Οι εσωτερικές ισορροπίες, οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί και οι προοπτικές της εξέγερσης ένα χρόνο μετά την έναρξή της. Του Μονίφ Μούλχεμ

Στη Συρία συμπληρώνεται, σε λίγες ημέρες, ένας χρόνος από την έναρξη του αγώνα για την ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ, μετά από ειρηνικές διαμαρτυρίες για τη νεοφιλελεύθερη στροφή στην οικονομική του πολιτική. Το καθεστώς διατηρεί τη δημοφιλία του, αν κρίνει κανείς από το ποσοστό συμμετοχής στο δημοψήφισμα της προηγούμενης Κυριακής για τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις: Συμμετοχή 57,4%, ναι 89,4%, όχι 9%, λευκό 1,6%. Το νέο σύνταγμα προβλέπει πολυκομματικές εκλογές με διαφορετικές λίστες και ελευθερία ίδρυσης κομμάτων μη θρησκευτικού χαρακτήρα, στοχεύοντας στη διατήρηση του πολυεθνοτικού κοινωνικού μπλοκ που προτιμά το καθεστώς, αντίθετα με τους επαναστατημένους, που, εκπροσωπούμενοι κυρίως από θρησκευτικούς παράγοντες και «ξεφωνημένους» δυτικόφιλους, δεν έχουν πείσει για κάτι τέτοιο. Ε.Ε. και ΗΠΑ καταδίκασαν το δημοψήφισμα, με τη «δημοκρατική» Ε.Ε., που δεν κάνει δημοψηφίσματα για τα δικά της συντάγματα, να αναγνωρίζει το διασπαζόμενο Συριακό Εθνικό Συμβούλιο ως «νόμιμο εκπρόσωπο του συριακού λαού». Ρωσία, Κίνα, Ιράν έκαναν έκκληση για σεβασμό του αποτελέσματός του. Το Κατάρ ασπάζεται πλέον την άποψη της Σαουδικής Αραβίας για εξοπλισμό των ανταρτών, πρόταση απορριπτέα επισήμως από την Χ. Κλίντον, λόγω της «ευκολίας κατάληξης των όπλων σε τρομοκράτες». Παρακάτω, παρατίθεται κείμενο του Μονίφ Μούλχεμ, ιδρυτικού στελέχους του Κόμματος Κομμουνιστικής Δράσης και φυλακισμένου για 16 χρόνια από το καθεστώς. Το κείμενο γράφτηκε αποκλειστικά για τον Δρόμο και στάλθηκε από τη Δαμασκό, όπου σημειώνονται διακοπές ρεύματος από τις επιθέσεις.

 

Η διεθνοποίηση της σημερινής σύγκρουσης στη Συρία δεν ήταν αποτέλεσμα του αιτήματος μερικών πτερύγων της συριακής αντιπολίτευσης (Συριακό Εθνικό Συμβούλιο), όπως και δεν ήταν η κατηγορηματική απόρριψη εναντίον οποιασδήποτε στρατιωτικής ανάμειξης από άλλες πλευρές της αντιπολίτευσης (Συριακή Συντονιστική Επιτροπή) ο λόγος της σημερινής απροθυμίας για κάτι τέτοιο, αφού οι περιφερειακές και διεθνείς επεμβάσεις και συγκρούσεις στη Συρία δεν σταμάτησαν καθόλου μετά την ανεξαρτητοποίησή της το 1946. Πρώτον, η Συριακή Αραβική Δημοκρατία δεν είναι παρά υπόλειμμα της Συρίας που διαίρεσε η συμφωνία Σάικς-Πικό μεταξύ Βρετανίας και Γαλλίας το 1916. Η διαίρεση αυτή δεν σταμάτησε την έντονη διασύνδεση μητέρας Συρίας και γειτόνων (Λίβανος, Ιράκ, Ιορδανία). Επίσης, η πάλη Αιγύπτου-Σαουδικής Αραβίας για επιρροή στη Συρία δεν σταμάτησε. Επιπροσθέτως, οι ιμπεριαλιστικές συμμαχίες επεδίωξαν να συμπεριλάβουν τη Συρία στους σχεδιασμούς τους, με διασημότερο το σχέδιο Αϊζενχάουερ και το Σύμφωνο της Βαγδάτης, προσπάθεια που εντατικοποιήθηκε την τελευταία δεκαετία και ιδιαίτερα μετά την αμερικανική εισβολή στο Ιράκ, την εμφάνιση του άξονα Τεχεράνης-Δαμασκού και την προσπάθειά περικύκλωσης της Τεχεράνης με πρόσχημα το πυρηνικό της πρόγραμμα.
Στην πραγματικότητα, η εξωτερική επέμβαση ή η απουσία της δεν εξαρτάται παρά από τα συμφέροντα δυτικών κρατών και των εσωτερικών, διεθνών ή περιφερειακών συγκυριών, που ειδικά σήμερα δεν είναι οι πλέον ευνοϊκές. Όσο για τον υπολογισμό της άποψης των Σύρων, αυτό είναι το τελευταίο που διαμορφώνει την άποψή τους. Κάθε μέρα εφευρίσκουν επιχειρήματα και δικαιολογίες, όσο ασήμαντες και να είναι, όταν θελήσουν επέμβαση. Τέλος, η άποψη, η συμπεριφορά και η κατάσταση του συριακού καθεστώτος αλλά και η θέση της Συρίας τη συγκεκριμένη στιγμή της επαναστατικής διαδικασίας, είναι οι βασικοί και όχι αποκλειστικοί παράγοντες, που παρέχουν τους όρους και τα επιχειρήματα για στρατιωτική επέμβαση.

