Η διαδρομή από το νεοπλουτισμό ως τη χρεοκοπία

 Του Κώστα Μελά *

 

Αυτό που επιχειρείται με τα οικονομικά μέτρα της κυβέρνησης Παπανδρέου, στη γλώσσα των οικονομολόγων, περιγράφεται ως ελεγχόμενη αποθέρμανση μιας οικονομίας, η οποία, λόγω του ότι δουλεύει με ρυθμούς πάνω από τις δυνατότητές της, παρουσιάζει έντονες ανισορροπίες. Στην πραγματικότητα, είναι δύσκολο να αρνηθεί ο οποιοσδήποτε την ύπαρξη ανισορροπιών στην ελληνική οικονομία.

Όλα τα μακρομεγέθη της ελληνικής οικονομίας δείχνουν την αδυναμία της παραγωγικής μηχανής της χώρας να αντεπεξέλθει στις σύγχρονες ανάγκες της κοινωνίας. Η υψηλή ανεργία, τα συνεχώς υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα, το μόνιμα υψηλό δημόσιο χρέος, τα υψηλά ελλείμματα του εξωτερικού ισοζυγίου, οι υποχρεώσεις του ασφαλιστικού συστήματος που σε βάθος πενταετίας είναι δύσκολο να καλυφθούν, αποτελούν τις καταλήξεις ενός συγκεκριμένου τρόπου διαχείρισης του οικονομικού υποδείγματος που, τουλάχιστον από το 1996, ακολουθείται στην πατρίδα μας.

Η άσκηση της συγκεκριμένης οικονομικής πολιτικής η οποία στηρίχθηκε στη συνεχή διεύρυνση της καταναλωτικής δαπάνης (πρωτίστως ιδιωτικής αλλά και δημόσιας), χρηματοδοτούμενης από δανειακούς πόρους (προς τον ιδιωτικό τομέα αλλά και τον δημόσιο1) οδήγησε στα σημερινά αποτελέσματα. Το κύριο εκ των οποίων είναι η συρρίκνωση της παραγωγικής βάσης της οικονομίας και η μετατροπή της σε χαμηλότατου επιπέδου προσφοράς υπηρεσιών. Το πλήθος των καφέ, των καταστημάτων δώρων, των εμπόρων αυτοκινήτων και χιλιάδων άλλων μεταπρατικών δραστηριοτήτων, αποδεικνύουν του λόγου το αληθές.

Η συγκεκριμένη επιλογή επέτρεψε, με τις ευλογίες των κυβερνήσεων του τόπου, την υπέρμετρη διόγκωση του χρηματοπιστωτικού τομέα, την ανεξέλεγκτη λειτουργία του, την αποκομιδή τεράστιων κερδών αλλά το χειρότερο, την επιβολή μιας συμπεριφοράς νεοπλουτισμού, υπερκατανάλωσης και βραχυχρόνιας αντιμετώπισης των κοινωνικών προβλημάτων. Ο γρήγορος και ο εύκολος πλουτισμός αποτέλεσε το motto μιας κοινωνίας που παρασύρθηκε κυρίως από τους σημιτικούς ισχυρισμούς «περί ισχυρής οικονομίας στο κέντρο των ευρωπαϊκών εξελίξεων».

Επειδή στη ζωή, σχεδόν πάντοτε, η αλήθεια κάποια στιγμή θα επιπλεύσει, η ελληνική οικονομία βρίσκεται στο κέντρο των εξελίξεων για εντελώς διαφορετικούς λόγους. Παράλληλα, την ίδια περίοδο η διαφθορά επεκτάθηκε πλέον σε μεγάλες ομάδες του πληθυσμού, καθιερώθηκε η διαπλοκή μεταξύ πολιτικών και επιχειρηματιών, ενώ η φοροδιαφυγή και η εισφοροδιαφυγή αποτελούν βασικό χαρακτηριστικό των επιχειρηματικών και επαγγελματικών ομάδων. Τα δημόσια και κοινωνικά αγαθά αποτέλεσαν τον αποδιοπομπαίο τράγο και την εύκολη λεία στα χέρια ενός συστήματος που, στη σημερινή του φάση, απελευθερωμένο από τις έντονες πιέσεις των εργατικών διεκδικήσεων, μόνο να κατηγορεί και να καταστρέφει γνωρίζει.

Η σημερινή κατάληξη της ελληνικής οικονομίας δεν αποτελεί το τέλος της «ευημερίας», που στηρίχθηκε, σχεδόν εξ ολοκλήρου, σε δανεικά, αλλά και την ουσιαστική χρεοκοπία της χώρας. Για τον τελευταίο λόγο δεν μπορεί κανένας να δώσει εμμέσως συγχωροχάρτι σε όσους κυβέρνησαν αυτή τη χώρα.

Όμως, η κρίση και η κατάρρευση του συγκεκριμένου υποδείγματος επιχειρείται ακόμα και σήμερα «να φορτωθεί», κατ’ αρχάς ιδεολογικά και θεωρητικά, σε θεσμούς και επιλογές που, ανέκαθεν, υποστήριζε η Αριστερά.

Θεσμοί και επιλογές που, εν τοις πράγμασι, όμως έχουν παραδοθεί στη λήθη της ιστορίας και όχι στις συγκεκριμένες επιλογές των κυρίαρχων τάξεων και ελίτ, στο πλαίσιο της νεο-ιμπεριαλιστικής παγκοσμιοποίησης, όπως αυτές ασκούνται, συστηματικά, τα τελευταία 20 και περισσότερα χρόνια, στο λεγόμενο καπιταλισμό των αναπτυγμένων οικονομικά χωρών.

Η ολοκληρωτική εξάλειψη όλων των εργατικών, κοινωνικών αλλά και δημοκρατικών κατακτήσεων των τελευταίων 100 χρόνων, βρίσκεται λίγο πριν από την εκπλήρωσή της. Το μέλλον φαντάζει αβέβαιο, δύσκολο και επικίνδυνο. Η εγρήγορση των ανθρώπων της Αριστεράς φαίνεται ότι, στη συγκεκριμένη στιγμή, δεν είναι αρκετή για να αποτρέψει το επερχόμενο άγγιγμα του πάτου του πηγαδιού. Χρειάζεται και η εγρήγορση όλων των δημοκρατικών συνειδήσεων σε μια συστράτευση ΕΑΜικού τύπου.

Είναι αδύνατον χωρίς τη δημιουργία ενός νέου πολιτικού υποκειμένου τέτοιου χαρακτήρα να μπορέσει να ορθοποδήσει η χώρα. Όλες οι διεκδικήσεις των εργαζομένων πρέπει να μεταλλαχθούν σε πολιτική συνειδητοποίηση και σε πολιτική άποψη, αλλιώς οδηγούνται σε απλή συγκυριακή εγρήγορση που γρήγορα ξεχνιέται. Εδώ ο θάνατος αγαπημένου προσώπου «δεν απασχολεί πιότερο απ’ ένα χρόνο τους ανθρώπους του 20ού αιώνα» κατά τον ποιητή, σκεφτείτε τον 21ο τι γίνεται και με τόση… κούραση γύρω.

 

* Ο Κώστας Μελάς είναι καθηγητής Πανεπιστημίου.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!