Αρχική κοινωνία εργασία Η νομική προστασία εμπόρευμα πολυτελείας

Η νομική προστασία εμπόρευμα πολυτελείας

Οι δικηγόροι αντιμέτωποι με τα μνημονιακά μέτρα. Του Θεόδωρου Συμεωνίδη

Η κυβερνητική πολιτική και το Μνημόνιο είχαν ως αποτέλεσμα να πλήξουν τη μεγάλη πλειοψηφία των δικηγόρων: οι ασφαλιστικές εισφορές αυξήθηκαν περίπου 22% για όλους τους δικηγόρους, επιβλήθηκε υποχρεωτική ανά τριετία μετάβαση στην ανώτερη ασφαλιστική κλίμακα χωρίς κανένα άλλο κριτήριο και ανεξάρτητα από το εισόδημα, τη στιγμή που οι συντάξεις όλων των κλάδων περικόπτονται δραστικά και τα αποθεματικά των ταμείων εξυπηρετούν τους τόκους των δημόσιων δανείων, επιβλήθηκε υποχρεωτική ασφάλιση στους ασκούμενους δικηγόρους, καταργήθηκαν οι ελάχιστες αμοιβές, επιβλήθηκε ΦΠΑ 23% στις δικηγορικές υπηρεσίες, ενώ επιτράπηκε στις εγχώριες δικηγορικές εταιρίες να ιδρύουν υποκαταστήματα στην επαρχία. Ταυτόχρονα, καλούμαστε να πληρώνουμε τέλη επιτηδεύματος και εισφορές αλληλεγγύης.
Κι όμως, οι επιταγές της τρόικας για το νέο μνημόνιο προβλέπουν ακόμα χειρότερο μέλλον. Έτσι, «για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και την ενίσχυση του ανταγωνισμού στις ανοικτές αγορές» θα προωθηθούν:
• Ελευθερία λειτουργίας αλλοδαπών δικηγορικών εταιριών και ίδρυσης υποκαταστημάτων.
• Άρση της απαγόρευσης διορισμού/επαναδιορισμού ως δικηγόρων δημόσιων διοικητικών υπαλλήλων, στρατιωτικών κ.ά. και δικηγόρων που έχουν παραιτηθεί από το δικηγορικό λειτούργημα (π.χ. δικαστών!).
• Κατάργηση υποχρεωτικής παράστασης δικηγόρου στα συμβόλαια και τη διενέργεια ελέγχου τίτλων.
• Αύξηση αριθμού των εντολέων, στους οποίους ένας δικηγόρος μπορεί να παρέχει υπηρεσίες με πάγια περιοδική αμοιβή.
• Κατάργηση κατοχυρώσεων για την ελάχιστη πάγια περιοδική αμοιβή.
• Απελευθέρωση της δυνατότητας διαφήμισης.
• Κατάργηση των πόρων των Συλλόγων και αντικατάσταση με υποχρεωτικές περιοδικές εισφορές.
• Επιβολή ως κατώτατου ετήσιου τεκμήριου διαβίωσης εισοδήματος 25.000 ευρώ, το οποίο προσαυξάνεται με «αντικειμενικά» κριτήρια, όπως τα χρόνια άσκησης του επαγγέλματος ή το ιδιόκτητο γραφείο.

Όταν καταργούνται τα δικαιώματα, «περισσεύουν» οι υπερασπιστές
Την ίδια στιγμή, το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης αυξάνει τα παράβολα, μετατρέπει τα Ειρηνοδικεία σε περιφερειακά Πρωτοδικεία, ενώ τα μονομελή Εφετεία θα κρίνουν και κακουργήματα. Η δραματική αύξηση του κόστους αποκλείει το λαό από τη δικαστική προστασία, τη στιγμή μάλιστα που την έχει περισσότερο ανάγκη από ποτέ. Αντί για δικαστική προστασία, εγγυημένη προχειρότητα, αδιαφάνεια και αυταρχισμός περιμένει τον πολίτη που, θέλοντας ή μη, θα βρεθεί μπροστά στα δικαστικά έδρανα. Η δικαστική προστασία γίνεται εμπόρευμα πολυτελείας, προσιτό σε όποιον έχει να το πληρώσει. Από την άλλη πλευρά, αμείλικτη δίωξη περιμένει κάθε διαμαρτυρόμενο, απεργό, διαδηλωτή ή απλώς φτωχό που δεν κατάφερε να σταθεί στο ύψος της νέας «εθνικής υπόθεσης», της διάσωσης τραπεζιτών και λοιπών μεγαλοκαρχαριών από την κρίση! Όταν καταργούν άλλωστε τα δικαιώματα, «περισσεύουν» και οι υπερασπιστές τους!
Τα μέτρα που λαμβάνονται και σχεδιάζονται για τους δικηγόρους δεν είναι ξεχωριστά από την χρεοκοπία ολόκληρου του ελληνικού λαού η οποία μεθοδεύεται από την κυβέρνηση και την τρόικα. Αυτοαπασχολούμενοι δικηγόροι κλείνουν τα γραφεία τους και κυνηγούν μια θέση στις μεγάλες δικηγορικές εταιρίες, χωρίς καμιά κατοχύρωση, ενώ οι νεοεισερχόμενοι διαπραγματεύονται συνθήκες σκλαβιάς και αμοιβές πείνας των 600 και 700 ευρώ, φυσικά αυτασφαλιζόμενοι. Οι ασκούμενοι δικηγόροι δουλεύουν καλύπτοντας οι ίδιοι την ασφάλισή τους, χωρίς κατοχυρωμένο ωράριο και ύλη, με τους χειρότερους δυνατούς όρους, για ένα χαρτζιλίκι που στην καλύτερη περίπτωση φτάνει τα 600 ευρώ, ενώ η απόλυση ονομάζεται «διακοπή της συνεργασίας» (χωρίς αποζημίωση βέβαια).

