Αρχική πολιτική Η οικονομική κρίση στο… πιάτο μας

Η οικονομική κρίση στο… πιάτο μας

Αποκαλυπτική διαδικτυακή έρευνα της Επιστημονικής Ομάδας Διατροφή. Του Κώστα Στοφόρου.

Ο ήχος της άδειας κατσαρόλας, αρχίζει σταδιακά να σκεπάζει τις μεγαλοστομίες και τα ωραία λόγια των κυβερνώντων. Η κρίση έχει, ήδη, μπει και στην κουζίνα του σπιτιού, όπως αποκαλύπτει μεγάλη διαδικτυακή έρευνα. Αν, μάλιστα, αναλογιστούμε ότι όσα θα διαβάσετε πιο κάτω αφορούν ανθρώπους που έχουν πρόσβαση στο Διαδίκτυο, τότε μπορείτε εύκολα να φανταστείτε πόσο χειρότερα είναι τα πράγματα για μια ακόμη μεγαλύτερη μερίδα της ελληνικής κοινωνίας που δεν γνωρίζει καν τη χρήση του ηλεκτρονικού υπολογιστή…

Ο πρόεδρος της Ένωσης Διαιτολόγων Διατροφολόγων Ελλάδας, Μανώλης Μανωλαράκης σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας, μιλά για τη δυσάρεστη έκπληξη που επεφύλασσαν ακόμη και στους ίδιους τους συντάκτες της:

«…Αυτό που δεν περιμέναμε και μας εξέπληξε δυσάρεστα ήταν το γεγονός ότι 4 στους 10 δηλώνουν ότι δεν έχουν άλλα περιθώρια οικονομίας στα τρόφιμα και ότι δύσκολα ή οριακά πια μπορούν να διαθέσουν χρήματα για την αγορά τροφίμων. Μας σοκάρισε και μας προκάλεσε θλίψη η κυνική δήλωση από το 33% των ερωτηθέντων ότι για να αντεπεξέλθει οικονομικά θα έκανε έκπτωση και στην ποιότητα των τροφίμων που καταναλώνει. Αλλά αυτό που μας ταρακούνησε συθέμελα είναι ότι το 25% των γονέων θα μείωνε το επίπεδο της ποιότητας των τροφίμων που αφορούν τα παιδιά τους για να αντεπεξέλθει οικονομικά. Είναι ολοφάνερο πια ότι η κοινωνία μας βρίσκεται στα πρόθυρα μιας βαθιάς διατροφικής κρίσης, με ανυπολόγιστες εκτάσεις και συνέπειες».
«Μπροστά σε αυτήν την κατάσταση», συνεχίζει ο κ. Μανωλαράκης, «κανείς δεν μπορεί να παραμένει σιωπηλός, κανείς δεν πρέπει να παραμένει αδιάφορος. Είναι, ίσως, παράδοξο να βλέπει κανείς κάποιο διαιτολόγο, τον επιστήμονα που, στην συνείδηση των πιο πολλών, σκοπό του έχει να περιορίσει το φαγητό, να μιλά για περισσότερη τροφή και ευρύτερη πρόσβαση σε τρόφιμα. Ζούμε, όμως, σε μια εποχή που δεν μπορείς να μιλάς για το μέγεθος που πρέπει να έχει το παντεσπάνι, όταν δεν υπάρχει ψωμί στο τραπέζι…».
Τα πρώτα αποτελέσματα κατέδειξαν τρεις βασικές τάσεις. Η πρώτη αφορά την τροποποίηση του τρόπου ζωής και των καθημερινών επιλογών στην προσπάθεια για περιστολή δαπανών.
Η δεύτερη αφορά τη ριζική τροποποίηση της καταναλωτικής συμπεριφοράς κάτω από το πρίσμα των οικονομικών συνθηκών.
Η τρίτη σχετίζεται με την αδυναμία μεγάλου ποσοστού των ερωτηθέντων να προχωρήσει σε παραπέρα περικοπές στον τομέα της διατροφής. Οι πολίτες δηλώνουν έτοιμοι να κάνουν σημαντικές διατροφικές «εκπτώσεις» για να αντεπεξέλθουν στις δύσκολες οικονομικές συνθήκες.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις το 12% δηλώνει πως δεν έχει επηρεαστεί από την οικονομική κρίση! Το 39% δηλώνει ότι το εισόδημα του έχει επηρεαστεί και το 33% δηλώνει ότι έχει επηρεαστεί και μελλοντικά περιμένει μεγαλύτερη επίδραση, ενώ ένα ποσοστό 16% δηλώνει ότι αν και δεν έχει επηρεαστεί, περιμένει μελλοντική επίδραση στο εισόδημα του.

