Μπροστά σε κρίση ταυτότητας τα συνδικάτα, ενώ έρχεται νέα επιδρομή στον κατώτατο μισθό. Του Γιώργου Κατερίνη

Η λήξη της ισχύος 42 κλαδικών συλλογικών συμβάσεων στις 14 Φεβρουαρίου τροφοδότησε συζητήσεις για το εύρος των συλλογικών δικαιωμάτων που απομένουν σε ισχύ. Στην ουσία πρόκειται για τις τελευταίες κλαδικές συμβάσεις που παρέμεναν σε ισχύ. Η λήξη τους θέτει σε εφαρμογή τη μειωμένη μετενέργεια του ενός τριμήνου, εντός του οποίου θα πρέπει να υπογραφούν νέες συμβάσεις. Αν αυτό δεν γίνει κατορθωτό, μετά την παρέλευση και αυτού του τριμήνου οι εργαζόμενοι που καλύπτονται από αυτές τις ΣΣΕ θα παραμείνουν χωρίς συλλογική προστασία, δηλαδή κυριολεκτικά έρμαια της εργοδοτικής πίεσης για μειώσεις μέχρι του ορίου της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας.
Από την εμπειρία του προηγούμενου διαστήματος εφαρμογής του Ν. 4024/2011 το μέλλον των κλαδικών συμβάσεων είναι περίπου προδιαγεγραμμένο. Σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, σε 26 κλαδικές ΣΣΕ που υπογράφηκαν μεταξύ 25/10/2011 και 7/12/2012, δυο μόνο συμβάσεις σημειώνουν αυξήσεις αποδοχών και άλλες πέντε πάγωμα. Στις υπόλοιπες, που υπογράφτηκαν μετά τη δημοσίευση της Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου αρ.6 (28/2/2012) κυριαρχούν οι μειώσεις των βασικών αποδοχών. Πρακτικά, οι κλαδικές ΣΣΕ σταδιακά εξουδετερώνονται. Τη θέση τους κατέλαβαν, αυτό το διάστημα, οι επιχειρησιακές συμβάσεις, οι οποίες κυριολεκτικά «άνθισαν». Στο διάστημα από τον Οκτώβριο του 2011 και μέχρι τέλος Νοεμβρίου 2012, το ΙΝΕ ΓΣΕΕ κατέγραψε την υπογραφή 904 επιχειρησιακών συλλογικών συμβάσεων, από τις οποίες η πλειονότητα (80%) υπογράφηκε μεταξύ του εργοδότη και του μνημονιακού κατασκευάσματος των ενώσεων προσώπων. Με αυτές τις συμβάσεις είτε «συμφωνούνται» μειώσεις μισθών σε επίπεδα 15%-30%, είτε στις περισσότερες περιπτώσεις προσαρμόζονται στα επίπεδα της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, δηλαδή σε μεικτούς μηνιαίους μισθούς 586 ευρώ (ή 511 ευρώ για τους νέους έως 25 ετών).
Επιπλέον, όπως κατήγγειλε η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ σε συνέντευξη Τύπου ειδικά για το θέμα, εντός του 2012 η μη ανανέωση των κλαδικών και ομοιοεπαγγελματικών συμβάσεων μετά τη λήξη και της μετενέργειάς τους έχει υποχρεώσει το 60% των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, δηλαδή περίπου 1.200.000 εργαζόμενους, να αποδεχτούν ατομικές συμβάσεις εργασίας με δραστικές έως σφαγιαστικές μειώσεις μισθών.
Με βάση αυτά οι βουλευτές και τα συνδικαλιστικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ εκτιμούν ότι μέσα στο 2013 το ποσοστό των εργαζομένων που οι αποδοχές τους θα καθορίζονται με ατομική συμφωνία θα εκτιναχθεί στο 80% και ότι οι μειώσεις μισθών θα φθάσουν το 50%.

