Αρχική κοινωνία Αντισεισμικά ανοχύρωτη η Ελλάδα

Αντισεισμικά ανοχύρωτη η Ελλάδα

Το ΥΠΕΚΑ παραβλέπει την θωράκιση των κτιρίων και προωθεί μόνο
την ενεργειακή αναβάθμισή τους. Της Χριστίνας Δελληχρήστου.

Με αφορμή τη βιβλική καταστροφή στην Ιαπωνία, υπενθυμίζουμε ότι ο ελλαδικός χώρος είναι ο πλέον σεισμογενής της Ευρώπης και σ’ αυτόν εκτονώνεται πάνω από το 50% του σεισμικού φορτίου της ηπείρου. Η Ελλάδα, με 157 ενεργά ρήγματα, είναι η έκτη περισσότερο σεισμογενής χώρα του πλανήτη. Το υπάρχον κτιριακό απόθεμα της χώρας έχει χτιστεί είτε χωρίς αντισεισμικό κανονισμό (κτίρια έως το 1959), είτε με τους μετέπειτα ισχύοντες αντισεισμικούς κανονισμούς.
Ο πρώτος αντισεισμικός κανονισμός θεσπίστηκε με το Β.Δ. 19/1959 και ουσιαστικά δοκιμάστηκε στο σεισμό της Θεσσαλονίκης το 1978. Μετά το σεισμό του ’78, θεσπίστηκαν πρόσθετες διατάξεις και το Β.Δ. τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε το 1984. Ο κανονισμός αυτός ίσχυσε μέχρι το 1992, οπότε τέθηκε σε εφαρμογή ο Νέος Αντισεισμικός Κανονισμός (Ν.Ε.Α.Κ.), ο οποίος τροποποιήθηκε το 2000 και έκτοτε ισχύει ο Ελληνικός Αντισεισμικός Κανονισμός (Ε.Α.Κ.).
Πάνω από το 70% του κτιριακού δυναμικού της χώρας έχει χτιστεί πριν από το 1978 και, συνεπώς, έχει μελετηθεί με τις διατάξεις της αρχικής μορφής του Β.Δ. 19/59. Έκτοτε έγιναν σημαντικές αλλαγές και εφαρμόστηκαν σύγχρονες αντιλήψεις στους κανονισμούς, που θωρακίζουν –μένει να αποδειχτεί– τα κτίρια. Γενικά, εκτιμάται από την επιστημονική κοινότητα ότι τα κτίρια που χτίστηκαν μετά το 1985 έχουν πολύ καλύτερη αντισεισμική συμπεριφορά από τα προϋφιστάμενα. Η εφαρμογή του Ε.Α.Κ. τόσο στη μελέτη όσο και την επίβλεψη είναι έργο των μηχανικών, οι οποίοι –όσο ακόμη υπάρχουν γιαπιά– δίνουν καθημερινά τη μάχη για την εφαρμογή του, κάτω από αντίξοες συνθήκες, αντιλαμβανόμενοι τη σπουδαιότητα της ασφάλειας των μελλοντικών χρηστών των κτιρίων. Πολλές φορές, έρχονται αντιμέτωποι με τα συμφέροντα των εργολάβων ή και με τις στρεβλές αντιλήψεις των χρηστών, που εκτιμάνε περισσότερο το «περιτύλιγμα» (π.χ. πλακάκια) παρά την ασφάλεια.

