Πολιτικά, για τους νεαρούς, τι να πεις; Κάνουν ζημιά στη συλλογική προσπάθεια. Πες το, αλλά μη μείνεις στο αυτονόητο. Προσπάθησε να καταλάβεις το φαινόμενο.

Δεν μπορεί όλη αυτή η ανυπολόγιστης κλίμακας καταστροφή που εφαρμόζεται στην Ελλάδα, να επιδρά σε όλους τους πολίτες ομοιόμορφα. Άλλος το αντιμετωπίζει παθητικά, κλείνεται, αυτοβασανίζεται και μαραζώνει ψυχικά καθώς ταπεινώνεται από φτώχεια και περιφρόνηση. Κι άλλος περιμένει ώρες στη σειρά για μια σακούλα ντομάτες. Άλλος σαλτάρει απ’ το μπαλκόνι κι άλλος τα παίρνει στο κρανίο και ψάχνει να βρει τρόπο να εκφράσει όσο πιο έντονα μπορεί την αγανάκτησή του.
Δεν μπορεί αυτή η στοχευμένη κρίση που εξολοθρεύει όχι μόνο περιουσίες, αλλά και ψυχές, να μην δημιουργεί διαφορετικές αντιδράσεις, χαμηλών, μεσαίων και υψηλών τόνων. Όσο κι αν το σύστημα είναι οργανωμένο και σκληρό, δεν μπορεί να κλείσει όλη την αγανάκτηση μέσα σ’ ένα μπουκάλι. Ούτε, βέβαια, η αγανάκτηση μπορεί να ανακόψει την επέλαση των τοκογλύφων και να ανατρέψει το σύστημα, εάν οι πιο ανυπόμονοι και οι πιο ριζοσπάστες την περιορίσουν στα δικά τους μπουκάλια.
Πάντως, η εκούσια και ακούσια παθητικότητα με την οποία η κοινωνία υφίσταται μέχρι στιγμής την καταστροφή και τον εξανδραποδισμό της, το ξεπούλημα της Ελλάδας και τη διάλυση του κοινωνικού κράτους, είναι πιο αξιοπερίεργη από τις εκρηκτικές ακρότητες των νεαρών. Τι λένε, άραγε, οι ψυχολόγοι; Είναι πιο φυσιολογικός αυτός που ανέχεται μοιρολατρικά τη βία, τη φτώχεια, την εξαπάτηση και την ταπείνωση απ’ αυτόν που θέλει να πετάξει στους κυβερνώντες ένα φορτηγό πέτρες; Και, μήπως, αυτή η μοιρολατρία είναι σε μεγάλο βαθμό ένας από τους ηθικούς αυτουργούς της δράσης των νεαρών; Γιατί δεν μπορεί αυτή η ενδοτικότητα με την οποία ο Νεοέλληνας κάθεται και τον στριμώχνουν, τον γδύνουν, τον βιάζουν και τον λεηλατούν, να μην εξοργίζει τους πιο ανήσυχους, να μην εξωθεί στα άκρα τους νεαρούς που δεν αντέχουν αυτή την κοινωνική ηττοπάθεια που αγγίζει τα όρια της δουλικότητας!
Εμείς, οι μεγαλύτεροι, όταν ήμασταν πιο αγνοί, πιο ανένταχτοι στο σύστημα, θέλαμε να εκφράσουμε την οργή μας για τις αδικίες και τις ανισότητες, για την ανελευθερία και την εκμετάλλευση που βίωναν οι γονείς και οι συνάνθρωποί μας, με μεγαλύτερη επιθετικότητα και μεγαλύτερη ανυπομονησία απ’ ό,τι σήμερα. Δεν θέλαμε να ενταχθούμε στη ρουτίνα, που λίγο-λίγο σε κάνει να συνηθίζεις ακόμα και τη δουλεία. Μεγαλώνοντας, όσοι κρατήσαμε κάτι από το νεανικό μας ριζοσπαστισμό, συνειδητοποιήσαμε ότι όσο δίκιο κι αν έχεις, δεν μπορείς να βιάζεις τα πράγματα. Η βούλησή σου για να αλλάξεις τον κόσμο, όσο ισχυρή και ανιδιοτελής κι αν είναι, δεν μπορεί να αγνοήσει τους νόμους της φύσης. Δυστυχώς, σε πολλούς, αυτή η ρεαλιστική διαπίστωση, δεν άνοιξε το δρόμο για τη σοφία, αλλά για την πλήρη ενσωμάτωσή τους στο σύστημα το οποίο στα νεανικά τους χρόνια απέρριπταν μετά βδελυγμίας.