Έωλα τα κατώτατα όρια αποδοχών
Οι πρόσφατες δηλώσεις του γενικού γραμματέα του υπουργείου Οικονομικών για τα κατώτατα όρια των αποδοχών, μπορεί να αντιμετωπίσθηκαν από τον αρμόδιο υπουργό Εργασίας ως προσωπικές απόψεις, όμως δεν απέχουν από τις πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης. Αντίθετα, μάλλον ο κ. Μέργος λειτούργησε ως «λαγός» αυτών που θα επακολουθήσουν, αν δεν υπάρξει μια ριζική ανατροπή από το εργατικό κίνημα.
Η πρακτική κατάργηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων -αφού με τις αλλαγές που επέφερε ο Ν. 4024/2011 το επίδικο της διαπραγμάτευσης είναι «φτωχοποίηση με Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, φτωχοποίηση με ατομική σύμβαση εργασίας», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει συμπερασματικά η ετήσια έκθεση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ- έχει αναγάγει τα κατώτατα όρια αποδοχών της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας στο μοναδικό ανάχωμα προς τα κάτω. Με δεδομένο ότι η ΕΓΣΣΕ λήγει στις 31 Μαρτίου 2013 και πλέον με το νόμο 4093/2012 τα κατώτατα όρια μισθών θα καθορίζονται από Πράξεις Υπουργικού Συμβουλίου, είναι φανερό ότι πολύ σύντομα, ίσως και την 1η Απριλίου θα τεθεί από την τρόικα και την κυβέρνηση σε εφαρμογή η υλοποίηση μιας ακόμη επιδρομής στον κατώτατο μισθό, ώστε να υλοποιηθεί ο στόχος για προσαρμογή στα μισθολογικά επίπεδα των «ανταγωνιστριών» οικονομιών της ευρύτερης περιοχής των Βαλκανίων (Βουλγαρία, Ρουμανία κ.λπ.) ή και τρίτων χωρών έντασης της εκμετάλλευσης, όπως το Πακιστάν ή το Μπαγκλαντές.
Η αφαίρεση των συλλογικών κεκτημένων που αφορούν επιδόματα, πολυετίες κ.λπ. και περιέχονταν σε κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές συμβάσεις καθιστά τον εκάστοτε κατώτατο μισθό καθολικό. Έτσι, η απαγόρευση διαπραγμάτευσης των ορίων των κατώτατων αμοιβών, δημιουργεί το έδαφος για οποιαδήποτε νομοθετική παρέμβαση ακόμη μεγαλύτερης μείωσης αποδοχών στο σύνολο των εργαζομένων.
Στην περίπτωση αυτή, οι εργοδότες δεν θα έχουν ανάγκη τις επιχειρησιακές συμβάσεις και τις ενώσεις προσώπων, αφού η κυβέρνηση θα ρυθμίζει κατ’ εντολή τους τις αμοιβές.

Η πανελλαδική συγκρότηση του τμήματος Εργατικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ θα πραγματοποιηθεί
στις 23 Φεβρουαρίου. Ξεν. NOVUS (Καρόλου 23, πλ. Καραϊσκάκη) στις 10 π.μ.

Αναγκαίος ένας άλλος συνδικαλιστικός δρόμος
Το γεγονός αυτό τονίζει την ανάγκη μιας διαφορετικής από τα έως τώρα δεδομένα συνδικαλιστικής προσέγγισης των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Η διεκδίκηση των οποιωνδήποτε αιτημάτων δεν μπορεί να γίνει στη βάση κλειστών και επετειακών απεργιακών αγώνων, που κι αυτοί στις περισσότερες περιπτώσεις δίνονται δι’ αντιπροσώπων. Η πολιτική της επιστράτευσης, η δικαστική απαγόρευση απεργιών και η καταστολή των αγώνων χρησιμοποιούνται ως όπλα όχι εναντίον των αγώνων που δίνονται, αλλά κυρίως εναντίον των αγώνων που μπορεί να ξεκινήσουν. Η προαναγγελία από τον υπουργό Εργασίας, αλλαγής του συνδικαλιστικού νόμου (Ν.1264/82) και των δυνατοτήτων κήρυξης απεργιών, έστω κι αν είναι μια ακόμη απειλή με πολλαπλούς αποδέκτες (κυρίως τα συνδικαλιστικά «μαγαζιά» των κυβερνητικών κομμάτων), ακριβώς σε αποτροπή μελλοντικών εργατικών αγώνων στοχεύει. Έστω κι αν αυτοί δεν είναι ακόμα ορατοί…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!