Αρχική πολιτισμός Με κόντρα τον καιρό: Η μαύρη αγορά

Με κόντρα τον καιρό: Η μαύρη αγορά

Του Σταύρου Γεωργά. Ο Λε Γκοφ παρατήρησε ότι το Kαθαρτήριο δεν θα μπορούσε να σφηνωθεί ανά πάσαν στιγμή ανάμεσα στον Παράδεισο και την Kόλαση.

Έπρεπε πρώτα να ωριμάσει στο νου των ανθρώπων η ιδέα ότι ο χρόνος είναι δυνατόν να μετράται με ακρίβεια και, κυρίως, να κεφαλαιοποιείται: έπρεπε δηλαδή να εξοικειωθούν οι πιστοί με την εικόνα τού Δημόσιου, στημένου στην πλατεία ρολογιού και με την έννοια του τραπεζικού τόκου… Έτσι, πηδώντας σαν ψύλλος, η ίδια θεμελιώδης μορφή πάει πότε εδώ, πότε εκεί. Mάλλον: διαχέεται στην ατμόσφαιρα, διαποτίζει τον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε. Ξαφνικά, κάτι δεν φαίνεται πια αδιανότητο – άρα μπορεί να συμβεί.
Κατ’ αναλογίαν, η κλωνοποίηση ανθρώπου κατέστη εφικτή μόνον ότον έπαψε να είναι αδιανόητη, αφού χιλιάδες επιτεύγματα, εξίσου εφικτά (θεωρητικά), παραμένουν απραγματοποίητα επειδή, απλούστατα, το σχήμα τους, το σχέδιό τους (πώς να το πω;) δεν υπάρχει μες στο νού μας: Απ’ αυτήν πρωτίστως την άποψη «το λογικό είναι και πραγματικό» (Χέγκελ)…
Η κλωνοποίηση δεν θα φαινόταν εύλογη, πράγματι, αν η σκέψη μας δεν είχε ήδη ριζώσει βαθιά στο γεγονός της αναπαραγωγιμότητας. Kάθε τι που ήταν, υποτίθεται, μοναδικό μπορεί ν’ αναπαραχθεί σε αντίτυπα. Kαι σε τι διαφέρει η μοναδικότητα ενός ανθρώπου από την περίφημη «αύρα» του έργου τέχνης, την απώλεια της οποίας θρηνούσε ο Mπένγιαμιν; Εφόσον όμως η αναπαραγωγιμότητα θεωρήθηκε σιγά-σιγά γενική ιδιότητα, θεωρήσαμε δηλαδή ότι υπό την συνθήκη της, τα πάντα ομογενοποιούνται, φτάσαμε να απέχουμε μόλις ένα βήμα από την ταυτολογία: Kάθε τι μπορεί να αναπαραχθεί, γιατί κάθε τι είναι εξ ορισμού αναπαραγώγιμο… Κατ’ αυτόν τον τρόπο βαθμηδόν υπερφαλαγγίστηκε ο φόβος που γεννούσαν οι πανομοιότυποι δίδυμοι – ορατός σε κάθε μυθολογικό ή θρησκευτικό πλέγμα. «Oίδαμεν δε ότι εάν φανερωθή, όμοιοι αυτώ εσόμεθα»: έτσι, σαν οιονεί κλώνο του Χριστού, ορίζει η Πρώτη Kαθολική Eπιστολή Iωάννου τον Αντίχριστο. Ενώ ο Λάζαρος σώζεται γιατί αποτελεί ατελές προείκασμα (ή πρωθύστερη παρωδία): «θα ‘χει βρομίσει, τρεις μέρες τώρα στον τάφο του». Η απόλυτη ομοιότητα αναμενόταν ώς προχθές από μια περιοχή εκτός των ορίων του ανθρώπου – κι αναγγελλόταν σαν όλεθρος. Ήδη χθες δεν βρισκόμαστε πια σ’ αυτό το σημείο. Aντιθέτως, τα πάντα, από το λάιφ στάιλ ώς την ψευδολογοτεχνία, από τον ρατσισμό ώς τα τοκ-σόου, υποδήλωναν ότι η απόλυτη ομοιότητα (ειδάλλως η υστερική, πάση θυσία διαφοροποίηση: η άλλη όψη του νομίσματος) αποτελεί την κατεξοχήν συνθήκη. Ο «μύθος» της μοναδικότητας κατέρρευσε, η λεπτή διαφορά έπαψε να λογίζεται θεμελιώδης…
Από την ιδέα του Καθαρτηρίου απέρρευσαν τα συγχωροχάρτια: επινοήθηκε ένα νέο, αδιανόητο ώς τότε εμπόρευμα. Από την ιδέα της κλωνοποίησης απέρρευσε η ιδέα του ανθρώπινου σώματος ως οιονεί εμπορεύματος – μολονότι οι μεταμοσχεύσεις είχαν προηγηθεί. Απείχαμε πια ένα βήμα από την υποχρεωτική δωρεά οργάνων – που επιτέλους νομοθετήθηκε, νομιμοποιώντας και μιαν αδιανόητη ώς χθες αγορά: μια μαύρη κατά κυριολεξίαν αγορά που άνθιζε ήδη.
Αλλ’ αυτή είναι η μία μόνο όψη του νομίσματος, θα χρειαστεί να επανέλθω λοιπόν.

Σχόλια

Exit mobile version