Της Έλενας Πατρικίου. Η Καρμανιόλα, ο ύμνος των ξεβράκωτων που χαιρετίζει την πτώση της μοναρχίας το 1792, χορευόταν κατά τα γαλλικά επαναστατικά ειωθότα γύρω από τις γκιλοτίνες, ενίοτε με τα κεφάλια των αποκεφαλισμένων αριστοκρατών μπηγμένα σε θριαμβευτικά κοντάρια.

Οι Ελβετοί που αναφέρονται σε ένα από τα κουπλέ είναι φυσικά η ελβετική φρουρά του Λουδοβίκου 14ου που σφαγιάστηκε μετά την παράδοσή της, όταν το εξεγερμένο Παρίσι μπήκε (βιαίως) στο Παλάτι του Κεραμεικού στις 10 Αυγούστου 1792 και έβαλε τέλος στην γαλλική μοναρχία. Η ανάκρουση της Καρμανιόλας συνοδευόταν κατά κανόνα από την άλλη μεγάλη επαναστατική επιτυχία, το «Όλα θα πάνε καλά, τους αριστοκράτες θα τους κρεμάσουμε από τους φανοστάτες», που έχει ταυτιστεί με την πάλλουσα φωνή της Εντίτ Πιάφ. Όλως τυχαίως(;), το τραγούδι και ο συνοδευτικός οργιαστικός χορός απαγορεύτηκαν από τον Βοναπάρτη το 1799.
Έκτοτε, δεκάδες φορές στην ιστορία των ευρωπαϊκών λαών, εξεγερμένα πλήθη «χόρεψαν την καρμανιόλα», χωρίς αναγκαστικά να κραδαίνουν ως θύρσους επαναστατικής βακχείας κοντάρια με μπηγμένα πάνω τους τα κομμένα κεφάλια των ταξικών αντιπάλων! «Χορεύουμε την καρμανιόλα» για να «μην ξεχνάμε τους ξεβράκωτους από τις εργατικές γειτονιές», και «γιατί τώρα εμείς γράφουμε τους νόμους», όπως λένε τα αιμοχαρή τραγουδάκια των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη. Και δυστυχώς για τους φίλους (και λιγότερο φίλους) μονομανείς με τα ιδεολογήματα περί ευρωπαϊκών θεσμών, τα Δικαιώματα γεννήθηκαν από την ίδια πολιτική και ιδεολογική μήτρα που έτεκε τα τραγούδια του παρισινού εργατικού «όχλου».
Κι αν πρέπει πάλι να θυμίσουμε τα αυτονόητα, ναι, δεν είναι όλες οι εκδηλώσεις βίας ίδιες… Ναι, η ιστορία γράφεται και με ανυπακοή… Ναι, η γερμανική (δηλαδή «ευρωπαϊκή»;) Σχολή της Φρανκφούρτης και η γαλλική (δηλαδή «ευρωπαϊκή»;) Σχολή των Αρχείων μας έδωσαν υπέροχα διανοητικά εργαλεία για να κατανοήσουμε, μεταξύ άλλων, τις αποχρώσεις της πολιτικής βίας σε κάθε ιστορική έκφανσή της μέσα στις «ευρωπαϊκές» ιστορίες… Και εν κατακλείδι, για να τελειώνουμε με τα ιδεολογήματα των «στοχαστικών προσαρμογών», δεν υπάρχει μία ενιαία, μονότονη, μονόχρωμη και (άπαγε της βλασφημίας) απαλλαγμένη από βία Ευρώπη. Και σ’ αυτήν την μη ενιαία, πολυφωνική, πολύχρωμη και συχνά βίαιη Ευρώπη, η Ελλάδα (και δη η αριστερή) κατέχει μία περίοπτη θέση. Σ’ αυτό το ετερόκλητο συναρπαστικό σύνολο από τις πολλές Ευρώπες, με τους πολλούς πολιτισμούς και τις πολλές ιστορίες, ανήκουν και κάποιες, τουλάχιστον, από τις πολλές συναρπαστικές Ελλάδες.
Κάποιοι αισθάνονται προφανώς πως πρέπει διαρκώς να τρίβουν την ρετσινιά της «ψωροκώσταινας» από πάνω τους, πως πρέπει συνεχώς να δίνουν γραπτές και προφορικές εξετάσεις εξευρωπαϊσμού σε κάποιες Μεγάλες Δυνάμεις, πως πρέπει ακαταπαύστως να υπερασπίζονται τον τόπο αυτόν ως «πρότυπον βασίλειον» και όχι ως ανεξάρτητη πατρίδα. Με ήρεμο πείσμα, εδώ και διακόσια χρόνια, η άλλη Ελλάδα υπερασπίζεται τον εαυτό της ως κομμάτι της ανυπότακτης Ευρώπης και της ανυπότακτης ανθρωπότητας. Ας χορέψουμε την καρμανιόλα, λοιπόν, χωρίς ενοχές κι απολογίες. Κι ύστερα ίσως έναν τσάμικο, που είναι χορός των Τσάμηδων αλλά όχι γι’ αυτό λιγότερο χορός των Ελλήνων. Κι ύστερα, το «Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι, το σκοτάδι είναι βαθύ, όμως ένα παλικάρι, δεν μπορεί να κοιμηθεί», που γράφτηκε μες στον Εμφύλιο για τους μελλοθάνατους του Γεντί Κουλέ.
Κι ύστερα πια, ας ψηφίσουμε.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!