Αρχική πολιτική Θοδωρής Δρίτσας: Οι μίζες απογείωσαν χρέη και ελλείμματα

Θοδωρής Δρίτσας: Οι μίζες απογείωσαν χρέη και ελλείμματα

Συνέντευξη του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Θοδωρή Δρίτσα στον Μιχάλη Σιάχο

Μετά τις αποκαλύψεις του πρώην αναπληρωτή γραμματέα Εξοπλιστικών Προγραμμάτων, Αντώνη Κάντα, οι οποίες σόκαραν τον ελληνικό λαό για τον κυνισμό, την ιδιοτέλεια και το… ποιόν των προσώπων που κράτησαν και κρατούν τις τύχες της χώρας στα χέρια τους, συνελήφθη ο αντιπρόσωπος γερμανικής εταιρίας οπλικών συστημάτων Δημήτρης Παπαχρήστος, που τον είχε δωροδοκήσει με 750.000 ευρώ. Επίσης, ο 83χρονος Παναγιώτης Ευσταθίου απολογήθηκε χθες το πρωί στον ανακριτή και παραδέχθηκε ότι έδωσε, ως εκπρόσωπος της γερμανικής STN Atlas, περίπου 3 εκατ. ευρώ σε παράνομες αμοιβές για εξοπλιστικά προγράμματα, εμπλέκοντας και καινούργια πρόσωπα στο «μεγάλο πάρτι».
Ο υπεύθυνος του Τομέα Άμυνας της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ και βουλευτής Α’ Πειραιά και Νησιών, Θοδωρής Δρίτσας, μίλησε στο Δρόμο για τις πολιτικές, αλλά και οικονομικές παραμέτρους αυτού του ζητήματος, το οποίο αποτελεί προς το παρόν, πιθανότατα, μόνο την κορυφή του παγόβουνου…

Οι αποκαλύψεις Κάντα είναι μια άμεση απάντηση στην παράσταση Βενιζέλου στη Βουλή κατά τη συζήτηση της πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ για τη σύσταση εξεταστικής επιτροπής για τα υποβρύχια. Πριν ακόμα… ξεχαστεί το θέμα, άρχισε να ξετυλίγεται ένα νέο κουβάρι.
Με την άρνηση της κυβέρνησης αλλά και της ΔΗΜΑΡ καταψηφίστηκε η πρότασή μας για σύσταση εξεταστικής επιτροπής για τα ναυπηγεία. Είπαμε τότε ότι απερρίφθη μεν η πρόταση, αλλά αναδείχθηκε η υπόθεση. Και έρχονται στη συνέχεια οι ομολογίες Κάντα να δώσουν ακόμα μεγαλύτερη διάσταση στην ανάγκη διερεύνησης, όχι μόνο δικαστικής, αλλά και πολιτικής και οικονομικής, όσον αφορά τα ζητήματα της άμυνας. Ο Κάντας, βέβαια, ομολογεί γεγονότα και θλιβερές καταστάσεις που αφορούν την περίοδο της δικής του θητείας, ως αναπληρωτή γραμματέα Εξοπλιστικών Προγραμμάτων, από το 1997 έως το 2002, αλλά και κάποιες συναλλαγές που συνεχίζονται μέχρι το 2005, για τις οποίες κανείς δεν έχει απαντήσει μέχρι τώρα. Και, κυρίως, αν τα φυσικά πρόσωπα, οι εκπρόσωποι δηλαδή των εταιριών και οι εταιρίες, με τις οποίες όπως ομολογεί ο Κάντας είχε παράνομες συναλλαγές, εξακολουθούν να συναλλάσσονται με το υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Αν εξακολουθούν να μπαινοβγαίνουν στα υπουργεία τα πρόσωπα αυτά ή οι εκπρόσωποι των εταιριών αυτών. Επίσης, κανείς δεν έχει ακούσει ακόμα το απολύτως αναγκαίο: ποια είναι η εξέλιξη αυτών των εξοπλιστικών προγραμμάτων για τα οποία δόθηκαν μίζες; Λειτουργούν, δεν λειτουργούν, εξελίσσονται, εντάσσονται στις διαδικασίες με τις οποίες συνήθως εφαρμόζονται; Για να γίνει κατανοητό, ένα εξοπλιστικό πρόγραμμα έχει μια «διάρκεια ζωής». Πρέπει, δηλαδή, να εξεταστούν όλα. Από την αρχική σύμβαση, ώς το κόστος της αναβάθμισης, των ανταλλακτικών, της συντήρησης αλλά και των πυρομαχικών που είναι αναγκαία για να λειτουργήσουν τα εξοπλιστικά προγράμματα. Και πρέπει να διερευνηθεί αν έχουμε κομμάτια των προγραμμάτων αυτών που εξελίσσονται ακόμα και σήμερα. Με ποιους όρους και με ποιους τρόπους; Υπάρχει και πληθώρα άλλων ερωτημάτων, τα οποία δεν μπορούν να τεθούν μόνο δημοσιογραφικά ή σε ένα επίπεδο ανταλλαγής ανακοινώσεων. Πρέπει να τεθούν σε αρμόδιες επιτροπές της Βουλής, να ελεγχθούν συστηματικά με την παρουσία και της πολιτικής ηγεσίας των άλλων πολιτικών δυνάμεων.

