Του Περικλή Παυλίδη.

Η  παγκόσμια οικονομική κρίση, έχοντας ξεπεράσει σε μέγεθος οποιαδήποτε άλλη μετά το 1929, θέτει σε δοκιμασία τα όρια της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας, τη δυνατότητα των πολιτικών εκπροσώπων και διαχειριστών της να διασφαλίσουν την περαιτέρω σταθερή της ανάπτυξη. Η κρίση αποκαλύπτει τη μεγάλη δυσκολία διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου σε συνθήκες διαρκούς συρρίκνωσης της ζωντανής εργασίας και των περιθωρίων παραγωγής αξίας-υπεραξίας.

Η νεοφιλελεύθερη στρατηγική της απορρύθμισης των αγορών και της εκτενούς ιδιωτικοποίησης της οικονομίας, ως λύση στα προβλήματα κερδοφορίας που δημιουργούσαν οι κεϊνσιανού τύπου πολιτικές κρατικού παρεμβατισμού, κατέστησε ανεξέλεγκτο το κεφάλαιο, και πρωτίστως το χρηματιστικό. Δημιούργησε μια καθολικά χαώδη κατάσταση με τεράστιες, διεσπαρμένες παντού, ποσότητες πλασματικού χρήματος και λανθάνοντες κινδύνους ξαφνικής εκδήλωσης φαινομένων οικονομικής χρεοκοπίας, τα οποία δύνανται να μεταδοθούν ταχύτατα σε όλα τα μήκη και πλάτη του παγκόσμιου και εξόχως άναρχου καπιταλιστικού συστήματος.

Η κρίση αυτή σηματοδοτεί τη βαθύτατη παρακμή της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας, η οποία στην εποχή του άμεσα παραγωγικού ρόλου της επιστήμης, της αυτοματοποίησης, των τεράστιων δυνατοτήτων ελεύθερου χρόνου, αλλά και της αναπόφευκτης υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου, καταδικάζει σε μαζική καταστροφή τις παραγωγικές δυνάμεις και κυρίως την πιο σημαντική εξ αυτών, τον άνθρωπο.
Το σύγχρονο σύστημα παραγωγής αποτελεί, κατεξοχήν, τεχνολογική εφαρμογή αυτού που ο Μαρξ αποκαλούσε «γενική διάνοια», της επιστημονικής γνώσης και σκέψης και, εν γένει, των δημιουργικών ικανοτήτων των εργαζομένων. Η ανθρωπότητα, σήμερα, είναι σε θέση να δημιουργεί διαρκώς περισσότερο πλούτο σε διαρκώς μειούμενο χρόνο άμεσης-αναγκαίας εργασίας. Η αύξουσα παραγωγή των αναγκαίων μέσων διαβίωσης δεν εξαρτάται, πλέον, από τον αριθμό των χεριών που ως φυσικές δυνάμεις εμπλέκονται στην παραγωγική διαδικασία. Όμως, σε αυτές ακριβώς τις συνθήκες το κεφάλαιο, αφενός, πετάει εκτός παραγωγής εκατομμύρια ανθρώπων, περιθωριοποιώντας και εξαθλιώνοντάς τους, αφετέρου, υποχρεώνει αυτούς που έχουν εργασία να δουλεύουν καθημερινά ολοένα και περισσότερες ώρες για ολοένα και περισσότερα χρόνια.
Σε ό,τι αφορά την ελληνική κοινωνία, αυτή εισέρχεται σε ατραπό ολέθρου. Η επιβαλλόμενη από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΔΝΤ «θεραπεία σοκ» καθιστά εξαιρετικά επαχθείς τους όρους εμπορευματοποίησης της εργατικής δύναμης, εξαιρετικά αβέβαιες τις συνθήκες ζωής των εργαζομένων, συρρικνώνει κάθε έννοια κοινωνικού δικαιώματος και δημόσιου αγαθού.
Η ζοφερή αυτή εξέλιξη έχει να κάνει όχι μόνο με το πρόβλημα του χρέους, αλλά και με τον ίδιο το χαρακτήρα της νεοφιλελεύθερου τύπου ολοκλήρωσης, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ελλάδα υφίσταται, εδώ και καιρό, την ισοπέδωση του παραγωγικού δυναμικού της μέσα στις δυσμενείς συνθήκες της Ε.Ε. και της ΟΝΕ, χωρίς να υπάρχουν μηχανισμοί ουσιαστικής κρατικής παρέμβασης στην οικονομία, διασφάλισης σταθερών δημόσιων εσόδων και υλοποίησης κοινωνικών και αναπτυξιακών πολιτικών, η περαιτέρω παρακμή των παραγωγικών δυνάμεών της είναι αναπόδραστη.