Σήμερα, ο ριζοσπαστισμός δεν είναι κάτι τόσο ασύμμετρο σε σχέση με το μέγεθος της συμφοράς που βιώνει η κοινωνία. Αλλά δεν έχει βρει τη σωστή του έκφραση. Δεν διοχετεύεται σε μια ολοκληρωμένη και αποτελεσματική αντίδραση στην καταστροφή. Εκδηλώνεται σπασμωδικά από την κοινωνία και μάλλον χλιαρά από τα αντιπολιτευόμενα κόμματα, αφήνοντας ανικανοποίητους τους νεαρούς που βράζει το αίμα τους, που θέλουν πιο άμεσα αποτελέσματα, που δεν θέλουν να περάσουν τα καλύτερα χρόνια της ζωής τους περιμένοντας. Και αναλαμβάνουν δράση ακόμα κι αν αυτό τους οδηγεί σε άλλα αδιέξοδα, ακόμα κι αν αυτό δυσχεραίνει την αργή, αλλά όταν συμβεί πολύ πιο αποτελεσματική, εξέγερση της κοινωνίας, της μοναδικής δύναμης που μπορεί να ανατρέψει το καθεστώς της διαφθοράς, της ληστείας και της υποτέλειας.

Χώρος ιδεών
Ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ προσπαθώντας να εκφράζουν και να οργανώνουν μεγάλα κοινωνικά στρώματα με όρους συμβατικής πολιτικής, μετριάζουν το ριζοσπαστισμό τους και τον συγκρατούν όταν εκδηλώνεται στο εσωτερικό τους. Αυτό είναι και αναγκαίο και επικίνδυνο.
Αναγκαίο, γιατί η Αριστερά απευθύνεται όχι μόνο σε πολίτες που έχουν πλήρη επίγνωση της κατάστασης, αλλά και σε πολίτες που έχουν υποστεί αποχαυνωτική πλύση εγκεφάλου, έχουν εξαρτήσεις, είναι φοβισμένοι και έχουν χάσει την εμπιστοσύνη στις δυνάμεις τους. Άρα, για να τους επαναφέρεις από τη νάρκωση, εκτός από υπομονή, χρειάζεται να βρεις και τον κατάλληλο κώδικα επικοινωνίας μαζί τους.
Επικίνδυνο, γιατί στη διαδικασία εξεύρεσης του κώδικα επικοινωνίας και συνεννόησης, μπορεί να χάσεις το ριζοσπαστισμό σου και να γίνεις άλλος ένας τροχός του συστήματος. Το είδαμε αυτό με τον ευρωκομμουνισμό. Οι επιτυχίες του ήταν μεγάλες, αλλά πρόσκαιρες και υπέσκαπταν εκ εθεμελίων την ύπαρξή του μέχρι που εξαφανίστηκε από προσώπου γης. Η ισορροπία ανάμεσα στο ριζοσπαστισμό και το ρεαλισμό, που μεταβάλλεται διαρκώς και αενάως, είναι ίσως το πιο δύσκολο μέρος της αριστερής πολιτικής, ανέκαθεν και παγκοσμίως.
Αυτοί οι προβληματισμοί που υπάρχουν στον ΣΥΡΙΖΑ και στις άλλες οργανώσεις, ίσως και στο ΚΚΕ, υπάρχουν και στον αντιεξουσιαστικό χώρο. Ο «χώρος» είναι καιρός που έχει μπει σε μία διαδικασία ωρίμανσης και με όρους καλύτερους απ’ αυτούς της συντηρητικής Αριστεράς, γιατί τα όριά του είναι πιο διευρυμένα στην αναζήτηση μορφών πάλης και επιβίωσης. Φαίνεται αυτό όχι τόσο από την αύξηση της επιρροής του στα πιο ενεργά και ευαίσθητα κομμάτια της νεολαίας, πράγμα αξιοσημείωτο, όσο από την ποικιλία των δραστηριοτήτων του, το εύρος των επιλογών του, τον πολλαπλασιασμό των ομάδων προβληματισμού και το μετριασμό της σημασίας του αυθορμητισμού σε σχέση με το σχέδιο, την πειθαρχία και την μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα.