Πλέον είναι φανερό ότι πρόκειται για ένα διαχρονικό σκάνδαλο που αφορά το στενό πυρήνα του πρώην δικομματισμού και για το οποίο επικρατεί -όσο είναι δυνατόν- ο νόμος της σιωπής…
Βέβαια… Και να θυμίσω ότι αυτό δεν αποκαλύπτεται σήμερα. Από την πλευρά της Αριστεράς, όλων των τμημάτων της Αριστεράς, κατά καιρούς ετίθετο το θέμα. Κατά πόσο, δηλαδή, οι εξοπλισμοί οργανώνονται και αναπτύσσονται με βάση τις πραγματικές ανάγκες της άμυνας της χώρας ή με βάση άλλα κριτήρια. Για παράδειγμα, επί χρόνια γίνεται λόγος για τη διπλωματία των εξοπλισμών, η οποία αφορά τις πιέσεις ισχυρών χωρών, όπως η Γερμανία, οι ΗΠΑ, η Γαλλία, για σύναψη συμβάσεων με το ελληνικό κράτος για εξοπλιστικά προγράμματα και για προώθηση των δικών τους οπλικών συστημάτων, ως αντάλλαγμα σε διάφορες ρυθμίσεις στο διεθνές διπλωματικό πεδίο για θέματα που αφορούσαν τη χώρα μας. Αυτό είναι μια παραδοσιακή, πολύ σκληρή πραγματικότητα, την οποία οι κυβερνήσεις ποτέ δεν αμφισβήτησαν με ένα σταθερό τρόπο. Αντίθετα, όπως αποδεικνύεται, τη συνέδεσαν με ωφελιμιστικές επιλογές φυσικών προσώπων, κομμάτων κ.λπ. Και όταν μιλάμε για ωφελιμιστικές επιλογές, μιλάμε για τις μίζες. Αυτό το αδιαφανές πεδίο φαίνεται να έχει εξαντλήσει τα όριά του, αλλά το βασικό ερώτημα είναι αν πράγματι τα έχει εξαντλήσει και σε ποιο βαθμό. Πόσο μπορούμε να είμαστε εντελώς βέβαιοι, για το παρόν και για το μέλλον;
Επίσης, να τονίσω ότι μεταξύ των άλλων συνταρακτικών στοιχείων από τις ομολογίες Κάντα, προκύπτει και το εξής εξωφρενικό: Την περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τη Ν.Δ., σε επιτροπή της Βουλής, υπήρξε σκληρή διαφωνία μεταξύ Μητσοτάκη και Έβερτ για το αν πρέπει να προμηθευθεί η Ελληνική Αεροπορία αεροπλάνα F16 ή F15. Αυτό αξίζει να διερευνηθεί, γιατί είναι αδιανόητο πολιτικά πρόσωπα να υπερασπίζονται επιλογές στις οποίες χρειάζονται μόνο επιχειρησιακά κριτήρια και δεδομένα, προκειμένου να καταλήξει κανείς σε αποτέλεσμα. Όταν φθάνουν πολιτικοί ηγέτες ανοικτά να υπερασπίζονται το F15 ή το F16, που τα παρήγαγαν διαφορετικές εταιρίες και συγκροτούνταν διαφορετικά συμφέροντα, τα συμπεράσματα είναι εύλογα… Αντιλαμβάνεται κανείς, λοιπόν, για ποιους λόγους οι άνθρωποι που κυβερνούν την Ελλάδα διαφωνούν και μάλιστα προσπαθούν να επιβάλουν τη γνώμη τους επικαλούμενοι το «επιχειρησιακό κριτήριο» για το οποίο, όμως, ήταν απολύτως αναρμόδιοι! Και μόνο αυτό είναι πολύ διδακτικό και συνταρακτικό…

