Αρχική πολιτική Ποιος μας ακούει;

Ποιος μας ακούει;

Της Τζίνας Πολίτη *

Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Θ. Πάγκαλος, αν και μοίρασε τις ευθύνες ανισομερώς, τουλάχιστον παραδέχτηκε την ευθύνη του κόμματός του, το οποίο, για ψηφοθηρικούς λόγους, προχώρησε στον εκμαυλισμό συνειδήσεων. Αντιθέτως, ο πρωθυπουργός και η υπουργός Παιδείας παρουσίασαν εαυτούς άσπιλους και το κόμμα τους ως να μην έφερε καμιάν ευθύνη για τη λεγόμενη «κατάντια» των ΑΕΙ.

Έτσι, ακολουθώντας την από καιρό εφαρμοζόμενη τακτική, εμφάνισαν ως υπεύθυνους για όλα τα «στραβά», τις πανεπιστημιακές Αρχές, τους διδάσκοντες και το φοιτητικό σώμα.
Η προγραμματισμένη αποδόμηση της εικόνας των ΑΕΙ δεν είναι σημερινό φαινόμενο. Οργανώθηκε από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, όταν άρχισαν να φυτρώνουν σαν μανιτάρια στον τόπο μας τα ιδιωτικά κολέγια και τα «παραρτήματα» ξένων ΑΕΙ. Έχω ασχοληθεί εκτενώς σε άλλα γραπτά μου για τις εγκληματικές ευθύνες των δύο κομμάτων εξουσίας, αλλά ιδιαίτερα του ΠΑΣΟΚ, για τα προβλήματα που ταλάνισαν στο παρελθόν και ταλανίζουν ακόμα και σήμερα τα πανεπιστήμιά μας.  Για όσους γνωρίζουν τα πράγματα, το πανεπιστήμιο ήταν δέσμιο των αυταρχικών, συγκεντρωτικών νόμων για τα ΑΕΙ, νόμων που τους αφαιρούσαν κάθε αυτονομία ακόμα και για καθαρά επιστημονικά θέματα και, επιπλέον, άφηναν ανοιχτά «παραθυράκια» για ψηφοθηρία και εκμαυλισμό συνειδήσεων. Αναφέρω, ενδεικτικά, ότι το σύμπτωμα «αιώνιοι φοιτητές» βαρύνει εξολοκλήρου το νομοθέτη, καθώς και οι σπατάλες για τα συγγράμματα και τα διδακτικά βιβλία, αφού η νομοθεσία διευκόλυνε το κομματικό αλισβερίσι με τους εκδοτικούς οίκους και τα μεγάλα βιβλιοπωλεία σε βάρος τόσο της μάθησης όσο και της έρευνας. Και πόσα άλλα!
Ας αφήσουμε, όμως, το αμαρτωλό παρελθόν κι ας έρθουμε στο σήμερα. Κατηγορούνται οι αριστερές δυνάμεις ότι είναι οπισθοδρομικές κι ότι αρνούνται να παραδεχτούν τη σωρεία των προβλημάτων που μαστίζουν τα ΑΕΙ. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Όχι μόνο τα αναγνωρίζουν, αλλά έχουν υποβάλει συγκεκριμένες προτάσεις για την υπέρβασή τους. Όμως, διαφωνούν με το νέο νόμο που πρόκειται να επιβληθεί στα ΑΕΙ, όχι μόνο για λόγους εκπαιδευτικούς αλλά και για την αποτελεσματικότητά του.
Ο νέος νόμος διαφημίζεται ως πανάκεια, που θα απαλλάξει τα ΑΕΙ από τα παθογόνα αίτια που οδήγησαν στον εκφυλισμό τους. Και αναρωτιέται κανείς: Το νέο αυτό σύστημα που θα εφαρμοστεί εδώ, γιατί εφαρμόστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 στα αμερικανικά και βρετανικά πανεπιστήμια; Παρουσίαζαν, άραγε, τα ίδια φαινόμενα σήψης τα πανεπιστήμια αυτά και έπρεπε με κάθε θυσία να βρεθούν τρόποι ίασης; Θα ήταν αστείο ακόμα και να φανταστεί κανείς ότι το Κολούμπια, το Χάρβαρντ και το Κέμπριτζ είχαν τα χάλια τους και έπρεπε να «αναμορφωθούν»! Και γιατί άραγε ξεσηκώθηκαν εκεί οι πρυτανικές Αρχές, οι διδάσκοντας και οι φοιτητές, προβάλλοντας σθεναρή αντίσταση στην επιβολή αυτού του νέου νόμου διαχείρισης όχι μόνο των οικονομικών αλλά και των εκπαιδευτικών υποθέσεων, την απόλυτη εξουσία επί των οποίων θα είχε ο «μάνατζερ» και όπου η σεβαστή ονομασία «φοιτητής» θα αντικαθίστατο πλέον σε όλα τα