Αν στην προηγούμενη φάση το κύριο μέσο «έκφρασης» του αντιεξουσιαστικού χώρου ήταν οι συγκρούσεις με την αστυνομία, εδώ και καιρό, το βάρος δείχνει να γέρνει σε σταθερές μορφές οικοδόμησης βάσεων πολιτικής, πολιτισμικής και κοινωνικής δράσης. Δεν είναι μόνο το Νοσότρος, στο οποίο έχω πολλές φορές αναφερθεί. Στον ιστότοπο του Βοτανικού Κήπου της Πετρούπολης, βρίσκει κανείς πληθώρα δράσεων. Το πάρκινγκ στη Ζ. Πηγής και Ναυαρίνου μεταμορφώθηκε μαγικά σε πάρκο. Στη Βίλα Ζωγράφου, στην οποία επιτέθηκαν οι Χρυσαυγίτες το περασμένο Σάββατο και την οποία πολιόρκησε η αστυνομία αμέσως μετά, παράγονται λιπάσματα και γίνονται καλλιέργειες στο πλαίσιο ενός άλλου τρόπου σκέψης. Και αυτοί οι εναλλακτικοί χώροι είναι πια δεκάδες σε όλη την Ελλάδα. Μερικοί απ’ αυτούς λειτουργούν πιο κλειστά και άλλοι πιο ανοιχτά. Οι προτεραιότητες από χώρο σε χώρο διαφέρουν, αλλά στο βάθος διαφαίνεται ένας κοινός παρονομαστής. Επίσης, είναι σημαντικό ότι ορισμένοι χώροι είναι πολιτικά μεικτοί, όπως η Λαμπηδόνα, στο Βύρωνα. Όχι σε επίπεδο συμφωνίας κομμάτων ή τάσεων, αλλά σε επίπεδο συμφωνίας ατόμων που δημιουργούν από κοινού μια νέα συλλογικότητα, προερχόμενα από τον αντιεξουσιαστικό χώρο, τον ΣΥΡΙΖΑ, την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και τους ανένταχτους. Το ΚΚΕ απέχει εντελώς απ’ αυτό το κίνημα των αυτοδιαχειριζόμενων χώρων, κατειλημμένων ή μη, παρ’ όλο που έχει σημαντικές νεανικές δυνάμεις. Αντιθέτως, οι «ΣΥΡιζαίοι» και οι «Αντάρσυοι» προσπαθούν, έστω καθυστερημένα, να συμμετάσχουν ή να συνεργαστούν με αντίστοιχους χώρους, ακόμα και να δημιουργήσουν νέες παρεμφερείς εστίες, όπως η Δημοτική Αγορά Κυψέλης, η Λαϊκή Συνέλευση Ν. Φιλαδέλφειας-Χαλκηδόνας ή η Εργατική Λέσχη Νέας Σμύρνης.
Μέσα σ’ όλο αυτό το κίνημα, που εξελίχθηκε μεθοδικά, και πολλές φορές αθόρυβα, αναπτύσσονται οι ιδέες και οι προβληματισμοί που διαχέονται στην κοινωνία και την πολιτική. Και όχι στα γραφεία των κομμάτων.

Καθεστωτική προβοκάτσια
Τριάντα χρόνια από την πρώτη κατάληψη, η πρωτοβουλία από κάτω, η αυτοοργάνωση, η αυτενέργεια, η αυτοδιαχείριση, η συμμετοχή, η συλλογικότητα, η αμεσοδημοκρατία, η πολυφωνία, οι εναλλακτικές δράσεις, οι «πλατείες», η μαχητικότητα, η ανιδιοτέλεια, ο ερασιτεχνισμός, η συντροφικότητα και η αλληλεγγύη αποτελούν στοιχεία, στα σπάργανα έστω, αυτού του πολυκερματισμένου κινήματος που πιέζει την οργανωμένη Αριστερά από τα αριστερά. Όχι πως αυτό το κίνημα δεν έχει προβλήματα, κολλήματα και δογματισμούς. Έχει και παραέχει. Αλλά η βασική του πλατφόρμα εμπλουτίζει την πολιτική σκέψη και δράση και η κριτική του στηλιτεύει τη γραφειοκρατία, το δογματισμό και τον επαγγελματισμό της Αριστεράς, «συντηρητικής» και «ανανεωτικής».
