Αρχική πολιτική Οριστική κατεδάφιση του δημόσιου Πανεπιστημίου

Οριστική κατεδάφιση του δημόσιου Πανεπιστημίου

Με παράτες ο πρωθυπουργός και η υπουργός Παιδείας παρουσίασαν στους Δελφούς, με τη γνώριμη πλέον συνταγή των ειδικών «συμβούλων», το Πανεπιστήμιο του μέλλοντος που προωθούν. Ένα σχέδιο που κατεδαφίζει οριστικά τη δημόσια – δωρεάν Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Ένα Πανεπιστήμιο – επιχείρηση, κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του Μνημονίου και του ΟΟΣΑ.

Ακολουθώντας τη γνώριμη τακτική της, η κυβέρνηση ξεκίνησε τις… βαρύγδουπες ανακοινώσεις της, εξαπολύοντας μια πρωτοφανή επίθεση συκοφάντησης του δημόσιου Πανεπιστημίου, των διδασκόντων και των φοιτητών κάνοντας λόγο για συναλλαγές, διαφθορά και σκοταδισμό. Η υπουργός Παιδείας είπε χαρακτηριστικά ότι το «πανεπιστήμιο της μεταπολίτευσης έχει κλείσει τον ιστορικό κύκλο του. Πρέπει οι αλλαγές να είναι πολύ βαθιές και να αφορούν το DNA της λειτουργίας των Πανεπιστημίων και των Τεχνολογικών Ιδρυμάτων».  Μετά το «νέο σχολείο», προωθούν το «νέο Πανεπιστήμιο», οπότε ο πλήρης πολιτικός έλεγχος του εμπορευματοποιημένου Πανεπιστημίου είναι επιβεβλημένος. Θα το επιτρέψουμε;

