Αρχική πολιτική Ξαναδιαβάζοντας πτυχές του Μανιφέστου του Κομμουνιστικού Κόμματος του Μαρξ

Ξαναδιαβάζοντας πτυχές του Μανιφέστου του Κομμουνιστικού Κόμματος του Μαρξ

Στο πλαίσιο της σειράς εκδηλώσεων «Νέες επισκέψεις σε παλιά κείμενα – Θεωρία, Ιστορία, Τέχνη»

Από την Τρίτη 11 Φεβρουαρίου και κάθε Τρίτη, ο Δρόμος οργανώνει σειρά εκδηλώσεων με γενικό τίτλο: «Νέες επισκέψεις σε παλιά κείμενα – Θεωρία, Ιστορία, Τέχνη». Κείμενα που σφράγισαν την πολιτική θεωρία, την ιστορική σκέψη, αλλά και τις τέχνες του 19ου και του 20ού αιώνα, κείμενα που σημάδεψαν και καθόρισαν τις μορφές τις νεωτερικότητας, αποτελούν τα αντικείμενα νέων επισκέψεων. Για να προσδιορίσουμε εξαρχής τις πολύπλοκες (και συχνά δαιδαλώδεις) διαδρομές με τις οποίες άσκησαν την θεμελιακή επίδρασή τους, για να εξετάσουμε τα όρια και την σημασία ενός νέου διαλόγου μαζί τους. Για να διερευνήσουμε τα δικά τους όρια και τις αντοχές της δικής μας πρόσληψης.
Την Tρίτη 11 Φεβρουαρίου, λοιπόν, στις 20:00, στον Χώρο Ιδεών, Συναντήσεων και Πολιτισμού Δρόμος, ο Παναγιώτης Νούτσος μιλάει με θέμα: «Ξαναδιαβάζοντας πτυχές του Μανιφέστου του Κομμουνιστικού Κόμματος του Μαρξ».

