Εκτός λογικής η απόφαση να «ξεριζωθούν» οι αρχαιότητες για να περάσει το μετρό. Της Γιούλης Ιεραπετριτάκη*

Εδώ και μισό αιώνα κυριάρχησε στη χώρα μας η ιδεολογία της ασχήμιας του πολεοδομικού βαρβαρισμού, του οικιστικού χάους. Εδώ και δεκαετίες ένας κύκλος κερδοσκοπίας ασελγεί εις βάρος της φύσης, της ιστορίας, του πολιτισμού αφανίζοντας χωρίς έλεος, τα τεκμήρια της συλλογικής μας μνήμης στον χρόνο και τον χώρο. Το τραγικότερο είναι ότι αυτή η καταστροφική για τον τόπο μας πορεία ονομάζεται αναπτυξιακή πρόοδος. Πρόκειται, αντίθετα, για μια διαρκή τερατογένεση που συνιστά ύβρη, για τον τόπο που γέννησε το πολιτιστικό προϊόν που λέγεται πόλις. Για τους αρχαίους Έλληνες της κλασικής εποχής, η πόλις θεωρήθηκε το πέρασμα από το χάος στον κόσμο και για τους Νεοέλληνες, δυστυχώς, η μετάβαση από τον κόσμο προς την α-τοπία, σ’ ένα χώρο δηλαδή, όπου ο άνθρωπος στερημένος από τους πατρώους θεούς και ήρωες, χωρίς μνήμη και ταυτότητα, οδηγείται σ’ ένα απύθμενο πολιτιστικό χάος με τραγικές συνέπειες για την ίδια την ψυχική του ισορροπία, όπως αποδεικνύουν σχετικές μελέτες. Καθόλου τυχαία ο σπουδαίος Αμερικανός πολεοδόμος και μελετητής του τοπίου, Kevin Lynch, προτάσσει τη διαφύλαξη της πολιτισμικής κληρονομιάς ως αντίδοτο απέναντι σ’ αυτήν την εκφυλιστική πορεία της ανθρωπότητας. Όσοι, βέβαια, ταυτίζουν την ανάπτυξη με την τσιμεντοποίηση και την αποκαθήλωση από το περιβάλλον κάθε έννοιας σεβασμού, φροντίδας και προστασίας σε ό,τι αξία αυτό περικλείει, θα πουν ότι πρόκειται περί ουτοπίας.

