Εικόνες από το… ευρωπαϊκό μέλλον στη μουντιαλική χώρα της Λατινικής Αμερικής

του Γιώργου Λιερού

 

O Λόφος Φαβέλα δεσπόζει στο Κανούδος, την πόλη που έχτισε σαν κέντρο της η ομώνυμη μεγάλη λαϊκή εξέγερση, στα τέλη του 19ου αιώνα. Οι απόστρατοι του βραζιλιάνικου στρατού, μετά την καταστροφή του Κανούδος, εγκαταστάθηκαν με τις οικογένειές τους στους λόφους του Ρίο σε καταυλισμούς που ονομάστηκαν φαβέλες.

Το 1940 ζούσε στις πόλεις μόλις το 31,2% του πληθυσμού της Βραζιλίας, ενώ το 2000 πάνω από το 80%. Σύμφωνα με την αστυνομία, στο Σάο Πάολο, στις φαβέλες, ζει το 11,1% του πληθυσμού της πόλης (στοιχεία του 2007) ενώ το 1980 ζούσε μόνο το 7,4%. Την τελευταία δεκαετία ο πληθυσμός που ζει στις φαβέλες αυξήθηκε πέντε φορές γρηγορότερα απ’ ό,τι ο πληθυσμός του συνόλου της μητροπολιτικής περιοχής του Σάο Πάολο. Έξω από τις φαβέλες μια μεγάλη επιπλέον μερίδα του πληθυσμού ζει σε άθλιες συνθήκες σε πολυκατοικίες όπου πολλές οικογένειες μοιράζονται το ίδιο διαμέρισμα.

Υπολογίζεται ότι λείπουν 600.000 διαμερίσματα, όμως σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία υπάρχουν 540.000 άδεια διαμερίσματα στην ευρύτερη μητροπολιτική περιοχή.

Καθώς το 53% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού έχει προσωρινές και επισφαλείς εργασίες (ποσοστό που στις πόλεις φτάνει το 70%), οι εργαζόμενοι αδυνατούν να πληρώσουν το απαιτούμενο ενοίκιο για μια αξιοπρεπή κατοικία.

Οι ταμίες στα σούπερ μάρκετ, οι τηλεφωνητές, οι εργαζόμενοι στο τελεμάρκετινγκ ή τις μεταφορικές εταιρίες προστίθενται στους ρακοσυλλέκτες, στους πλανόδιους εμπόρους και στις καθαρίστριες που ήταν τα επαγγέλματα που παραδοσιακά ασκούσαν οι κάτοικοι των φαβέλας.

Για να δοθεί μια πιο πλήρης εικόνα της έντονης διαστρωμάτωσης της κοινωνίας της Βραζιλίας, αναφέρουμε ότι στη βαριά βιομηχανία ένας ανειδίκευτος εργάτης κερδίζει 400 ευρώ τον μήνα, ένας ειδικευμένος 800, ενώ ένας φύλακας, μια καθαρίστρια ή ένας εμποροϋπάλληλος 160.

 

Επίσκεψη στη Φαβέλα Real Parquet

Κατεβαίνουμε από το λεωφορείο. Δεξιά μας υψώνονται πολυώροφες πολυκατοικίες όπου ζουν ευκατάστατες οικογένειες. Μερικές δεκάδες μέτρα πιο κάτω συναντάμε την είσοδο της φαβέλας. Τη δεκαετία του 1960 ήρθαν οι πρώτες οικογένειες. Τότε εδώ κυριαρχούσε δασώδης βλάστηση με πολλές μανιόκας που έδωσαν και το όνομα στην περιοχή. Την ίδια εποχή άρχισαν και τα έργα για την ευθυγράμμιση της κοίτης του Ρίο Πινέιρος που έκανε μαιάνδρους ακολουθώντας τη φυσική του διαδρομή. Από τη δεκαετία του ‘80, η λεωφόρος έδωσε αξία στην περιοχή που από τότε βρίσκεται στο στόχαστρο της πολιτείας και των κερδοσκόπων.

Δύο σχολεία βρίσκονται στην είσοδο, ένα ιδιωτικό και το δημόσιο. Μπαίνουμε στην αυλή του δεύτερου. Έχουμε φτάσει λίγο νωρίτερα και μας φαίνεται φρόνιμο πως θα πρέπει να αποφύγουμε να κάνουμε πολύ αισθητή την παρουσία μας. Πάντως, μάλλον δεν έχουμε περάσει απαρατήρητοι σε μια ομάδα νεαρών που στέκονται κάπως παράμερα στο ανηφορικό δρομάκι που χάνεται ανάμεσα στα σπίτια της φαβέλας και χαζεύουν την κίνηση.

