Ίσως έχουν δίκιο όσοι λένε (και είναι πολλοί τόσο στην Τουρκία όσο και διεθνώς) ότι με την παραίτηση της ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων, στις 29 Ιουλίου, έκλεισε και επισήμως μια εποχή για την Τουρκία, που άρχισε με το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1960 και χαρακτηρίστηκε, μέσω άλλων δύο πραξικοπημάτων και αμέτρητων παρεμβάσεων στην πολιτική ζωή, από τον κυρίαρχο ρόλο των στρατιωτικών στην πολιτική.

Ο αρχηγός των Eνόπλων Δυνάμεων Ισίκ Κοσάνερ και οι αρχηγοί των τριών κλάδων, στρατού ξηράς, αεροπορίας και ναυτικού, παραιτήθηκαν γιατί δεν ήταν σε θέση να υπερασπιστούν τους συναδέλφους τους που διώκονται με την κατηγορία της συνωμοσίας για την ανατροπή της κυβέρνησης του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP), σε πολλές υποθέσεις που έχουν ήδη πάρει την άγουσα προς τα δικαστήρια. Ο μόνος που δεν παραιτήθηκε ήταν ο στρατηγός Ν. Οζέλ, αρχηγός της Χωροφυλακής, ο οποίος χρίστηκε αρχηγός του στρατού ξηράς και ταυτόχρονα αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων, μέχρι το 2015. Πιθανώς, δεν είναι τυχαίο ότι ο Οζέλ ήταν απ’ αυτούς που επισκέφθηκαν τους φυλακισμένους στρατηγούς, αλλά και από τους υποστηρικτές της «κουρδικής πρωτοβουλίας» του Ερντογάν, σε μια περίοδο που έχουν ενταθεί οι συγκρούσεις του στρατού με τους αντάρτες του PKK. Η κυβέρνηση του Ερντογάν τον έβγαλε από τη δύσκολη θέση, αφού συμβιβάστηκε με την επέκταση της θητείας 14 υπόδικων στρατηγών και ανέβαλε την αντικατάστασή τους για ένα χρόνο.
Λέγεται ότι η όλη υπόθεση των παραιτήσεων ενόχλησε τον Ερντογάν. Δεν είναι και τόσο ευχάριστο για έναν ηγέτη χώρας που αντιμετωπίζει μια πρόκληση όπως το Κουρδικό και θέλει να προβληθεί δυναμικά στο περιφερειακό σκηνικό να εμφανίζει εικόνα σύγκρουσης με το στρατό της (N. Α. Ozsan, Hurriyet Daily News, 3/8), ιδίως αν θέλει να παίξει πιο ενεργό ρόλο στη Λιβύη, όπως συζητείται μυστικά, και τη στιγμή που κλιμακώνεται η αναταραχή στη Συρία, με την οποία η Τουρκία μοιράζεται σύνορα πολλών εκατοντάδων χλμ., και συρρέουν κατά χιλιάδες οι πρόσφυγες.
Ωστόσο, σημειώνεται ότι σε άλλες εποχές, σε ενδεχόμενη διαμάχη μεταξύ στρατού και πολιτικών και μάλιστα υπ’ αυτές τις συνθήκες, η κυβέρνηση θα είχε κάνει πίσω. Όμως, σε τι είδους εποχή εισέρχεται η Τουρκία;
Το ότι περίπου 400 άτομα -ακαδημαϊκοί, δημοσιογράφοι, πολιτικοί και στρατιωτικοί- είναι υπόδικα ή κρατούνται για ποικίλες όσες κατηγορίες που το κύριο περιεχόμενό τους είναι η «αντικυβερνητική συνωμοσία», ότι ο Τύπος χρεώνεται με τεράστια πρόστιμα όταν ασκεί αντικυβερνητική πολιτική, ότι πολλές αριστερές οργανώσεις, καθώς και κουρδικές οργανώσεις, έχουν κηρυχθεί παράνομες συνιστά, όπως υποστηρίζει η αντιπολίτευση (αν και πολλοί δεν κόπτονται ούτε για τις κουρδικές πολύ, δε, περισσότερο για τις αριστερές οργανώσεις) μια ισχυρή ροπή προς την