Της Ιφιγένειας Καλαντζή*

 «Άρχισα να κάνω ταινίες, γιατί οι λέξεις δεν ήταν αρκετές!», δήλωσε με την αφοπλιστική του απλότητα ο Ούγγρος σκηνοθέτης Μπέλα Ταρ, που βρέθηκε για τρίτη φορά στην Αθήνα, προσκεκλημένος της New Star. Προσιτός και ειλικρινής, όπως και οι ταινίες του, στις τρεις διαλέξεις που έδωσε στις αρχές της βδομάδας, ανέπτυξε με απλές αλλά ουσιαστικές λέξεις την κοσμοθεωρία του και τις θέσεις του για όλες τις συνιστώσες της δουλειάς του.

 

Ο 56χρονος Μπέλα Ταρ, γνωστός στη χώρα μας κυρίως από το 2000, με το αριστουργηματικό Οι αρμονίες του Βερκμάιστερ, είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση σκηνοθέτη, που δύσκολα μπορεί κανείς να τον κατατάξει.
Με τις εννέα συνολικά ταινίες του, από το ’70 μέχρι σήμερα, όλες ασπρόμαυρες, διαμόρφωσε μια πολύ προσωπική κινηματογραφική γλώσσα, με τα μεγάλης διάρκειας μονοπλάνα του και τις πανέμορφες επιβλητικές εικόνες, σε έναν κινηματογράφο καθαρά ανθρωποκεντρικό.
Κάποιοι μίλησαν για έναν αυθεντικό δημιουργό, με την έννοια του cinéma d’auteur,  που διαμορφώθηκε το ’60, κάτι που ο ίδιος αντιμετώπισε με αμηχανία, σε σχετική ερώτηση, υπογραμμίζοντας ότι οι άλλες μορφές σινεμά είναι απλά για διασκέδαση.
Αρχικά, όπως ανέφερε, μισούσε τον κινηματογράφο, γιατί περιέγραφε μια ψεύτικη ζωή. Έτσι, ο ίδιος αφιερώθηκε να δείξει την αυθεντική όψη της ζωής και την αληθινή ομορφιά των κατατρεγμένων ανθρώπων.
Για τον ίδιο, πρωταρχικό στον κινηματογράφο είναι η εικόνα. Δεν αρκείται στο σενάριο, γιατί ουσιαστικά το σινεμά σχετίζεται με την εικόνα αυτή καθ’ εαυτή, με τους χώρους, τα πρόσωπα, τις ματιές, τα αισθήματα και την αλληλεπίδρασή τους.
Άλλωστε, όπως παρατήρησε, όλες οι ιστορίες έχουν ήδη ειπωθεί από την Παλαιά Διαθήκη. Ποιος ο λόγος, λοιπόν, να ψάχνουμε για καινούργιες ιστορίες; «Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι να δούμε πώς εμείς ενεργούμε και αντιδρούμε, με τις ιστορίες αυτές. Αυτό μόνο αλλάζει και κάνει τη διαφορά».
Ο Μπέλα Ταρ δίνει ιδιαίτερη σημασία στην επιλογή του χώρου. Πηγαίνει ο ίδιος στις τοποθεσίες και υπολογίζει από πριν την κίνηση της κάμερας˙ πού θα τοποθετηθούν οι ηθοποιοί, τις κινήσεις τους μέσα στο χώρο, δημιουργώντας, έτσι, μια προκαθορισμένη χορογραφία. Κατά συνέπεια, η διαδικασία του μοντάζ γίνεται κατά τη διάρκεια του γυρίσματος. Στο τέλος, απλά συλλέγει τις λήψεις και αποφασίζει ποιες, τελικά, θα χρησιμοποιήσει. Σημαντική στις ταινίες του είναι και η μουσική που συμβάλλει και στο ρυθμό, ως μέρος της διαδικασίας.
Το κομβικότερο, όμως, σημείο του Ταρ είναι η έννοια του χρόνου, που προσπαθεί να προσεγγίσει μέσα από τα άψογα μελετημένα μονοπλάνα του. Συμπληρώνει ότι τα μονοπλάνα προκαλούν μεγάλη ένταση, γιατί όλοι πρέπει να είναι πολύ συγκεντρωμένοι, ειδικά οι ηθοποιοί, αφού η κάμερα είναι διαρκώς επάνω τους.
Στη συνεργασία του με τους ηθοποιούς είναι ιδιαίτερα απαιτητικός. Κατά τη γνώμη του, μεγάλη σημασία έχει η προσωπικότητα του ατόμου που ερμηνεύει το φιλμικό χαρακτήρα, ώστε να αναζητηθεί η διαφορά και η σχέση με τον χαρακτήρα που θα υποδυθεί. «Μην υποκρίνεστε, απλά να υπάρχετε, και αυτό μου είναι αρκετό», τους συμβουλεύει, και δεν τους δίνει ποτέ σενάριο, ώστε να μην παραμερίσει και καταστρέψει την οντότητά τους και την ελευθερία τους.
Τέλος, ο σημαντικός αυτός σκηνοθέτης δήλωσε ότι θεωρεί ήδη τον εαυτό του συνταξιοδοτημένο, μετά το Άλογο του Τορίνο. Άλλωστε, ό,τι είχε να πει το είπε και δεν του αρέσει να επαναλαμβάνεται. Λέει, μάλιστα, χαρακτηριστικά: «Δεν ήθελα ποτέ να γίνω επαγγελματίας κινηματογραφιστής και σκηνοθέτης, σαν ένας καλός μπουρζουά αστός κύριος». Αφήνει τόπο στη νέα γενιά, να βγει και να δει τον κόσμο με μια πιο φρέσκια ματιά, ενώ συμβουλεύει τους νέους σκηνοθέτες: «Δεν υπάρχει κανένας λόγος για συμβιβασμούς, μη φοβάστε τίποτα, απλά να είστε ο εαυτό σας».

* Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι κριτικός Κινηματογράφου.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!