Οι δικηγόροι οδηγούνται είτε στην έξοδο από το επάγγελμα είτε στη μισθωτοποίηση
Φυσικά, κάποιοι ωφελούνται από τα μέτρα αυτά. Δεν είναι άλλοι από τις πολύ μεγάλες δικηγορικές εταιρίες. Αυτές που απασχολούν δεκάδες συναδέλφους προτείνοντάς τους το αμερικάνικο όνειρο της δικηγορίας των δεκάδων ωρών εργασίας, χωρίς ασφάλιση, με πενιχρή αμοιβή, συχνά με εργασία φασόν, με την ψευδαίσθηση της ανέλιξης και της «στελεχοποίησης». Είναι τα νομικά τμήματα των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων. Είναι οι ίδιες οι μεγάλες επιχειρήσεις για τις οποίες η πρόσβαση στη δικηγορική υπηρεσία και στη δικαιοσύνη καθίσταται ευνοϊκότερη και φθηνότερη.
Με βιομηχανικούς ρυθμούς, η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ-Ν.Δ.-ΛΑΟΣ, ξεριζώνει τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των πολιτών και «φυτεύει» δικαιώματα και ελευθερίες εταιριών. Το κόλπο παλιό και δοκιμασμένο. Από το «στρατό» των ανέργων που δημιουργείται, προσλαμβάνουν και κακοπληρώνουν τους δικηγόρους, ενώ πουλάνε ακριβά το αποτέλεσμα της εργασίας τους! Έτσι, κερδίζουν αυτές και τροφοδοτείται η ανάπτυξη που αποτελεί, άλλωστε, τον «εθνικό στόχο»!
Για άλλη μια φορά, στην ολομέτωπη αυτή επίθεση, η διοίκηση του Δικηγορικού Συλλόγου Αθήνας παίρνει το μέρος του επιτιθέμενου (άλλωστε, πλειοψηφούν οι εκλεκτοί των κυβερνώντων). Αφού διαχώρισε τη θέση της από τη θέση του Συντονιστικού της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας στο θέμα της 48ωρης πανελλαδικής αποχής των δικηγόρων στις 23 και 24 Ιανουαρίου 2012, υποχρεώθηκε στη σύγκληση γενικής συνέλευσης στις 14 Φεβρουαρίου 2012. Στην συνέλευση αποδοκιμάστηκε η θέση της πλειοψηφίας του Διοικητικού Συμβουλίου (Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ, Σχινάς κ.λπ.) και με συντριπτική πλειοψηφία αποφασίστηκε αποχή έως τις 29 Φεβρουαρίου 2012 και σύγκληση νέας γενικής συνέλευσης (23/2 και επαναληπτική στις 28/2) προκειμένου να ληφθούν αποφάσεις. Στο πλαίσιο της απόφασης συγκροτήθηκε και η απεργιακή επιτροπή με πρωτόγνωρο για τα δικηγορικά δεδομένα αριθμό μελών. Η πλειοψηφία όμως του Δ.Σ. προχώρησε σε ένα πραξικόπημα: δεν συγκάλεσε νέα γενική συνέλευση προκειμένου να μη συνεχισθούν οι κινητοποιήσεις! Με την τακτική αυτή, η πλειοψηφία του Δ.Σ. του ΔΣΑ επιδιώκει να τερματίσει κάθε κινητοποίηση των δικηγόρων εξυπηρετώντας την τρόικα και την αντιλαϊκή πολιτική Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ. Η αδιαλλαξία αρχικά της πλειοψηφίας του Δ.Σ. και κατόπιν του προέδρου του ΔΣΑ στη σύγκληση γενικής συνέλευσης οδήγησε στη συγκρότηση μαζικότατης Επιτροπής Αγώνα και την κατάληψη του ΔΣΑ, η οποία με καθημερινές δράσεις και συζητήσεις συνεχίζει τον αγώνα. Η πλειοψηφία του ΔΣΑ πέταξε τη μάσκα του «αντιμνημονιακού» (προσφυγές στο ΣΤΕ κ.λπ.) και εναρμονίστηκε πλήρως με την κυβερνητική πολιτική.
Είναι φανερό ότι, όπως άλλωστε συμβαίνει σε όλους τους εργασιακούς χώρους και συνολικά στην κοινωνία, η πολιτική του Μνημονίου απαιτεί «πραξικοπήματα», καταστολή για να κάμψει την αντίσταση και τον αγώνα για την ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ-ΛΑΟΣ.

*Ο Θεόδωρος Συμεωνίδης είναι μέλος του Δ.Σ. του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, εκλεγμένος με την Εναλλακτική Παρέμβαση.

 

Σχόλια

Exit mobile version