οικοδόμηση ενός αυταρχικού καθεστώτος. Παρ’ όλα αυτά, αρκετοί επικριτές των αυταρχικών πολιτικών του Ερντογάν θεωρούν ευπρόσδεκτους τους χειρισμούς έναντι του στρατού και τον περιορισμό της δύναμής του. «Κάποιος έπρεπε να το κάνει αυτό», αναφέρει ο Y. Κanli στη Hurriyet Daily News (4/8) και υποστηρίζει ότι το AKP μπορεί να μείνει στην ιστορία ως το κόμμα που έθεσε τέλος σε μια ανώμαλη κατάσταση που διάρκεσε 40 χρόνια.
Είναι οριστική η «αποστρατιωτικοποίηση», αναρωτιέται άλλος Τούρκος σχολιαστής; (Kadri Gursel ό.π. 4/8) Το αμφισβητεί, βλέποντας τις εξελίξεις στις σχέσεις κυβέρνηση-στρατού υπό το πρίσμα του Κουρδικού ζητήματος. (Θα μπορούσε να προσθέσει κανείς -κάτι που συνήθως αποφεύγουν οι Τούρκοι αρθρογράφοι- ότι το ίδιο ισχύει και για τη στάση της τουρκικής κυβέρνησης έναντι της Κύπρου, που στηρίζεται στο ρόλο του στρατού). «Καθώς το Κουρδικό ζήτημα πολιτικοποιείται… το κουρδικό κίνημα [σ.σ. αυτονομίας] μπορεί να αποτελέσει τον μοναδικό ανεξάρτητο παράγοντα στη διαμόρφωση του νέου καθεστώτος της Τουρκίας», υποστηρίζει. Θεωρεί, δε, ότι η αληθινή αναμέτρηση θα γίνει ανάμεσα στην ισλαμική πολιτική και το κουρδικό κίνημα, τα «θύματα» του προηγούμενου στρατοκρατικού καθεστώτος, που είναι οι ανερχόμενες δυνάμεις στην Τουρκία.
Υπάρχει, πράγματι, μεγάλη δόση αλήθειας στην εκτίμηση ότι όσο το Κουρδικό ζήτημα αντιμετωπίζεται κυρίως με τη βία και τα όπλα, μια πρακτική που επιδείνωσε τα πράγματα τα τελευταία 20 χρόνια του ακήρυκτου πολέμου κατά του κουρδικού πληθυσμού, και όχι πολιτικά, ο ρόλος του στρατού εξ αντικειμένου δεν πρόκειται να μειωθεί, με όλες τις συνέπειες που αυτό μπορεί να έχει στην πολιτική ζωή. Η πρώτη σύσκεψη πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας, μετά τους νέους διορισμούς, είχε ως αντικείμενο την αντιμετώπιση της «τρομοκρατίας», η «κουρδική πρωτοβουλία» του Ερντογάν, που προώθησε κυρίως τα ατομικά δικαιώματα (και αυτά όχι πλήρως), χωλαίνει όσο δεν εγγυάται δικαιώματα συλλογικής δημοκρατικής έκφρασης των Κούρδων και ριζικής βελτίωσης της ζωής τους. Η  Τουρκία, δε, έχει μπροστά της μια περίοδο διαμόρφωσης του καινούργιου συντάγματος και προετοιμασίας προεδρικών εκλογών. Η κατάσταση περιπλέκεται, μάλιστα, αν συνυπολογίσει κανείς τα όσα συμβαίνουν στον αραβικό κόσμο, στις σχέσεις με το Ισραήλ και βεβαίως με τους Αμερικανούς, καθώς και το ενδεχόμενο αναστροφής της δυναμικής οικονομικής ανάπτυξης της Τουρκίας, όσο θα προχωρεί η διαδικασία της παγκόσμιας ύφεσης.
Το τραγικό για τους εργαζόμενους και τα φτωχά λαϊκά στρώματα της Τουρκίας είναι ότι δεν φαίνεται να αναδύεται μια πολιτική δύναμη που να εκφράζει ενωτικά και ανεξάρτητα τα δικά τους κοινωνικά συμφέροντα έναντι τόσο της κυρίαρχης πολιτικής (ισλαμικής ή κοσμικής) όσο και των εθνοτικών διαχωρισμών.

Αριάδνη Αλαβάνου

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!