Μια κοπέλα, κοντούλα, με γιαπωνέζικα χαρακτηριστικά και πλατύ χαμόγελο μπαίνει στην αυλή του σχολείου. Συστηνόμαστε. Είναι η Paula TaKada, μέλος μιας ομάδας κατοίκων της παραγκούπολης που αναπτύσσουν πολιτιστική και πολιτική δραστηριότητα. Προσπαθούν να υπερασπιστούν την παραγκούπολη από τις επιβουλές των κυβερνητικών σχεδίων ανοικοδόμησης και να βελτιώσουν τις συνθήκες ζωής. Ανεβαίνουμε τα στενά δρομάκια. Δεν υπάρχει καμιά σύγκριση με τις ινδικές παραγκουπόλεις. Οι δρόμοι είναι καθαροί, τα σπίτια είναι χτισμένα από τούβλα, αν και ασοβάτιστα, και έχουν παντζούρια και τζάμια στα παράθυρα. Οι μυρωδιές που έρχονται στη μύτη μας είναι από κουζίνες, από το φαγητό που μαγειρεύουν. Ρούχα κρεμασμένα στα σχοινιά για στέγνωμα. Φτάνουμε σε ένα δωμάτιο που το χρησιμοποιούν για στέκι. Στους τοίχους μία και μόνη επιγραφή: «Απαγορεύεται το κάπνισμα». Καθόμαστε στις πλαστικές καρέκλες σχηματίζοντας γύρω έναν κύκλο. Ζητάμε την άδεια να μαγνητοφωνήσουμε τη συζήτηση.

Εδώ ζουν χίλιες εκατό οικογένειες, πέντε με έξι χιλιάδες άτομα. Η Paula μας λέει ότι οι περισσότεροι κάτοικοι της φαβέλας δουλεύουν στις απέναντι περιοχές όπου διαμένουν πλούσιοι, πάρα πολύ πλούσιοι. Απασχολούνται ως χτίστες, οδηγοί, θυρωροί και κηπουροί, το 80% των γυναικών είναι καθαρίστριες. Κερδίζουν γύρω στα 400 ρεάλ το μήνα (160 ευρώ). Οι νέοι είναι η πλειοψηφία γιατί η γεννητικότητα είναι τρομερά υψηλή. Πάνω από τις μισές οικογένειες είναι μονογονεϊκές, συνήθως παρατημένες μανάδες με πολλά παιδιά από διαφορετικούς πατεράδες. Σπάνια θα δεις τη μαμά, τον μπαμπά και τα παιδιά από τον ίδιο πατέρα και μητέρα. Έχει δημοτικό σχολείο. Συχνά τα σχολεία στο Σάο Πάολο είναι γεμάτα με πολλά παιδιά σε σημείο που δεν χωράνε και μένουν απ’ έξω.

Μας δείχνει από το παράθυρο μια ομάδα πολυκατοικιών δίπλα στην παραγκούπολη. Κατασκευάστηκαν από το κράτος μέσω μιας μεγάλης κατασκευαστικής (μιας απ’ αυτές που έφτιαξαν το Μετρό) για τους κατοίκους ενός μέρους της παραγκούπολης η οποία επεκτεινόταν μέχρι εκεί. Στην παραγκούπολη –μας λέει– οι κάτοικοι δεν πληρώνουν νερό, δεν πληρώνουν το ρεύμα, δεν πληρώνουν τίποτα. Στις κατοικίες που παραχωρεί το κράτος οι κάτοικοι πρέπει να πληρώνουν 150-200 ρεάλ το μήνα για το ηλεκτρικό, το νερό, το ασανσέρ και για τη δόση για την εξόφληση του σπιτιού. Μέσα σε δύο χρόνια από τη στιγμή που θα παραδοθεί το σπίτι ο δικαιούχος μπορεί να το πουλήσει. Και ο περισσότερος κόσμος θα το πουλήσει γιατί δεν θα βγαίνει.

 

Περιοχή κοινωνικού ενδιαφέροντος

Η φαβέλα αυτή θεωρείται περιοχή κοινωνικού ενδιαφέροντος. Σύμφωνα με τον πολεοδομικό κανονισμό, κάθε κατειλημμένη περιοχή μέσα στον αστικό χώρο που κατοικείται πάνω από πέντε χρόνια θεωρείται περιοχή κοινωνικού ενδιαφέροντος. Οι κάτοικοι δεν μπορούν να εκδιωχθούν χωρίς τη συναίνεσή τους. Συγκροτείται ένα συμβούλιο με τη συμμετοχή των κατοίκων το οποίο αποφασίζει για τη λύση που θα δοθεί. Αυτά στη θεωρία, γιατί στην πράξη προσπαθούν να κοροϊδέψουν τους ανθρώπους, να τους πάρουν τα σπίτια και να τους διώξουν.

Το πιο σοβαρό πρόβλημα είναι ότι αυτά τα χρόνια έχει φουντώσει το εμπόριο των ναρκωτικών.