Παραγωγικός πόρος
Κι όμως, στην αρχή του νέου αιώνα, ο πολιτισμός ως παραγωγικός πόρος μπορεί ν’ αποτελέσει πηγή χειροπιαστού πλούτου για το σύνολο της κοινωνίας, κυρίως όμως πρότυπο μιας άλλης ανάπτυξης όπως διδάσκουν παραδείγματα ευρωπαϊκών πόλεων όπως η γειτονική μας Τοσκάνη, η Αβινιόν κ.λπ. Μιας αληθινά ενδογενούς ανάπτυξης που αποβλέπει στην απελευθέρωση του ιστορικού τοπίου από τη βαρβαρότητα και την ασχήμια, που αποσκοπεί στην παραγωγή τοπίου και εδάφους που βλέπει, στην αναβάθμιση ιστορικών οικισμών, στην αποκατάσταση της αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας, στην αναστήλωση μνημείων και την απόδοσή τους στην τοπική κοινωνία, σε επενδύσεις πολιτιστικού τουρισμού, στην αρμονική τέλος πάντων σχέση ανάμεσα στο φυσικό, το ιστορικό το ανθρώπινο περιβάλλον που δυστυχώς το πολιτικό προσωπικό της χώρας, πλήρως υποταγμένο στις ανάγκες της αγοράς, στάθηκε ανίκανο ν’ αξιοποιήσει προς όφελος της κοινωνίας. Είναι καιρός ν’ αντιληφθούμε ότι ο πολιτισμός στον 21ο αι. χρειάζεται να έχει το βλέμμα στραμμένο προς τα πίσω, για να βαδίσει με επιτυχία μπροστά – και πάνω απ’ όλα να μην σταματήσει ποτέ ο διάλογος
Ακριβώς γι’ αυτό η απόφαση του ΚΑΣ να γνωμοδοτήσει υπέρ της απόσπασης και της μεταφοράς των αρχαιοτήτων, που ως σύνολο προστατεύονται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία, σ’ ένα ολότελα διαφορετικό περιβάλλον, είναι έξω από κάθε λογική για κάθε αρχαιολόγο που σέβεται τον εαυτό του. Για μία ακόμα φορά, με διαδικασίες fast track οι υπεύθυνοι του Αττικό Μετρό απαιτούν από τους αρχαιολόγους να «ξεθεμελιώσουν» την καρδιά της κοσμικής Θεσσαλονίκης των Βυζαντινών Χρόνων, που ήρθε στο φως από την 9η ΕΒΑ κατά τη διάρκεια των εργασιών στο μετρό (Βενιζέλου) και περιλαμβάνει εργαστήρια και μεγάλα οικοδομήματα, φαινόμενο σπάνιο για τον βυζαντινό κόσμο, που εκτείνονται κατά μήκος μεγαλοπρεπούς πλακόστρωτης λεωφόρου μήκους 76μ. που χρονολογείται τον 7ο αι. Είναι η περίφημη «μέση οδός» που αναφέρεται στο χρονικό για την άλωση της Θεσσαλονίκης το 904 από τον Ι. Καμενιάτη ο οποίος, μάλιστα, δίνοντας μία χαρακτηριστική εικόνα για τον πολυσύχναστο αυτόν δρόμο όπου έμποροι απ’ όλο τον τότε γνωστό κόσμο, Έλληνες, Ρώσοι, Σύριοι, Αιγύπτιοι κλπ., συνέρρεαν για ν’ ανεφοδιαστούν με τα απαραίτητα, αναφέρει πως ήταν τόσο μεγάλος ώστε ήταν ευκολότερο να μετρηθούν οι κόκκοι της άμμου, παρά οι άνθρωποι που διέσχιζαν τον δρόμο αυτό.
Οι ανασκαφές, πράγματι, «εικονογραφούν» με μοναδικό τρόπο τη διαχρονική πολεοδομική εξέλιξη της Θεσσαλονίκης όπου οι διαδοχικές φάσεις, παρελθόν – παρόν – μέλλον, για πρώτη φορά μπορούν να ειδωθούν ως ενιαίο σύνολο. Ένας, λοιπόν, τόσο σημαντικός δρόμος της πόλης και τόσο καλά διατηρημένος μέχρι τις μέρες μας, δεν ξεθεμελιώνεται ούτε αποσπάται για να καταστεί έκθεμα σε κάποια άσχετη περιοχή. Η ανάδειξή του, αντίθετα, σε επισκέψιμο αρχαιολογικό χώρο εντός του μετρό και σε ανοιχτό διάλογο με τους πολίτες, θα αποτελέσει μοναδικό εγχείρημα συνύπαρξης, σημείο κατατεθέν για την πολιτιστική κληρονομιά της Θεσσαλονίκης, πόλο έλξης ποιοτικού τουρισμού για την πόλη, καύχημα των κατοίκων.

ΥΓ. Τη δεκαετία του ’50 σε μία Ρώμη κατεστραμμένη από τον πόλεμο το κράτος είχε αποφασίσει την κατάχωση ή την απομάκρυνση ιστορικών μνημείων για τη διευκόλυνση των αναπτυξιακών έργων στο κέντρο της πόλης. Ξέρετε πώς αντέδρασαν οι πολίτες σε αυτήν την απόφαση; Βγήκαν στους δρόμους της αιώνιας πόλης με κιθάρες, τραγουδώντας υπέρ της διατήρησης των μνημείων τους in situ, ως μέρος της ταυτότητας της Ιστορίας, της συλλογικής μνήμης.

* Η Γιούλη Ιεραπετριτάκη
είναι Ιστορικός-Αρχαιολόγος

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!