Του Ετιέν Ντε Λα Μποεσί (1530-1563). Ανθολογεί ο Λουκάς Αξελός.

Ένας λαός σκλαβώνεται μόνος του, κόβει τον ίδιο του το λαιμό όταν, έχοντας επιλέξει ανάμεσα στο να είναι υποτελής και στο να είναι ελεύθερος, εγκαταλείπει τις ελευθερίες και μπαίνει στο ζυγό, συναινώντας στην ίδια του τη δυστυχία, ή μάλλον, προφανώς, καλωσορίζοντάς την. Εάν κοστίζει κάτι στους ανθρώπους η ανάκτηση της ελευθερίας τους, δεν θα τονίσω την ανάγκη δράσης προς αυτή την κατεύθυνση, αν και δεν υπάρχει τίποτα που ένα ανθρώπινο ον θα μπορούσε να αγαπήσει περισσότερο από την αποκατάσταση του δικού του φυσικού δικαιώματος, να μεταμορφωθεί ο ίδιος από ένα κτήνος με κυρτή πλάτη σε άνθρωπο για να το πούμε έτσι.

Δεν απαιτώ απ’ αυτόν τέτοια τόλμη. Αφήστε τον να προτιμά την αμφίβολη ασφάλεια της άθλιας ζωής όπως την επιθυμεί. Τι γίνεται τότε; Εάν προκειμένου να έχει την ελευθερία δεν χρειάζεται τίποτε περισσότερο από το να την επιθυμεί, εάν μόνο μια απλή πράξη της θέλησης είναι αναγκαία, υπάρχει κανένα έθνος στον κόσμο που να θεωρεί πως μια απλή επιθυμία έχει τόσο υψηλό τίμημα προκειμένου να ανακτήσει δικαιώματα, τα οποία οφείλει να είναι έτοιμο να αποκαταστήσει με κόστος το ίδιο του το αίμα, δικαιώματα τέτοια που η απώλειά τους υποβιβάζει όλους τους τίμιους ανθρώπους σε σημείο να νιώθουν τη ζωή αφόρητη και τον ίδιο το θάνατο σαν σωτηρία;
Όλοι γνωρίζουν ότι η φωτιά που ξεκινά από ένα μικρό σπινθήρα θα μεγαλώσει και θα γίνει φλόγα όσο βρίσκει ξύλο να κάψει. όμως χωρίς να σβηστεί με νερό, αλλά απλώς μη βρίσκοντας άλλο καύσιμο να τροφοδοτηθεί, ξοδεύεται μονάχη της, ξεθυμαίνει, και δεν είναι πια φλόγα. Παρομοίως, όσο περισσότερο οι τύραννοι διαρπάζουν, τόσο περισσότερο λαχταρούν, αφανίζουν και καταστρέφουν όσο περισσότερο κάποιος υποχωρεί απέναντί τους και τους υπακούει, τόσο περισσότερο αυτοί γίνονται ισχυρότεροι και τρομερότεροι, έτοιμοι να αφανίσουν και να καταστρέψουν. Αλλά αν ούτε ένα πράγμα δεν υποχωρεί απέναντι τους, αν, χωρίς καμιά βία, απλώς κανείς δεν υπακούει, απογυμνώνονται και εκμηδενίζονται, ακριβώς όπως όταν η ρίζα δεν παίρνει τροφή, το κλαδί μαραίνεται και πεθαίνει.
Για να καρπωθούν το καλό που επιθυμούν, οι τολμηροί δεν φοβούνται τον κίνδυνο. οι έξυπνοι δεν αρνούνται να υποφέρουν τα βάσανα. Είναι οι χαζοί και οι δειλοί που ούτε είναι σε θέση να υπομείνουν τις ταλαιπωρίες, ούτε να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους. σταματούν απλώς στη λαχτάρα γι’ αυτά και χάνουν μέσω της ατολμίας τη γενναιότητα που ξεπηδά από την προσπάθεια διεκδίκησης των δικαιωμάτων τους, αν και η επιθυμία να τα απολαύσουν παραμένει ακόμα ως μέρος της φύσης τους.
[…] Φτωχοί, εξαθλιωμένοι και χαζοί άνθρωποι, έθνη αποφασισμένα για την ίδια σας την δυστυχία και τυφλά στο δικό σας καλό! Αφήνεστε να στερήστε μπροστά στα ίδια σας τα μάτια, το καλύτερο μέρος των εσόδων σας. τα χωράφια σας λεηλατούνται, τα σπίτια σας ληστεύονται, τα οικογενειακά σας κειμήλια αφαιρούνται. Ζείτε με έναν τέτοιο τρόπο, ώστε να μην μπορείτε να θεωρήσετε ούτε ένα πράγμα δικό σας.
[…] Δεν σας ζητώ να θέσετε τις χείρες πάνω στον τύραννο για να τον ανατρέψετε, αλλά απλώς να μην τον στηρίζετε πλέον. τότε θα τον παρατηρήσετε σαν έναν μεγάλο Κολοσσό του οποίου αποσπάστηκε το βάθρο, να πέφτει από το ίδιο του το βάρος και να σπάει σε κομμάτια!

Μετάφραση: Παναγιώτης Καλαμαράς
Ετιέν ντε λα Μποεσί, Πραγματεία περί Εθελοδουλείας,
εκδ. «Πανοπτικόν», χ.τ. έκδ., 2002.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!