Η σημερινή κατάσταση
Η λεγόμενη «απελευθέρωση» του επαγγέλματος του μηχανικού είναι μαθηματικά βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε υποβάθμιση των μελετών και, κυρίως, των επιβλέψεων, που θα είναι σε βάρος συνολικά της κοινωνίας.
Το κράτος, για την επιστημονική επεξεργασία και την αντισεισμική προστασία της χώρας, έχει θεσπίσει το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο, τον ΟΑΣΠ, με έδρα την Αθήνα, και τον ΙΤΣΑΚ, με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Η χρηματοδότηση των φορέων αυτών ήταν πάντα ανεπαρκής και σε εποχές Μνημονίου είναι σίγουρο ότι αποτελεί πολυτέλεια για τις ιεραρχήσεις της κυβέρνησης.
Το φλέγον ερώτημα που τίθεται είναι αν η χώρα έχει επαρκή αντισεισμική θωράκιση. Η απάντηση μπορεί να προκύψει από τα παρακάτω: Το 2001, με πρωτοβουλία του ΟΑΣΠ, προτάθηκε στην πολιτεία ο έλεγχος και η βαθμονόμηση όλων των δημόσιων κτιρίων. Έκτοτε, έχει αρχίσει η υλοποίηση, χωρίς να έχει ολοκληρωθεί ο πρωτοβάθμιος έλεγχος (διαπιστωτικός) σε 5.000-6.000 δημόσια κτίρια. Θα πρέπει να ακολουθήσει ο δευτεροβάθμιος (αντισεισμικός) και κατόπιν η εκπόνηση μελέτης για την ενίσχυση των κτιρίων και, τελικά, η εφαρμογή της μελέτης.
Τα δημόσια κτίρια σε όλη τη χώρα (σχολεία, νοσοκομεία κ.λπ.) ανέρχονται σε περίπου 80.000. Είναι αντιληπτό ότι τα παιδιά μας πηγαίνουν σε σχολεία που τα περισσότερα έχουν χτιστεί πριν από το 1985 και η αντισεισμική συμπεριφορά τους επαφίεται στο «φιλότιμο» του μπετόν, όπως μας λέγανε οι καθηγητές μας στο Πολυτεχνείο και μας επιβεβαίωσαν αργότερα οι παλιοί συνάδελφοι μηχανικοί.
Τα τελευταία χρόνια, έχουμε μεγάλες επεκτάσεις στα σχέδια πόλεων, παρ’ όλο που δεν έχουν διερευνηθεί τα γεωτεχνικά χαρακτηριστικά των περιοχών που εντάσσονται. Ο καθορισμός του αιγιαλού στους παραλιακούς οικισμούς και τα νησιά γίνεται κατά το δοκούν. Κυριολεκτικά χτίζουμε και πάνω στην άμμο. Αν σε προγενέστερους σεισμούς, τα τσουνάμι πέρασαν χωρίς συνέπειες, στο ενδεχόμενο ενός έστω και μικρού τσουνάμι σ’ ένα νησί οι συνέπειες θα είναι καταστροφικές.
Εκτός απ’ τα δημόσια κτίρια, καμία θεσμοθετημένη πρόνοια δεν υπάρχει για το συστηματικό έλεγχο και τη συντήρηση των σημαντικών δημόσιων έργων (γέφυρες, φράγματα, λιμάνια, σιδηροδρομικά δίκτυα, αυτοκινητόδρομοι). Πολλά απ’ αυτά τα έργα έχουν εκχωρηθεί ή θα εκχωρηθούν στο επόμενο διάστημα σε ιδιωτικά πολυεθνικά συμφέροντα, με άγνωστες συνέπειες για την ασφάλεια αυτών των κατασκευών. Τη διαχείριση της κατάστασης μετά από ένα μεγάλο σεισμό είχαν οι υπηρεσίες πολιτικής προστασίας των κατά τόπους νομαρχιών, με βάση το σχέδιο «Ξενοκράτης». Η στελέχωση των υπηρεσιών αυτών ήταν ελλιπέστατη, και οι επιστημονικοί φορείς (ΤΕΕ, σύλλογος πολιτικών μηχανικών) ζητούσαν επιτακτικά την αναμόρφωση και την επικαιροποίηση του «Ξενοκράτη». Οι ασκήσεις ετοιμότητας, που γίνονται, πολλές φορές αγγίζουν τα όρια της φαιδρότητας. Τα κυκλοφοριακά δίκτυα των μεγάλων πόλεων καθώς και η έλλειψη ελεύθερων χώρων επιβαρύνουν οποιοδήποτε μετασεισμικό σχεδιασμό. Είναι αντιληπτό ότι σε μία κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, στην παρούσα φάση, που είτε δεν υπάρχει σχεδιασμός είτε είναι ελλιπέστατος, σε συνδυασμό με τη διάλυση που επικρατεί λόγω του νέου αυτοδιοικητικού μοντέλου, οι συνέπειες θα είναι τραγικές!

