Η νέα αναθεώρηση της ΚΑΠ και η μεγάλη περικοπή των άμεσων ενισχύσεων, θα σημάνει τη «γενοκτονία» της ελληνικής υπαίθρου

Της Μαρίας Παπαμιχαλοπούλου *

 

Ο αγροτικός τομέας, μέσα από τις διαδοχικές αναθεωρήσεις της ΚΑΠ (Κοινή Αγροτική Πολιτική), έχει παραδοθεί, βαθμιαία, στις δυνάμεις της «ελεύθερης αγοράς» και των κανόνων του «ανόθευτου ανταγωνισμού», προς εφαρμογή των συμφωνιών με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου. Σήμερα, μετά την κατάργηση του προστατευτισμού στην αγορά αγροτικών προϊόντων (δασμοί, εγγύηση τιμών κ.λπ.), οι περισσότερες τιμές καθορίζονται στα χρηματιστήρια, από τους νέας κοπής κερδοσκόπους-επενδυτές στον τομέα τροφίμων. Ενώ οι τιμές των αγροτικών εφοδίων (σπόροι, λιπάσματα κ.λπ.) από μια χούφτα πολυεθνικών.

Αναπόφευκτα, η άμεση στήριξη των μικρομεσαίων αγροτών καθίσταται επιτακτική ανάγκη για την επιβίωσή τους, σε όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. και κυρίως στις χώρες του Νότου, που η αγροτική παραγωγή στηρίζεται σε οικογενειακού τύπου εκμεταλλεύσεις. Στη χώρα μας, οι μικρομεσαίες εκμεταλλεύσεις ανέρχονται στο 80% του συνόλου. Ταυτόχρονα, κάθε νέα αναθεώρηση σκληραίνει περισσότερο τα μέτρα, πάντα στην κατεύθυνση της πλήρους απελευθέρωσης των αγορών και στη βίαιη καπιταλιστική αναδιάρθρωση της αγροτικής οικονομίας.

Για την επόμενη προγραμματική περίοδο (2013-2020), η Ε.Ε .σχεδιάζει να μειώσει ακόμα περισσότερο το ποσοστό του προϋπολογισμού που κατευθύνεται στο γεωργικό τομέα. Η ΚΑΠ πάντα απορροφούσε το μεγαλύτερο μέρος του κοινοτικού προϋπολογισμού. Με το αζημίωτο, βεβαίως, αφού τα κράτη-μέλη παρέδωσαν σ’ αυτήν την εθνική τους αγροτική πολιτική. Τα όποια περιθώρια κράτησαν, αφορούν στην εξειδίκευση και την αποτελεσματικότερη υλοποίηση των στρατηγικών στόχων που είχαν αποφασιστεί. Tη δεκαετία του ’70 διατίθετο το 80% του κοινοτικού προϋπολογισμού, τη δεκαετία του ’80 το 70% και με τη νέα ΚΑΠ (2003) το 45%. Σήμερα, εν όψει της αναθεώρησης του 2013, σχεδιάζεται να μειωθεί κατά 30%.

Το μέλλον των άμεσων ενισχύσεων, μετά το 2013 διαγράφεται, καθαρά, στις ρυθμίσεις του επικοινωνιακά ονομαζόμενου, «τεστ υγείας» της νέας ΚΑΠ, που ψηφίστηκε το Νοέμβρη του 2008. Έτσι, στρώνεται το χαλί για τη μεγάλη αναθεώρηση του 2013. Ο ισχύων κανονισμός 73/2009 προβλέπει, μεταξύ άλλων, για τις άμεσες ενισχύσεις:

1. Αύξηση του ποσοστού της υποχρεωτικής διαφοροποίησης: Η υποχρεωτική διαφοροποίηση είναι ο μηχανισμός που θεσπίστηκε το 2003 με τη νέα ΚΑΠ. Με την ετήσια ποσοστιαία αφαίμαξη των κατοχυρωμένων άμεσων ενισχύσεων των παραγωγών, μεταφέρονται κονδύλια για δήθεν «προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης» που κατευθύνονται κυρίως σε εξωγεωργικούς τομείς. Επίσης, οι διαβουλεύσεις που γίνονται σήμερα για δημιουργία 3ου πυλώνα ενισχύσεων προς αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, θα σημάνει ακόμα μεγαλύτερη μείωση των άμεσων ενισχύσεων.