Τελευταία, ο αντιεξουσιαστικός χώρος έχει κάνει αισθητά ανοίγματα στο πολιτικό του πλαίσιο, που, μάλιστα, θεωρούνται υποχωρήσεις από τις πιο συγκρουσιακές του τάσεις. Είναι χαρακτηριστική η στάση του «χώρου» σε σχέση με την εκλογική άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ. Πάρα πολλοί ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, κόντρα στη γραμμή της αποχής που ρίχτηκε από κάποιες ομάδες, και συνολικά ο «χώρος» απέφυγε τα γλιστερά δάπεδα για να μην χρησιμοποιηθεί από το μηχανισμό προπαγάνδας του συστήματος εναντίον της Αριστεράς σ’ αυτή την αναμέτρηση. Και αυτή η «εγκράτεια», με ή χωρίς εισαγωγικά, συνεχίστηκε στη μετεκλογική περίοδο.
Αυτό, όμως, δεν βολεύει το καθεστώς, το οποίο φοβάται ότι ο χρόνος, με τη συνεχιζόμενη καταστροφή, δουλεύει υπέρ των κινημάτων και της Αριστεράς. Γι’ αυτό επιλέγει την πολιτική της έντασης. Το καθεστώς υπολογίζει ότι κάτω από την πίεση της καταστολής, θα υπάρξει σπάσιμο της στάσης που επέλεξε ο «χώρος» σχεδόν στο σύνολό του, όπως φάνηκε και από τη μεγάλη διαδήλωση της 12ης Ιανουαρίου στην Αθήνα.
Όταν οι δυνάμεις καταστολής έκαναν επιδρομή στη Βίλα Αμαλίας, δεν είχε προηγηθεί, για μεγάλο χρονικό διάστημα, καμία σοβαρή σύγκρουση με τους αντιεξουσιαστές. Το καθεστώς δεν έκανε επιδρομή στη Βίλα, στη Σκαραμαγκά και στην Καραγιάννη, την εποχή των συγκρούσεων στο κέντρο της πόλης που γίνονταν καταστροφές. Το έκανε τώρα, για να διασπάσει την ενιαία στάση των αντιεξουσιαστών και να εξωθήσει κάποιες ομάδες σε δράση που θα ήταν αξιοποιήσιμη στο μέτωπο της αντικινηματικής και αντιαριστερής προπαγάνδας. Για να ξαναβγούνε οι χύτρες και τα γκαζάκια. Αλλά και για να δυσφημίσει τους κοινωνικούς χώρους που αποτελούν αγκάθι στην εφαρμογή των πολιτικών χειραγώγησης της νεολαίας και να διαψεύσει αυτούς που νομίζουν ότι το σύστημα θα αφήσει την κάθε συλλογικότητα ελεύθερη να δημιουργήσει εναλλακτικούς τρόπους ζωής, να φτιάξει «οάσεις εκτός συστήματος» μέσα στο σύστημα.
Ούτε η χρονική στιγμή είναι τυχαία, αφού συμπίπτει με την ψήφιση των νέων ακόμα πιο εξοντωτικών μέτρων. Η εκτροπή της προσοχής και της ανησυχίας της κοινής γνώμης με στημένες εντάσεις αποτελεί κλασική μέθοδο για την εφαρμογή αντιλαϊκών πολιτικών.
