Μικροί μεγάλοι γίνανε / μαυραγορίτες όλοι / κι αφήσαν όλο τον ντουνιά / με δίχως πορτοφόλι. / Πουλήσαμε τα σπίτια μας / και τα υπάρχοντά μας / για δυο ελιές κι ένα ψωμί / να φάνε τα παιδιά μας.
Μιχάλης Γενίτσαρης
Έχουμε πόλεμο, ίσως ακήρυκτο τυπικά, αλλά πόλεμο: Τουτέστιν τα πράγματα έχουν «χοντρύνει» υπερβολικά, άσχετα αν πολλοί από μας φοβόμαστε, ή έστω, ελπίζουμε ότι δεν θα πιάσουμε τελικά πάτο. Κι όμως: μια διεισδυτική ματιά στην κοινωνική τρικυμία φτάνει να εντοπίσει τα όλο και αυξανόμενα σημάδια του νέου πλιάτσικου που ξεκίνησε ήδη, προεικονίζοντας την επερχόμενη –αδιανόητη ως τώρα- δυστυχία που μας απειλεί. Αναφερόμαστε αρχικά σε μια μόνο έκφανσή του, που μορφοποιείται σε χιλιάδες φέιγ βολάν στα παρμπρίζ των αυτοκινήτων, διαφημιστικές καταχωρίσεις στον Τύπο, και άνοιγμα γραφείων που ξεφυτρώνουν σωρηδόν από το πουθενά, καταλαμβάνοντας χώρους όπου μέχρι «χθες» στεγάζονταν ιστορικά μικροκαταστήματα, τα οποία δυστυχώς δεν άντεξαν τη λαίλαπα της κρίσης.
Οι νέοι μαυραγορίτες είναι εδώ, λοιπόν! Υπό την ασφαλή ομπρέλα των διεθνών τοκογλύφων, που λεηλατούν τη χώρα, αγοράζουν κι αυτοί με τη σειρά τους όλα τα είδη, καινούρια ή παλιά, από χρυσό και ασήμι, σε όποια κατάσταση κι αν βρίσκονται: χρυσές αλυσίδες, δαχτυλίδια, καρφίτσες, χρυσά ρολόγια, τα δόντια του παππού και της γιαγιάς, σταυρούς και φυλαχτά των παιδιών μας ή ό,τι άλλο «μυρίζει» από μακριά χρυσό, ασήμι και κέρδος. Ό,τι, δηλαδή, έχει κρατήσει ο καθένας μας ως φυλαχτό, ως μνήμη, συναίσθημα και αναφορά στο παρελθόν του. Τα αγοράζουν «κοψοχρονιά», εννοείται, κρίνοντας ανάλογα με την ανάγκη και την ανέχεια του καθενός, προσποιούμενοι μάλιστα τους «σωτήρες» της στιγμής.
Πρόκειται για μια εξαιρετικά βρόμικη, τυχοδιωκτική, αποκτηνωμένη πράξη εκμετάλλευσης της φτώχειας, που δεν έχει ούτε ηθική ούτε νομική ούτε (κυρίως) πολιτική νομιμοποίηση, καθώς προσβάλλει, ξεδοντιάζει κυριολεκτικά τις ανθρώπινες αξίες και τη λογική. Κι ως τέτοια πρέπει να στοχοποιηθεί: πολιτικά, κινηματικά, αποφασιστικά, βίαια. Αλλιώς ο φόβος και η μαυρίλα θα φωλιάσουν στις ψυχές των ανθρώπων και τότε θα βρεθούν κι άλλοι, πολύτροποι, μεταμφιεσμένοι με το μανδύα της τέχνης φορείς να ανοίξουν τη δική τους βιοτεχνία του φόβου. Το βλέπουμε το φαινόμενο ήδη να εξαπλώνεται υπό τη μορφή προσκλήσεων σε σεμινάρια – με το αζημίωτο, βέβαια. Είναι αλήθεια ότι ο φόβος είναι ικανός να κάμψει κάθε αντίσταση, να παγώσει και την πιο αποφασιστική δύναμη, να αναστείλει την εξέλιξη.
Άλλο τόσο αλήθεια όμως είναι ότι η διαχείρισή του δεν πρέπει να αφεθεί ούτε σε κυνικούς μαυραγορίτες ούτε σε δήθεν προγράμματα που διαφημίζουν κομπογιαννίτες του είδους με μοναδικό στόχο να διαχειριστούν τη συνείδησή και να καρπωθούν οφέλη από την ένδειά μας.

Στ. Μαυροειδής

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!