Ενεργειακή αναβάθμιση αντί θωράκισης
Και ενώ όλα αυτά συμβαίνουν στην πλέον σεισμογενή χώρα της Ευρώπης, που έχει θρηνήσει θύματα και ο λαός της έχει επωμιστεί τεράστια βάρη για την ανασυγκρότηση των περιοχών που κάθε φορά χτυπάει ο Εγκέλαδος, το αρμόδιο υπουργείο (ΥΠΕΚΑ) ασχολείται με την επονομαζόμενη «Ενεργειακή Αναβάθμιση των Κτιρίων». Χιλιάδες ιδιοκτήτες ακινήτων καλούνται να εκδώσουν ενεργειακό πιστοποιητικό, σε περιπτώσεις ενοικίασης ή αγοραπωλησίας διαμερισμάτων, που βρίσκονται σε οικοδομές που, αν απαιτούνταν η αντισεισμική τους πιστοποίηση, θα κρίνονται –με βάση τον ισχύοντα κανονισμό– ότι είναι τουλάχιστον επικίνδυνες. Το ενεργειακό πιστοποιητικό κοστίζει το λιγότερο 150 ευρώ (που είναι η αμοιβή του μηχανικού) και, επιπλέον, αποτελεί και ηλεκτρονική καταγραφή του ακινήτου από το ΥΠΕΚΑ. Η καταγραφή αυτή προβλέπεται να αποτελέσει πληροφοριακό υλικό για μελλοντική επιβολή «πράσινων τελών», επειδή το ακίνητο, λόγω της παλαιότητάς του, είτε θα έχει κατασκευαστεί χωρίς θερμομόνωση (έως το 1979) είτε με θερμομόνωση, που θα κρίνεται ότι είναι ανεπαρκής. Από τον περασμένο Οκτώβριο έχει τεθεί σε εφαρμογή ο Κανονισμός Ενεργειακής Απόδοσης Κτιρίων (Κ.Εν.Α.Κ.), που ουσιαστικά θεσμοθετεί θερμομόνωση στις νέες κατασκευές, αντίστοιχη με αυτών της Βόρειας Ευρώπης. Εκτιμάται ότι το κόστος θερμομόνωσης θα ανέβει τουλάχιστο κατά 50%. Ένα μεγάλο πανηγύρι των εταιριών πώλησης θερμομονωτικών υλικών και κουφωμάτων, σε αγαστή συνεργασία με τις τράπεζες, είναι σε πλήρη εξέλιξη με την επωνυμία «Πράσινο Κτίριο», υλοποιώντας μέρος του σχεδίου της «πράσινης» ανάπτυξης.
Τι θα γίνει, όμως, αν ο κ. Εγκέλαδος μας θυμηθεί; Θα μας σώσουν τα καινούργια «ρούχα» που θα φορέσουν τα γέρικα κτίρια; Ποιος θα μιλήσει, όμως, για την «ταμπακέρα» που ονομάζεται αντισεισμική θωράκιση; Η ουσιαστική αυτή αναβάθμιση των κτιρίων κοστίζει πολύ και δεν χρηματοδοτεί τις γερμανικών κυρίως συμφερόντων εταιρίες μονωτικών υλικών. Αν το «πράσινο» υπουργείο ήθελε μια πραγματικά πράσινη ανάπτυξη, πρέπει άμεσα να προχωρήσει στον έλεγχο και στην αντισεισμική θωράκιση όλων των δημόσιων κτιρίων και να προκρίνει τη χρηματοδότηση των ιδιοκτητών, ώστε να προχωρήσουν στην ενίσχυση των σκελετών των οικοδομών και δευτερευόντως στην αλλαγή των κουφωμάτων. Οποιαδήποτε ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων είναι έωλη, αν δεν έχει εξασφαλιστεί η αντισεισμική του επάρκεια.
Εδώ που φτάσαμε με τις επιλογές της κυβέρνησης, το μόνο που μας σώζει από την οργή της φύσης είναι η… καλή μας τύχη! Όσο το μνημονιακό πρόγραμμα θα εξελίσσεται, οι κοινωνικές ανάγκες και οι υποδομές της χώρας θα απαξιώνονται και σ’ ένα επόμενο στάδιο θα διαλυθούν ή θα καταστραφούν.
Ας όψεται η «πράσινη» ανάπτυξη!

* Η Χριστίνα Δελληχρίστου είναι πολιτικός μηχανικός.

Σχόλια

Exit mobile version