Αρχική κοινωνία η άλλη Θεσσαλονίκη Στα Λαδάδικα πουλάν’ αυτό που θες…

Στα Λαδάδικα πουλάν’ αυτό που θες…

Από πόλη της εργασίας, πόλη της αρπαχτής και των… τραπεζοκαθισμάτων

Του Γιώργου Θεοδωρόπουλου

Τα Λαδάδικα, τα «παλιά Λαδάδικα», που τραγουδά ο Δημήρης Μητροπάνος, ήταν μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’90 το κέντρο του χονδρεμπορίου τροφίμων («Εδώδιμα-αποικιακά») της Θεσσαλονίκης. Ένας χώρος με μυρωδιές, ζωντάνια, μεγαλέμπορους και χαμάληδες, που διαρκώς έχανε την αίγλη του κάτω από την πίεση των αλλαγών στο σύγχρονο εμπόριο. Η περιοχή, αφού πέρασε ένα στάδιο τεχνητής απαξίωσης, ξαφνικά, μετατράπηκε από χώρος εμπορίου σε χώρο διασκέδασης. Τα Λαδάδικα έγιναν ένα από τα πιο ακριβά χοροπηδάδικα στο πανελλήνιο. Η αμαρτωλή «Θεσσαλονίκη-Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης 1997» χρηματοδότησε την αναπαλαίωση των παλιών κτιρίων και μια κλίκα ιδιοκτητών και κυκλωμάτων (μεσίτες, μηχανικοί, δημόσιοι υπάλληλοι) έβγαλαν πολλά χρήματα. Τα Λαδάδικα, σήμερα, είναι σε παρακμή και κανένας δεν ξέρει ποια τύχη τους επιφυλάσσουν οι κερδοσκόποι ακινήτων που σχεδιάζουν το μέλλον της πόλης.
Λίγο πιο πάνω, στις οδούς γύρω από τη Βαλαωρίτου και τη Συγγρού το σενάριο επαναλαμβάνεται. Η περιοχή κέντρο του χονδρεμπορίου και των βιοτεχνιών ιματισμού κάποτε, εδώ και χρόνια μαραζώνει. Τα παλιά ισόγεια καταστήματα με τα φτηνά και ποιοτικά ρούχα μετατρέπονται σε καφενεία, μπαρ και ταβέρνες. Οι όροφοι των πάλαι ποτέ βιοτεχνικών κτιρίων, άθλιων αισθητικά κατασκευών της δεκαετίας του ’70, που προσβάλλουν βάναυσα την αισθητική του εμπορικού κέντρου, είναι έρημοι. Πρόσφατα, σε τέτοιους χώρους λόγω των χαμηλών ενοικίων βρήκαν στέγη αυτοδιαχειριζόμενα αριστερά στέκια. Σε κάποιες περιπτώσεις μετατράπηκαν σε στούντιο και νοικιάζονται με «αλμυρά» ενοίκια στους φοιτητές. Ένα κύκλωμα επιχειρηματιών -της ημέρας και της νύχτας- σχεδιάζει το μέλλον της πόλης εκμεταλλευόμενο την κρίση. Απαξιώνει και αναβαθμίζει περιοχές, βγάζοντας πολλά μαύρα χρήματα.

