκης προσωπικότητάς του, με τον Ραζνίς, τον Τρότσκι, τον Αριστοτέλη, τον Καζαντζάκη και, βέβαια, τον Άκη και τον Καζαντζίδη στην πρώτη εθνική.
Με τον Μανώλη, βρεθήκαμε στο ίδιο εδώλιο, σε ένα πολύ φορτισμένο περιβάλλον, στη δίκη του Άκη, στην Καβάλα, μαζί με το γιατρό του, τον Λευτέρη Δούκα, έχοντας αναλάβει να εξηγήσουμε στους δικαστές την πολιτιστική προσφορά του κατηγορουμένου για φόνο δημιουργού. Όπου, παρ’ όλη τη ρητορική μας δεινότητα, αποτύχαμε παταγωδώς.
Στην τελευταία δεκαετία της σχετικά σύντομης ζωής του, ο Ρασούλης αφιέρωσε περισσότερο χρόνο στις διανοητικές του περιπλανήσεις μεταξύ Κρήτης και Ισραήλ, έγραφε βιβλία, έκανε δίσκους, τραγουδούσε για να ζήσει, σχολίαζε με πρωτότυπο τρόπο την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και έδινε τις δικές του ερμηνείες για πολλά ιστορικά, πολιτικά και κοινωνικά φαινόμενα. Εντούτοις, παρ’ όλο που είχε μαλακώσει αρκετά, κάθε φορά που τον συναντούσα είχα την αίσθηση ότι ταξίδευε ακόμα υπεράνω και εναντίον όλων με κείνον τον ιπτάμενο δίσκο που τον πρωτογνωρίσαμε.

Στέλιος Ελληνιάδης

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!