Απαιτείται ανατροπή του νεοφιλελευθερισμού
Είναι προφανές ότι η αντιμετώπιση του χρέους και των δανειστών που βρίσκονται πίσω από αυτό, συνάπτεται με την ανατροπή της κυρίαρχης τα τελευταία τριάντα χρόνια νεοφιλελεύθερης στρατηγικής, η οποία και οδήγησε στη θεαματική αύξηση του δημόσιου και ιδιωτικού δανεισμού, τόσο στην Ελλάδα όσο και στις άλλες χώρες στις οποίες επεβλήθη.
Η ουσιαστική απαλλαγή της Ελλάδας από το άχθος του χρέους και τα τεράστια οικονομικά της προβλήματα, η ανασυγκρότηση και ανάπτυξη των παραγωγικών της δυνάμεων προς όφελος του λαού, η διαμόρφωση συνθηκών οικονομικής και κοινωνικής προόδου αφορά, κατά κύριο λόγο, την έξοδο από την ΟΝΕ-Ε.Ε.
Μια τέτοια, όμως, επιλογή συνάπτεται άμεσα με τη δρομολόγηση διαδικασιών οικοδόμησης εναλλακτικών προς την κεφαλαιοκρατία κοινωνικών σχέσεων. Συνακόλουθα, για την προώθηση και τη νίκη των ταξικών αγώνων στην Ελλάδα είναι εξαιρετικής σημασίας η ανίχνευση και συνειδητοποίηση των προϋποθέσεων και του περιεχομένου μιας τέτοιας προοπτικής, με βάση τις δυνατότητες της εποχής μας.
Εδώ θα πρέπει να επισημανθεί ότι η υπέρβαση της κεφαλαιοκρατίας μπορεί να αποτελέσει εγχείρημα συνόλου χωρών, ολόκληρων περιοχών του πλανήτη, ώστε να είναι εφικτή η διατήρηση και ανάπτυξη του σημερινού καταμερισμού εργασίας και των σύγχρονων παραγωγικών δυνάμεων. Κι αν ακόμα η αντιμετώπιση ορισμένων κρίσιμων προβλημάτων του σύγχρονου καπιταλισμού (όπως η εξάρτηση από το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο) είναι πιθανό να επιτευχθεί με πολιτικές κρατικού καπιταλισμού, η σημασία των οποίων για προοδευτικά εγχειρήματα δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να υποτιμηθεί, αυτές δεν μπορούν παρά να έχουν προσωρινή αξία, ως μέρος μιας ενιαίας διαδικασίας μετάβασης σε ένα εναλλακτικό σοσιαλιστικό σύστημα παραγωγής, το οποίο δεν θα ήταν βιώσιμο αν περιοριζόταν μόνο στα στενά εθνικά όρια της Ελλάδας.
Η προοπτική αυτή δεν είναι καθόλου εύκολη. Μάλιστα, είναι εξαιρετικά δυσμενές το γεγονός ότι στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης οι αντικαπιταλιστικές δυνάμεις είτε είναι πρακτικώς ανύπαρκτες, είτε οι στόχοι και τα προγράμματά τους είναι πολύ κατώτερα των απαιτήσεων της εποχής. Δηλωτική αυτής της κατάστασης είναι η ανυπαρξία στοιχειώδους συνεργασίας μεταξύ τους και συντονισμού των ενεργειών τους, όσον αφορά την αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης.
Όμως, για να είμαστε σήμερα ρεαλιστές θα πρέπει να επιδιώκουμε το εισέτι αδύνατο: τη δημιουργία δυνάμεων που θα διεκδικήσουν την αντικαπιταλιστική-σοσιαλιστική προοπτική σε ένα σύνολο χωρών. Δεν πρόκειται, εδώ, για απλή αλληλεγγύη μεταξύ αδελφών κομμάτων, αλλά για κοινή στρατηγική επαναστατικών αλλαγών σε μια ολόκληρη περιοχή του πλανήτη, για μια κοινή αντίληψη των κατευθύνσεων και του περιεχομένου αυτών των αλλαγών. Ο χαρακτήρας των σύγχρονων οικονομικών-κοινωνικών σχέσεων επιτάσσει τη θεώρηση του μέλλοντος από μια τέτοια οπτική.
Φρονώ ότι είναι ζήτημα τεράστιας σημασίας, παράλληλα με τις προσπάθειες συσπείρωσης των δυνάμεων της ελληνικής Αριστεράς, να υπάρξουν πρωτοβουλίες για επαφές των ευρωπαϊκών αντικαπιταλιστικών δυνάμεων που θα μπορούσαν να οικοδομήσουν κοινή στάση απέναντι στην κρίση και να θέσουν τα θεμέλια για συστηματική προσπάθεια επεξεργασίας κοινών στρατηγικών στόχων.
Οι αγώνες σε εθνικό επίπεδο θα αποκτήσουν ακατανίκητο δυναμισμό μόνο όταν αναπτυχθούν ως μέρος συντονισμένων διεθνών αγώνων για επαναστατικές κοινωνικές αλλαγές. Και, φυσικά, αν η Αριστερά αποτελεί δύναμη ανατροπής της κεφαλαιοκρατίας, τότε θα πρέπει να ορίσει θετικά τον απώτερο σκοπό της, την κοινωνία στην οποία αποβλέπει.

