Μια συνομιλία του Λάμπρου Πολύζου με τον ποιητή Ανδρέα Νεοφυτίδη.

 

Ο Ανδρέας Νεοφυτίδης είναι περισσότερο γνωστός ως στιχουργός, μια εργασία που συνήθως παραγνωρίζεται από το μάρκετινγκ της ελληνικής δισκογραφίας, κι ας μιλάμε για διάσημα τραγούδια, όπως το Εξαρτάται, το Έλα κρυφά έλα λαθραία κ.ο.κ. Ο Ανδρέας Νεοφυτίδης, όμως, είναι ποιητής. Η πρώτη του παρουσία ήταν η Μνήμη μέσα στο Μέλλον, το 1979, ακολούθησε ο Ήχος Απόλυτος, το 1986, και πέρσι τον Ιανουάριο κυκλοφόρησε η Κυπρουτοπία, μια ιδιαίτερη σύνθεση ιστορικής και πολιτικής προοπτικής, ένα ταξίδι στην πατρίδα του την Κύπρο και μαζί μια ουτοπία. Ως αυθεντικός ποιητής ο Ανδρέας Νεοφυτίδης, έχει δύο ακόμη συλλογές στο συρτάρι του.

Θεωρεί ο Νεοφυτίδης τον εαυτό του ενταγμένο σε κάποια σχολή, ρεύμα ή γενιά; Μπορείς να μιλήσεις ως εκπρόσωπος τέτοιων συλλογικών ποιητικών εμπειριών;
Νομίζω πως έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί οι εποχές των -ισμών, δηλαδή των λογοτεχνικών κινημάτων, στα οποία ο δημιουργός αυτοβούλως ή ανεπαισθήτως εντασσόταν και ενέτασσε το ταλέντο και τη δημιουργικότητά του. Θεωρώ πως, σήμερα, δεν γράφεται ποίηση αποκλειστικά υπερρεαλιστική ή αποκλειστικά ρεαλιστική, ρομαντική ή άλλη. Εξάλλου, πάντοτε η τέχνη, άρα και η ποίηση, από καταβολής της εμπεριείχε όλα τα πιο πάνω στοιχεία, χωρίς ίσως να το συνειδητοποιεί. Η αποκλειστικότητα οδηγούσε σχεδόν πάντα σε τέλμα. Ας θυμηθούμε τον υπερρεαλισμό και όχι μόνο. Σε ό,τι με αφορά, προτιμώ να πιστεύω στη μοναδικότητα, αυτό που ονομάζω «ίδιο τρόπο», κάθε λογοτέχνη-ποιητή, πέρα και έξω από λογοτεχνικά «ρεύματα» ή «οικογένειες» που ανάγονται σε ιστορικές περιόδους, σε «γενιές». Ο ποιητής και η ποίησή του συνιστούν από μόνα τους ένα ρεύμα, που είναι ασφαλώς και προϊόν της εποχής τους, αλλά και την ξεπερνούν ή πρέπει να την ξεπερνούν. Ως εκ τούτου, δεν εντάσσω τον εαυτό μου σε κανένα ρεύμα ή γενιά και, πολύ περισσότερο, δεν μπορώ να μιλήσω ως εκπρόσωπος κάποιας συγκεκριμένης «συλλογικής ποιητικής εμπειρίας». Η ποιητική εμπειρία, καλύτερα περιπέτεια, αποτελεί, πιστεύω, εξαιρετικό ατομικό προνόμιο και υπέρτατη προσωπική ευθύνη του ποιητή ο οποίος, βεβαίως, όντας παιδί της εποχής του, διαποτίζεται από το πνεύμα της.