Για το Μανιφέστο
Το συνέδριο που επισημοποίησε την ίδρυση της Κομμουνιστικής Λίγκας έγινε στο Λονδίνο, (2-9 Ιουνίου 1847). Ο Μαρξ δεν παρευρέθη, αλλά έστειλε ως αντιπρόσωπο της ομάδας των Βρυξελλών τον Βίλχελμ Βολφ (στον οποίο αργότερα αφιέρωσε τον πρώτο τόμο του Κεφαλαίου). Στο συνέδριο αυτό, το παλιό μόττο της «Ένωσης των Δικαίων» «Όλοι οι άνθρωποι είναι αδέλφια» αντικαταστάθηκε από τη φράση του Μαρξ «Προλετάριοι όλων των χωρών, ενωθείτε!».
Στο 2ο συνέδριο (29 Νοεμβρίου – 10 Δεκεμβρίου 1847, αυτήν την φορά με την παρουσία του Μαρξ), οι αντιπρόσωποι συζήτησαν το πρόβλημα μιας γενικής διακήρυξης αρχών. Έναν χρόνο πριν, οι Σάππερ, Μπάουερ και Μολλ είχαν επιχειρήσει μια «ομολογία πίστεως» για την Λίγκα των Δικαίων, ενώ ο Σάππερ και ο Βολφ είχαν δοκιμάσει να συντάξουν ένα αντίστοιχο κείμενο το καλοκαίρι του 47 μετά το πρώτο συνέδριο. Τον Νοέμβριο, ο Ένγκελς ξεκίνησε ένα κείμενο «κατήχησης» με τίτλο «Αρχές του Κομμουνισμού», αλλά το εγκατέλειψε, σχολιάζοντας στον Μαρξ: «Ξανασκέψου λίγο την Ομολογία Πίστεως. Νομίζω πως θα ήταν καλύτερο να παρατήσουμε την φόρμα της κατήχησης και να ονομάσουμε το κείμενο Κομμουνιστικό Μανιφέστο.» Μετά από πολυήμερες συζητήσεις, το συνέδριο αποδέχτηκε την πρόταση του Ένγκελς και παρήγγειλε στον Μαρξ (και όχι στους Μαρξ και Ένγκελς) ένα πρώτο σχέδιο μανιφέστου. Ο Μαρξ επέστρεψε στις Βρυξέλλες για να γράψει.
Ο Μαρξ καθυστερούσε το κείμενο, αλλά τα γεγονότα πίεζαν επιτακτικά. Στην Ελβετία, οι φιλελεύθεροι με την βοήθεια της Αγγλίας είχαν νικήσει τον συνασπισμό που υποστήριζε η Ιερά Συμμαχία· στις 3 Ιανουαρίου 1848, η σφαγή Ιταλών από τον αυστριακό στρατό στο Μιλάνο είχε δώσει το έναυσμα μιας εξέγερσης που σύντομα ακολουθήθηκε από εξεγέρσεις στην Σικελία και την Νάπολη. Η ηγεσία της Λίγκας ένιωθε την επικείμενη έκρηξη αντίστοιχων φαινομένων στην βόρεια Ευρώπη και ανυπομονούσε, ενώ ο Μαρξ δεν εννοούσε να ολοκληρώσει το κείμενο.
Η συνηθισμένη δυσκολία του Μαρξ στην ολοκλήρωση των κειμένων του ήταν ιδιαίτερα έντονη στην περίπτωση του Μανιφέστου, το οποίο συντάχθηκε με μια φροντίδα γλωσσική και υφολογική που αγγίζει τα όρια της ποιητικής σύνθεσης. Στις 24 Ιανουαρίου, η Κεντρική Επιτροπή έστειλε μία επιστολή αναθέτοντας «στην τοπική ηγεσία των Βρυξελλών να επικοινωνήσει με τον Πολίτη Μαρξ και να του πει ότι, εάν το Μανιφέστο, το οποίο ανέλαβε να συντάξει κατά το πρόσφατο συνέδριο, δεν φτάσει στο Λονδίνο έως την 1η Φεβρουαρίου, θα πρέπει να ληφθούν περαιτέρω μέτρα εις βάρος του. Στην περίπτωση κατά την οποία ο Πολίτης Μαρξ δεν ολοκληρώσει το καθήκον του, η Κ.Ε. απαιτεί την άμεση επιστροφή των ντοκουμέντων, τα οποία ετέθησαν στην διάθεση του Πολίτη Μαρξ».
Η βραχύτητα των δύο τελευταίων κεφαλαίων του Μανιφέστου δείχνει πως ο Μαρξ όντως πιέστηκε να συμμορφωθεί με το τελεσίγραφο της Κ.Ε. Η πρώτη έκδοση ολοκληρώθηκε στο τυπογραφείο στο διάστημα 14-28 Φεβρουαρίου. Στις 24 Φεβρουαρίου, το Παρίσι είχε ήδη ξεσηκωθεί και η μοναρχία του αστού βασιλιά Λουδοβίκου Φιλίππου είχε ανατραπεί. Στην Γερμανία, μόλις έφτασαν τα νέα της Γαλλίας, ξέσπασαν διαδηλώσεις και, στις αρχές Μαρτίου, το Αννόβερο, η Σαξωνία και το Χέσσε-Κάσσελ είχαν ήδη φιλελεύθερα συντάγματα. Στα μέσα Μαρτίου, οι διαδηλώσεις στην Βιέννη έφεραν την πτώση του Μέττερνιχ, ενώ εξεγέρσεις συντάρασσαν την Ουγγαρία, την Βοημία, την Κροατία, την Βενετία και την Λομβαρδία. Στην Πρωσσία, οι διαδηλώσεις στην Κολωνία και το Κένιγκσμπεργκ κατέληξαν στην εξέγερση του Βερολίνου και την επέμβαση του στρατού στις 13 Μαρτίου, στην αναζωπύρωση της σύγκρουσης στις 16 και στην αποδοχή (έστω προσχηματική) των λαϊκών αιτημάτων από τον Φρειδερίκο Γουλιέλμο τον 4ο στις 18 του μήνα, ενώ η αμείωτη ένταση της εξέγερσης και τα οδοφράγματα οδήγησαν τελικά την κυβέρνηση στην παραδοχή της αναπόφευκτης προοπτικής της συνταγματικότητας και της δημιουργίας μιας ενωμένης Γερμανίας. Εν τω μεταξύ, το Παρίσι ζούσε τα αδιέξοδα της πολιτικής της αστικής κυβέρνησης που είχε προκύψει από την επανάσταση του Φεβρουαρίου και προχωρούσε αναπόδραστα προς την εξέγερση του Ιουνίου (και την σφαγή που ακολούθησε). Το Μανιφέστο, που δεν είχε διαβάσει σχεδόν κανείς από τους χιλιάδες εξεγερμένους της Ευρώπης, θα γινόταν το θεμελιακό και εισαγωγικό κείμενο μιας νέας εποχής της ιστορίας του ανθρώπινου πολιτισμού.

