Του Γιώργου Κοροπούλη. Διαβάζοντας το κείμενο του εκλεκτού συναδέλφου Σταύρου Γεωργά που είχε την καλοσύνη να μου στείλει ο υπεύθυνος των «Πολιτιστικών» της εφημερίδας, βρήκα την αφορμή που ζητούσα για να μη γράψω τίποτα καινούργιο επί του θέματος του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου (ΕΚΕΒΙ), όπως μου ζητήθηκε.

Ανέσυρα, αντ’ αυτού, παλαιότερο κείμενό μου, υπό τον τίτλο Η Δίκη των Έξι. Το είχα γράψει την προηγούμενη φορά που υπήρξαν «αναταράξεις» και οι καταγγελίες για «φαγοπότι» στο ΕΚΕΒΙ κ.λπ. εκκρεμούσαν ανάμεσα στην ανάλυση των αιτίων (που δεν έγινε ποτέ) και στο λιντσάρισμα (που απλώς αναβλήθηκε). Ελπίζω να συντελεί στην «επέκταση μνήμης», που είναι και κατά τη δική μου άποψη το ζητούμενο.

Κατά την προεκλογική περίοδο, ο νομάρχης της Μακεδονίας Μας ελέγχθηκε δημοσίως για πλείστα όσα, που αφορούσαν όλα σε δημόσιες πρακτικές του – και παγίως αποκρινόταν: «Περιμένετε να ’ρθει η 15η Οκτωβρίου (ημέρα των δημοτικών και νομαρχιακών εκλογών). O λαός θα απαντήσει». H ψήφος του λαού, με δυο λόγια, είναι η ανώτερη μορφή δημοσίου ελέγχου – και εξαλείφει κάθε άλλην. Kαι ούτε οι θεσμοί είναι εφικτό να λειτουργούν πέρα απ’ αυτό το όριο, εννοείται… Όταν λοιπόν ο λαός ψηφίσει πια, δεν μπορείς να επιμείνεις σ’ όσα καταμαρτυρούσες. Kι αν ήσαν αξιόποινα – η δίκη έγινε, μέσω της καθολικής ψηφοφορίας. «Δικαίωση» αποκαλείται άλλωστε η (επαν)εκλογή από την εποχή του αλήστου μνήμης σκανδάλου Kοσκωτά – για να περιοριστούμε στην τελευταία, τη σημαδεμένη απ’ το life style και την ιδιωτική τηλεόραση εικοσαετία, μες στην οποία έγινε και το επόμενο βήμα: την από κάθε άποψη ασύμφορη καθολική ψηφοφορία την αντικατέστησε η δυνατότητα να μιλά ο λαός σε τηλε-ψηφοφορίες, συμπυκνωμένος χάριν ευκολίας σε στατιστικό δείγμα – αλλά και να νομοθετεί, να δικάζει και να εκτελεί στα κανάλια, δι’ αντιπροσώπων που ο ίδιος (ο λαός, μέσω της AGB) διόρισε. Κι όταν συμμετέχει κατά μάζες (σε πλάνα δευτερολέπτων στα ρεπορτάζ ή ως κοινό στα σκουπιδοσόου), τότε αποφαίνεται διά βοής – που είναι έτσι κι αλλιώς η άλλη όψη της τηλεαντιπροσώπευσης…
Το μόνο ίσως πρόβλημα σ’ αυτόν το θρίαμβο της δημοκρατίας είναι – από πού έρχεται η βοή; Υποτίθεται πως έρχεται από την Πνύκα – όμως έρχεται από την Πλατεία της Νυρεμβέργης. Και ούτε είναι δυνατόν ν’ αναλυθεί σε δημηγορίες κι αντιπαραθέσεις καταμεσίς μιας Συντακτικής Συνέλευσης – γιατί είναι εξ ορισμού συμπαγής: είναι η βοή που αναγγέλλει πάντοτε λιντσάρισμα (και μόνο). Και, ακριβώς γι’ αυτό, αναγνωρίζουμε στη βοή (στην υφή της) τον ίδιο τον Κύριο – εκπεφρασμένον σε ποσοστά πωλήσεων και τάσεις της αγοράς. Αυτή ήταν άλλωστε ανέκαθεν η υφή του λαϊκισμού – που τώρα του δίνουμε απλώς μεταμοντέρνο επίχρισμα: Ένα ασαφές πλήθος, που μόνο «εκλογικό σώμα» δεν γίνεται να είναι, ψηφίζει Γιωργάκη o altra cosa. Eιδάλλως κατακερματίζεται σε bloggers που «είναι ο εαυτός τους και λένε τη γνώμη τους», δίχως στις δομές αυτής της (οποιασδήποτε, εξίσου νόμιμες είναι όλες) γνώμης να εγγράφεται και η πιθανότητα να ενεργοποιηθεί η «γραφή παρανόμων» ή όποια άλλη μορφή κοινωνικού ελέγχου προϋπέθετε ο πάλαι ποτέ δημόσιος χώρος: Έχουμε μπερδέψει τα σώβρακα με τις γραβάτες – για να το πω λαϊκοδημοκρατικά. Ή, πάλι, παραγίναμε κυνικοί:
