Ένα επιστημονικό συνέδριο με θέμα την Εκκλησία και την Αριστερά, πριν από λίγα μόλις χρόνια θα ανήκε στη σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας.

Μία πρόσκληση με σήμα τη γροθιά που κρατάει το σταυρό, θα παρέπεμπε στην καλύτερη περίπτωση σε κάποια pop art έκθεση, αλλά δύσκολα θα πίστευε κανείς ότι έχουμε να κάνουμε με μια σπουδαία φιλοσοφική συνάντηση. Δύο μέρες συνεδρίου ήταν όμως αρκετές για να λυθούν παρεξηγήσεις, να αμβλυνθούν αντιθέσεις και να ξεκινήσει ένας διάλογος που για δεκαετίες θεωρούνταν καταραμένος. Αριστερά και Εκκλησία κατάφεραν σε δύο ημέρες να συμφωνήσουν σε πολλά, αλλά και να εκφράσουν τα παράπονά τους. Η πλειοψηφία των ομιλητών αναγνώρισε ως κοινό πεδίο δράσης μεταξύ Εκκλησίας και Αριστεράς την αλληλεγγύη, την αγωνία για το συνάνθρωπο, αλλά και την αποστροφή στα ακροδεξιά μορφώματα της εποχής, όπως η Χρυσή Αυγή.  Αναγνώρισαν επίσης την ανάγκη κοινής δράσης απέναντι στα φαινόμενα φτώχειας, στο ρατσισμό, σε μια ακραία κατάσταση φτωχοποίησης ενός λαού. Συνομολόγησαν την πίστη σε μια άλλη, αταξική και δίκαιη κοινωνία.
Υπήρχαν όμως και τα παράπονα με πιο χαρακτηριστικό την «γκρίνια» της Αριστεράς για τη ροπή της Εκκλησίας προς τον καπιταλισμό, ενάντια σε ιδεολογικές και φιλοσοφικές αναφορές που εκφράστηκαν.
Μελανό σημείο, η στοχοποίηση του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, Τάσου Κουράκη, από ακροδεξιούς και κυβερνητικούς κύκλους για μια αποστροφή του λόγου του που αφορούσε τη μισθοδοσία των κληρικών. Επίθεση αναμενόμενη, αν αναλογιστεί κανείς ότι το γραφείο του κ. Σαμαρά με συνεχείς παρεμβάσεις στην αρχιεπισκοπή προσπάθησε να ματαιώσει το συνέδριο.
Τη σπουδαιότητα του συνεδρίου περιέγραψε με μεστό λόγο ο κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής, που διοργάνωνε και το συνέδριο, δηλώνοντας καταληκτικά πως «η αγάπη δεν είναι απλώς η ελεημοσύνη, αλλά κυρίως ο αγώνας και η φροντίδα να δημιουργηθούν οι κοινωνικές δομές, οι οποίες θα δίδουν σε όλους το δικαίωμα και τη δυνατότητα να την έχουν».
Κοινός τόπος όλων των συμμετεχόντων, ότι τόσο η Εκκλησία όσο και η Αριστερά πρέπει να κάνουν την τίμια αυτοκριτική τους και να αναθεωρήσουν η μεν πρώτη τη λανθάνουσα μανιχαϊστική και πλατωνική τάση ότι η Ορθοδοξία έχει μονάχα μεταϊστορικούς στόχους και δεν πρέπει να ασχολείται καθόλου με τη συγκεκριμένη ιστορική πραγματικότητα και η δεύτερη την τάση ενός κοινωνικού ακτιβισμού, που απολυτοποιεί την ενδοκοσμικότητα και απορρίπτει την εσχατολογική πραγματικότητα. Το συνέδριο υπήρξε ένα σημαντικό γεγονός, καθώς επιχείρησε να άρει προκαταλήψεις του παρελθόντος και να θέσει τις δύο πλευρές προ των ευθυνών τους απέναντι στον άνθρωπο, την κοινωνία και τον πολιτισμό. Άλλωστε, όπως χαρακτηριστικά είπε και ο Νικόλας Σεβαστάκης, εισηγητής στο συνέδριο: «Με διαφορετική γλώσσα και μέσα από διαφορετικούς όρους περιγραφής της κοινωνίας, των αναγκών, της ελπίδας, υπήρξαν σημεία που υπόσχονται κάτι. Αυτή η υπόσχεση είναι κάτι θετικό».

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!