Αντιπολίτευση: Από τη διστακτικότητα στο ξεπούλημα των ονείρων του λαού
Μήνες μετά την έναρξη της εξαπλωθείσας εξέγερσης, ήρθε η ένοπλη απάντηση του συστήματος, με χιλιάδες νεκρούς και τραυματίες. Σχηματίστηκε το Συριακό Εθνικό Συμβούλιο, από θρησκευτικές, κυρίως, και φιλελεύθερες πολιτικές πτέρυγες. Τα λαϊκά κινήματα των συριακών δρόμων υποστήριξαν αυτό το Συμβούλιο, όχι λόγω ικανοποίησης για τον τρόπο δημιουργίας του ή για την εσωτερική του διάρθρωση, αλλά από την ανάγκη ενοποίησης του αγώνα τους, τον πρώτο καιρό, και συγκέντρωσης σε μια ενιαία δομή όσο περισσότερων εθνοθρησκευτικών κοινοτήτων γινόταν. Του προσέδωσαν, έτσι, περισσότερη ισχύ. Όμως αυτό, αντί να προσανατολιστεί στη στήριξη, ενεργοποίηση και ενοποίηση τον λαϊκών κινημάτων, προσανατολίστηκε στο ξεπούλημα των στόχων τους, απευθυνόμενο στις διεθνείς δυνάμεις, παράγοντες και επιρροές, κατά το -πολύ διαφορετικό- παράδειγμα της Λιβύης, και ρίχνοντας στη διεθνή αγορά κάθε γεωπολιτικό χαρτί ισχύος της Συρίας: Από το αίτημα απαγόρευσης πτήσεων, ως το διστακτικά τιθέμενο αίτημα της δημιουργίας νεκρών ζωνών του Ελεύθερου Συριακού Στρατού και ως το αίτημα προστασίας των πολιτών και των δρόμων διαφυγής, το Συμβούλιο δεν προσέφερε τίποτα απτό στην ενός έτους Επανάσταση, πέραν του ξεπουλήματός της.
Ταυτόχρονα, μια άλλη αντιπολιτευτική πτέρυγα σχημάτισε τη Συριακή Συντονιστική Επιτροπή. Συμμετείχαν ιστορικά αντιπολιτευόμενα κόμματα και προσωπικότητες, γνωστά για τις διώξεις που υφίσταντο για πάνω από τρεις δεκαετίες. Όμως, η Επιτροπή ξεκίνησε εξαρχής με ευελιξία στη δομή και την απεύθυνσή της στους επαναστατημένους δρόμους, και παρέμεινε, αισθμαίνοντας, πίσω από το κίνημα των επαναστατημένων μαζών. Η Επιτροπή εξαρχής επικεντρώθηκε στην απόρριψη της στρατιωτικής επέμβασης -όταν αυτή δεν ήταν καν στο τραπέζι- αντί να επικεντρωθεί στην ανατροπή του καθεστώτος. Φαινόταν σαν να ενδιαφερόταν να αντιπαρατεθεί περισσότερο στο Συμβούλιο για την επέμβαση που ζητούσε, παρά στο καθεστώς. Στην πραγματικότητα, ο λόγος της Επιτροπής ήταν η πραγματική έκφραση των φοβισμένων, διστακτικών και σιωπηρών Σύριων παρά η έκφραση του εξεγερμένου δρόμου.

