Δεν σε λησμονώ

Σ’ έναν αγωνιστή της Λευτεριάς στην
Κύπρο, που τον πηγαίνανε για εκτέλεση.

Σ’ είδα μονάχα μια στιγμή, μα δεν σε λησμονώ,
έχει η καρδιά μου τη γλυκειάν εικόνα σου κρατήσει,
ήσουν πεφτάστρι, μια βραδυά που πέφτει από τον ουρανό,
και που σκορπίζει γύρω του, μια λάμψη πριν να σβύσει.
Σ’ είδα μονάχα μια στιγμή. Σε πήγαιναν για κει…
Κ’ εσύ, φυσούσες στις ψυχές την πίστη, όλο το δρόμο,
κ’ είχες μια σπίθα στη ματιά, αφ’ τη φωτιά που καίει
τον κόσμο.
Σ’ είδα μονάχα μια στιγμή, σε μια στροφή μιας δίνης,
και σ’ άρπαξα και σ’ έκλεισα μέσ’ στης ψυχής μου τ’ άδυτα,
το δρόμο να μας δείχνεις.

Μην πεις

Καλώς την που την πρόσμενα χρόνια και χρόνια τώρα,
κοντά σου θέλω να με βρει του χεινοπώρου η μπόρα.
Μείνε καλή μου, κάνε μου λιγάκι συντροφιά,
κι’ όταν χωρίσoμε, μην πεις απάνω μου πως είδες,
σημάδια από του σταυρωμού τα σουβλερά καρφιά,
και μελανιές αφ’ τις βαριές των σκλάβων αλυσίδες.

Παπαρούνες    

Ένα μπουκέτο παπαρούνες, φτιαγμένες από σύρματα
και φλος,

αναστατώσαν την ψυχή μου.
Ο λογισμός ξαστέρωσε ο θολός, κι’ έπεσε φως μέσ’ στο
κελλί μου.

Ένα μπουκέτο πυρκαγιές, ένα μπουκέτο χείλη,
ένα μπουκέτο ροδαμιές, σε τροπικό ένα δείλι.

Μα πούν’ η αγάπη; Πνίγηκε στο μίσος και στο ψέμμα,
και στο κελλί μου φτάνουνε σπαραχτικές κραυγές,
κ’ οι παπαρούνες έγιναν ένα μπουκέτο από πληγές
και στάζουν αίμα.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!