Αποκαλυπτικά στοιχεία
Το 63% δηλώνει ότι περιορίζει σημαντικά τις εξόδους για φαγητό σε ταβέρνα – εστιατόρια, το 54% μειώνει την έξοδο για ποτό και το 34% την έξοδο για καφέ!
Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν από την οικονομική κρίση το 20% δεν έβγαινε πότε για φαγητό έξω ενώ τώρα το ποσοστό έχει υπερδιπλασιαστεί και φτάνει στο 46%!
Ακόμη έχουμε: Υπερδιπλασιασμό του ποσοστού των ατόμων που δηλώνουν ότι μετά την οικονομική κρίση δεν παραγγέλνουν φαγητό από έξω (29% πριν, 54% μετά).
Από όσους παραγγέλνουν, πριν την κρίση το 22% αδιαφορούσε για το κόστος, ενώ σήμερα παρόμοια συμπεριφορά δείχνει μόνο το 7%.
Και στο γραφείο το πακέτο από το σπίτι έχει την τιμητική του.
Μετά την οικονομική κρίση η προμήθεια τροφής στην εργασία από έξω έχει πέσει στο μισό, φτάνοντας πλέον στο 16%.

 

Αλλαγή καταναλωτικής συμπεριφοράς

Αν και, λίγο-πολύ, όλοι χρησιμοποιούσαν μια κάποια λίστα για να κάνουν τις αγορές τους από τα καταστήματα τροφίμων πριν από την οικονομική κρίση (το 71%), υπάρχει μια παραπέρα αύξηση και λίστα χρησιμοποιεί πια το 86%.
Ακόμη: Πριν από την κρίση το 79% πραγματοποιούσε επιπλέον αγορές από τις προγραμματισμένες, μετά την κρίση παρόμοια συμπεριφορά παρουσιάζει μόνο το 29%!
Επιπλέον, η τάση της αγοράς προϊόντων με ένδειξη χαμηλότερης τιμής ή με την επιδότηση εκπτωτικού κουπονιού είναι αυξημένη (62% έναντι 51%).
Σημαντική αύξηση παρουσιάζουν οι προσφορές της ημέρας (41% έναντι 29%) και οι προσφορές των διαφημιστικών φυλλαδίων (37% έναντι 26%). Σχεδόν ένας στους δύο (49%) έναντι 32% επιλέγει προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας (προϊόντα με ονομασία του super market). Η αύξηση είναι σημαντική.
Επίσης, γίνονται περικοπές σε περιττά είδη ή σε είδη που δεν είναι πρώτης ανάγκης.
Έτσι, τα τυριά και τα αλλαντικά περιορίζονται κατά 45-46% αντίστοιχα. Ανάλογη μείωση, κατά 42%, παρουσιάζουν τα γλυκά και τα παγωτά. Από ό,τι φαίνεται οι γευστικές απολαύσεις είναι το πρώτο θύμα της οικονομικής κρίσης. Δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη, επίσης, η σημαντική μείωση της προμήθειας βιολογικών προϊόντων κατά 38%. Έτσι, λοιπόν, δίπλα στις γευστικές απολαύσεις το δρόμο της μείωσης ακολουθούν και οι υγιεινές επιλογές. Μικρότερη αλλά παρόμοια μείωση με τα βιολογικά προϊόντα (35%) εμφανίζουν και τα συμπληρώματα διατροφής. Δύσκολα, όμως, μπορεί κάποιος να πει αν είναι λόγω τιμής ή γιατί θεωρούνται είδος πολυτελείας.
Τα ειδικά προϊόντα δίαιτας (μπισκότα – ψωμί κ.λπ.) γνωρίζουν και αυτά μείωση 25-19 % αντίστοιχα. Όπως και τα υπόλοιπα ειδικά προϊόντα δίαιτας (23%). Είναι προφανές ότι οι Έλληνες, πλέον, λόγω οικονομικής δυσκολίας κάνουν από μόνοι τους δίαιτα, χωρίς τη χρήση ειδικών προϊόντων.
Συνολικά, η εικόνα δείχνει μια τάση περιορισμού καθετί περιττού (delicatessen) και καθετί που μπορεί να έχει κάποιο κόστος παραπάνω από το κανονικό (βιολογικά προϊόντα συνολικά, που παραδοσιακά οι τιμές τους είναι πιο μεγάλες από τα υπόλοιπα συμβατικά προϊόντα).
Για ένα σημαντικό ποσοστό των ερωτηθέντων είναι πιθανή η επιλογή ποιοτικά υποβαθμισμένων τροφίμων για να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν οικονομικά (33%). Το 40% των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι δεν μπορούν να κάνουν μεγαλύτερη οικονομία στην αγορά τροφίμων, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό 25% δηλώνουν ότι η οικονομική τους κατάσταση επηρεάζει την αγορά τροφών που αφορούν τα παιδιά.