Οι κομμουνιστές και η επανάσταση
Ίσως είναι ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του συριακού πολιτικού βίου, σε ολόκληρο τον αραβικό κόσμο, η μη ύπαρξη άλλου κομμουνιστικού κόμματος πλην του παραδοσιακού. Αυτό ιδρύθηκε τη δεκαετία του ’20 και παρέμεινε ενωμένο μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’70, όταν άρχισε να διασπάται, μέχρι να καταλήξει στις αρχές της νέας χιλιετίας σε τέσσερα κομμάτια. Τα τρία παρέμειναν πιστά στη ένταξή τους υπό το δικτατορικό καθεστώς, είτε μέσω της προσχώρησης στο Μέτωπο του κυβερνώντος κόμματος Μπάαθ είτε μέσω χαμηλών τόνων κριτικής των οικονομικών πολιτικών του καθεστώτος, εκτός Μετώπου. Τα τρία κόμματα, μετά την έναρξη της επανάστασης, δεν εκτίμησαν πως υπάρχει ανάγκη ριζικής αλλαγής, παρ’ ότι μερικοί από τη βάση τους συμμετέχουν στα λαϊκά κινήματα χωρίς τη θέληση των ηγεσιών τους. Η τέταρτη πτέρυγα της διάσπασης αποχώρησε από το Μέτωπο στα μέσα της δεκαετίας του ’70, προσχώρησε στην αντιπολίτευση, υπέστη καταστολή όλες τις προηγούμενες δεκαετίες και σταθεροποιήθηκε στις αρχές της νέας χιλιετίας ως το φιλελεύθερο κόμμα, υπό νέα ονομασία (Λαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα), συμμετέχοντας πλέον στο Συριακό Εθνικό Συμβούλιο.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’70 ιδρύθηκε νέο κομμουνιστικό κόμμα, με το όνομα Κόμμα Κομμουνιστικής Δράσης, από σταλινικούς και τροτσκιστές. Έθεσε το σύνθημα για την ανατροπή του καθεστώτος το 1979 και το πλήρωσε με συνεχή καταστολή, μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’90, με σκοπό την οργανωτική και πολιτική του διάλυση. Οι εναπομείναντες ηγέτες του, βγήκαν από τη φυλακή μόλις στις αρχές της νέας χιλιετίας. Το κόμμα αυτό υπέστη ιδεολογικές μετατροπές και διασπάσεις, από φιλελεύθερες ως επαναστατικές και σταλινικές. Κάποια μέλη του το ανασυγκρότησαν και σχημάτισαν, μαζί με άλλες οργανώσεις, το Μαρξιστικό Αριστερό Συνασπισμό, μέλος σήμερα της Συριακής Εθνικής Επιτροπής. Όπως φαίνεται, οι αριστερές οργανώσεις εντάσσονται στην επανάσταση και τα λαϊκά κινήματα, όμως με περιορισμένη αποτελεσματικότητα και επιρροή.

Οι ένοπλες παράμετροι
Οι διαδηλωτές χρησιμοποιούσαν σπανίως όπλα, ως ατομικές αντιδράσεις σε δολοφονίες ή ως απόφαση των ηγετών του κινήματος επιτόπου. Οι κατασταλτικοί μηχανισμοί το αξιοποίησαν και έπεισαν την κοινή γνώμη ότι αντιμετώπιζαν «ένοπλες συμμορίες» με δύο τρόπους: πρώτον, με τη διευκόλυνση της φθηνής απόκτησης ελαφριού οπλισμού και, δεύτερον, με μεγαλύτερο κόστος για το λαϊκό κίνημα, με τη διάλυση της ηγεσίας του ειρηνικού κινήματος, είτε με τη δολοφονία τους σε διαδηλώσεις ή στις φυλακές, είτε με τη φυλάκισή τους, κάτι που επέτρεψε την ανάδειξη νέων ηγετών πιο προσφιλών στην ένοπλη αντιπαράθεση. Ωστόσο, το κίνημα παρέμεινε ειρηνικό, παρά την επιδίωξη πτερύγων της αντιπολίτευσης, από το εξωτερικό και την επιτάχυνση των λιποταξιών του στρατού και το σχηματισμό του Ελεύθερου Συριακού Στρατού, στο εσωτερικό.
Θα μπορούσε ίσως ο Ελεύθερος Συριακός Στρατός να αποτελούσε κίνδυνο, αν παρέμενε κυρίως στρατός λιποτακτούντων από τον καθεστωτικό στρατό, με τα όπλα τους και τη στρατιωτική πειθαρχία. Όμως αυτοί είναι μόνο μερικές χιλιάδες, σύμφωνα με τους πιο αισιόδοξους. Η πλειοψηφία τους είναι πολίτες, κυρίως από περιθωριοποιημένα κοινωνικά στρώματα, που προσχώρησαν εθελοντικά και για να αποφύγουν τις διώξεις. Ο κίνδυνος και η αποτελεσματικότητά του, λοιπόν, παραμένουν περιορισμένοι.
Από την άλλη, η φήμη του καθεστωτικού στρατού χάνεται καθημερινώς, κάτι που το υποχρεώνει να τροφοδοτεί τις στρατιωτικές μονάδες με στοιχεία από άλλες πιστές μονάδες, με τον αριθμό των κρατουμένων στρατιωτικών και δη αξιωματικών (λόγω αμφίβολης αφοσίωσης) να ξεπερνά τις χιλιάδες.
Εγκαταλείπουν, τέλος, καθημερινά το καθεστώς τα τμήματα εκείνα της κοινωνίας που συνδέουν τα συμφέροντά τους με την οικονομία, μερικά εκ των οποίων λόγω επιτάχυνσης του διεθνούς εμπάργκο. Άλλα, επωφελούμενα από αυτό, στηρίζουν το καθεστώς. Φαίνεται πως το καθεστώς θα παραμείνει μόνο με κάποιες εθνοθρησκευτικές κοινότητες και τις ένοπλες κρατικές ομάδες και, μάλιστα, με τις πολιτοφυλακές των κοινοτήτων να υπερβαίνουν αριθμητικά τις στρατιωτικές μονάδες. Μελλοντικά, λοιπόν, οι πρώτες ίσως αποτελέσουν δίλημμα για την επανάσταση, αν το καθεστώς προσφύγει στην επιλογή του Σαμψών.

