Της Ματίνας Παπαχριστούδη.

Η αξιοπιστία και εγκυρότητα των Ελλήνων δημοσιογράφων είναι πια αδύνατον να κερδηθεί, γιατί εξαρχής παραδόθηκε στην οικονομική εξουσία. Και ο πλέον αδαής πολίτης στη λειτουργία και το σύστημα δεσμεύσεων των δημοσιογράφων στον Τύπο ή τα ηλεκτρονικά Μέσα, κατανοεί πως πίσω από τις καλά βαλμένες φράσεις κρύβεται κάποιο αθέατο συμφέρον, συνήθως πολιτικό. Είναι πιο εύκολα αναγνωρίσιμο γιατί είναι το κραυγαλέο.

Διαβάζοντας το πρώτο βιβλίο της τριλογίας του Στιγκ Λάρσον «Millenium» μένεις έκπληκτος από τη σφοδρή κριτική που δέχεται η ευρωπαϊκή σχολή ανεξάρτητης δημοσιογραφίας μετά την επικυριαρχία του χρηματιστηριακού κεφαλαίου. Παρατίθενται κάποιες απλές, δεσμευτικές αρχές για τους συντάκτες των ΜΜΕ που, σύμφωνα με τον δημοσιογράφο Λάρσον, καταπατούν οι οικονομικοί συντάκτες, οι οποίοι πολύ εύκολα μετατράπηκαν σε λακέδες των «προδοτών της χώρας τους» και της «πραγματικής οικονομίας». Η απάντηση του ήρωα, επίσης δημοσιογράφου, στην ερώτηση συναδέλφου του αν καταρρεύσει η οικονομία της Σουηδίας επειδή το χρηματιστήριο πέφτει σαν πέτρα είναι μια λέξη. «Ανοησίες». Αυτά βεβαίως συμβαίνουν στη Σουηδία όπου η τήρηση των κανόνων ανεξάρτητης δημοσιογραφίας θεωρείται φυσικό να ελέγχεται.

Στη χώρα μας το μοντέλο της «ανεξάρτητης δημοσιογραφίας» δημιουργήθηκε, ήδη από τη δεκαετία του ’80, συνυφασμένο με την επέκταση των οικονομικών συμφερόντων των εκδοτών σε άλλους κλάδους της οικονομίας και λειτούργησε από την αρχή με τους κανόνες της κρατικοδίαιτης εξάρτησης. Η ιδιωτική ραδιοφωνία και τηλεόραση, χωρίς καμία αντίσταση από τον Τύπο και τους ανθρώπους του, επέβαλλε, σε λίγα μόλις χρόνια, τους δικούς της κανόνες και όρια σε όλα τα ρεπορτάζ, από το πολιτικό μέχρι και το πολιτιστικό. Παράλληλα εξαφάνισε το κοινωνικό και ελεύθερο ρεπορτάζ. Το μοντέλο της απόλυτα εξαρτημένης ενημέρωσης από την κάθε κυβέρνηση στα ελεγχόμενα κρατικά μέσα, την ΕΡΤ και το ΑΠΕ, πέρασε σχεδόν αυτούσιο στα ιδιωτικά ηλεκτρονικά ΜΜΕ.
Πολύ σύντομα όσοι δημοσιογράφοι ακολουθούσαν κάποιες αρχές ανεξαρτησίας, επιμένοντας στο ρόλο του ελέγχου της όποιας εξουσίας, πέρασαν στο περιθώριο. Χωρίς καν να δοθεί η οποιαδήποτε μάχη, έγιναν οι «περίεργοι». Κυρίως οι αποτυχημένοι στο κυρίαρχο, λαμπερό τότε, σύστημα των media. Η περίοδος του «εκσυγχρονισμού» πέρασε σαν λαίλαπα και έκαψε οποιαδήποτε διαφορετική φωνή είχε πρόσβαση σε πρώτο πλάνο στα ΜΜΕ. Οι δημοσιογράφοι έγιναν πλούσιοι, πολλοί έγιναν εκδότες-υπάλληλοι του οικονομικού συστήματος, πανίσχυροι κάτω από μανδύες προστασίας του κράτους και των οικονομικών συμφερόντων, όχι μόνο των αφεντικών τους αλλά και των φίλων τους, ερωμένων, διαφημιστών, γνωστών και παρατρεχάμενων. Η εγκατάλειψη της βασικής αρχής ότι ρόλος του δημοσιογράφου είναι να ελέγχει, οδήγησε στην επικυριαρχία του σημερινού μοντέλου της απόλυτης διαφθοράς. Δημοσιογράφοι μαριονέτες, αχθοφόροι της ενημέρωσης, που επιβάλλει το πολιτικό και οικονομικό σύστημα.
Το χειρότερο, δεν υπάρχει ή μάλλον δεν διοχετεύεται και δεν υποστηρίζεται η οποιαδήποτε απόπειρα άρθρωσης διαφορετικού λόγου και δράσης, η οποία ακόμη ζει στη βουβή πλευρά των ΜΜΕ. Κάπως έτσι εξαφανίστηκε και η όποια δύναμη ή δυναμική κατείχε το επάγγελμα. Οι δημοσιογράφοι δεν διαμορφώνουν πλέον την κοινή γνώμη, γι’ αυτό υπάρχουν άλλα κέντρα που το κάνουν καλύτερα. Στην καλύτερη περίπτωση υποδύονται ρόλους στην τηλεόραση, συνήθως σε επιθεωρήσεις πληροφόρησης για να τρομοκρατούν ή να πανικοβάλλουν το κοινό τους. Δεν προπαγανδίζουν προσφέροντας τις γνώσεις ή το γραπτό τους. Στην καλύτερη περίπτωση εκθέτουν τα επιχειρήματα όσων με πίστη υπηρετούν. Με λίγα λόγια, είναι πλέον αχρείαστοι, άχρηστοι ακόμη και στα αφεντικά τους. Για ένα κομμάτι ψωμί πια θα περιφέρουν τη γραφίδα ή την εμφάνισή τους σε όσα media αντέξουν στην κρίση.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!