Δεν φτάνει που χειραγωγούμε ως opinion makers, όσο μπορεί ο καθείς, τον Ψηφοφόρο, έτσι, γενικά, τον δουλεύουμε κι από πάνω. Kαι το δούλεμα παραγίνεται χοντρό όταν στη θέση του γενικού Ψηφοφόρου φέρνουμε (βορά στον ίδιο πάντα λαϊκισμό) τον πολυθρύλητο, πολυφίλητο  Aναγνώστη – οντότητα εξαιρετικά καλλιεργημένη, ως γνωστόν, χάρη στην ταχύτερη κλωνοποίησή του και την ως εκ τούτου συχνότερη προσέλευσή του στο ταμείο, όπου γούστο και αυτοσυνειδησία εκλεπτύνονται στο έπακρο… Tούτος ο Aναγνώστης λοιπόν, που ήδη πέταγε μ’ ένα βιβλίο, τώρα γίνεται σεβαστός. Kι ήταν καιρός! Aν προσγειώθηκε στο σωστό μέρος (σ’ ένα μεγάλο βιβλιοπωλείο δηλαδή) κι αν κρατά το σωστό εμπόρευμα (ένα best seller δηλαδή), πάει, τέλειωσε, ψηφίζει! Aφού ψηφίζουμε νομάρχη, γιατί να μην ψηφίζουμε και συγγραφέα; O λαϊκισμός δεν γνωρίζει αδιέξοδα!
Oι ποικίλες θεσμίσεις δεν γίνεται πια παρά ν’ αντανακλούν πιστά (κι αυτό κάνουν…) τούτη την εμπιστοσύνη στη χειραγωγημένη βοή κι επιπλέον να διασφαλίζουν τη διευρυμένη αναπαραγωγή της βοής και των προϋποθέσεών της… Έτσι, μια νέα μορφή κριτικής, π.χ., που διαβάζει χειρόγραφα πριν τυπωθούν ή ακούει cd πριν κυκλοφορήσουν, είναι πρωθύστερη αντανάκλαση του exit-poll που σε λίγο θα διοργανώσει το EKEBI πλάι σε ταμεία (μεγάλων, εννοείται) βιβλιοπωλείων: μια παράσταση νίκης (επί άλλων πιασάρηδων) θα βοηθούσε τον καλλιτέχνη… Kι αφού το ’φερε η κουβέντα, ας ξεκαθαρίσω και το εξής:
Προ ετών, ξεκίνησε μια (ακόμη) σταυροφορία κατά της «διαπλοκής» – βασισμένη, φυσικά, σε «αποκαλύψεις». Mου φάνηκε σκόπιμο να υποστηρίξω, τότε, πως το αληθινό πρόβλημα είναι πάντοτε το προφανές σαν τα ημίψηλα των αστών στις ταινίες του Aϊζενστάιν. Στην περίπτωση λοιπόν του EKEBI, το ημίψηλο είναι οι «ψηφοφορίες αναγνωστών» – που συνοψίζουν ιδανικά την σύνολη «εθνική πολιτική για το βιβλίο». Tο ημίψηλο αυτό κρύβεται ωραία πίσω από μια συρροή «αποδείξεων», αληθινών είτε τύπου Ευαγγελάτου, για «μεγάλα φαγοπότια» ή οτιδήποτε άλλο πιο πρόσφατο (συρροή που παρατηρείται συνήθως κατά τις αλλαγές διοικήσεων), θα φανεί όμως αφ’ ης στιγμής υποθέσουμε ότι μπορεί να το φοράει κάλλιστα μια διοίκηση καθ’ όλα χρηστή: Έτσι οφείλουμε να σκεφτόμαστε, νομίζω – για τον ίδιο λόγο που πρέπει να υποθέσουμε πως η τριβή είναι μηδενική όταν μελετάμε την επιτάχυνση, ώστε να συναγάγουμε την εξίσωση. Όταν έχουμε πια την εξίσωση, και μόνο τότε, ναι, μπορούμε να κατανοήσουμε και την τριβή – κι ίσως να την εντάξουμε σε μιαν ανώτερη, πιο περίπλοκη μορφή της εξίσωσής μας.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!