Του Νασίμ Αλάτρας *
Ένας Τυνήσιος σε μια ιστοσελίδα έγραψε: «Εγώ την οργή μου για ό,τι έβλεπα και άκουγα κάθε μέρα, πρωί μεσημέρι και βράδυ, ακόμα και στον ύπνο, την έχωνα στο παγούρι μου… Μάζευα – μάζευα και σαν έμαθα για τις ταραχές στο Σίντι Μπουζίντ, το άνοιξα, ήπια μια γουλιά και κατέβηκα στους δρόμους. Δεν άφηνα στη θέση της καμία πέτρα. Αν είχαν αφήσει οι άλλοι στο δρόμο περισσότερες και αυτές θα τις πετούσα ενάντια σε κάθε τι που με ταπείνωσε, με πρόσβαλε και μου έλεγε ψέματα».

Ένας Τυνήσιος στο κέντρο της πόλης, ολομόναχος, αργά, εκείνο το βράδυ που την… έκανε ο Μπεν Αλί, ο δικτάτορας σύμμαχος της Δύσης και της σοσιαλιστικής διεθνούς και του Παπανδρέου, φωνάζει: «Έφυγε ο Μπεν Αλί. Το έσκασε. Ε, Τυνήσιοι είμαστε ελεύθεροι. Ζήτω ο λαός, ζήτω ο αγώνας… ζήτω η ελευθερία, κάτω η ταπείνωση, κάτω τα βασανιστήρια, κάτω ο Μπεν Αλί… κάτω… ζήτω… κάτω… ζήτω, είμαι ελεύθερος, ελεύθερος». Χτυπάει το κινητό του. Το σηκώνει, το βάζει στο αφτί του και συνεχίζει τον ίδιο μονόλογο. Κάτω… ζήτω… στη μέση του δρόμου, στη δεξιά λωρίδα, στην αριστερή και στη διαχωριστική νησίδα…
Αν θέλει κανείς να ονομάσει αυτή την εξέγερση των ανέργων με άλλο όνομα, ποιητικό, εγώ θα επέλεγα το «εξέγερση των μονολόγων». Εκεί οι άνεργοι, οι ταπεινωμένοι, οι φτωχοί, οι περιθωριοποιημένοι, είχαν ανάγκη να μιλήσουν, γιατί δεν τους εξέφραζε εκείνη την περίοδο κανένα κόμμα, νόμιμο ή παράνομο.
Όλοι τους είχαν φτάσει στο χείλος της αντοχής τους. Περίμεναν μια σπίθα, ένα σήμα καπνού ίσως για να βγουν έξω. Και ήρθε ένας άνεργος Τυνήσιος, ο Μωχάμαντ Μπουζίζι. Αυτοπυρπολήθηκε σε μια μακρινή πόλη, τη Σίντι Μπουζίντ και ξέσπασαν.
Όλη η χώρα έγινε θεατρικό σανίδι, πεδίο μαχών και οδοφραγμάτων. Κατέβηκαν χωρίς πανό και κομματικές ταυτότητες, γιατί πίστευαν ίσως στο ένστικτό τους, πως αυτές θα τους χώριζαν παρά θα τους ένωναν. Με τους ίδιους που σκοτώνονταν σε αμφιθέατρα και αίθουσες, βρέθηκαν μαζί στους δρόμους. Κανείς δεν καταδίκαζε κανέναν για ό,τι έκανε και όπως το έκανε.
Αλλαγμένοι και απαλλαγμένοι γιατί πια κάνανε εξέγερση και όχι κάτι συνηθισμένο και καθημερινό. Αυτό σημαίνει αυθόρμητη εξέγερση, κοινωνική πολιτική. Αφήνεις τους πολίτες να μιλούν και να κάνουν ό,τι θέλουν. Και τα κατάφεραν. Νίκησαν και συνεχίζουν τον αγώνα…
Οι Αλγερινοί όμως απέτυχαν; Όχι, γιατί δεν πρόλαβαν να θέσουν πολιτικούς στόχους. Γιατί φοβούνται το σύνδρομο ότι η πράξη ανατροπής ενός δικτάτορα ισοδυναμεί με κήρυξη εμφυλίου πολέμου. Όταν απέτυχε η κυβέρνηση να καταστείλει την εξέγερση των Αλγερινών, ακολούθησε άλλο δρόμο. Αποφάσισε πρώτα να πάρει πίσω όλες τις αυξήσεις τιμών και υπηρεσιών, γιατί με τα 152 δισεκατομμύρια πλεόνασμα στο θησαυροφυλάκιο, είχε την ευχέρεια να κάνει το λαό να πιστέψει ότι θα το κάνει, ενώ ο δικτάτορας στην Τυνησία δεν είχε παρόμοιο πειστικό επιχείρημα.
Ταυτόχρονα έκανε επέλαση κατά του Ισλαμικού Κινήματος Σωτηρίας, για να φέρνει στο νου κάθε Αλγερινού εικόνες από τον εμφύλιο. Αν και γνώριζε ότι το Ισλαμικό Κίνημα δεν καθοδηγεί την εξέγερση, ωστόσο, τη φόρτωσε στις πλάτες του. Με εκβιασμούς, απειλές και πολιτικές παραχωρήσεις, κατάφερε να τον πείσει, να «ηρεμήσει τον κόσμο» και έτσι η εξέγερση σταμάτησε απότομα μόλις απελευθερώθηκε ο ηγέτης του κινήματος, ο Αλί Μπελχάτζ.

* Ο Νασίμ Αλάτρας είναι δημοσιογράφος της Ελευθεροτυπίας.
Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!