Οι τελευταίες αποκαλύψεις είναι και μια απάντηση στην προπαγάνδα που έχει στηθεί και η οποία καταγγέλλει ως λαϊκισμό όποια φωνή κάνει λόγο για την ανάγκη ελέγχου συμβάσεων, μαύρου χρήματος κ.λπ.;
Να σημειώσω ότι εκτός από την περίπτωση του Αντώνη Κάντα, που είναι επιτυχία της Δικαιοσύνης, η οποία άνοιξε ένα λογαριασμό με χρήματα που δεν μπορούσαν να δικαιολογηθούν, μέχρι τώρα δεν υπάρχει καμία αποκάλυψη σκανδάλου η οποία να έχει γίνει με πρωτοβουλία του ελληνικού κράτους ή, πολύ περισσότερο, των πολιτικών ηγεσιών. Όλα έχουν προκύψει από έρευνες που έγιναν είτε στη Γερμανία, είτε στις ΗΠΑ και από αποκαλύψεις που προέρχονται από τους ανταγωνισμούς και τις συγκρούσεις συμφερόντων διάφορων μεγάλων συγκροτημάτων εμπορίας όπλων ή και κρατών και από διερευνήσεις άλλων Αρχών, άλλων κρατών. Αυτό πρέπει να μας προβληματίσει. Και η υπόθεση Κάντα είναι μια μεγάλη ευκαιρία για να ενισχυθεί η έρευνα με ό,τι στοιχεία και όσες δυνατότητες μπορούν να προσφέρουν σήμερα οι υπηρεσίες, ώστε να φτάσει ακόμα πιο βαθιά η έρευνα και να διευκολυνθεί η Δικαιοσύνη.

Με βάση και τα τελευταία δεδομένα, αλλά και την απαίτηση της κοινωνίας για έλεγχο και τιμωρία όσων εμπλέκονται σε αμαρτωλές συμβάσεις, ο ΣΥΡΙΖΑ ως -πιθανόν- επόμενη κυβέρνηση θα ανοίξει όλα αυτά τα ζητήματα, θα τα φέρει όλα στο φως;
Πρώτα απ’ όλα πρέπει να τεκμηριωθεί με αδιάσειστα στοιχεία ότι όλα αυτά που βιώνει ο ελληνικός λαός την περίοδο των μνημονιακών πολιτικών, εξαιτίας χρεών και ελλειμμάτων, έχουν παραχθεί κυρίως από τέτοιου είδους αμαρτωλές συμβάσεις. Και βέβαια, δεν είναι μόνο τα εξοπλιστικά προγράμματα. Η έρευνα πρέπει να επεκταθεί και στις προμήθειες όλων των υπουργείων. Γιατί τα ελλείμματα και τα χρέη, στο όνομα των οποίων εφαρμόζονται οι πολιτικές, έχουν κυρίως τέτοιες αιτίες και όχι εκείνες για τις οποίες θέλησαν να κατηγορήσουν τον ελληνικό λαό.
Ως εκ τούτου, είναι απολύτως αναγκαίο να τεκμηριωθεί αυτό, με τα στοιχεία που φαίνεται ότι είναι πάρα πολλά, και να χαραχθούν ριζικά διαφορετικές πολιτικές. Στο πλαίσιο αυτό, προφανώς πρέπει να αναζητηθούν και οι ευθύνες. Δεν αρκεί όμως αυτό. Χρειάζεται επιβολή της Δικαιοσύνης, με την ευρεία έννοια. Να περιλάβει ενεργές ασφαλιστικές δικλίδες, πολύ ισχυρές, για να μην υπάρχει στο μέλλον αναπαραγωγή ίδιων φαινομένων. Γιατί, ας μη γελιόμαστε, ειδικά στο χώρο των εξοπλιστικών προγραμμάτων, οι ανταγωνισμοί είναι τεράστιοι, τα συμφέροντα απίστευτα και η παραγωγική βάση πλέον μηδέν. Ως εκ τούτου, είναι ένα πολύ ευαίσθητο ζήτημα, γιατί συνδέεται με την άμυνα και με την εξασφάλιση των βασικών προϋποθέσεων εθνικής κυριαρχίας. Είναι σοβαρότατα ζητήματα, για τα οποία χρειάζονται και νέοι θεσμοί και νέες πρωτοβουλίες. Προς αυτήν την κατεύθυνση σκοπεύουμε να κινηθούμε πολύ γρήγορα και να πάρουμε όλες τις απαραίτητες πρωτοβουλίες.

Σχόλια

Exit mobile version