2. Προετοιμασία για την υποχρεωτική περιφερειοποίηση των άμεσων ενισχύσεων που θα ισχύσει μετά το 2013. Δηλαδή, κατάργηση των ιστορικών δικαιωμάτων των παραγωγών που είχαν καθοριστεί με βάση την περίοδο αναφοράς (μ.ο. τριετίας ενισχύσεων 2000-2002, που είχε θέσει η νέα ΚΑΠ). Οι ενισχύσεις αναδιανέμονται εξ αρχής, με βάση τις γεωργικές εκτάσεις (συμπεριλαμβανομένων και των βοσκοτόπων), ανεξάρτητα από την παραγωγή. Ο σχεδιασμός αποσκοπεί στην υποχρεωτική περιφερειοποίηση σε επίπεδο Ε.Ε. μετά το 2013. Στη χώρα μας, με βάση τα στοιχεία, η μέση αξία Δικαιωμάτων Ενιαίας Ενίσχυσης ανέρχεται σε 53€/στρέμμα, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι περίπου 23€/στρέμμα. Αυτό σημαίνει μείωση κατά 50% τουλάχιστον των ενισχύσεων. Να τονίσουμε ότι στους Έλληνες μικρομεσαίους παραγωγούς οι άμεσες ενισχύσεις αντιστοιχούν στο 38% του εισοδήματός τους. Μέχρι τότε, «αφήνονται» δήθεν περιθώρια επιλογής σε γεωγραφικό επίπεδο διοικητικών περιφερειών κάθε χώρας, είτε σε επίπεδο χώρας, είτε σε επίπεδο συνόλου Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3. Καθορίζεται ελάχιστο επίπεδο πληρωμής. Από το 2010 τα κράτη-μέλη υποχρεώνονται να μη χορηγούν άμεσες ενισχύσεις σε εκείνους τους παραγωγούς που λαμβάνουν ένα ελάχιστο ποσό ετησίως ή διαθέτουν ένα ελάχιστο μέγεθος εκμετάλλευσης.

Για την Ελλάδα τα όρια αυτά έχουν ορισθεί σε 100-400€ ανά εκμετάλλευση ή σε επιλέξιμη έκταση εκμετάλλευσης 4-10 στρεμμάτων. Πριν από λίγες μέρες, η χώρα μας αποφάσισε, ως ελάχιστο επίπεδο πληρωμής τα 200€, αποκλείοντας έτσι, αυτόματα και βίαια, των πενιχρών έστω ενισχύσεων 168.500, περίπου, μικρούς παραγωγούς.

4. Δίνεται η δυνατότητα στο κάθε κράτος-μέλος, να κατευθύνει τις ενισχύσεις μόνο στους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες. Κατά κύριο επάγγελμα αγρότης, σύμφωνα με την κοινοτική και την, υπάκουα σ’ αυτήν, ελληνική νομοθεσία, θεωρείται όποιος έχει το 50% τουλάχιστον του χρόνου αγροτικής απασχόλησης και το 50% τουλάχιστον εισόδημα από αγροτική απασχόληση. Με αυτό τον τρόπο θέτουν στο περιθώριο χιλιάδες αγρότες (περίπου 600.000 στη χώρα μας), που είναι αναγκασμένοι να έχουν συμπληρωματική απασχόληση, όχι από «χόμπι», αλλά για να επιβιώσουν.

Η εφιαλτική εφαρμογή όλων των παραπάνω θα επιφέρει πραγματική γενοκτονία στην ελληνική ύπαιθρο, θα ρίξει χιλιάδες μικρομεσαίους αγρότες στη χωματερή της ανεργίας, συμπαρασύροντας εργαζομένους στο δευτερογενή (μεταποίηση κ.λπ.) και τριτογενή τομέα (παροχή υπηρεσιών, κυρίως γεωτεχνικούς κ.λπ.) στην ίδια κατεύθυνση.

 

* Η Μαρία Παπαμιχαλοπούλου είναι γεωπόνος, μέλος της Επιτροπής Αγροτικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!