Η μεγάλη πορεία των αντιεξουσιαστών ήταν απολύτως ειρηνική επειδή οι συμμετέχοντες δεν παρασύρθηκαν από τις προκλήσεις της αστυνομίας. Αλλά δεν μπορεί και η τελευταία ομάδα των πέντε ή δέκα νέων να είναι τόσο ψύχραιμη. Υπάρχουν νεαροί που αισθάνονται ότι οι συμβιβασμοί και οι υπομονές δεν φέρνουν κανένα αποτέλεσμα, σε ένα σύστημα που ασκεί βία και καταστολή. Που σκοτώνει, όπως συνέβη με τον Αλέξη Γρηγορόπουλο. Κι αυτοί είναι ευκολότερο να πιεστούν να αντιδράσουν στις προκλήσεις που στήνει το καθεστώς. Η σειρά των ενεργειών από την κυβέρνηση αποκαλύπτει το σχέδιο της προβοκάτσιας. Ταυτόχρονα με τις επιδρομές και τις δεκάδες συλλήψεις στις καταλήψεις, συνέλαβαν δύο πολίτες για συμμετοχή στους Πυρήνες της Φωτιάς, συνδέοντάς τους με όπλα που είχαν βρεθεί πριν από καιρό θαμμένα. Ήταν, όμως, τόσο κακοστημένη η επιχείρηση που οι κατηγορούμενοι αφέθηκαν ελεύθεροι από τον ανακριτή που δεν βρήκε στο φάκελό τους το παραμικρό στοιχείο ενοχής τους. Γι’ αυτό εξεμάνη ο Δένδιας και τα έβαλε με τους δικαστές. Γιατί του χαλούσαν το σχέδιο. Το ίδιο έγινε και με τις δύο συλλήψεις για τη Μαρφίν. Κανένα σοβαρό στοιχείο ενοχής δεν παρουσιάστηκε στους ανακριτές από την αστυνομία.
Οι επιδρομές και οι συλλήψεις αποβλέπουν στο να προβοκάρουν τους αντιεξουσιαστές, να συντηρούν την ένταση που τρομάζει και καθηλώνει τον πολίτη και να φέρνουν σε δύσκολη θέση την Αριστερά που υπερασπίζεται τα ανθρώπινα και πολιτικά δικαιώματα των πολιτών και καταγγέλει κάθε πράξη που καταρρακώνει τη δικαιοσύνη και καταλύει τη δημοκρατία.

Πολιτική της έντασης
Για την πολιτική του φόβου και της έντασης, το καθεστώς εφαρμόζει διάφορες τεχνικές, που έχουν δοκιμαστεί στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Η παραπληροφόρηση και η διαστρέβλωση από τα καθεστωτικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης είναι η ναυαρχίδα της προπαγάνδας, της χειραγώγησης της σκέψης και αλλοίωσης της βούλησης των ανθρώπων. Αλλά, όταν η πολεμική των ΜΜΕ δεν αρκεί, γιατί με την ασύστολη προπαγάνδα μειώνεται η αξιοπιστία τους, ενεργοποιούνται κι άλλοι παράγοντες. Το καθεστώς κατάλαβε ότι δεν μπορεί να ανακόψει την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ μόνο με Πρετεντέρη, Τρέμη, Καψή, Καμπουράκη, Μανδραβέλη, Προτοσάλτε και Σια. Κάτω από τόνους λάσπης, ο ΣΥΡΙΖΑ έπιασε το φανταστικό 27%. Γι’ αυτό, το καθεστώς ρίχνει στον πόλεμο κατά της Αριστεράς και των λαϊκών στρωμάτων κι άλλο βαρύ οπλισμό για την καλλιέργεια του φόβου και του τρόμου. Η απειλή για χρεοκοπία και επιστροφή στη δραχμή παραμένει, αλλά δεν φτάνει. Ο φόβος για το κοινό έγκλημα και την τρομοκρατία παίζει καλύτερα. Προκειμένου να κλείνεται ο κόσμος στα σπίτια του και να αναζητά τον εχθρό του στους μετανάστες και τους αριστερούς και όχι στους τοκογλύφους και την κυβέρνηση, ο φόβος και η ανασφάλεια καλλιεργούνται εντατικά.