Ποιος είναι ο Παναγιώτης Νούτσος
Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και στο Freie Universität του Βερολίνου. Είναι καθηγητής Κοινωνικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, όπου διδάσκει από το 1980. Έχει επίσης διδάξει στα Πανεπιστήμια της Σορβόννης και της Ναντέρ στο Παρίσι, και έχει εργαστεί ερευνητικά στα Πανεπιστήμια RMIT της Μελβούρνης, Ρomona College του Λος Άντζελες, στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και στο Πρίστον.
Το πρώτο του βιβλίο ήταν η σχολιασμένη έκδοση της Νέας Ατλαντίδας του Φράνσις Μπαίηκον (1979) και ακολούθησε το βιβλίο του με τίτλο Ουτοπία και ιστορία, με θέμα τις φιλοσοφικές και πολιτικές «ουτοπίες» που διατυπώθηκαν στην ευρωπαϊκή σκέψη από την Αναγέννηση και μετά. Τα ενδιαφέροντά του επικεντρώθηκαν στην συνέχεια πρωτίστως σε θέματα σοσιαλιστικής σκέψης και μαρξισμού: τόσο στην εισαγωγή της σοσιαλιστικής σκέψης στην Ελλάδα (προϊόν αυτής της εργασίας ήταν άλλωστε, μεταξύ άλλων, και το πολύτομο έργο Η σοσιαλιστική σκέψη στην Ελλάδα από το 1875 ως το 1974), όσο και στην κατασκευή και διαμόρφωση της μαρξιστικής θεωρίας στην Ευρώπη (Le marxisme européen – Une théorie en construction, 1989). Αλλά η μελέτη της ποίησης και της λογοτεχνία της νεώτερης Ελλάδας αποτελούν επίσης μια σημαντική πλευρά της ερευνητικής του ενασχόλησης. Προϊόν αυτής της μελέτης είναι και βιβλία όπως Κοινωνία, πολιτική στράτευση και ποίηση – για τον Τίτο Πατρίκιο (2006), Τάσος Λειβαδίτης – Ο κόσμος της ποίησής του (2008), Δημήτρης Χατζής – Το Διπλό Βιβλίο (2009) ή το πρόσφατο Η ‘γενιά των ιδεών’ και ο Γ. Θεοτοκάς (2013).

Στην ίδια σειρά εκδηλώσεων την Τρίτη 18 Φεβρουαρίου ο Σπύρος Μαρκέτος (Επίκουρος καθηγητής πολιτικών επιστημών, ΑΠΘ) μιλά με θέμα: “Όπερα της αριστεράς, όπερα για τον λαό: ξαναδιαβάζοντας και ξαναβλέποντας τον Μαγικό Αυλό του Μότσαρτ”

Σχόλια

Exit mobile version