έγγραφα από την αγοραία εκείνη του «πελάτη»; Είναι γνωστό όχι μόνο σε εμάς, τους πανεπιστημιακούς, αλλά και σε αυτούς που κατέχουν την εξουσία ότι ο μοναδικός στόχος αυτής της αλλαγής ήταν η υποταγή των πανεπιστημίων στις νόμιμες και άνομες ορέξεις της αγοράς και η σταδιακή ιδιωτικοποίησή τους. Τα πανεπιστήμια θα έπαιρναν τη μορφή «ιδιωτικών» εταιριών, η έρευνα θα υποτασσόταν αποκλειστικά στα συμφέροντα των πολυεθνικών και η περίφημη «αξιολόγηση» θα έφερνε από την πίσω πόρτα την ταξική διαστρωμάτωση της πανεπιστημιακής γνώσης. Τα σκάνδαλα που ήρθαν στο φως για τη διαπλοκή καθηγητών και ερευνητών με τα άνομα συμφέροντα φαρμακευτικών και άλλων εταιριών σε διακεκριμένα πανεπιστήμια της Αμερικής, όπως το Χάρβαρντ, το ανελέητο κυνήγι και ο εξορισμός από τα πανεπιστήμια διακεκριμένων ερευνητών, που αποκάλυπταν τις στημένες έρευνες, έχουν απασχολήσει όχι μόνο την πανεπιστημιακή κοινότητα αλλά και τα υπεύθυνα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.
Η περίφημη «εξυγίανση», λοιπόν, αποδεικνύεται πως είναι ένα ανώτερο στάδιο διαφθοράς. Το μεγάλο πρόβλημα, ωστόσο, δεν είναι μόνο αυτό. Είναι ότι το όλο σύστημα της λεγόμενης διασύνδεσης της γνώσης με τις ανάγκες της αγοράς και της δήθεν διασφάλισης θέσεων εργασίας για τους πτυχιούχους όχι μόνο δεν απέδωσε τα αναμενόμενα, όχι μόνο δεν ωφέλησε την οικονομία και την έρευνα, αλλά οδήγησε τα ΑΕΙ σε μεγαλύτερη παρακμή και οπισθοδρόμηση της γνώσης. Για τους λόγους αυτούς, ήδη εξετάζονται στα αμερικανικά και βρετανικά πανεπιστήμια οι τρόποι άμεσης αλλαγής αυτού του καταστροφικού, αναποτελεσματικού εκπαιδευτικού συστήματος.
Και ενώ στην αλλοδαπή το σύστημα αυτό ξηλώνεται, εμείς εδώ, με τυμπανοκρουσίες και δελφικές εορτές, ετοιμαζόμαστε, ύστερα από 20 χρόνια καθυστέρηση, να το εφαρμόσουμε! Η κοινή γνώμη άγεται και φέρεται από τα φερέφωνα των συμφερόντων και της κυβέρνησης. Εμάς, που αφιερώσαμε τη ζωή μας μέσα στα πανεπιστήμια, που παλέψαμε για να τα βελτιώσουμε, που αισθανόμαστε τύψεις γιατί μπολιάσαμε σπουδαία μυαλά με το μικρόβιο της ανιδιοτελούς επιστημονικής έρευνας, ποιος μας ακούει; Αν εξαιρέσει κανείς τις εφημερίδες της Αριστεράς με την περιορισμένη τους κυκλοφορία, δεν έχουμε κανένα άλλο βήμα για να ενημερώσουμε τον κόσμο.
Και αν εντός των πανεπιστημίων αντιδράσουν δυναμικά οι διδάσκοντες και οι φοιτητές (όπως άλλωστε έγινε και στις αγγλοσαξονικές χώρες, πριν από 20 χρόνια) για να μην εφαρμοστεί ο αγοραίος, αντιεκπαιδευτικός, αυτός ο νόμος, που καταργεί και το τελευταίο οχυρό δημόσιου αγαθού -γιατί τα «δίδακτρα» σύντομα θα ακολουθήσουν- που υποβαθμίζει την ανθρωπιστική παιδεία, την κριτική σκέψη και την ελεύθερη θεωρητική έρευνα, πάλι εμάς θα κατηγορήσουν ως «οπισθοδρομικούς» και ως «υποκινητές» άναρχων εξεγέρσεων!
Δυστυχώς, η «αλήθεια» είναι πλέον αποκλειστικό προνόμιο του πρωθυπουργού της υπουργού και των τηλεοπτικών αστέρων των βραδινών δελτίων ειδήσεων. Επειδή, όμως, η πραγματικότητα διαψεύδει αυτή την κατασκευασμένη «αλήθεια», εμάς δεν μας μένει άλλο τίποτα από το καθήκον να ξανασυναντηθούμε και πάλι στους δρόμους.

Η Τζίνα Πολίτη είναι ομότιμη καθηγήτρια Αγγλικής Φιλολογίας στο ΑΠΘ.

 

Σχόλια

Exit mobile version