Η τρομοκρατία, όπως την εννοεί η καθεστηκυία τάξη, προσφέρεται για αξιοποίηση. Αλλά επειδή στην Ελλάδα είναι ποσοτικά και ποιοτικά αμελητέα, προσπαθούν να την ενθαρρύνουν με προβοκάτσιες και καταστολή και να διογκώσουν το μέγεθος και τη σημασία της. Για τους καθεστωτικούς δημοσιογράφους τα γκαζάκια ισοδυναμούν με ατομικές βόμβες! Η ληστεία των νεαρών είναι τόσο μεγάλη απειλή για την κοινωνία που χρήζει ανάλογης εξωθεσμικής «μεταχείρισης», ενώ οι εκατό ληστείες τραπεζών που γίνονταν ετησίως όλα τα προηγούμενα χρόνια, θεωρούνται νορμάλ.
Στους 170-180 περίπου νεκρούς που καταγράφονται κάθε χρόνο από βίαιες ενέργειες συμπεριλαμβάνονται δολοφονίες μεταναστών από ακροδεξιούς, αλλά δεν αναφέρονται σαν τέτοιες για προφανείς λόγους συγκάλυψης. Πολλοί οι νεκροί και αμέτρητοι οι τραυματίες από πράξεις της άκρας Δεξιάς που αποσιωπούνται από τις αρχές και τα ΜΜΕ. Οι εν ψυχρώ δολοφονίες μεταναστών δεν κατατάσσονται στις τρομοκρατικές πράξεις ούτε αποδίδονται στους χρυσαυγίτες. Αντιθέτως, με την καθοριστική συμβολή των ΜΜΕ, το καθεστώς φουσκώνει τον αριθμό και τη βαρύτητα των βίαιων ενεργειών από αναρχικές ομάδες, που κατά κανόνα έχουν συμβολικό χαρακτήρα, και αποσιωπά ή υποβαθμίζει εντελώς την πραγματική τρομοκρατία του κράτους και του παρακράτους. Οι τέσσερις νεαροί που χτύπησαν την τράπεζα δαιμονοποιούνται στο έπακρο, σαν να απειλούν αυτοί τη ζωή των πολιτών, τη δημοκρατία και το κράτος, ενώ οι συμμορίες της Χρυσής Αυγής οργανωμένες κατά τα ναζιστικά πρότυπα, με λόχους και τάγματα, με ρόπαλα, στιλέτα, πυροβόλα όπλα, κράνη, άρβυλα, στολές παραλλαγής και κουκούλες, με διακλαδώσεις στην αστυνομία και το στρατό, όχι μόνο δεν ενοχλούν το καθεστώς, αλλά χρησιμοποιούνται και σαν κοινωνικό φόβητρο. «Καθίστε φρόνιμα, γιατί υπάρχουν και χειρότερα». Με αυτή την κοντόφθαλμη πολιτική, τρέφουν τα πίτμπουλ του φασισμού.

Καταρρέουν και προκαλούν
Η πολιτική της έντασης χρειάζεται την εγκληματικότητα και την τρομοκρατία. Με την ένταση, την παραπληροφόρηση και την κατατρομοκράτηση του κόσμου, δικαιολογούνται οι βαρβαρότητες του κράτους και του παρακράτους, διώκονται τα κινήματα και στριμώχνεται η Αριστερά.