Προκλήσεις για την επανάσταση
Ο στρατός φαίνεται σήμερα να διεξάγει μια επίθεση σε πόλεις και χωριά για την κατάπνιξη της επανάστασης. Όμως, στην πραγματικότητα, το καθεστώς, βλέποντας την καθημερινή εξάπλωσή της σε νέες περιοχές (Δαμασκός, Αλέπο- γνωστό ως Χαλάμπ) επιδιώκει τη διατήρηση της τρέχουσας κατάστασης, καταπνίγοντάς την στις περιοχές από όπου ξεκίνησε (Χομς-Ντεράα-Χάμα), για να κάμψει το ηθικό των πρόσφατα επαναστατημένων περιοχών, να ανυψώσει το ηθικό και την κλονιζόμενη εμπιστοσύνη των υποστηρικτών του, και να κερδίσει διαπραγματευτικά χαρτιά για τους συμμάχους του (Ρωσία, ειδικότερα) στον αγώνα τους στη διεθνή πτυχή της συριακής «κρίσης». Και αυτό που είπε ο πρόεδρος Άσαντ περί εμφυλίου πολέμου και επαπειλούμενης διχοτόμησης στη συνάντησή του με τον Κινέζο αναπληρωτή υπουργό εξωτερικών στις 19/2 είναι μια πρώτη ένδειξη αυτού.
Σήμερα μπορούμε να πούμε πως η συριακή επανάσταση έχει διαβεί τον Ρουβίκωνα. Δεν μπορεί να γυρίσει πίσω. Το καθεστώς που διακυβέρνησε επί 40 χρόνια είναι σε φάση εξαφάνισης. Πώς και πότε; Δύσκολο να το καθορίσει κανείς επακριβώς, όπως άλλωστε και για παρόμοια καθεστώτα.
Παραμένει ένα τελευταίο σημείο που συνιστά κίνδυνο για το μέλλον της επανάστασης: η μετατροπή της Συρίας σε ζώνη άμεσης αντιπαράθεσης των μεγάλων δυνάμεων, κάτι που, κατ’ εμέ, δεν είναι ώριμο για όλες, τουλάχιστον, τις πλευρές, ειδικά για τη Ρωσία, παρ’ ότι η αμερικανική πολιτική ενδιαφέρεται έντονα να επιμηκύνει χρονικά τη σύγκρουση, όχι για την αποδυνάμωση απλώς του καθεστώτος, αλλά της Συρίας, υπηρετώντας κυρίως τα ισραηλινά συμφέροντα. Αυτό πρέπει να το συνειδητοποιήσει όλη η συριακή αντιπολίτευση και να επιλέξει το συντομότερο δρόμο για την ανατροπή του καθεστώτος. Αυτός παραμένει ο συριακός λαός, και με λιγότερο κόστος, από το να μπαίνει η Συρία στο παζάρι των διεθνών δυνάμεων.

* Ο Μονίφ Μούλχεμ είναι ιδρυτικό στέλεχος
του Κόμματος Κομμουνιστικής Δράσης.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!