Κατόπιν αυτών, πώς αυτοπροσδιορίζεσαι ως ποιητής;
Μπορώ να απαντήσω μόνο με τρόπο που δεν θα περιορίζει ενδεχόμενες αναγνώσεις των κειμένων μου. Κι αυτό γιατί πιστεύω πως το λογοτεχνικό κείμενο, ειδικά δε η ποίηση, είναι ένα κείμενο ανοιχτό σε πολλαπλές αναγνώσεις κάτι που, εξάλλου και οπωσδήποτε, του χαρίζει τη λογοτεχνικότητά, την ποιητικότητα. Η απάντησή μου, λοιπόν, ας εκληφθεί ως κάτι που προσφέρει αμυδρά ίχνη για μια ενδεχόμενη ανάγνωση ή προσέγγιση των ποιημάτων μου. Είμαι όχι μόνον ολιγογράφος, η κύηση μπορεί να διαρκέσει έως και χρόνια –σε όλα σχεδόν τα ποιήματά μου αναφέρονται ημερομηνίες έναρξης και περάτωσης της γραφής τους– αλλά και λακωνικός: διακονώ τη συγγραφή σύντομων και λιτών ποιημάτων, σχεδόν αποφθεγματικών, αποφεύγοντας την πολυλογία από αντίδραση στην εποχή μας της πολυλογίας-ανοητολογίας:

η εποχή μας έχει το λόγο λογοπαίγνιο. μην την ακούτε
ακούστε μόνο την αυγινή αθυροστομία των πουλιών
(Από την ανέκδοτη συλλογή Προλεγόμενα)

από το ύψος της ωραίας ουτοπίας στοχεύοντας του κόσμου το τεράστιο στόμα που
φούσκωσε λίμνη ναυαγισμένων λέξεων ομιλητής λαθραίος τίμια μίλησε: ό,τι με
σώζει λαθραία υπάρχει και τη λαθραία ώρα λαθραία στην επιφάνεια ανεβαίνει.
εγώ πώς θέλετε να σταματήσω το ανυπάκουο χέρι που γράφοντας προδίδει
(Από την ανέκδοτη συλλογή Προλεγόμενα)

Θα έλεγα, επιπλέον, πως στα κείμενα μου η λέξη, ιδίως η λέξη της καθημερινής χρήσεως, προσπαθεί να αναβαπτισθεί για να της αποδοθεί, μέσα στο ποιητικό σύμπαν, όλη η αρχική καθαρότητα νοήματος που αυτή θέλει να μεταφέρει.

Όπως
επιστρέφει στον κύκλο του ο τροχός
και πυροδοτείται η λέξη
(Από τη συλλογή Ήχος Απόλυτος – Αθήνα 1986)

Θα σου θέσω ένα ερώτημα που έχει διατυπωθεί πολλές φορές, σε διαφορετικές περιστάσεις, σε τι χρησιμεύει η ποίηση στην εποχή μας;
Πρώτος ο Χέλντερλιν διατύπωσε, και μάλιστα ποιητικώ τω τρόπω, την ερώτηση τούτη. Το γεγονός αυτό μας υποδεικνύει κάτι: ότι και η ποίηση μπορεί να στοχαστεί και να διερωτηθεί για τον ίδιο τον εαυτό της, με τα δικά της μέσα. Ως εκ τούτου, και στο βαθμό που η ερώτηση δεν μετατρέπεται σε απορία φιλοσοφική, την απάντηση νομίζω πως τη δίνει η ίδια η μέχρι σήμερα διακονία της ποίησης. Σε ό,τι με αφορά:
η ποίηση δεν είναι μίμηση του κόσμου είναι αντίθετα
η αέναη ουτοπία του
(Από την ανέκδοτη συλλογή Προλεγόμενα)

Όντας Ελληνοκύπριος που σπούδασε σε Αγγλία και Γαλλία και τώρα ζει και εργάζεται στην Αθήνα, πώς μπορείς να χαρακτηρίσεις την ποιητική σου περιπέτεια;
Η «αυτοεξορία» μπορεί, νομίζω, να συνοψίσει την περιπέτειά μου: ζω, εδώ και τέσσερις σχεδόν δεκαετίες, μακριά από τον γενέθλιο τόπο, κατοικώντας, ωστόσο, πάντοτε στην ελληνική γλώσσα. Δεν είμαι ούτε Κύπριος, ούτε Ελλαδίτης ποιητής. Θέλω να πιστεύω πως είμαι Ελληνικός.
Τί νάναι πια αυτά τα αγάλματα
Πάρεξ λέξεις ελληνικές
(Από την ανέκδοτη συλλογή Είπε)

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!