Η Αριστερά χρειάζεται  σαφείς στόχους
Στις σημερινές συνθήκες ανάπτυξης του κοινωνικού χαρακτήρα των παραγωγικών δυνάμεων και των διεθνών παραγωγικών αλληλεπιδράσεων, η αποφασιστική σύγκρουση με την κεφαλαιοκρατία δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά μόνο υπό τους όρους της διατύπωσης σαφούς αντίληψης για την προοπτική χειραφέτησης της εργασίας. Ιδιαίτερα μετά τις συγκλονιστικές συνέπειες της ήττας των πρώτων σοσιαλιστικών εγχειρημάτων, θα ήταν εξαιρετικά απίθανο οι λαοί της Ευρώπης να αμφισβητήσουν δυναμικά την κεφαλαιοκρατία, χωρίς να έχουν επικεφαλής μιαν Αριστερά με σαφείς και θεμελιωμένους στρατηγικούς στόχους κοινωνικής απελευθέρωσης.
Δυστυχώς, το μεγαλύτερο μέρος της Αριστεράς, σε διάστημα πολλών ετών, έχει αποφύγει την ενασχόληση με τα ζητήματα του στρατηγικού στόχου, εκλαμβάνοντας υπόρρητα την κυριαρχία του κεφαλαίου ως δεδομένη, πράγμα βεβαίως που σε σημαντικό βαθμό οφείλεται στη συντριπτική ήττα του κομμουνιστικού κινήματος στα τέλη του 20ού αιώνα.
Η παγκόσμια κρίση της κεφαλαιοκρατίας στρέφει και πάλι εκατομμύρια ανθρώπων της μισθωτής εργασίας στην αναζήτηση διεξόδου και εναλλακτικής προοπτικής. Για πρώτη φορά, μετά από τη νίκη της αντεπανάστασης στις πρώτες σοσιαλιστικές χώρες, δημιουργούνται κατάλληλες συνθήκες για την ενεργοποίηση του ενδιαφέροντος προς την υπόθεση της ριζικής, σοσιαλιστικής αλλαγής της κοινωνίας. Η Αριστερά έχει τη μεγάλη ευκαιρία να ξαναφέρει στο επίκεντρο της θεωρητικής σκέψης και των κοινωνικών αγώνων το σπουδαιότερο σκοπό της ιστορίας, την σοσιαλιστική-κομμουνιστική χειραφέτηση της ανθρωπότητας.
Θεωρώ ότι η παρούσα κρίση δεν θα περιοριστεί σε μερικά έτη, αλλά θα αποτελέσει μιαν ολόκληρη εποχή. Θα είναι διαρκείας, με συνεχείς εναλλαγές έξαρσης και ύφεσης, με απρόσμενες επανεμφανίσεις των καταστροφικών της φαινομένων, συναπτόμενη με μακροχρόνια αστάθεια του συστήματος. Στους καιρούς που έρχονται η ανάγκη εξόδου από το βασίλειο της ταξικής εκμετάλλευσης θα γίνεται περισσότερο επιτακτική, πράγμα που απαιτεί τη συνάντηση της καθημερινής οργής, του αυθόρμητου ταξικού μίσους, της άμεσης εξεγερσιακής διάθεσης με τα προγραμματικά προτάγματα που καταδεικνύουν το εφικτό του σοσιαλισμού και, τοιουτοτρόπως, καλλιεργούν συγκροτημένη επαναστατική συνείδηση και ακλόνητη αποφασιστικότητα.
«Είθε να ζήσεις σε ενδιαφέροντες καιρούς», είναι μια κατάρα που αποδίδεται στην κινεζική-κομφουκιανή παράδοση, η οποία σηματοδοτούσε το φόβο των αλλαγών, την προσπάθεια διατήρησης της κοινωνικής τάξης. Ζώντας σήμερα σε «ενδιαφέροντες καιρούς» και κατανικώντας το ζόφο που γεννά η ολομέτωπη επίθεση του κεφαλαίου, ας θυμηθούμε τα λόγια του Μάο: «Μεγάλη αναταραχή – θαυμάσια κατάσταση!».

* Ο Περικλής Παυλίδης είναι επίκουρος καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!