Χρησιμοποιούνται δεκάδες αυτοκίνητα, σειρήνες και αστυνομικοί με περιβολή και εξοπλισμό που δεν βλέπουμε ούτε σε αμερικάνικες ταινίες, για να μεταφέρουν στον εισαγγελέα, σε μια αστυνομοκρατούμενη πόλη, τέσσερεις τραυματισμένους και αλυσοδεμένους νεαρούς, που καλά καλά δεν βλέπουν από τα πρησμένα μισόκλειστα μάτια τους, σαν επίδειξη δύναμης του κράτους και παραφουσκώματος του γεγονότος για τηλεοπτική αξιοποίηση. Για να ικανοποιήσουν τα συντηρητικά κομμάτια των ψηφοφόρων τους που διψούν για αίμα και στρέφονται στη Χρυσή Αυγή, και για να εξαναγκάσουν την Αριστερά να πάρει θέση, ώστε να να της κολλήσουν άλλη μια ρετσινιά ότι υποθάλπει εγκληματίες και τρομοκράτες. Οι κυβερνητικοί δεξιοί αισθάνονται ότι η επιρροή τους, ακόμα και σ’ αυτόν τον χειραγωγημένο και φοβισμένο κόσμο, είναι σαθρή και μπορεί ανά πάσα στιγμή να καταρρεύσει. Πρέπει, λοιπόν, αυτό τον κόσμο, να τον συγκρατούν με όλα τα μέσα, θεμιτά και αθέμιτα. Είναι πολύ μεγάλα τα συμφέροντα. Έτσι χρυσαυγητοποιείται η Νέα Δημοκρατία, κι από κοντά, δια της ανοχής και της παραλείψεως, κοινώς δια της μούγγας, το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πράγματι έρχεται σε δύσκολη θέση, γιατί υπάρχει πολύς κόσμος που βρίσκεται σε σύγχυση, από σοκ φτώχειας, άγνοια, προκατάληψη, παραπληροφόρηση, φόβο και ανασφάλεια… και μασάει. Και γιατί οι εκπρόσωποί του συχνά εμποδίζονται να ξεκαθαρίσουν ότι η Αριστερά δεν υποστηρίζει τις ληστείες, ούτε τους εμπρησμούς τραπεζών, ότι υποστηρίζει μόνο την ορθή απονομή της δικαιοσύνης. Και σε ένα δημοκρατικό σύστημα, τα βασανιστήρια είναι παράνομα και καταδικαστέα, χωρίς δικαιολογίες και εξαιρέσεις. Καλώς δεν βασάνισαν τον Τσοχατζόπουλο και τον Βωβό ή τον Λαυρεντιάδη, τον Κουρή και τον Παπαγεωργόπουλο, που κατηγορούνται για πολύ μεγαλύτερες ληστείες σε βάρος του ελληνικού λαού, όσο κι αν μέρος της κοινωνίας το επικροτούσε. Οι παραβιάσεις των δικαιωμάτων από τα πολιτικά κόμματα και την κυβέρνηση έχουν ασυγκρίτως μεγαλύτερες επιπτώσεις στη δημοκρατία, τους θεσμούς και την κοινωνία απ’ ό,τι μπορεί να έχει οποιαδήποτε παραβατική πράξη ενός πολίτη ή μιας ομάδας πολιτών. Η καταδίκη των βασανιστηρίων σε βάρος οποιουδήποτε πολίτη, αθώου ή ενόχου, είναι θέμα αρχής. Ακόμα κι αν πρόκειται για τα πιο αποκρουστικά εγκλήματα, η Αριστερά είναι κατηγορηματικά αντίθετη στα βασανιστήρια, για τα οποία ο Ποινικός Κώδικας προβλέπει ποινές κάθειρξης. Όπως είναι και κατά της θανατικής ποινής, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Αυτό σημαίνει ότι η Αριστερά επικροτεί τα εγκλήματα που κάποτε τιμωρούνταν με θάνατο;
Φαίνεται, όμως, ότι υποτιμήσαμε τα καθεστωτικά καθάρματα. Δεν έχουν ούτε ιερό ούτε όσιο. Εδώ φτώχυναν σε χρόνο μηδέν ένα ολόκληρο λαό και ξεπουλούν μια ολόκληρη χώρα, στα βασανιστήρια θα κολλήσουν; Είμαι σίγουρος ότι εάν χρειαστεί να προστατέψουν τα συμφέροντα που υπηρετούν και σε φόνους θα προχωρήσουν και τα τανκς θα κατεβάσουν. Μόνο η συνειδητοποίηση, η συσπείρωση και η αντίσταση του λαού μπορούν να τους εμποδίσουν και να τους καθίσουν στο σκαμνί για τα πραγματικά ιδιαζόντως ειδεχθή εγκλήματά τους σε βάρος της Ελλάδας.

Στέλιος Ελληνιάδης

Υ.Γ. Γαργάρα ο Ρουπακιώτης και ο Κουβέλης. Οι άτεγκτοι Ευρωπαϊστές δεν βλέπουν την ακραία κρατική παρανομία και βαναυσότητα; Ούτε την απροκάλυπτη δημιουργία ναζιστικού στρατού με την ανοχή και στήριξη των κυβερνητικών εταίρων τους; Τόσο μεταλλαγμένοι είναι;

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!