Επειδή αυτή η φαβέλα είναι μέσα στις γειτονιές των πλουσίων, την λένε το «ντράιβ ιν για την πρέζα». Είναι όπως το ΜακΝτόναλντς. Μπαίνεις με το αυτοκίνητο ή τη μηχανή, παίρνεις τα ναρκωτικά και φεύγεις. Όλα τα πλουσιόπαιδα από γύρω έρχονται το βράδυ της Παρασκευής, ψωνίζουν και φεύγουν. Τα κέντρα διακίνησης των ναρκωτικών τα ελέγχει η αστυνομία, αυτό το λένε όλοι. Ρωτάμε την Paula για την ομάδα, τα σχέδια, τους στόχους και τις πολιτικές τους προοπτικές. Μας απαντάει αρχικά με μια κάποια αμηχανία και μια άξια προσοχής μετριοφροσύνη. «Ξέρετε… είναι πάρα πολλοί οι στόχοι… πολλά πράγματα τα έχουμε λίγο μπερδεμένα στο μυαλό μας… Κατ’ αρχήν θέλουμε να κάνουμε κάτι για τη γειτονιά, έχουμε όμως να δώσουμε μια μάχη με την κυβέρνηση και με τα σχέδια που έχει για την ανοικοδόμηση… Από εκεί και πέρα είναι πολλά, η συνειδητοποίηση του κόσμου, ένα είδος ιδεολογικής δουλειάς, για να δούμε τι μπορούμε να περισώσουμε».

 

Αφεντικά οι συμμορίες

Και πώς τους αντιμετωπίζουν οι συμμορίες που ελέγχουν την παραγκούπολη;

Επειδή τα παιδιά που είναι στα ναρκωτικά μεγαλώσανε μαζί με τα παιδιά της ομάδας, είναι φίλοι, είναι από τις ίδιες οικογένειες, υπάρχει ένα μορατόριουμ. Δεν σε ενοχλούν, ούτε τους ενοχλείς. Σ’ αυτούς από τις συμμορίες αρέσει να αισθάνονται ηγέτες, αφεντικά. Αν τους πεις ότι θέλω να κάνω αυτό και σου ζητάω την άδεια, μπορούν να σου κάνουν οτιδήποτε θελήσεις. Αρκεί να τους δώσεις αυτήν την ικανοποίηση, ότι τους ζητάς την άδεια.

 

Συντονισμός με τα άλλα κινήματα

Τι γίνεται όμως στις άλλες φαβέλες; Υπάρχουν ανάλογες προσπάθειες; Κάποιος συντονισμός μεταξύ τους;

Στις περισσότερες φαβέλες δραστηριοποιούνται Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις που απλά δίνουν ελεημοσύνη χωρίς να κάνουν πολιτική, χωρίς να προσπαθούν να ανεβάσουν την πολιτική συνείδηση και να αναπτύξουν την κριτική σκέψη των ανθρώπων. «Υπάρχουν ακόμα ομάδες που κάνουν μια πολιτιστική δουλειά περίπου σαν τη δική μας».

Η ομάδα της Paula έχει σχέση με τα UNMM (Εθνική Ένωση των Κινημάτων για την Κατοικία), τη νεολαία του MST (Κίνημα των χωρίς γη), επαφές με ομάδες που σχετίζονται με το MTST (Κίνημα των εργατών χωρίς γη), το κίνημα των αστέγων που οργανώνει μαζικές καταλήψεις καθώς και με άλλα κοινωνικά κινήματα και οργανώσεις.

Ανεβαίνουμε στο σπίτι της Paula που έχει καλή θέα, για να βγάλουμε φωτογραφίες. Βλέπουμε πως έχει μια καλά ενημερωμένη βιβλιοθήκη. Πάνω στο γραφείο είναι ανοιγμένο το βιβλίο του Mikes Davis, Ο πλανήτης φαβέλα.

Κοιτάζω το πανόραμα της παραγκούπολης από το παράθυρο. Σκέπτομαι το κοινωνικό τοπίο της Βραζιλίας. Εικόνες από το μέλλον μας; Μια πολιτική εξατομικευμένων επιδομάτων στη θέση του ιδανικού της πλήρους απασχόλησης, του κράτους πρόνοιας και των θεσμών του όπως τα γνωρίσαμε στη γηραιά ήπειρο το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα. Τότε, ο μεγάλος κορμός του πληθυσμού συμμετείχε στην παραγωγή και αποτελούσε το έθνος ή τον λαό ο οποίος είχε κατοχυρωμένα μια σειρά δικαιώματα που τα ικανοποιούσαν αξιόπιστοι θεσμοί που έμεναν εκτός αγοράς. Η δημόσια Παιδεία, τα εθνικά συστήματα Υγείας κ.λπ. ήταν θεσμοί που απευθύνονταν στο σύνολο των πολιτών. Έρχονταν να ικανοποιήσουν, μ’ έναν ενιαίο τρόπο και με μία ποιότητα που εθεωρείτο επαρκής για τις προδιαγραφές και τις απαιτήσεις του μέσου πολίτη, κοινωνικά δικαιώματα που ήταν αναγνωρισμένα σε όλους…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!