 

Αναγκαία μια διατροφική πολιτική

Στα συμπεράσματα της η Επιστημονική Ομάδα Διατροφή, θεωρεί δεδομένο ότι ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού θα βρεθεί μπροστά σε αδιέξοδα, αφού το τόσο χαμηλό εισόδημα όσο και το υψηλό κόστος αγοράς των τροφίμων θα τους οδηγήσει σε διατροφικούς συμβιβασμούς. Αυτό θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στην υγεία τη δική μας αλλά και των παιδιών μας.
Οι διατροφολόγοι θεωρούν αναγκαίο να υπάρξει μια συγκεκριμένη διατροφική πολιτική που, σε πρώτη φάση, θα ανακουφίσει τις οικονομικά ασθενέστερες τάξεις, εξασφαλίζοντάς τους πρόσβαση σε φτηνά τρόφιμα και σε δεύτερη φάση θα εισάγει νέα δεδομένα στη διατροφή, ειδικότερα των παιδιών, που θα εξασφαλίσουν ένα σωστό διατροφικό επίπεδο. Μέσα στα μέτρα που προτείνουν, είναι η ανάγκη να υπάρξει ο θεσμός του σχολικού πρωινού ή της σχολικής καντίνας – εστιατορίου (τι λέει η κυρία Διαμαντοπούλου με το… «νέο» της σχολείο;)
Καταλήγουν ότι τα οποιαδήποτε μέτρα – κινήσεις δεν πρέπει να είναι επιδοματικού χαρακτήρα, αλλά να αφορούν άμεσες χορηγήσεις τροφής…
«Ξεκινάμε, σύντομα, μια καμπάνια ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης τόσο των πολιτών όσο και των κοινωνικών φορέων για το ζήτημα, που αν δεν γίνει κάτι τώρα, σύντομα θα πάρει απρόβλεπτες διαστάσεις με απίστευτες συνέπειες στην κοινωνία», σημειώνει ο Μ. Μανωλαράκης και καταλήγει:
«Για εμάς, τους επιστήμονες διαιτολόγους της ομάδας ‘Διατροφή’, δεν μετράει μόνο το μέγεθος της μερίδας αλλά το μέγεθος της κοινωνικής ευαισθησίας και ευθύνης…»

 

Η ταυτότητα της έρευνας

Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από την Επιστημονική Ομάδα Διατροφή στο διάστημα 24/5 – 7/6 με ανώνυμο ερωτηματολόγιο το οποίο συμπλήρωσαν χρήστες του διαδικτύου στην ιστοσελίδα www.diatrofi.gr (όπου μπορείτε να βρείτε όλη την έρευνα)
• Στην πρώτη φάση συμμετείχαν 800 άτομα (γυναίκες 77% – άντρες 23%).
• Από πλευράς οικονομικής κατάστασης το 6% δήλωσε ότι το συνολικό μηνιαίο οικογενειακό εισόδημα ήταν ίσο ή κάτω από 700 ευρώ, το 30% είχε μηνιαίο οικογενειακό εισόδημα 700-1.400 ευρώ, το 39% δήλωσε 1.400-2.800 ευρώ και το 24% δήλωσε μηνιαίο οικογενειακό εισόδημα πάνω από 2.800 ευρώ.
• Πρέπει να τονιστεί ότι το ερωτηματολόγιο συμπληρώθηκε σε μια περίοδο που πολλοί έπαιρναν στα χέρια τους τις μισθολογικές του καταστάσεις με την εφαρμογή των περικοπών μισθών και επιδομάτων, κάτι που σημαίνει ότι οι επιπτώσεις και οι φόβοι τους ήταν επί ρεαλιστικού και πραγματικού εδάφους και όχι στη βάση μιας πιθανής εφαρμογής κάποιων μέτρων. Είχαν, δηλαδή, συγκεκριμένες επιπτώσεις στο μισθολόγιο τους και στο μηνιαίο οικογενειακό εισόδημά τους.

Σχόλια

Exit mobile version