Θυσία στο βωμό της Eldorado το alter ego του Ν. Καζαντζάκη. Της Γιούλης Ιεραπετριτάκη

Το μυθιστόρημα του Ν. Καζαντζάκη Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά έχει γνωρίσει τη μεγαλύτερη σε παγκόσμια κλίμακα εκδοτική επιτυχία από κάθε άλλο έργο της νεοελληνικής πεζογραφίας. Μέχρι σήμερα εξακολουθεί να είναι σταθερά πρώτο στις πωλήσεις, ενώ οι μεταφράσεις του έργου ανέρχονται σε 40 γλώσσες. Από την αφρικανική και την αλβανική μέχρι την ουκρανική και τη βιετναμέζικη.
Στη διεθνή προβολή του έργου βεβαίως συνέβαλε καθοριστικά ο θρίαμβος της ταινίας, που υλοποιήθηκε από τον Μ. Κακογιάννη το 1963, αποκομίζοντας εξαιρετικά κολακευτικά σχόλια τόσο στην Ευρώπη όσο και την Αμερική, όπως φανερώνουν τα πρωτοσέλιδα της εποχής εκείνης. Σήμερα, 55 χρόνια μετά το θάνατό του, ο οικουμενικός συγγραφέας Ν. Καζαντζάκης εξακολουθεί να είναι ο πιο μεταφρασμένος και αναγνωρισμένος Έλληνας συγγραφέας στο εξωτερικό, ενώ ο Ζορμπάς, το alter ego του συγγραφέα, εξακολουθεί το γοητευτικό του ταξίδι στο χρόνο συμπαρασύροντας κι άλλους καλλιτεχνικούς χώρους (θέατρο, χορό) επιβεβαιώνοντας έτσι το διαλογικό χαρακτήρα του γνήσιου έργου τέχνης.
Ποια όμως ήταν αυτή η ανεπανάληπτη προσωπικότητα που μαύλισε την ψυχή του συγγραφέα και συμπορεύθηκε ισότιμα μαζί με τις άλλες «μεγάλες ψυχές», τον Όμηρο, τον Νίτσε, τον Μπέρξονα και τον Βούδα στο μεγάλο ταξίδι της ζωής του;

Γιώργης κι όχι Αλέξης
Ο Ζορμπάς, το αληθινό όνομα του οποίου ήταν Γιώργης κι όχι Αλέξης, γεννήθηκε το 1865 στο Καταφύγι του Ν. Κοζάνης. Υπάρχουν ωστόσο αντικρουόμενες απόψεις που θεωρούν τον Κολινδρό του Ν. Πιερίας ως τόπο γέννησης του θρυλικού Ζορμπά. Ο πατέρας του ήταν ο Φώτης, που πήρε το όνομά του από το «ζορμπαλίκι», δηλαδή την παλικαριά και μητέρα του ήταν η Ευγενία του γένους Σπανού με την οποία θα αποκτήσει 4 παιδιά. Ήταν πολύ νέος ακόμα όταν χτύπησε την οικογένειά του μεγάλη συμφορά. Πέθανε η μητέρα του και λίγο αργότερα μια φοβερή αρρώστια αποδεκάτισε το κοπάδι της οικογένειας. Ο πατέρας του, μη μπορώντας να αντέξει τη συμφορά, θα ζητήσει καταφύγιο στο Άγιο Όρος όπου θα γίνει καλόγερος με το όνομα Φιλάρετος.
Ο Γιώργης θα εγκαταλείψει οριστικά το Καταφύγι και θα πάρει το δρόμο για τη Χαλκιδική. Είχε ακούσει για τα περίφημα Μαντεμοχώρια, όπου συμπατριώτες του Καταφυγιώτες είχαν εγκατασταθεί πολλά χρόνια πριν και δούλευαν στα μεταλλεία εξορύσσοντας πολύτιμα μεταλλεύματα από τα σπλάχνα του βουνού, όπως ασήμι, χαλκό, σίδηρο κ.λπ. Το 1887 βρίσκεται στο Ίσβορο (σημερινή Στρατονίκη), όπου και θα προσληφθεί από τον Ιωάννη Καλκούνη, επιχειρηματία από την Κάρυστο, που την εποχή εκείνη διαχειρίζεται τα μεταλλεία του Μαντεμ-λάκκου για λογαριασμό μιας γαλλικής εταιρίας. Εκεί θα ειδικευθεί σε όλες τις δουλειές του ορυχείου: μιναδόρος, ξυλοδέτης, ανιχνευτής μετάλλων κ.λπ. και θα έρθει σ’ επαφή με μια πανσπερμία εργατών, ποικίλων εθνικοτήτων, που αγωνίζονται για την επιβίωση, λιώνοντας μέταλλα στους 600 περίπου φούρνους της περιοχής.
Ο Γιώργης, όμως, βρίσκεται στον ανθό της νιότης. Είναι 22 χρονών παλικάρι, μελαψός, με ωραία αδρά χαρακτηριστικά, μαύρα μαλλιά με επιμελημένη χωρίστρα και στριφτό μουστάκι. Η ζωή τού επιφύλασσε πολλές εκπλήξεις για το μέλλον. Θα ερωτευθεί παράφορα τη 15χρονη κόρη του αφεντικού του, Ελένη Καλκούνη, θα την κλέψει και θα την φέρει στο Παλαιοχώρι, σ’ ένα από τα Μαντεμοχώρια της Χαλκιδικής. Εκεί, το ζευγάρι θα ζήσει τα πιο ευτυχισμένα και δημιουργικά χρόνια της ζωής του και θ’ αποκτήσει 8 παιδιά. Τα οικογενειακά βάρη όμως τον αναγκάζουν να εργαστεί ως σιδεράς και παράλληλα περιδιαβαίνει τα χωριά της Χαλκιδικής αναζητώντας πόρους για την επιβίωση. Δυστυχώς, το 1909 θα χάσει την πολυαγαπημένη του γυναίκα, όταν ακόμα τα παιδιά τους ήταν ανήλικα. και δεν ήταν αυτή η μόνη του ατυχία.
Οι Βαλκανικοί Πόλεμ οι που θα ακολουθήσουν το 1912-13 θα φέρουν κοσμογονικές αλλαγές στη Μακεδονία. Τα μεταλλεία θα κλείσουν και ο Ζορμπάς θα βρεθεί χωρίς δουλειά. Τότε αναγκάζεται να καταφύγει στο Άγιο Όρος όπου εργάζεται ως υλοτόμος στα κατάφυτα δάση του Άθωνα. Εκεί, θα συναντηθεί για πρώτη φορά με τον Νίκο Καζαντζάκη, το 1915, όταν ο συγγραφέας αναζητά εργάτες για τη μεγάλη επιχείρηση ξυλείας που ετοιμάζει. Η στενότερη όμως γνωριμία των δύο αντρών θα γίνει στην Πραστοβά της Μάνης το 1916 όταν ο Καζαντζάκης αποφασίζει να αναμειχθεί και πάλι σε επιχείρηση εκμετάλλευσης λιγνιτωρυχείου. Τότε θα προσλάβει τον Ζορμπά ως αρχιεργάτη και θα μείνει μαζί του έως το 1917. Σ’ αυτό το διάστημα η φιλία των δύο αντρών δένεται στενά και ακατάλυτα. Ο Ζορμπάς θα αποδειχθεί πολύτιμος συνεργάτης του Καζαντζάκη, «εξαίσιος φαγάς, πιοτής, δουλευταράς κι αλήτης», όπως τον χαρακτηρίζει ο συγγραφέας.
Η εκμετάλλευση του λιγνιτωρυχείου θα καταλήξει σε μεγάλη αποτυχία κι έτσι ο Καζαντζάκης θα εγκαταλείψει τη Μάνη και θα ταξιδέψει στην Ελβετία. Λίγο πριν την ανάληψη της αποστολής στον Καύκασο το 1919, ως διευθυντής του νεοσύστατου υπουργείου Περιθάλψεως, προσκαλεί τον Ζορμπά να πάρει μέρος στην αποστολή. «Αν έρθεις φεύγω, αν δεν έρθεις δεν φεύγω» είναι οι τελευταίες φράσεις της επιστολής του. Ο Ζορμπάς αποδέχεται την πρόσκληση και καταφθάνει στην Αθήνα έτοιμος για το μεγάλο ταξίδι. Αυτή θα είναι και η τελευταία ζωντανή επαφή των δύο αντρών. Μετά το τέλος αυτής της περιπέτειας, θα χωριστούν για πάντα. Δεν ξέχασαν όμως ποτέ ο ένας τον άλλον. Ο Ζορμπάς θα συνεχίζει τον άτακτο βίο του για να καταλήξει στη Σερβία ως ιδιοκτήτης ορυχείων, πρώτα στη Νις και ύστερα στα Σκόπια, όπου θα ζήσει μέχρι τον θάνατό του, το 1941.