Παιχνίδι με τα ενοίκια και αδιέξοδα…
Το ίδιο σκηνικό συναντάς στα Λουλουδάδικα, στο Μπεζεστένι, στην Πλατεία Άθωνος και την οδό Ολύμπου. Η διαφορά με τα Λαδάδικα είναι ότι τα ενοίκια, των χρόνια ανοίκιαστων μαγαζιών, ήταν σχετικά χαμηλότερα. Τα αρπακτικά, όμως, της κτηματαγοράς φρόντισαν να τα φτάσουν πάλι στα ύψη οδηγώντας σε αδιέξοδο τους επιχειρηματίες που βασίστηκαν στα χαμηλά ενοίκια. Ο Δρόμος συνάντησε μια ομήγυρη εμπόρων στην οδό Βαλαωρίτο, γύρω στις 11 το πρωί, που έχοντας αναδουλειά έπιναν τον καφέ τους στο πεζοδρόμιο. Ήταν όλοι τους κοντά στα 60 με 65 χρόνων. Οι βιτρίνες των καταστημάτων τους ήταν απεριποίητες και πολλές ήταν ξεθωριασμένες και πιθανόν να έχουν να ανανεωθούν χρόνια. «Περιμένουμε να πάρουμε τη σύνταξη και να κλείσουμε», «Δεν έχουμε κάνει σεφτέ από το πρωί», «Ούτε τα έξοδα για το ΤΕΒΕ δεν βγάζουμε».
Πολλοί πιέζονται από τους ιδιοκτήτες να αφήσουν τα μαγαζιά τους για να τα νοικιάσουν, με βάση τα νέα αυξημένα τιμήματα των νέων χρήσεων της περιοχής. Ο «αέρας» που ζητάνε οι ιδιοκτήτες από τούς νέους ενοικιαστές φτάνει μέχρι και τις 100.000 ευρώ, για κάποια απ’ τα μαγαζιά της Βαλαωρίτου και της Συγγρού.

Απέραντο καφενείο
Το εμπορικό κέντρο της πόλης αναστενάζει, οι μικρέμποροι οδηγούνται σε αφανισμό και οι εμποροϋπάλληλοι στην ανεργία. Η διέξοδος που εμφανίζεται είναι η «αρπαχτή» και η μετατροπή του εμπορικού κέντρου σε απέραντο καφενείο.
Σχεδόν όλα τα εμπορικά μαγαζιά στη Βαλαωρίτου και τη Συγγρού και 1 στα 2 στο κέντρο της πόλης που έκλεισαν και ξανάνοιξαν έγιναν καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος. Μόνο που η εποχή των παχιών αγελάδων έχει παρέλθει και είναι ζήτημα ποιος έχει να πληρώσει έστω και τον πιο φτηνό καφέ ή ποτό που προσφέρεται στη Βαλαωρίτου. «Η πίτα επειδή δεν έχει ο κόσμος χρήματα διαρκώς μικραίνει αλλά έχουμε εκτεθεί», λέει ιδιοκτήτης μπαρ στην οδό Συγγρού.
Είναι εμφανές πως στις περιοχές ανάπτυξης τραπεζοκαθισμάτων έξω από τα μαγαζιά επικρατεί ο νόμος της ζούγκλας. Κράχτες σε πολιορκούν και η πληρότητα των τραπεζοκαθισμάτων δεν ξεπερνάει το 50%, πλην εξαιρέσεων όπως στην οδό Ολύμπου που κατακλύζεται από φοιτητές που πίνουν ξεροσφύρι χύμα κρασί.
Η πόλη των βιοτεχνιών, των καπνομάγαζων, η πόλη της εργασίας, η φτωχομάνα Θεσσαλονίκη και η καρδιά της, το εμπορικό κέντρο, αιμορραγούν χρόνια. Οι συνέπειες της κρίσης που ζούμε θα είναι τραγικές όσο το μοντέλο παραγωγικής ανασυγκρότησης του εμπορικού κέντρου είναι όπου κλείνει ένα εμπορικό κατάστημα να ανοίγει ένα κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος.
Η δημοτική Αρχή της πόλης έχει τεράστιες ευθύνες για την εξέλιξη αυτή, γιατί την πριμοδότησε, χρόνια τώρα, χωρίς να δίνει διέξοδο στον εμπορικό κόσμο της πόλης.
Ακόμα πιο βαριές ευθύνες, όμως, έχει ο Εμπορικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης που σε διασύνδεση με τη δημοτική Αρχή άφησε τα μέλη του στο έλεος των πολυεθνικών καταστημάτων. Ένα από τα κεντρικά θέματα που πρέπει να θέσει ένα αριστερό δημοτικό σχήμα, στις επόμενες εκλογές, είναι το ζήτημα της εργασίας και του μοντέλου ανασυγκρότησης της πρωτεύουσας της ανεργίας και της φτώχειας, της Θεσσαλονίκης.

* Ο Γιώργος Θεοδωρόπουλος είναι Πολιτικός Μηχανικός.
Σχόλια

Exit mobile version