Οι σωτήρες της ελληνικής Ανώτατης Εκπαίδευσης

Όπως συνηθίζει τους τελευταίους μήνες η ελληνική κυβέρνηση, συγκρότησε μια επιτροπή ειδικών επιστημόνων για τη σωτηρία και της ανώτατης εκπαίδευσης. Παρόμοια βοήθεια έχει ζητηθεί και για την οικονομία, αλλά και για θέματα αρχιτεκτονικού σχεδιασμού.
Η «Συμβουλευτική Επιτροπή» για τις αλλαγές στα πανεπιστήμια αποτελείται από τους: David Naylor (καθηγητής Ιατρικής, Καναδάς), Gavin Brown (καθηγητής Μαθηματικών, Αυστραλία), Gudmund Hernes (καθηγητής Κοινωνικών Επιστημών, Νορβηγία), Lap-Chee Tsui (καθηγητής Βιολογίας, Χονγκ-Κονγκ), Jo Ritzen (καθηγητής Οικονομικών, Ολλανδία), John Sexton (καθηγητής Νομικής, ΗΠΑ), Λίντα Κατέχη (καθηγήτρια ηλεκτρολόγος-μηχανολόγος και μηχανικός ηλεκτρονικών υπολογιστών, ΗΠΑ), Patrick Aebischer (καθηγητής Νευροεπιστήμης, Ελβετία), James Duderstadt (καθηγητής Επιστημών και Μηχανικής, ΗΠΑ).
Όπως δήλωσε ο υφυπουργός Παιδείας, Γ. Πανάρετος, η επιτροπή είναι τέτοια ώστε «να αντιπροσωπεύονται ορισμένα από τα κυριότερα επιστημονικά αντικείμενα, καθώς και ένα μεγάλος εύρος (γεωγραφικά και δομικά) διαφορετικών πανεπιστημιακών συστημάτων, δημοσίων και ιδιωτικών». Η αποστολή της Επιτροπής είναι να συμβουλεύσει αμισθί το ελληνικό υπουργείο Παιδείας για τις αλλαγές που προτίθεται να πραγματοποιήσει.
Πολλά τα ερωτήματα που προκύπτουν από τη συγκρότηση μιας τέτοιας επιτροπής. Τα πιο απλά θα μπορούσαν να είναι:
1. Πόσο δωρεάν θα είναι η «παροχή» συμβουλών από τέτοιες προσωπικότητες που θα ταξιδέψουν, θα φιλοξενηθούν, θα συνεδριάσουν στη μακρινή Ελλάδα που καλούνται να σώσουν; Τα «έξοδα παραστάσεως» στην περίπτωση αυτή είναι πολλά και αφορούν μια πραγματική παράσταση. Υποψιαζόμαστε ότι οι συνεδριάσεις της Επιτροπής θα γίνουν κυρίως καλοκαίρι σε κάποιο ηλιόλουστο νησί.
2. Πόσο αξιόπιστα μπορεί να είναι τα πρόσωπα που απαρτίζουν την Επιτροπή, όταν ήδη για δύο από αυτούς κυκλοφορούν στο διαδίκτυο πληροφορίες, όπως:
Για τη «συντονίστρια» της Επιτροπής, Λίντα Κατέχη, η ιστοσελίδα του Πανεπιστημίου του Ιλινόις περιλαμβάνει άρθρο που αφορά τη συμμετοχή της σε σκάνδαλο επιλογής φοιτητών, όπου ευνοούνταν παιδιά πολιτικών.
Το σκάνδαλο έγινε γνωστό μόλις θέλησε να μετακινηθεί στο Πανεπιστήμιο Ντέιβις της Καλιφόρνια με αμοιβή 400.000 δολάρια το χρόνο. Η αμοιβή αυτή είναι κατά 27% υψηλότερη από αυτή του προκατόχου της και δεν περιλαμβάνει επίδομα μετακόμισης ύψους…100.000 δολαρίων καθώς και ετήσιο επίδομα… αυτοκινήτου ύψους 9.000 δολαρίων.
Για τον Jo Ritzen, που είναι μέλος του Πρυτανικού Συμβουλίου του Πανεπιστημίου του Μάαστριχτ και παλιότερα ήταν αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας (1999-2003), οι πληροφορίες λένε ότι όταν προσελήφθη στο Πανεπιστήμιο του Μάαστριχτ το 2007 ξέσπασε θόρυβος για το μισθό του και για το ότι κατάφερε και πήρε έκτακτο επίδομα 272.000 ευρώ(!!) ως αποζημίωση για τα χρόνια σύνταξης που «έχασε» την εποχή που ήταν αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Παλιότερα, το 1989, έγινε υπουργός Παιδείας λίγους μήνες μετά τη δημοσίευση άρθρου του σε έγκυρη ολλανδική εφημερίδα με τίτλο «Στην εκπαίδευση μπορούν να γίνουν ακόμη πολλές περικοπές».
3. Με ποιο τρόπο αντιλαμβάνεται ο –και πανεπιστημιακός– υφυπουργός Παιδείας τα κυριότερα επιστημονικά αντικείμενα, όταν απουσιάζει οποιοσδήποτε «σοφός» για τις ανθρωπιστικές επιστήμες; Προφανώς στην αντίληψή του για το «Νέο Πανεπιστήμιο» επιστήμες, όπως η Ιστορία, η Φιλολογία, η Γλωσσολογία είναι ανύπαρκτες. Για να μην μιλήσουμε για ακραίες περιπτώσεις, όπως η Φιλοσοφία: ο «νέος άνθρωπος» που έχουν στο νου τους δεν χρειάζεται να αναστοχάζεται για τίποτα, δεν χρειάζεται να ερμηνεύει τον κόσμο και τον εαυτό του. Θα είναι απλά ένας «καταρτισμένος», αδαής, υποψήφιος άνεργος.
4. Και το βασικότερο ερώτημα είναι: Ποια βαθιά συνείδηση ότι η χώρα είναι αποικία επιβάλλει στους κυβερνητικούς παράγοντες να συγκροτούν επιτροπές «διεθνών σοφών» για να σώσουν τα ελληνικά πανεπιστήμια; Από ό,τι φαίνεται τα ιστορικά τους πρότυπα είναι η βαυαροκρατία του 19ου αιώνα και η ένδοξη εποχή της αμερικανοκρατίας μετά τον εμφύλιο του 20ού αιώνα. Τελικά και η Ιστορία είναι χρήσιμη για το Υπουργείο Παιδείας, παρ’ όλο που δεν την αναγνωρίζει ως «κυριότερο επιστημονικό αντικείμενο»…
Και η Γλωσσολογία, όμως, θα μπορούσε να συμβάλει στις προσπάθειες του Υπουργείου, παρέχοντας ετυμολογικές και σημασιολογικές πληροφορίες για τη λέξη «μπανανία».

Τ.Τ.
Σχόλια

Exit mobile version