Ο χρυσός σε προτεραιότητα
Το 2008 η Διεθνής Εταιρία Φίλων Ν. Καζαντζάκη, ανάμεσα στις δραστηριότητές της εντός και εκτός της Ελλάδας που στοχεύουν στην ανάδειξη και την προβολή του πολυσήμαντου έργου του Ν. Καζαντζάκη, έπραξε το αυτονόητο. Πρότεινε στους αρμόδιους φορείς του Δήμου Αριστοτέλη, τη δημιουργία χώρου πολιτισμού, αφιερωμένη στην ξεχωριστή σχέση Ζορμπά – Καζαντζάκη με το Παλαιοχώρι, που να αναδεικνύονται ευεργετικά για τον τόπο, η ιστορία, η μνήμη, η παράδοση, η πολιτιστική ταυτότητα της ευρύτερης περιοχής. Το Παλαιοχώρι θα μπορούσε με την κατάλληλη υποστήριξη από την Τοπική Αυτοδιοίκηση και την αμέριστη συμπαράσταση της ΔΕΦ Ν. Καζαντζάκη που αριθμεί 5.000 μέλη παγκοσμίως, να μετατραπεί σε παγκόσμιο κέντρο ενδιαφέροντος. Δυστυχώς η πρότασή μας, παρά τις επαναλαμβανόμενες προσπάθειές μας, παρέμεινε ανενεργή.
Οι προτεραιότητες του Δήμου Αριστοτέλη έχουν προσηλωθεί στην εξυπηρέτηση της καναδικής Εldorado. Στο «χρυσό βωμό» των συμφερόντων αυτών, θυσιάζεται το αληθινό χρυσάφι της Χαλκιδικής. τα βουνά, τα αρχέγονα δάση, τα νερά, μετατρέποντας τον ευλογημένο από τη φύση τόπο, σε μία α-τοπία, ακυρώνοντας τους πραγματικούς πόρους, για μια βιώσιμη ανάπτυξη. Η άστοργη αντιμετώπιση της πρότασής μας δεν μας αποθαρρύνει, δεν αδυνατίζει το όραμά μας. Είμαστε πεπεισμένοι πως ευημερία και ανάπτυξη δεν υπάρχει εκεί όπου απουσιάζει ο πολιτισμός.

* Η Γιούλη Ιεραπετριτάκη είναι Ιστορικός – Αρχαιολόγος,
Εκπρόσωπος της ΔΕΦΝΚ στη Θεσσαλονίκη και τη Χαλκιδική

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!